Πώς η τεχνολογία των πολιτών μπορεί να βοηθήσει να σταματήσει μια πανδημία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς η τεχνολογία των πολιτών μπορεί να βοηθήσει να σταματήσει μια πανδημία

Η αρχική επιτυχία της Ταϊβάν αποτελεί πρότυπο για τον υπόλοιπο κόσμο

Είναι πιθανό ότι η ικανότητα τεχνητής νοημοσύνης της Κίνας και των Ηνωμένων Πολιτειών στην πραγματικότητα να στάθηκε εμπόδιο στον δρόμο τους. Αμφότερες έχουν ένα τεχνοκρατικό, «από πάνω προς τα κάτω» όραμα για το μέλλον της AI, στο οποίο μια μικρή ψηφιακή ελίτ, συγκεντρωμένη σε λίγους τεχνολογικούς κόμβους και σε μεγάλο βαθμό διαχωρισμένη από τις ανησυχίες του υπόλοιπου πληθυσμού, παράγει εργαλεία που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν από τον υπόλοιπο πληθυσμό. Ενώ ο τόπος αυτής της ελίτ είναι το Κομμουνιστικό Κόμμα στη μια περίπτωση και οι τεχνολογικοί κόμβοι της Δυτικής Ακτής στην άλλη, η λογική είναι παρόμοια.

Ένα πρόβλημα με τέτοιες τεχνοκρατίες είναι ότι παρόλο που είναι καλές στην επεξεργασία και την διάδοση δεδομένων, τείνουν να είναι μυωπικές όταν πρόκειται για το πλαίσιο και το κίνητρο. Οι τεχνικές ελίτ τόσο στην Κίνα όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν αρχικά αργές στο να αντιληφθούν την σημασία των γεγονότων σε ένα κάπως απομακρυσμένο πεδίο γνώσης- της ιατρικής. Ακόμη και όταν το θέμα ήρθε στις οθόνες του ραντάρ τους, η στενοκεφαλιά των ελίτ οδήγησε σε μια αρχική τύφλωση σχετικά με τον κόσμο πέρα από την άμεση εμπειρία τους.

Το πιο εντυπωσιακό παράδειγμα ήταν ο Κινέζος γιατρός Li Wenliang, ένας από τους πρώτους που αντιλήφθηκε τον κίνδυνο του ιού, ο οποίος επιπλήχθηκε σφοδρά από την αστυνομία και, αφότου πέθανε, έγινε εθνικός μάρτυρας. Ο κοντόφθαλμος χαρακτήρας των ελίτ είναι επίσης εμφανής στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην κακοφτιαγμένη αποκάλυψη της εφαρμογής Verify για την ταξινόμηση [των κρουσμάτων] COVID-19 από την [εταιρεία] Alphabet: Οι δυνατότητές της ήταν αρχικά υπερτιμημένες, πολλοί την υποπτεύονται ως παγίδα αρπαγής δεδομένων [4], και αποδείχθηκε ότι καλύπτει μόνο την Bay Area [περιοχή του Κόλπου του Σαν Φρανσίσκο στην Καλιφόρνια].

Αντίθετα, η ανταπόκριση της Ταϊβάν, βασισμένη σε ένα ήθος ευρείας ψηφιακής συμμετοχής και ανάπτυξης εργαλείων από την κοινότητα, ήταν γρήγορη, ακριβής και δημοκρατική. Με το να διαδοθεί ευρέως στην κοινωνία η συμμετοχή στην ψηφιακή ανάπτυξη, η Ταϊβάν απέφυγε τόσο την τεχνοκρατία όσο και την τεχνοφοβία, διατηρώντας την εμπιστοσύνη και την αμφίδρομη ροή πληροφοριών απέναντι σε μια κρίση.

ΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΤΗΣ ΤΑΪΒΑΝ

Η επιτυχία της Ταϊβάν έχει κάποια προηγούμενα. Ένα παράδειγμα προέρχεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες: Η ταχεία κινητοποίηση μετά την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ το 1941. Η χώρα «γύρισε το χαρτί» και ξεπέρασε τις πιο κεντρικά κατευθυνόμενες προσπάθειες της Γερμανίας, της Ιαπωνίας και αργότερα της Σοβιετικής Ένωσης μέσω μιας σειράς βιομηχανικών και τεχνολογικών καινοτομιών που κινητοποιήθηκαν από την κυβέρνηση αλλά και τους πολίτες. Το κλειδί, τόσο για τις Ηνωμένες Πολιτείες τότε όσο και για την Ταϊβάν τώρα, ήταν να λειτουργήσει ως καταλύτης η ευρεία επιθυμία των πολιτών να είναι χρήσιμοι παραγωγοί, και όχι μόνο καταναλωτές, των εργαλείων που χρειάζονται για τη νίκη επί ενός εχθρού -είτε πρόκειται για ξένο στρατό είτε για θανατηφόρο ιό. Οι κοινωνίες που αποτυγχάνουν να το κάνουν σε μια περίοδο κρίσης, σπαταλούν τον πιο κρίσιμο πόρο τους.

