Κίνα, ο πράσινος γίγαντας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Κίνα, ο πράσινος γίγαντας

Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και κινεζική ισχύς

Στην Αφρική, τα κινεζικά σχέδια απέδωσαν λίγο καλύτερα. Οι παρατεταμένοι εμφύλιοι πόλεμοι στο Σουδάν και το Νότιο Σουδάν έχουν περιορίσει σοβαρά την ποσότητα πετρελαίου που μπορούν να αντλήσουν οι κινεζικές επιχειρήσεις που λειτουργούν εκεί. Το Πεκίνο αντιμετώπισε διεθνή καταδίκη για την υποστήριξή του στην σουδανική κυβέρνηση, η οποία έχει υποστεί κυρώσεις από τις Ηνωμένες Πολιτείες για εγκλήματα πολέμου. Και οι επιθέσεις σε Κινέζους πετρελαϊκούς εργάτες στην Αιθιοπία, την Λιβύη, τη Νιγηρία, το Σουδάν και το Νότιο Σουδάν, ανάγκασαν την κινεζική κυβέρνηση να εκκενώσει το προσωπικό της και οδήγησε σε πολιτικές επικρίσεις εγχωρίως.

Η Κίνα έχει αγωνιστεί ακόμη και σε σχετικά σταθερούς τόπους. Τον περασμένο Σεπτέμβριο, ένας κινεζικός όμιλος επένδυσε 9 δισεκατομμύρια δολάρια στον ελεγχόμενο από το κράτος ρωσικό πετρελαϊκό γίγαντα Rosneft με αντάλλαγμα 14% συμμετοχή στο κεφάλαιο. Όμως, η Rosneft βαρύνεται με χρέη ύψους σχεδόν 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων και έχει αναλάβει ένα πρόγραμμα φιλόδοξων διεθνών δαπανών που καθοδηγείται λιγότερο από μια συνεκτική στρατηγική κέρδους από όσο από τα στρατηγικά συμφέροντα της Ρωσίας. Η απόφαση αυτή, εκτός από την αβεβαιότητα που προκαλούν οι αμερικανικές κυρώσεις στην Ρωσία, οδήγησε στην πτώση της τιμής της μετοχής της Rosneft κατά 23% το 2017, γεγονός που μεταφράζεται σε απώλεια πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων για τον κινεζικό όμιλο.

Η ιστορία είναι παρόμοια στην Βενεζουέλα. Από το 2007 έως το 2014, οι κινεζικές εταιρείες χορήγησαν στο Καράκας περίπου 60 δισεκατομμύρια δολάρια σε δάνεια με εγγύηση πετρέλαιο. Ωστόσο, οι εξαγωγές αργού πετρελαίου της Βενεζουέλας στην Κίνα έφθασαν μόλις τα 450.000 βαρέλια ημερησίως το 2017, μόνο το ήμισυ του όγκου που είχαν προβλέψει οι Κινέζοι. Ένας από τους μεγαλύτερους δανειστές, η Αναπτυξιακή Τράπεζα της Κίνας (China Development Bank), λαμβάνει σήμερα από την Βενεζουέλα πετρέλαιο και εξευγενισμένα προϊόντα πετρελαίου που δύσκολα επαρκούν για να καλύψουν τις πληρωμές τόκων στα δάνειά της.

Συνολικά, οι δαπάνες της Κίνας ύψους 160 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε περιουσιακά στοιχεία πετρελαίου και φυσικού αερίου τής εξασφάλισαν λιγότερη ενέργεια από όση θα περίμενε. Οι ξένες πηγές πετρελαίου της αναμένεται να παραγάγουν περίπου 2 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως μέχρι το 2028. Σε σύγκριση, μόλις πριν από μια δεκαετία, η Σαουδική Αραβία δαπάνησε 14 δισεκατομμύρια δολάρια για να προσθέσει νέα παραγωγή δύο εκατομμυρίων βαρελιών την ημέρα. Οι εισαγωγές πετρελαίου της Κίνας ωχριούν σε σύγκριση με την εγχώρια παραγωγή πετρελαίου των Ηνωμένων Πολιτειών, η οποία ανερχόταν στα 9,8 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα στο τέλος του 2017 και θα μπορούσε να φθάσει τα 20 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα την επόμενη δεκαετία. Επιπλέον, η παραγωγή πετρελαίου της ίδιας της Κίνας, που σήμερα ανέρχεται σε 3,9 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως, μειώνεται γρήγορα λόγω κακοδιαχείρισης, εξαντλημένων κοιτασμάτων και χαμηλών τιμών. Η Κίνα εισάγει σήμερα περίπου το 70% του πετρελαίου που χρησιμοποιεί. Μέχρι το 2030, ο αριθμός αυτός αναμένεται να φτάσει το 80%.

