Όταν η καταστροφή μνημείων εξυπηρετεί αυταρχικούς σκοπούς | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Όταν η καταστροφή μνημείων εξυπηρετεί αυταρχικούς σκοπούς

Οι ινδουιστές εθνικιστές της Ινδίας δημιουργούν ένα φανταστικό παρελθόν σε σύγχρονα ερείπια

Ο Hindutva τοποθετεί τις θρησκευτικές μειονότητες στην Ινδία σε έναν απίθανο διπλό δεσμό. Δεν μπορεί ποτέ να τους επιτραπεί να ανήκουν εντελώς, ωστόσο εξακολουθούν να είναι κατά κάποιον τρόπο απαραίτητοι, γιατί η ύπαρξή τους επιτρέπει στους αληθινούς Ινδούς -τους Ινδουιστές- να αναγνωρίζονται μέσω της αντίθεσης. Ο Savarkar εμπνεύστηκε από τη μεταχείριση των Αφροαμερικανών στην εποχή του Jim Crow. Το 1944, είπε [8] σε έναν Αμερικανό δημοσιογράφο ότι θα αντιμετώπιζε τους Μουσουλμάνους ως «μειοψηφία, στην θέση των Νέγρων σας». Οι ιδέες του Savarkar ζωντανεύουν ακόμα την ρητορική και τις ενέργειες των διαδόχων του, οι οποίοι έχουν αρχίσει να αναβαθμίζουν την δημόσια εικόνα του.

Δεν υπάρχουν «πόλεμοι πολιτισμών» στην Ινδία όπως εκείνοι που μαίνονται στις Ηνωμένες Πολιτείες, επειδή οι Ινδουιστές εθνικιστές έχουν ήδη κερδίσει σε μεγάλο βαθμό. Τα έντυπα και τηλεοπτικά μέσα, με λίγες μόνο εξαιρέσεις, έχουν διαπιστώσει ότι το καλύτερο συμφέρον τους έγκειται στην ενίσχυση της κυβερνητικής γραμμής. Τα οράματα του Hindutva για την Ινδική ιστορία και ταυτότητα, χωρίς συνέπεια και εξελισσόμενα όπως είναι συχνά, έχουν γίνει η νέα συναίνεση. Με την άνοδο του BJP, η ιδέα ότι οι Μουσουλμάνοι ήρθαν στην Ινδία ως ξένοι αποικιστές, όπως οι Βρετανοί -μαζί με τον ψεύτικο ισχυρισμό ότι διέπραξαν ακόμη και ένα «Ινδικό Ολοκαύτωμα»- κέρδισε ισχύ και δημοτικότητα.

Ο ινδουιστικός εθνικισμός επικεντρώνεται γύρω από τα παράπονα και την επιθυμία διόρθωσης -ή εκδίκησης- παρελθόντων λαθών. Οι οπαδοί του κατηγόρησαν τους αριστερόστροφους, κοσμικούς μελετητές ότι απεκάθαραν την ιστορική καταγραφή και ελαχιστοποίησαν την βία των Μουσουλμάνων ηγεμόνων κατά τους προηγούμενους αιώνες. Και οι Μουσουλμάνοι κατακτητές και ηγέτες σίγουρα ενεπλάκησαν με την βία, όπως έτειναν να κάνουν οι μονάρχες και οι επίδοξοι βασιλιάδες παντού. Μερικοί από αυτούς, αναμφισβήτητα, επιτέθηκαν σε ναούς -βεβηλώσεις που παραμένουν μια ιδιαίτερη πηγή διαμάχης για τους ινδουιστές εθνικιστές. Για παράδειγμα, ο πολέμαρχος του 11ου αιώνα Μαχμούντ της Γκάτζνα διέλυσε και λεηλάτησε ναούς κατά την διάρκεια των επιδρομών του στην Ινδία, συμπεριλαμβανομένου του Somnath στην Gujarat. Ο αυτοκράτορας του 17ου αιώνα [της δυναστείας] Μουγκάλ, Jahangir, βανδάλισε ναούς κοντά στην λίμνη Pushkar για να εκφοβίσει έναν επαναστάτη κυβερνήτη εκεί κοντά. Ο γιος του, Shah Jahan, τον διαδέχθηκε στον θρόνο το 1628 και σύντομα ισοπέδωσε 76 ημιτελείς ναούς στο Βαρανάσι. Ο διάδοχος του Shah Jahan, ο Aurangzeb, προήδρευσε σε πολλά ακόμη περιστατικά βεβήλωσης και καταστροφής ναών. Οι Ινδουιστές εθνικιστές υπερβάλλουν αυτές τις περιπτώσεις εικονοκλασίας και ταυτίζουν τους σύγχρονους Μουσουλμάνους, οι οποίοι είναι μια οικονομικά αδύναμη και κοινωνικά στερημένη μειονότητα [9], με ηγεμόνες από το μακρινό παρελθόν, απεικονίζοντάς τους ως καταπιεστές και άξιους τιμωρίας.

