Ο πολιτικός έλεγχος του στρατού είναι ένα κομματικό ζήτημα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο πολιτικός έλεγχος του στρατού είναι ένα κομματικό ζήτημα

Πάρα πολλοί Αμερικανοί δεν συμφωνούν με ένα βασικό δόγμα της δημοκρατίας

Τον Ιούνιο του 2019, ερευνήσαμε ένα εθνικά αντιπροσωπευτικό δείγμα περισσότερων από 1.900 ατόμων που βρίσκονται στις Ηνωμένες Πολιτείες -και διαπιστώσαμε ότι το αμερικανικό κοινό έχει εντυπωσιακή άγνοια για τα πρότυπα των δημοκρατικών πολιτικο-στρατιωτικών σχέσεων. Δείτε το πιο βασικό ερώτημα: Ποιος αποφασίζει πότε θα χρησιμοποιηθεί βία; «Εάν ανώτεροι στρατιωτικοί αξιωματούχοι των ΗΠΑ εγκρίνουν μια προτεινόμενη στρατιωτική αποστολή», το 39,5% των ερωτηθέντων πιστεύουν ότι ο πρόεδρος πρέπει να εγκρίνει την αποστολή ακόμη και αν «πιστεύει ότι η αποστολή δεν αξίζει τον κόπο». Αυτή η ουσιαστική μειοψηφία πιστεύει ότι ο υπέρτατος αρχηγός δεν πρέπει απλώς να διαβουλεύεται με ανώτερους αξιωματικούς αλλά τελικά να κάνει ό, τι λένε όταν πρόκειται για χρήση στρατιωτικής βίας. Ακόμα περισσότεροι ερωτηθέντες προτιμούν την υποχώρηση (deference) έναντι της ανώτερης στρατιωτικής ιεραρχίας εάν το σενάριο είναι πλαισιωμένο αρνητικά: «Αν οι ανώτεροι στρατιωτικοί των ΗΠΑ αντιτίθενται σε μια προτεινόμενη στρατιωτική αποστολή», το 50,3% των ερωτηθέντων πιστεύουν ότι ο πρόεδρος πρέπει να απορρίψει την αποστολή ακόμη και αν «σκέπτεται ότι η αποστολή αξίζει τον κόπο».

Οι Αμερικανοί είναι επίσης εκπληκτικά άνετοι με την στρατιωτική συμμετοχή στην δημόσια συζήτηση για την πολιτική. Η πλειοψηφία των ερωτηθέντων –το 56,1%- συμφωνεί ότι «ανώτεροι αξιωματικοί πρέπει να συνηγορούν δημόσια για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις και τις πολιτικές που προτιμούν», σε σύγκριση με μόλις το 17,2% που διαφωνούν. Μια ισχυρή πλειοψηφία μέχρι που υποστηρίζει την δημόσια συνηγορία ανώτερων στρατιωτικών αξιωματούχων σε θέματα που «πιστεύουν ότι είναι προς το συμφέρον της χώρας, ακόμη και αν οι πολιτικές δεν σχετίζονται με τον στρατό»: το 40,9% συμφωνεί με αυτή την δήλωση και μόλις το 29,3% διαφωνεί. Εν ολίγοις, ένα μεγάλο κομμάτι του εκλογικού σώματος, και μερικές φορές η πλειοψηφία –σε όλες τις δημογραφικές και ιδεολογικές ομάδες- φαίνεται να μην πιστεύει ότι η βούληση του λαού, μέσω των εκλεγμένων εκπροσώπων του, θα πρέπει να κυριαρχεί επί των στρατιωτικών πολιτικών.

