Πώς θα κοπούν οι ορέξεις της Τουρκίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς θα κοπούν οι ορέξεις της Τουρκίας

Οι γεωπολιτικές παράμετροι της τουρκικής εμπλοκής στην Λιβύη

Η οριοθέτηση των τουρκικών αξιώσεων στο ζήτημα της ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο εδράζεται στην προγενέστερη οριοθέτηση μέσω συμφωνιών μεταξύ της Τουρκίας και των Αρχών του ψευδοκράτους της Τουρκικής Δημοκρατίας Βορείου Κύπρου, οι οποίες συνήφθησαν τα έτη 2010-2011. Οι θέσεις της Τουρκίας, επομένως, ήδη εξ αρχής εδράζονται σε μια συμφωνία με μια μη αναγνωρισμένη διεθνώς οντότητα, όπως η Τουρκική Δημοκρατία Βορείου Κύπρου. Η Τουρκία, φυσικά, δεν αναγνωρίζει τη νομική δικαιοδοσία της ίδιας της Κυπριακής Δημοκρατίας ως κράτους, παρεμβαίνοντας στην ΑΟΖ της Κύπρου παραβιάζοντας εκ νέου την κρατική κυριαρχία της Κύπρου μετά την εισβολή του 1974.

Ουσιώδες είναι να αναφερθεί ότι η Τουρκία είναι ένα από τα ελάχιστα κράτη παγκοσμίως, τα οποία δεν έχουν υπογράψει την Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας (United Nations Convention on the Law of the Sea, UNCLOS), η οποία συνομολογήθηκε το 1982 [4]. Έως τον Ιούνιο του 2019 η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας έχει υπογραφεί από 167 κράτη και την Ευρωπαϊκή Ένωση, όχι όμως από την Τουρκία, η οποία παραμένει το μόνο κράτος της ευρύτερης περιοχής, το οποίο δεν αποδέχεται τις διατάξεις της συμβάσεως [5]. Σύμφωνα με τις υφιστάμενες διατάξεις του διεθνούς δικαίου και την έγκυρη επιστημονική βιβλιογραφία είναι αδιαμφισβήτητο ότι οι νήσοι διαθέτουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ [6]. Κατά συνέπεια, η ελληνική ΑΟΖ, όπως αυτή διαμορφώνεται από τις ελληνικές νήσους στο νότιο τμήμα του Αιγαίου Πελάγους, εφάπτεται της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της ΑΟΖ της Αιγύπτου στα ανατολικά και νοτιοανατολικά και της ΑΟΖ της Λιβύης στα νότια και νοτιοδυτικά [7].