14072020-2.jpg

Ένας καλλιτέχνης ντυμένος ως ο αυτοκράτορας των Μουγκάλ, Akbar, κάθεται στην Βομβάη της Ινδίας, τον Φεβρουάριο του 2012. Danish Siddiqui / Reuters
---------------------------------------------------------------------

Οι μελετητές προσπάθησαν να τοποθετήσουν τις από αιώνων πράξεις εικονοκλασίας σε ένα ευρύτερο πλαίσιο. Η επιδρομή σε ναούς, μακράν του να είναι μοναδική στο Ισλάμ, ήταν μια έκφραση πολιτικής κυριαρχίας που βρίσκει αντηχήσεις ήδη τόσο πίσω όσο στην ρωμαϊκή αυτοκρατορική κυριαρχία και την αρχαία Μεσοποταμία. Όμως οι Μουσουλμάνοι ηγέτες της [ινδικής] υποηπείρου δεν καταπίεσαν τους μη Μουσουλμάνους με τον τρόπο που υπονοούν αυτές οι πράξεις. Οι βασιλείς των Μουγκάλ, για παράδειγμα, έδωσαν άφθονη υποστήριξη σε πολλούς ναούς και σε ινδουιστικές ασκητικές τάξεις. Οι Μουσουλμάνοι άρχοντες που επιτέθηκαν σε ναούς για πολιτική επιρροή συχνά πλήρωναν για την κατασκευή ή την ανακαίνιση άλλων˙ και οι Μουσουλμάνοι ηγέτες τοποθετούσαν τον εαυτό τους στις γενεαλογίες των Ινδουιστών θεών ή αναζητούσαν σοφία στα σανσκριτικά κείμενα. Είναι ενδεικτικό ότι τα σανσκριτικά γραπτά στοιχεία παρέχουν ελάχιστες ενδείξεις σχετικά με οποιαδήποτε παρατεταμένη ιστορία ινδουιστικού τραύματος που να προέρχεται από αυτές τις επιθέσεις σε ναούς. Επιπλέον, η ίδια η έννοια της παν-ινδικής, αρχέγονης ινδουιστικής ταυτότητας αποκρυσταλλώθηκε μόνο τον 19ο αιώνα κατά την διάρκεια της αποικιακής βρετανικής κυριαρχίας.

Σε έναν μετα-αληθινό κόσμο, οι μαχητές και οι ζηλωτές απορρίπτουν τέτοια επιστημονικά επιχειρήματα ως μια απολογία για τη μουσουλμανική βία ή ως μια αδύναμη υπόθεση για τον πλουραλισμό που απογυμνώνει τους Ινδουιστές από τα δικαιώματά τους ως πλειοψηφία. Εκείνοι που αμφισβητούν τα αφηγήματα του Hindutva κινδυνεύουν να στιγματιστούν ως «ινδουϊστοφοβικοί» ή ως sepoys -οι Ινδοί πεζικάριοι της βρετανικής εταιρείας East India- που μιλούν με την ξένη φωνή του αποικιακού αφέντη. Η υπομονετική δουλειά των ιστορικών στο να ξεχωρίζουν τις αποχρώσεις, δεν ταιριάζει με μια σφοδρή επίθεση παραπληροφόρησης υποστηριζόμενη από ωμή βία και κεφάλαια. Το κράτος και οι σύμμαχοί του έχουν δημιουργήσει μια πλημμύρα ινδουιστικής ρατσιστικής προπαγάνδας [10], συμπεριλαμβανομένων διαδεδομένων μηνυμάτων στο WhatsApp, βίντεο, αναρτήσεων στο Facebook, tweets, και ιστοριών στις ειδήσεις που οι τηλεοπτικοί παρουσιαστές στην συνέχεια επαναλαμβάνουν και μεταδίδουν [11].

Υπάρχει ελάχιστο περιθώριο για δημόσια ανταλλαγή απόψεων και συζήτηση όπου απειλείται η ελευθερία της έκφρασης. Η προσφυγή στην ιστορία –ακόμη και οι πιο περίπλοκες ιστορίες– μπορεί να πάει μια κοινωνία μόνο μέχρι εκεί. Το πρόβλημα δεν είναι, όπως πρότεινε κάποτε ο Γερμανός φιλόσοφος Georg Hegel, ότι οι Ινδοί δεν έχουν ιστορία. Η ιστορία είναι παντού, αναπτύσσεται για να εξοργίσει και να υποκινήσει. Σήμερα, το κυβερνών κόμμα Bharatiya Janata της Ινδίας επιδιώκει να δημιουργήσει ένα έθνος-κράτος στο θεμέλιο μιας φανταστικής ιστορίας.