Οι κανόνες του παιχνιδιού του Πούτιν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι κανόνες του παιχνιδιού του Πούτιν

Οι παγίδες του νέου συντάγματος της Ρωσίας

Ωστόσο, το νέο σύνταγμα του Πούτιν παρέχει τουλάχιστον σαφήνεια στις σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας. Παρόλο που 16 ακόμη χρόνια διακυβέρνησης του Πούτιν δεν είναι καθόλου αναπόφευκτα, το νέο σύνταγμα την καθιστά πιο πιθανή από πριν. Αυτό σημαίνει ότι η κακή κατάσταση των σχέσεων ΗΠΑ-Ρωσίας θα συνεχιστεί. Από την ρωσική πλευρά, ο Πούτιν και οι στενοί συνεργάτες του υποστηρίζουν με συνέπεια ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι αποφασισμένες να τους δημιουργήσουν προβλήματα και ότι η τρέχουσα διεθνής τάξη είναι άδικη για την Ρωσία. Από την αμερικανική πλευρά, απουσιάζει επίσης η όρεξη για μια ευρεία προσέγγιση με τη Μόσχα. Ωστόσο, αυτό που μπορεί να επιτύχει η αλλαγή στις διοικήσεις των ΗΠΑ είναι η επιστροφή στην υπεύθυνη διμερή συνεργασία σε παγκόσμια ζητήματα όπως ο έλεγχος των πυρηνικών όπλων, καθώς και μια νέα ώθηση για προσέγγιση της ρωσικής κοινωνίας.

ΕΙΔΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ

Η πρόσφατη βιασύνη του Πούτιν να τροποποιήσει το ρωσικό σύνταγμα δεν είχε την βαρύτητα που φαντάζονταν οι Αμερικανοί για όσους παρευρέθηκαν στην Συνταγματική Συνέλευση στην Φιλαδέλφεια του 18ου αιώνα. Ήταν περισσότερο παρόμοια με αυτό που ο Ρώσος σχολιαστής Mikhail Rostovsky [3] ονόμασε «Ειδική Επιχείρηση Διαδοχής», σχεδιασμένη «για να εξαπατήσει και να αποπροσανατολίσει τον εχθρό». Η επιχείρηση πραγματοποιήθηκε σε τρία στάδια.

Στο πρώτο στάδιο, ο Πούτιν χρησιμοποίησε την ομιλία του για την Κατάσταση του Έθνους του Ιανουαρίου 2020 για να ζητήσει συνταγματική μεταρρύθμιση. Έξυπνα, οι προτάσεις του παρουσιάστηκαν ως αποδυνάμωση, όχι ως ενίσχυση, της προεδρίας. Αυτό πυροδότησε μια έξαρση φημών ότι ο Πούτιν ετοιμαζόταν να μισοβγεί από την σκηνή, παραχωρώντας την προεδρία σε έναν πιστό διάδοχο, ενώ θα καταλάμβανε μια θέση κηδεμόνα αλλού στο σύστημα, όπως του επικεφαλής ενός εξουσιοδοτημένου Κρατικού Συμβουλίου (προηγουμένως ένα συμβουλευτικό σώμα χωρίς δόντια).

Μόλις δημοσιεύθηκε ο κατάλογος των προτεινόμενων τροπολογιών, κατέστη σαφές ότι θα κάνουν το αντίθετο. Συγκεκριμένα, ενίσχυσαν τον έλεγχο του προέδρου στα δικαστήρια και τους εισαγγελείς, υπονόμευσαν την ανεξαρτησία της τοπικής αυτοδιοίκησης, και έδωσαν στον πρόεδρο πιο άμεσο έλεγχο επί της «κυβέρνησης» (τον πρωθυπουργό και άλλους υπουργούς της κυβέρνησης). Διατάξεις που φαινομενικά έδωσαν στο κοινοβούλιο περισσότερη εξουσία επί της κυβέρνησης αντισταθμίστηκαν από άλλα άρθρα που καθιστούσαν σχετικά εύκολο για τον πρόεδρο να αγνοήσει ή να παρακάμψει το νομοθετικό σώμα όταν είναι απαραίτητο.

Το δεύτερο στάδιο της διαδοχής του Πούτιν έλαβε χώρα τον Μάρτιο του 2020. Κατά την διάρκεια της κρίσιμης ψηφοφορίας της Δούμας της 10ης Μαρτίου για την τροποποίηση του συντάγματος του 1993, ο Πούτιν εμφανίστηκε με δραματικό τρόπο αυτοπροσώπως για να υποστηρίξει την επαναφορά του χρονομέτρου για την προεδρική θητεία, την λεγόμενη «ακύρωση» που του επιτρέπει για να είναι υποψήφιος εκ νέου στις προεδρικές εκλογές το 2024 και το 2030. Και αυτό ήταν. Μέσα σε λίγες μέρες, η Δούμα, το Συμβούλιο της Ομοσπονδίας, και τα νομοθετικά σώματα όλων των περιοχών της Ρωσίας ψήφισαν συντριπτικά, συχνά ομόφωνα, για το προτεινόμενο σύνταγμα του Πούτιν. Ο Πούτιν υπέγραψε τον νόμο στις 14 Μαρτίου και το Συνταγματικό Δικαστήριο συναίνεσε δύο ημέρες αργότερα. Ο βασικός νόμος της χώρας ξαναγράφηκε σε λιγότερο από μια εβδομάδα.