Εν τω μεταξύ, οι Ηνωμένες Πολιτείες πιθανότατα θα γίνουν καθαροί εξαγωγείς πετρελαίου και φυσικού αερίου μέχρι την δεκαετία του 2030, αν όχι νωρίτερα. Όταν συμβεί αυτό, άλλοι παραγωγοί ενέργειας θα χάσουν τη μακροχρόνια μόχλευσή τους έναντι της πολιτικής των ΗΠΑ. (Το 1973, για παράδειγμα, ο ΟΠΕΚ επέβαλε εμπάργκο στις εξαγωγές πετρελαίου σε χώρες που υποστήριξαν το Ισραήλ κατά τον πόλεμο του Yom Kippur, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών). Και η αμερικανική οικονομία, η οποία διαθέτει εκατοντάδες χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας στους τομείς πετρελαίου και φυσικού αερίου, θα είναι καλύτερα θωρακισμένη από την οικονομία της Κίνας από μια απότομη πτώση της παγκόσμιας προσφοράς πετρελαίου.

Η αυξανόμενη εξάρτηση της Κίνας από το ξένο πετρέλαιο έχει κάνει τους ηγέτες της να ανησυχούν. Το 12ο πενταετές ενεργειακό της σχέδιο, το οποίο έληξε το 2015, σημείωσε «μια βαθιά προσαρμογή των προτύπων παροχής ενέργειας» που προκύπτουν από την ανάπτυξη νέων πηγών πετρελαίου και φυσικού αερίου στον Καναδά και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Χαρακτηρίζει την κατάσταση της ενεργειακής ασφάλειας της Κίνας ως «απαισιόδοξη», σε αντίθεση με την κατάσταση των Ηνωμένων Πολιτειών. Αυτές οι τάσεις άλλαξαν επίσης τον υπολογισμό του Πεκίνου για τη Μέση Ανατολή. Παρόλο που η Ουάσινγκτον εξακολουθεί να είναι υπεύθυνη για την προστασία των πετρελαϊκών ροών της περιοχής, μια πετρελαϊκή διακοπή που θα προκληθεί από συγκρούσεις θα προξενούσε τώρα περισσότερες ζημιές στην οικονομία της Κίνας από όσες σε εκείνη των Ηνωμένων Πολιτειών. Το Πεκίνο πρέπει να λάβει υπόψη του τον αυξανόμενο κίνδυνο ότι η Ουάσιγκτον θα παραιτηθεί από τον ρόλο του προστάτη της περιοχής ή, τουλάχιστον, θα αναγκάσει την Κίνα και άλλες χώρες να αναλάβουν μεγαλύτερο μερίδιο του λογαριασμού.

Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΑΣΙΝΗ ΑΝΘΙΣΗ

Αυτή η νέα πραγματικότητα ώθησε την Κίνα να αυξήσει τις επενδύσεις της στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και στις τεχνολογίες χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Δεν αναζητά μόνο την εγχώρια ενεργειακή ασφάλεια αλλά βασίζεται στα πράσινα ενεργειακά προϊόντα ως σημαντικές βιομηχανικές εξαγωγές που θα ανταγωνίζονται το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο των ΗΠΑ και της Ρωσίας. Η Κίνα επιδιώκει να γίνει το κέντρο του κόσμου της καθαρής ενέργειας, που θα πωλεί τα αγαθά και τις υπηρεσίες της για να βοηθήσει άλλες χώρες να αποφύγουν τα περιβαλλοντικά λάθη που παραδέχεται τώρα ότι αποτελούν μέρος της δικής της πρόσφατης οικονομικής ανάπτυξης.