Ο ανταγωνισμός μεγάλων δυνάμεων έρχεται στην Αφρική | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο ανταγωνισμός μεγάλων δυνάμεων έρχεται στην Αφρική

Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να σκεφτούν περιφερειακά για να κερδίσουν

Η αυξημένη ρωσική και κινεζική δραστηριότητα μετατρέπει ήδη την Αφρική σε ένα θέατρο ανταγωνισμού με τις Ηνωμένες Πολιτείες -όπως ακριβώς ο σοβιετικός και αμερικανικός ανταγωνισμός έκαναν την ήπειρο τόπο ψυχροπολεμικής αντιπαλότητας. Στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Σοβιετική Ένωση, η Κίνα, το Ιράν και η Βόρεια Κορέα παρείχαν στρατιωτική βοήθεια [5] σε κυβερνήσεις και επαναστάτες σε ολόκληρη την Αφρική. Αυτές οι χώρες μπλέχτηκαν σε πολέμους δι’ αντιπροσώπων (proxy wars), μερικές φορές μέχρι και στέλνοντας δικά τους στρατεύματα στη μάχη. Η Ρωσία και η Κούβα, για παράδειγμα, έστειλαν δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες για να πολεμήσουν στον πόλεμο του Ογκάντεν [6] μεταξύ Αιθιοπίας και Σομαλίας, και στον εμφύλιο πόλεμο της Αγκόλας.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα προτιμούσαν να αποφύγουν να βρεθούν μπλεγμένες σε αφρικανικούς πολέμους δι’ αντιπροσώπων κατά την διάρκεια αυτής της νέας εποχής του ανταγωνισμού μεγάλων δυνάμεων, αλλά πρέπει να είναι προετοιμασμένες για τέτοιες συγκρούσεις. Ήδη, η Λιβύη έχει γίνει θέατρο για τον πόλεμο δι’ αντιπροσώπων μεταξύ Ρωσίας, Τουρκίας και άλλων χωρών που υποστηρίζουν αντίθετες πλευρές σε έναν ολοένα και πιο αιματηρό εμφύλιο πόλεμο που μετατράπηκε σε proxy war. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν διαδραματίσει έναν περιφερειακό ρόλο σε αυτήν την σύγκρουση, αλλά τούτο δεν εμπόδισε την Ρωσία από το να καταρρίψει ένα αμερικανικό drone [7] πάνω από την Λιβύη –όπως φέρεται ότι έκανε- το 2019.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορούν απλά να αποσυρθούν από την Αφρική χωρίς να αφήσουν τα συμφέροντά τους εκτεθειμένα. Οι εξεγέρσεις των τζιχαντιστών σαλαφιστών, η πολιτική αστάθεια και ο αυταρχισμός εξακολουθούν να απειλούν τις επιχειρήσεις των ΗΠΑ και τα εμπορικά συμφέροντά τους, καθώς και την ασφάλεια των εταίρων της Αμερικής. Όπως και οι Αφγανοί Ταλιμπάν την δεκαετία του 1990, ομάδες ανταρτών στην Αφρική έχουν ως επί το πλείστον κίνητρα από τοπικές και περιφερειακές ανησυχίες. Αυτές οι ομάδες πραγματοποιούν στρατολογήσεις από τον μεγάλο και ταχέως αναπτυσσόμενο πληθυσμό της ηπείρου, ο οποίος είναι ιδιαίτερα ευάλωτος στην ριζοσπαστικοποίηση λόγω της επίμονης φτώχειας, της περιβαλλοντικής υποβάθμισης και πολύ συχνά της κακής διακυβέρνησης. Αλλά πολλοί από τους ηγέτες των ομάδων έχουν δεσμούς με την Αλ Κάιντα και το Ισλαμικό Κράτος, επίσης γνωστό ως ISIS, και ευθυγραμμίζονται ολοένα και περισσότερο με τις διεθνικές σαλαφιτικές τζιχαντιστικές αιτίες. Υπό την καθοδήγηση της ανώτερης ηγεσίας της Αλ Κάιντα, τα παραρτήματα της Αλ Κάιντα στο Σαχέλ έχουν πραγματοποιήσει επιθέσεις εναντίον υψηλού προφίλ εναντίον Δυτικών στόχων [8] στην Αλγερία, τη Μπουρκίνα Φάσο, το Μάλι και τον Νίγηρα τα τελευταία χρόνια. Και η ομάδα των ανταρτών της Σομαλίας «al Shabab» επιτέθηκε σε Δυτικούς στόχους στην Κένυα και την Σομαλία και μάλιστα σχεδίαζε να κυριεύσει ένα εμπορικό αεροπλάνο και να το ρίξει σε ένα κτίριο στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως αποκάλυψε το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ σε μια πρόσφατη καταγγελία [9]. Επιπλέον, οι σαλαφιτικές τζιχαντιστικές ομάδες δημιουργούν πολιτική αστάθεια που με την σειρά της υποβαθμίζει την διακυβέρνηση, καταστέλλει την οικονομική δραστηριότητα, επιτρέπει την άνθηση του διακρατικού εγκλήματος, εξαπολύει ροές προσφύγων, και προσκαλεί κρίσεις υγείας όπως η πανδημία του Έμπολα την περίοδο 2014-16 στην Δυτική Αφρική. Σε έναν διασυνδεδεμένο κόσμο, αυτό που συμβαίνει στην Αφρική δεν μένει στην Αφρική.

