Το δόγμα του Biden για τα πάντα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το δόγμα του Biden για τα πάντα

Το σκήπτρο της παγκόσμιας ηγεσίας δεν ταιριάζει με μια εξωτερική πολιτική για τη μεσαία τάξη
Περίληψη: 

Δυστυχώς, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορούν να αντέξουν το επίπεδο της πολυτέλειας που πέτυχαν τις Αλκυονίδες ημέρες μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης. Η άνοδος άλλων δυνάμεων, ιδίως της Κίνας, σημαίνει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν πλέον την επιλογή να αφιερώσουν πόρους σε κάθε πρόβλημα στον κόσμο.

Ο JEREMY SHAPIRO είναι Διευθυντής Ερευνών στο European Council on Foreign Relations και ανώτερος εξωτερικός συνεργάτης του Brookings Institution.

«Το να κυβερνάς είναι να επιλέγεις», θύμισε ο πρωθυπουργός της Γαλλίας Pierre Mendès-France [1] στους συμπολίτες του εξηγώντας γιατί η κάποτε περήφανη αυτοκρατορία της οποίας ηγείτο έπρεπε να εγκαταλείψει τις αποικίες της στην Ινδοκίνα την δεκαετία του 1950. Κάποιος μπορεί να υποψιαστεί ότι ο Mendès-France δεν θα είχε πάει πολύ μακριά στο σύγχρονο Δημοκρατικό Κόμμα των ΗΠΑ. Σε αυτό το ύστερο στάδιο της αμερικανικής αυτοκρατορίας, η διοίκηση του προέδρου, Joe Biden, φαίνεται συχνά να πιστεύει ότι το να κυβερνάς στην εξωτερική πολιτική είναι να επιλέγεις σχεδόν τα πάντα.

26042021-1.jpg

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, τότε υποψήφιος των Δημοκρατικών για την προεδρία, μιλώντας στο Κλίβελαντ του Οχάιο, τον Νοέμβριο του 2020. Kevin Lamarque / Reuters
-----------------------------------------------------------

Οι πρώτες ομιλίες του Μπάιντεν περί εξωτερικής πολιτικής, σύμφωνα με μια μεγάλη αμερικανική παράδοση, περιέχουν ένα τεράστιο πλήθος υψηλών στόχων. Θα δώσει προτεραιότητα στην δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα «αντιμετωπίζοντας αυτήν τη νέα εποχή της προέλασης του αυταρχισμού» [2] που προέρχεται από την Κίνα, την Ρωσία και αλλού. Θα δώσει προτεραιότητα στους συμμάχους «αναζωογονώντας το δίκτυο συμμαχιών και συνεργασιών της Αμερικής» [3] και ανανεώνοντας την δέσμευση για υπεράσπιση των φίλων. Και θα δώσει προτεραιότητα στη μεσαία τάξη των ΗΠΑ αναγνωρίζοντας [4] ότι σε «κάθε ενέργεια που κάνουμε στην συμπεριφορά μας στο εξωτερικό, πρέπει να λάβουμε υπόψη τις αμερικανικές εργαζόμενες οικογένειες». Όλα ακούγονται υπέροχα, αλλά σαφώς το μπροστινό μέρος της ουράς θα είναι ιδιαιτέρως πολυπληθές.

Οι ανταγωνιστικές επιταγές της προώθησης της δημοκρατίας, της παγκόσμιας ηγεσίας, και της «εξωτερικής πολιτικής για τη μεσαία τάξη» περιέχουν πλήρεις, αν και μη αναγνωρισμένες, εντάσεις. Εν μέρει, αυτές οι εντάσεις προέρχονται από τον περιορισμένο χρόνο και την προσοχή που έχει ο πρόεδρος των ΗΠΑ και το ανώτερο προσωπικό του˙ κάθε χρόνος που ο Μπάιντεν ξοδεύει στην υπεράσπιση συμμάχων στην Θάλασσα της Νότιας Κίνας δεν θα ξοδευτεί για τις ανησυχίες της μεσαίας τάξης των ΗΠΑ. Αλλά σε μεγαλύτερο βαθμό, η ένταση προέρχεται από τους περιορισμένους πόρους και το πολιτικό κεφάλαιο που έχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες για διαπραγματεύσεις με τους συμμάχους τους και τους αντιπάλους τους.

Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες δώσουν προτεραιότητα στην άμυνα της Ανατολικής Ευρώπης, δεν θα μπορούν να πιέσουν τόσο σκληρά τους Ευρωπαίους συμμάχους τους να κάνουν εμπορικές παραχωρήσεις που θα μπορούσαν να προωθήσουν τις θέσεις εργασίας των ΗΠΑ. Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες επικεντρωθούν στην σύναψη μιας νέας πυρηνικής συμφωνίας με το Ιράν, δεν θα μπορούν να στηριχτούν τόσο πολύ στην Σαουδική Αραβία για να μειώσει τις τιμές της ενέργειας ή να απέχει από δολοφονίες δημοσιογράφων. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να επιβάλουν κυρώσεις σε έναν ρωσο-γερμανικό αγωγό φυσικού αερίου για να προστατεύσουν την κυριαρχία της Ουκρανίας, αλλά τότε η οικονομία των ΗΠΑ θα υποφέρει, ιδιαίτερα εάν οι Ρώσοι ή οι Γερμανοί επιβάλλουν κυρώσεις ως αντίποινα. Τέτοιες ανταλλαγές είναι αναπόφευκτες, αλλά σπάνια διατυπώνονται από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής.

Μέχρι στιγμής, η κυβέρνηση Μπάιντεν, τουλάχιστον ρητορικά, επέμεινε ότι μπορεί να επιδιώξει όλους τους στόχους της χωρίς να κάνει θυσίες ή να αντιμετωπίσει εντάσεις. Μια τέτοια εξωτερική πολιτική ευρείας δέσμευσης δεν είναι πλέον βιώσιμη. Πράγματι, η πρόσφατη απόφαση της κυβέρνησης να αποσύρει τις δυνάμεις των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν σημαίνει ότι κατανοεί την ανάγκη περιορισμού των δεσμεύσεών της. Το βασικό ερώτημα για ένα αναδυόμενο δόγμα Μπάιντεν είναι αν θα καταφέρει να μειώσει τις ευθύνες των ΗΠΑ ή θα μπλεχτεί με τις υπερβολικές υποσχέσεις του.

Ο ΚΟΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΜΕΓΑΛΟΣ

Η συνήθης απάντηση των υπευθύνων της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ σε οποιαδήποτε δύσκολη επιλογή είναι να επιμένουν [5] ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να τα κάνουν όλα, ότι μπορούν, σύμφωνα με το παλιό κλισέ, «να περπατούν και να μασούν τσίχλα ταυτόχρονα» (“walk and chew gum at the same time”). Πρόκειται για μια πολυτελή προσέγγιση της εξωτερικής πολιτικής, αλλά αντικατοπτρίζει το όραμα των Ηνωμένων Πολιτειών για τον εαυτό τους ως μια χώρα που έχει απεριόριστο πλούτο και ισχύ αρκεί απλώς να συγκεντρώνει την βούληση να τα χρησιμοποιήσει.

Δυστυχώς, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορούν να αντέξουν το επίπεδο της πολυτέλειας που πέτυχαν τις Αλκυονίδες ημέρες μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης. Η άνοδος άλλων δυνάμεων, ιδίως της Κίνας, σημαίνει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν πλέον την επιλογή να αφιερώσουν πόρους σε κάθε πρόβλημα στον κόσμο. Η αυξανόμενη εγχώρια πολιτική πόλωση έχει διαλύσει την συναίνεση που απαιτείται για την δημιουργία μιας συνεπούς εξωτερικής πολιτικής. Και η αύξηση του χρέους των ΗΠΑ και μια γηράσκουσα κοινωνία θα αναγκάσουν τελικά τις Ηνωμένες Πολιτείες να μειώσουν τις δαπάνες τους για την άμυνα και την εθνική ασφάλεια. Οι προοδευτικοί στα αριστερά και οι Τραμπικοί στην δεξιά επιμένουν στην ανάγκη να δοθεί προτεραιότητα στην οικονομία των ΗΠΑ όταν πρόκειται για τον καθορισμό της εξωτερικής πολιτικής. Οι ψηφοφόροι δεν θα ανταμείψουν μια εξωτερική πολιτική του Μπάιντεν που θα παρεμβαίνει σε μακρινά προβλήματα στο όνομα της παγκόσμιας ηγεσίας των ΗΠΑ, ενώ θα φαίνεται να παραμελεί τα εγχώρια θέματα.