Μετά την λύση των δύο κρατών | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Μετά την λύση των δύο κρατών

Οι νέες ειρηνευτικές προσπάθειες Ισραήλ-Παλαιστίνης πρέπει να επικεντρωθούν στην ισότητα
Περίληψη: 

Η σύγκρουση Ισραήλ και Παλαιστινίων έχει φτάσει σε ένα σημείο καμπής και η πορεία προς τα εμπρός απαιτεί ένα νέο παράδειγμα ειρήνευσης το οποίο να εστιάζει όχι στον διαχωρισμό των ισραηλινών και παλαιστινιακών κοινοτήτων αλλά στην ισότητα, την ελευθερία και την δικαιοσύνη και για τους δύο πληθυσμούς μέσα σε ένα μόνο δημοκρατικό κράτος.

Ο MARWAN MUASHER είναι αντιπρόεδρος Σπουδών στο Carnegie Endowment for International Peace. Διετέλεσε Υπουργός Εξωτερικών της Ιορδανίας από το 2002 έως το 2004 και Αναπληρωτής Πρωθυπουργός από το 2004 έως το 2005.

Με ταχεία αλληλοδιαδοχή, στους τελευταίους μήνες της θητείας της, η διοίκηση του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, διαπραγματεύτηκε συμφωνίες για την δημιουργία διπλωματικών σχέσεων μεταξύ του Ισραήλ και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, του Μπαχρέιν, του Σουδάν και, τέλος, του Μαρόκου. Αν και οι Συμφωνίες του Αβραάμ –όπως ονομάστηκαν μεγαλειωδώς οι αραβο-ισραηλινές συμφωνίες εξομάλυνσης- χαρακτηρίστηκαν ως ιστορικά βήματα προς τον τερματισμό της ισραηλινο-παλαιστινιακής σύγκρουσης, διευθετήθηκαν χωρίς καμία συμμετοχή των Παλαιστινίων. Με το να εστιάζουν στο να καθυστερήσουν τα σχέδια του Ισραήλ να προσαρτήσει επισήμως παλαιστινιακή επικράτεια, οι συμφωνίες νομιμοποιούν σιωπηρά την εκτεταμένη κατοχή του Ισραήλ στην Δυτική Όχθη, σε κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου.

28042021-1.jpg

Μια Παλαιστίνια κοιτάζει καθώς οι ισραηλινές δυνάμεις κατεδαφίζουν το σπίτι της κοντά στην Χεβρώνα, στην κατεχόμενη από το Ισραήλ Δυτική Όχθη, τον Μάρτιο του 2021. Mussa Qawasma / Reuters
------------------------------------------

Σύμφωνα με ένα εσωτερικό υπόμνημα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ που αναφέρθηκε για πρώτη φορά [1] από την The National, μια εφημερίδα που εδρεύει στο Αμπού Ντάμπι, στις 17 Μαρτίου, η διοίκηση του προέδρου Τζο Μπάιντεν μελετά σχέδια για την ανοικοδόμηση της σχέσης της Ουάσινγκτον με την Παλαιστινιακή Αρχή και την αναβίωση των διαπραγματεύσεων για μια λύση δύο κρατών. Το προσχέδιο υπομνήματος, «Η επαναφορά των ΗΠΑ-Παλαιστινίων και η πορεία προς τα εμπρός» (“The U.S.-Palestinian Reset and the Path Forward”), παραθέτει τις προσπάθειες για την παροχή 15 εκατομμυρίων δολαρίων σε βοήθεια στους Παλαιστινίους για την πανδημία και λαμβάνει μια πιο σταθερή στάση ενάντια στις ισραηλινές δραστηριότητες εποικισμού.

Στις 7 Απριλίου, η κυβέρνηση Μπάιντεν ανακοίνωσε σχέδια για την αποκατάσταση αμερικανικής βοήθειας εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων σε Παλαιστίνιους, που προορίζονται για την υποστήριξη ποικίλων έργων οικονομικής ανάπτυξης, ανθρωπιστικών προγραμμάτων, και προσπαθειών οικοδόμησης ειρήνης. Την ίδια μέρα, σε μια [τηλεφωνική] κλήση [2] με τον Ιορδανό βασιλιά Αμπντάλλα Β', ο Μπάιντεν «επιβεβαίωσε ρητά ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστηρίζουν μια λύση δύο κρατών για την ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση».