Ευτυχώς, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι αφρικανικές χώρες έχουν κοινό συμφέρον να αντιμετωπίσουν τις σαλαφιτικές τζιχαντιστικές ομάδες. Προσφέροντας συνεχή και αποτελεσματική βοήθεια κατά της τρομοκρατίας, οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να γίνουν οι εταίροι της επιλογής των αφρικανικών χωρών, ενθαρρύνοντάς τις να αναπτύξουν τις οικονομίες και τα πολιτικά τους συστήματα σύμφωνα με τους Δυτικούς κανόνες. Ο επιτυχημένος ανταγωνισμός μεγάλων δυνάμεων στην Αφρική εξαρτάται από την ικανότητα των Ηνωμένων Πολιτειών να κερδίσουν τις αφρικανικές κυβερνήσεις με μια ολιστική αντι-εξεγερτική στρατηγική, η οποία αντιμετωπίζει τις βασικές αιτίες της τρομοκρατίας και θέτει τα πολιτικά, οικονομικά και αναπτυξιακά θεμέλια για τη μελλοντική σταθερότητα και ευημερία.

ΕΣΤΙΑΣΗ ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ

Η τυπική προσέγγιση των ΗΠΑ στην Αφρική βασίζεται στους πρεσβευτές ώστε να είναι οι κύριοι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων. Τα περιφερειακά γραφεία του Υπουργείου Εξωτερικών παρέχουν στους πρεσβευτές ποικίλους βαθμούς υποστήριξης και κατεύθυνσης, αλλά οι μεμονωμένοι αρχηγοί [της διπλωματικής] αποστολής συντονίζονται στενότερα με τις κυβερνήσεις υποδοχής τους. Αυτή η προσέγγιση έχει το πλεονέκτημα να τοποθετεί τους επαγγελματίες διπλωματικούς στο κάθισμα του οδηγού -ένα σαφές όφελος στην ενασχόληση με συγκεκριμένα ζητήματα και κρίσεις ανά χώρα. Δυστυχώς, οι πρεσβευτές δεν έχουν ούτε το προσωπικό ούτε το κίνητρο να κοιτάξουν πέρα από τα σύνορα των χωρών υποδοχής τους για να συνεργαστούν με περιφερειακούς οργανισμούς ή να αντιμετωπίσουν διακρατικά προβλήματα, όπως οι εξεγέρσεις των σαλαφιστών τζιχαντιστών.

Οι ομάδες που συνδέονται με την Αλ Κάιντα και το ISIS στην Αφρική δεν περιορίζονται σε ένα κράτος. Η Jama Nusrat al-Islam wal-Muslimin και η ISIS-Greater Sahara, δύο από τις πιο ισχυρές τζιχαντιστικές ομάδες στο Σαχέλ, κινούνται ελεύθερα σε όλη την περιοχή για να πραγματοποιήσουν επιθέσεις. Η Boko Haram και η ISIS- West Africa κάνουν το ίδιο σε τέσσερις χώρες στην περιοχή της λίμνης Τσαντ, ενώ η al Shabab εκτείνεται πολύ έξω από τα σύνορα της Σομαλίας έως την Κένυα και την Ουγκάντα. Η αύξηση του πληθυσμού, η περιβαλλοντική υποβάθμιση, και οι εντάσεις μεταξύ νομαδικών και εγκατεστημένων πληθυσμών τροφοδοτούν συγκρούσεις που αυτές οι ομάδες μπορούν να εκμεταλλευτούν. Ως αποτέλεσμα, οποιαδήποτε στρατηγική των ΗΠΑ για την πάταξη των τζιχαντιστών ανταρτικών ομάδων και την αντιμετώπιση των βασικών αιτίων της αστάθειας που τις κινητροδοτεί πρέπει να έχει διακρατικό χαρακτήρα.