ΤΟ ΚΟΜΜΑ ΠΑΝΩ ΑΠ’ ΟΛΑ

Δεν έχουν όλοι οι Αμερικανοί την ίδια υποχωρητικότητα έναντι του στρατού. Αλλά η δημοσκόπησή μας δείχνει ότι είναι η πολιτική φυλή, όχι οι αρχές ή η ιδεολογία, που καθορίζει το ποιος πιστεύει και ποιος δεν πιστεύει ότι ένας πρόεδρος πρέπει να καταλαμβάνει την δεύτερη θέση πίσω από τους στρατηγούς του έθνους. Θα μπορούσε κανείς να περιμένει ότι οι πολιτικά συντηρητικοί –που είναι πολύ πιθανό να είναι Ρεπουμπλικάνοι και υποστηρικτές του Τραμπ, και οι οποίοι έχουν υψηλή εκτίμηση στον στρατό– θα έδειχναν περισσότερη υποχωρητικότητα απέναντι στις ένοπλες δυνάμεις από τους πολιτικά φιλελεύθερους και θα ήταν λιγότερο ευαίσθητοι στην εισβολή των αξιωματικών στην πολιτική συζήτηση. Αλλά η δημοσκόπησή μας βρίσκει να ισχύει το αντίθετο: το 46,5% των Δημοκρατικών και των ανεξάρτητων που κλίνουν προς τους Δημοκρατικούς λένε ότι εάν ανώτεροι στρατιωτικοί αξιωματούχοι των ΗΠΑ εγκρίνουν μια προτεινόμενη στρατιωτική αποστολή, ο πρόεδρος πρέπει να κάνει ό, τι του λένε, ακόμη και αν αυτό είναι αντίθετο προς την κρίση του —για σύγκριση, το 30,3% των Ρεπουμπλικάνων και εκείνων που κλίνουν προς τους Ρεπουμπλικανούς. Εάν ο πρόεδρος εγκρίνει την αποστολή και οι στρατιωτικοί αξιωματικοί αντιταχθούν, η υποχωρητικότητα (deference) αυξάνεται γενικά, αλλά οι κομματικές διαφορές παραμένουν: το 58,0% των Δημοκρατικών και των ανεξάρτητων που κλίνουν υπέρ των Δημοκρατικών υιοθετούν την πιο υποχωρητική θέση, σε σύγκριση με το 40,3% των Ρεπουμπλικανών και των ανεξάρτητων που κλίνουν υπέρ των Ρεπουμπλικάνων.

Το μοτίβο είναι ακόμη πιο σαφές -και πιο εύκολα εξηγήσιμο- όταν οι απόψεις των ερωτηθέντων μελετώνται παράλληλα με την έγκριση ή την απόρριψη της απόδοσης του Trump ως προέδρου από αυτούς. Εκείνοι που αποδοκιμάζουν έντονα τον πρόεδρο είναι οι πιο υποχωρητικοί στις ένοπλες δυνάμεις, και εκείνοι που εγκρίνουν έντονα τον πρόεδρο είναι οι λιγότερο υποχωρητικοί: ανάλογα με το ερώτημα, εκείνοι που απορρίπτουν τον Τραμπ έχουν 60% έως 80% περισσότερες πιθανότητες να υιοθετήσουν μια υποχωρητική στάση.

Φυσικά, οι Ρεπουμπλικάνοι που υποστηρίζουν το Τραμπ δεν αισθάνονται ξαφνικά λιγότερο θερμοί προς τον στρατό ή τον εμπιστεύονται λιγότερο. Στην πραγματικότητα, αυτοί οι Αμερικανοί έχουν γίνει ακόμη περισσότερο υποστηρικτικοί προς [5] τις ένοπλες δυνάμεις μετά την εκλογή του Τραμπ το 2016. Αλλά αυτά τα αισθήματα φαίνεται να εξαφανίζονται όταν οι Ρεπουμπλικάνοι θεωρούν ότι οι προτιμήσεις των στρατηγών ενδέχεται να μην ευθυγραμμίζονται με εκείνες του ανθρώπου τους στον Λευκό Οίκο. Η σχετικά ανυποχώρητη στάση των Ρεπουμπλικανών απέναντι στον στρατό φαίνεται να πηγάζει από την επιθυμία τους ο Τραμπ να έχει ελεύθερη κυριαρχία στην πολιτική, χωρίς περιορισμούς από ανώτερους στρατιωτικούς αξιωματικούς. Οι Δημοκρατικοί και όσοι δεν εγκρίνουν τον Τραμπ εξακολουθούν να είναι πιο δύσπιστοι απέναντι στον στρατό από όσο οι Ρεπουμπλικάνοι και οι υποστηρικτές του Τραμπ, αλλά εμπιστεύονται ακόμη λιγότερο τον Τραμπ. Ο σεβασμός τους προς τις ένοπλες δυνάμεις φαίνεται λοιπόν να απορρέει από την ελπίδα τους ότι ο στρατός μπορεί να ενεργήσει ως έλεγχος στον πρόεδρο, του οποίου τις πολιτικές απεχθάνονται, για του οποίου την κρίση αμφιβάλλουν, και του οποίου τον παρορμητισμό φοβούνται.