Η πολιτική οικονομία των ρωσοτουρκικών σχέσεων | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η πολιτική οικονομία των ρωσοτουρκικών σχέσεων

Πολυεπίπεδη και διαρκώς εξελισσόμενη συνεργασία, αλλά με όρια*

Από την οπτική γωνία της Μόσχας, η Άγκυρα δεν είναι τόσο σημαίνων εμπορικός εταίρος, παραμένει όμως, σε κάθε περίπτωση, σημαντικός. Και δεν θα μπορούσε, άλλωστε, να είναι ίδιας σπουδαιότητας, καθώς η τουρκική οικονομία είναι μικρότερη από την ρωσική ως προς το ΑΕΠ, οι δε εξαγωγές της Ρωσίας, συνολικά προς τον κόσμο, είναι κατά συντριπτικά μεγαλύτερες: 423 δισ. δολάρια το 2019 ή 2,75 φορές όσο οι τουρκικές. Την χρονιά εκείνη, ο όγκος του διμερούς εμπορίου με την Τουρκία αντιπροσώπευε λιγότερο από το 4% του ρωσικού όγκου εμπορίου παγκοσμίως. Για σύγκριση, πρώτος εμπορικός εταίρος της Ρωσίας το 2029 ήταν η Κίνα, με 16,5% επί του όγκου διμερούς εμπορίου. Την ίδια χρονιά, η Τουρκία κατέλαβε την τέταρτη θέση ως προορισμός ρωσικών εξαγωγών με μερίδιο σχεδόν 5%, μετά από τις Γερμανία (13,4%), Ολλανδία (10,6%) και Κίνα (6,6%). Ακόμη πιο μικρή, δε, ήταν η σημασία της Τουρκίας ως προμηθευτή της Ρωσίας το 2019: είχε μερίδιο επί της ρωσικής αγοράς μόνο 2% και βρισκόταν στην 11η θέση παγκοσμίως. Μια απολύτως ειδική περίπτωση αποτελεί η Αυτόνομη Δημοκρατία του Ταταρστάν, με τουρκογενή πληθυσμό. Εκεί το «ειδικό βάρος» της γείτονος είναι δυσανάλογα μεγάλο: ο όγκος του εμπορίου το 2019 ανήλθε σε 481 εκατ. δολάρια, αυξημένος κατά 53% σε σχέση με το 2019, και, μάλιστα, το ισοζύγιο ήταν σαφώς πλεονασματικό υπέρ της Τουρκίας (εξαγωγές 271 εκατ. δολάρια και εισαγωγές 210 εκατ. δολάρια). Κατά την τελευταία του επίσκεψη εργασίας στην Τουρκία, προς το τέλος του 2020, ο πρόεδρος του Ταταρστάν, Rustam Minnikhanov, ενθάρρυνε, για πολλοστή φορά, τουρκικές εταιρείες να δραστηριοποιηθούν στην περιοχή, αλλά και σε ολόκληρη την Ρωσία [14].

Κατά κανόνα, τα ρωσικά προϊόντα που κατευθύνονται στην τουρκική αγορά είναι χαμηλής προστιθέμενης αξίας, ιδίως δε ενεργειακές πρώτες ύλες (βλ. παρακάτω). Αυτό άλλαξε στο τέλος του 2017, όταν η Τουρκία υπέγραψε μια σύμβαση ύψους 2,5 δισ. δολαρίων για την αγορά του πυραυλικού αντιαεροπορικού συστήματος S-400 (στα ρωσικά: C-400 Триумф), σχεδίασης και κατασκευής της εταιρείας ΝΡΟ Almaz. Οι παραδόσεις ξεκίνησαν τον Ιούλιο του 2019 και οι πρώτες επιχειρησιακές δοκιμές έλαβαν χώρα τον Οκτώβριο του 2020. Μέχρι την πρώτη δοκιμή, είχαν ήδη παραδοθεί αεροπορικώς 4 συστοιχίες με 36 μονάδες βολής και 192 αναχαιτιστικά βλήματα. Η απόκτηση του S-400 οδήγησε σε μεγάλη κρίση τις σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ, που κατέληξε στην αποπομπή της πρώτης από το διεθνές πρόγραμμα κατασκευής του «αόρατου» μαχητικού αεροσκάφους F-35 (2019) και, προσφάτως, σε πολλές ακόμη κυρώσεις. Αυτό που ελάχιστοι ανέφεραν, ειδικά στην Ελλάδα, είναι πως το 55% του κόστους αγοράς των S-400 καλύφθηκε από ρωσικό δάνειο [15].