Μετά από δύο μήνες οργιώδους φημολογίας, ο Πούτιν επέλεξε την πιο ωμή επιλογή για την επίλυση του προβλήματος του 2024. Αντί να ασχοληθεί με έναν περίπλοκο ελιγμό που θα του επέτρεπε να συνεχίσει ως «υπέρτατος ηγέτης» ή «πατέρας του έθνους» αν και όχι πλέον πρόεδρος, ο Πούτιν απλώς επανέφερε το προεδρικό χρονόμετρο. Ήταν ένα οικείο μοντέλο για την Ευρασία: μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, οι πρόεδροι στο Αζερμπαϊτζάν, την Λευκορωσία, το Καζακστάν, το Τατζικιστάν, το Τουρκμενιστάν και το Ουζμπεκιστάν έχουν καταργήσει ή παρακάμψει τα όρια [της θητείας] για να παραμείνουν στην εξουσία. Αυτές οι συνταγματικές χειραγωγήσεις δεν λειτουργούν πάντα, όπως ανακάλυψαν πρώην ηγέτες στην Αρμενία και το Κιργιζιστάν, εξουθενωμένοι από κάποιο συνδυασμό διαδηλώσεων στους δρόμους και προδοσίας από τις ελίτ. Ο Πούτιν, ωστόσο, αποφάσισε ότι ήταν αρκετά ασφαλής για να λύσει το πρόβλημά του με τον γρήγορο και βρώμικο τρόπο.

Το τελικό στάδιο της ειδικής επιχείρησης του Πούτιν πραγματοποιήθηκε την 1η Ιουλίου, με το δημοψήφισμα για το νέο σύνταγμα. Το αναθεωρημένο κείμενο δεν απαιτούσε τέτοια ψηφοφορία, και αντίγραφα αυτού πωλούνταν στα βιβλιοπωλεία της Μόσχας πριν ακόμη ξεκινήσει η ψηφοφορία. Το εθνικό δημοψήφισμα ήταν ένα απλό «ναι» ή «όχι», παρόλο που ήταν υπό εξέταση 206 ξεχωριστές τροπολογίες. Η ιδέα μιας λαϊκής ψηφοφορίας σχεδιάστηκε για να δώσει την εμφάνιση της νομιμότητας σε κάτι που, από δημοκρατική άποψη, ήταν εντελώς παράνομο -τροποποίηση του συντάγματος προς όφελος ενός ανθρώπου, ανοίγοντας έτσι την δυνατότητα παράτασης του χρόνου του στην εξουσία για άλλα 16 χρόνια.

Στο τέλος, υπήρχε μόνο ένα πιθανό αποτέλεσμα: οι εκλογικές Αρχές της Ρωσίας ανακοίνωσαν ισχυρή προσέλευση (65%) και ακόμη ισχυρότερη ψήφο «ναι» (78%). Ανεξάρτητοι Ρώσοι εκλογικοί αναλυτές παρείχαν εντυπωσιακά στοιχεία ότι και οι δύο αριθμοί διογκώθηκαν σοβαρά και οι επακόλουθες δημοσκοπήσεις [4] έδειξαν ότι οι πολίτες διχάστηκαν έντονα λόγω της διάταξης της «ακύρωσης», με μόνο το ένα τρίτο να την υποστηρίζει έντονα και ίσο αριθμό να της αντιτίθεται έντονα. Οι επακόλουθες αυτο-συγχαρητήριες παρατηρήσεις του Πούτιν ήχησαν τις γνωστές νότες, τονίζοντας ότι μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης η Ρωσία ήταν ακόμα σχετικά νέα και σε διαδικασία σχηματισμού. Παρέμενε [5] «πολύ ευάλωτη», απαιτώντας «εσωτερική σταθερότητα και χρόνο για την ενίσχυση της χώρας και όλων των θεσμών της». Ο Πούτιν πίστευε ότι είχε πλέον μια λαϊκή εντολή να συνεχίσει να ασχολείται με αυτά τα ζητήματα, όσο ο ίδιος το αισθανόταν απαραίτητο.

Ο ΠΟΥΤΙΝ ΑΠΟ-ΑΓΙΟΠΟΙΕΙΤΑΙ