Η Ταϊβάν έχει επιδείξει την ίδια ικανότητα όταν αντιμετώπισε άλλες προκλήσεις. Οι πρόσφατες προεδρικές εκλογές, για παράδειγμα, θα μπορούσαν να αντιπροσωπεύουν τη μεγαλύτερη ως τώρα νίκη του δημοκρατικού κόσμου επί της ψηφιακής παραπληροφόρησης. Αντιμετωπίζοντας τον μεγαλύτερο όγκο παραπληροφόρησης του πλανήτη (που προέρχεται κυρίως από την ηπειρωτική Κίνα), η Ταϊβάν αξιοποίησε τις πλατφόρμες που δημιουργήθηκαν και λειτουργούσαν από πολίτες, ενεργοποιημένες από εθελοντικές αναφορές, για να ελέγξουν και να αντικρούσουν ψευδείς ισχυρισμούς. Οι πολίτες σχεδίασαν επίσης και ανέπτυξαν γρήγορα ένα νέο πρόγραμμα μαθημάτων για την εκπαίδευση στα media πριν από τις εκλογές. Ένας λαϊκιστής υποψήφιος, που υποστηριζόταν από το Πεκίνο, έχασε τις εκλογές για 20 ποσοστιαίες μονάδες.

Η Ταϊβάν έχει καταφέρει παρόμοιες επιτυχίες σε μια σειρά άλλων τομέων πολιτικής, μεταξύ άλλων στην επίτευξη ισορροπίας μεταξύ της προστασίας της ιδιωτικής ζωής και της ενεργοποίησης οργανωμένοι από πολίτες συλλόγων δεδομένων (“data collaboratives”)˙ πετυχαίνοντας εξαιρετικά περιβαλλοντικά επίπεδα και μείωση των [επιβαρυντικών] εκπομπών για το κλίμα˙ προστατεύοντας τους εργαζομένους στην «gig economy» [στμ: το σύστημα της αγοράς όπου οι εργαζόμενοι δεσμεύονται με βραχυχρόνιες συμβάσεις εργασίας] χωρίς να εμποδίζεται η άνοδος των καινοτόμων ψηφιακών υπηρεσιών˙ και προωθώντας την συμμετοχή των πολιτών με εργαλεία δημιουργικής εμπλοκής και ψηφοφορίας.

Αυτό το αναδυόμενο μοντέλο της Ταϊβάν κατέχει ισχυρή υπόσχεση πέρα από την τρέχουσα κρίση. Οι συζητήσεις για την τεχνολογική ανάπτυξη τείνουν να επικεντρώνονται στους κορυφαίους ανταγωνιστές στην κούρσα για παγκόσμιο κύρος, έχοντας το κινεζικό τεχνοκρατικο-αυταρχικό κράτος επιτήρησης ενάντια στην εταιρικο-καπιταλιστική προσέγγιση των Ηνωμένων Πολιτειών. Η Ταϊβάν προσφέρει ένα άλλο μονοπάτι -ένα μονοπάτι το οποίο πρέπει είναι ελκυστικό πέρα από τις ιδεολογικές γραμμές στις δημοκρατικές κοινωνίες, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών. Η αριστερά θα εκτιμήσει ότι το κίνημα των πολιτών χάκερ του g0v διογκώθηκε από την δουλειά στο Κίνημα του Ηλιοτρόπιου (Sunflower Movement), την απάντηση της Ταϊβάν στο Occupy Wall Street. (Σε αντίθεση με το Occupy, το g0v κατέληξε να προσφέρει στο Sunflower Movement της Ταϊβάν τα εργαλεία για να κερδίσει μια σταθερή θεσμική βάση στο Υπουργείο ψηφιακής πολιτικής). Ταυτόχρονα, με το να δείξει το πώς μια μικρή, νεαρή και ετερόκλητη δημοκρατία μπορεί να ευδοκιμήσει στην σκιά του αυξανόμενου αυταρχισμού του Πεκίνου, η Ταϊβάν παρέχει ένα παράδειγμα που πρέπει να προσελκύσει τα «γεράκια» [εναντίον] της Κίνας στην δεξιά.