27042021-2.jpg

Το σύστημα πυραύλων επιφανείας-αέρος S-400 "Triumph" μετά την ανάπτυξή του σε στρατιωτική βάση έξω από την πόλη Gvardeysk κοντά στο Καλίνινγκραντ της Ρωσίας, στις 11 Μαρτίου 2019. REUTERS/Vitaly Nevar
------------------------------------------------------------

Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι, σύμφωνα με τα ρωσικά στατιστικά στοιχεία, οι βασικές κατηγορίες προϊόντων οι οποίες εξήχθησαν, το 2019, προς Τουρκία ήταν οι εξής: ορυκτά καύσιμα (41%), «απόρρητες συναλλαγές» (24,4%), μέταλλα-τεχνουργήματα αυτών (14,9%) και αγροτικά προϊόντα, σχεδόν αποκλειστικά σιτηρά (8,5%) [16]. Η κατηγορία «απόρρητες συναλλαγές» αφορά βεβαίως τους S-400. Όπως έχουμε ήδη γράψει πρόσφατα [17], μετά την ανακοίνωση αγοράς από την ελληνική Πολεμική Αεροπορία, τον Σεπτέμβριο του 2020, 18 γαλλικών αεροσκαφών τύπου Dassault Rafale, η Τουρκία συζητάει πλέον την προμήθεια ρωσικών μαχητικών Sukhoi Su-35S ή και των ακόμη πιο προηγμένων Sukhoi Su-57. Οίκοθεν νοείται ότι παράλληλα θα πρέπει να αγοραστεί και το αντίστοιχο «πακέτο» οπλισμού. Εάν τελικά συμβεί κάτι τέτοιο, θα είναι μια εξέλιξη καταρχήν στο επίπεδο της διεθνούς πολιτικής οικονομίας, με αξία περί τα 4 ή 5 δισ. δολάρια, η οποία, όμως, θα μετακινήσει και τις τεκτονικές πλάκες της γεωπολιτικής στην περιοχή μας…

Στο εμπόριο υπηρεσιών, το ισοζύγιο είναι έντονα πλεονασματικό υπέρ της Τουρκίας: τουρκικές εξαγωγές 7,6 δισ. δολαρίων και εισαγωγές μόλις 1,2 δισ. δολαρίων το 2019 [18]. Ειδικά, δε, στην «βιομηχανία» του τουρισμού, μια πάρα πολύ σημαντική πηγή ξένου συναλλάγματος για την Τουρκία, το 15,6% των διεθνών τουριστικών αφίξεων ή σχεδόν 7 εκατ. επισκέπτες το 2019 προέρχονταν από την Ρωσία, αύξηση 18% σε σχέση με ένα έτος πριν. Ακολούθησαν, αρκετά πιο πίσω, η Γερμανία με 5 εκ. αφίξεις και η Βουλγαρία με 2,7 εκατ. (το σύνολο των διεθνών αφίξεων της γείτονος το 2019, πλην δηλαδή ενσκήψει η πανδημία, ήταν περίπου 45 εκατ.). Ακόμη και στους Ρώσους αστυνομικούς -μια πολυάριθμη ομάδα άνω των 2,5 εκατ. μαζί με συζύγους και τέκνα- έχει πλέον επιτραπεί να κάνουν τις οικογενειακές διακοπές τους στην Τουρκία. Η παραπάνω τάση δεν είναι καθόλου τυχαία: πρόκειται για δύο χώρες που έχουν αμφότερες υποτιμημένα ή «μαλακά» νομίσματα, επομένως η Τουρκία είναι πιο ελκυστικός προορισμός για τον μέσο Ρώσο από την Ευρώπη και ειδικά από την ζώνη του ευρώ. Οι περισσότεροι, άλλωστε, Ρώσοι τουρίστες κατευθύνονται στην περιοχή της Αττάλειας, όπου λειτουργούν μεγάλες τουριστικές μονάδες σχετικά χαμηλού κόστους, με πακέτα φιλοξενίας «all inclusive». Το αεροδρόμιο της Αττάλειας, τους καλοκαιρινούς μήνες, έχει απευθείας σύνδεση με 30 ρωσικές πόλεις, ακόμη και της Σιβηρίας [19]. Από την άνοιξη του 2019, μάλιστα, ορισμένες τουρκικές τράπεζες άρχισαν να κάνουν αποδεκτές συναλλαγές και με την ρωσική πιστωτική κάρτα Mir, η οποία δημιουργήθηκε το 2014, μετά τις κυρώσεις λόγω Κριμαίας, και σήμερα αντιπροσωπεύει πάνω από το 20% της αγοράς τέτοιων καρτών στην Ρωσία.