Η υπογραφή των δύο Μνημονίων Συνεργασίας με το καταρρέον καθεστώς της Τριπόλεως αποτελεί άλλη μια εκδήλωση του τουρκικού αναθεωρητισμού, ο οποίος πλέον εκδηλώνεται σε πρόσθετα εδαφικά πεδία μετά την Κύπρο, το Αιγαίο Πέλαγος, την Συρία και το Ιράκ. Όσον αφορά το καθεστώς της Τριπόλεως, η εξέλιξη αυτή αντανακλά την απεγνωσμένη απόπειρα διατηρήσεως του ελέγχου στην περιορισμένη υπό έλεγχο επικράτεια, μετά την σημαντική πρόοδο των αντιπολιτευτικών δυνάμεων στο πεδίο της μάχης. Τον Δεκέμβριο του 2019, η Κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας της Τριπόλεως αιτήθηκε επισήμως από την Τουρκία την παροχή στρατιωτικής στηρίξεως με εναέριες, θαλάσσιες και χερσαίες δυνάμεις, ώστε να μπορέσει να αποκρούσει την προέλαση των στρατιωτικών δυνάμεων του Λιβυκού Εθνικού Στρατού (Libyan National Army, LNA) υπό τον στρατηγό Khalifa Haftar. Ο Λιβυκός Εθνικός στρατός υποστηρίζεται από την Αίγυπτο, την Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, καθώς και από την Ρωσική Ομοσπονδία και την Γαλλία. Η προέλαση του Λιβυκού Εθνικού Στρατού, ο οποίος εδρεύει στην Κυρηναϊκή Χερσόνησο, προς τα δυτικά, και η προσπέλαση της ίδιας της Τριπόλεως σε απόσταση μόλις 5 χιλιομέτρων, είχε ως συνέπεια τον επιτακτικό προσανατολισμό της κυβερνήσεως της Τριπόλεως προς την Τουρκία, όχι απλώς ως εξωχώριο εξισορροπητή, αλλά ως ηγεμονικό δρώντα, ο οποίος παρεμβαίνει κατά τρόπο αποφασιστικό υπέρ της μιας πλευράς στην ενδοκρατική σύγκρουση της Λιβύης. Στις 2 Ιανουαρίου 2020 το Τουρκικό Κοινοβούλιο σε έκτακτη συνέλευσή του ενέκρινε την χορήγηση στρατιωτικής συνδρομής στην κυβέρνηση της Τριπόλεως κατόπιν σχετικής εισηγήσεως του προέδρου Erdogan. Η τουρκική παρέμβαση εδράζεται τυπικώς σε νομικό επίπεδο στο δεύτερο Μνημόνιο Συνεργασίας με το καθεστώς της Τριπόλεως, το οποίο προέβλεπε την στρατιωτική συνεργασία των δύο μερών.

Έως τον Φεβρουάριο του 2019 η τουρκική ανάμειξη συνίστατο στην αποστολή ισλαμιστών μαχητών με κύρια προέλευση την Συρία και στελεχών των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, τα οποία ανέλαβαν τον επιτόπιο συντονισμό των ξένων μαχητών, την προστασία υψηλόβαθμων αξιωματούχων της Κυβερνήσεως Εθνικής Συμφωνίας της Τριπόλεως, και την παρακολούθηση των αντιπάλων. Ο άμεσος στρατηγικός στόχος της Τουρκίας είναι, φυσικά, η διάσωση του υπό κατάρρευση καθεστώτος της Τριπόλεως. Ο μεσοπρόθεσμος στόχος της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, ωστόσο, είναι η προβολή ισχύος και η εδραίωση στρατηγικής επιρροής σε ένα τμήμα της βορείου Αφρικής, το οποίο αποτελούσε εξαρτημένη περιοχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έως το 1911.

ΤΟ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΑΝΑΜΕΙΞΕΩΣ ΣΤΗΝ ΛΙΒΥΗ

Κατά την τελευταία δεκαετία, η τουρκική εξωτερική πολιτική, στο πλαίσιο μιας άτυπης αναβιώσεως μιας νεοοθωμανικής γεωπολιτικής οπτικής, αποπειράθηκε να καθιερώσει ένα είδος ηγεμονικής παρουσίας στην άμεση και ευρύτερη περιφέρεια του τουρκικού κράτους. Η Τουρκία επεδίωξε να διαμορφώσει έναν ανασχετικό δακτύλιο κρατών με φιλικώς διακείμενα καθεστώτα σε περιοχές οι οποίες είχαν αποτελέσει κατά το παρελθόν τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ή ανήκαν στην οθωμανική σφαίρα επιρροής. Η απόπειρα αυτή της Τουρκίας εκδηλώθηκε με στρατιωτικές επιχειρήσεις και διπλωματικές παρεμβάσεις στο Ιράκ και την Συρία, με την αποφασιστική στήριξη του βραχύβιου καθεστώτος της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στην Αίγυπτο, και με ανάμειξη σε διαδικασίες στην Τυνησία. Στην Λιβύη, η τουρκική ανάμειξη εκδηλώθηκε με αποστολή οπλισμού, διοχέτευση ξένων ισλαμιστών μαχητών, και επιτόπιο αποστολή εξειδικευμένου στρατιωτικού προσωπικού των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων με σκοπό την διάσωση της κυβερνήσεως της Τριπόλεως.