Ενώ οι προσπάθειες της νέας κυβέρνησης για την επιδιόρθωση των σχέσεων ΗΠΑ-Παλαιστίνης είναι ευπρόσδεκτες, αυτή την στιγμή απαιτείται από τον Μπάιντεν και την ομάδα του να ξεπεράσουν την βολή τους όταν οραματίζονται την επίλυση της ισραηλινο-παλαιστινιακής σύγκρουσης. Η παλιά προσέγγιση της υπεράσπισης μιας λύσης δύο κρατών και η υποστήριξη φαινομενικά ατελείωτων διαπραγματεύσεων, δεν ταιριάζει πλέον με την επί τόπου πραγματικότητα. Αν και η κυβέρνηση Μπάιντεν μπορεί να θέλει απλώς να διαγράψει την κληρονομιά του Τραμπ και να αναζωογονήσει τις ετοιμοθάνατες συμφωνίες του Όσλο, τα πραγματικά περιστατικά έχουν αλλάξει. Όπως υποστηρίζουμε οι συνάδελφοί μου κι εγώ σε μια νέα έκθεση του Carnegie Endowment [3], [με τίτλο] «Σπάζοντας το Status Quo Ισραήλ-Παλαιστίνης» (“Breaking the Israel-Palestine Status Quo”), η τρέχουσα εποχή δεν απαιτεί παραπλανητικό ιδεαλισμό, αλλά τολμηρή σκέψη -και χάραξη πολιτικής με βάση μια ξεκάθαρη κατανόηση των σημερινών δημογραφικών και πολιτικών πραγματικοτήτων.

Είναι καιρός η διεθνής κοινότητα να αντιμετωπίσει την ξεκάθαρη αλήθεια, αυτό που, σύμφωνα με δημοσκοπήσεις, η πλειοψηφία [4] των Παλαιστινίων έχει ήδη καταλάβει: μια λύση δύο κρατών δεν είναι πλέον εφικτή. Η σύγκρουση έχει φτάσει σε ένα σημείο καμπής και η πορεία προς τα εμπρός απαιτεί ένα νέο παράδειγμα ειρήνευσης -που να εστιάζει όχι στον διαχωρισμό των ισραηλινών και παλαιστινιακών κοινοτήτων αλλά στην ισότητα, την ελευθερία και την δικαιοσύνη και για τους δύο πληθυσμούς μέσα σε ένα μόνο δημοκρατικό κράτος.

Μέχρι στιγμής, η κυβέρνηση του Μπάιντεν φαίνεται να επιδιώκει την ασφαλή επιλογή προσκόλλησης σε ένα πλαίσιο διαπραγματεύσεων που στοχεύει σε λύση δύο κρατών, όπως έκανε ο Τζον Κέρι ως Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ. Πολλοί στην διεθνή κοινότητα πιθανώς θα καλωσορίσουν μια τέτοια προσπάθεια. Ωστόσο, θα ήταν σοφό να θυμηθούμε την προειδοποίηση του Κέρι [5] προς την Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής (House Foreign Affairs Committee) ότι το παράθυρο ευκαιρίας για την δημιουργία ενός βιώσιμου παλαιστινιακού κράτους θα κλείσει εντός δύο ετών -μια προειδοποίηση που έγινε το 2013, πριν από οκτώ χρόνια. Τώρα, οι πιθανότητες ότι η παραδοσιακή αμερικανική διπλωματία μπορεί να ανοίξει ξανά με επιτυχία αυτό το παράθυρο είναι ανύπαρκτες.

ΧΑΜΕΝΕΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ

Μια λύση δύο κρατών θα έπρεπε να ήταν εφικτή. Η ιδέα απολάμβανε συντριπτική υποστήριξη στην Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ ξεκινώντας από την δεκαετία του 1970. Πολλά σχέδια έχουν εισαχθεί με την πάροδο των ετών, και παρόλο που όλα είχαν τις αδυναμίες τους, έχουν προσφέρει μια ποικιλία λογικών προσεγγίσεων για τον διαχωρισμό των δύο κοινοτήτων, την ικανοποίηση των πιο σημαντικών αναγκών τους και την διαπραγμάτευση ζητημάτων του τελικού καθεστώτος. Ωστόσο, από το 1991, στη Μαδρίτη, στο Όσλο, στο Camp David, στην Taba, και στην Annapolis, οι εντατικές διπλωματικές προσπάθειες για να κάνουν τις δύο πλευρές να διαπραγματευτούν ένα αποδεκτό αποτέλεσμα έχουν αποτύχει επανειλημμένα. Οι μεγάλες δυνάμεις του κόσμου και οι πολυμερείς οργανισμοί στήριξαν στα λόγια την λύση των δύο κρατών για δεκαετίες -αλλά παρέμειναν παθητικές ενώ το Ισραήλ δημιούργησε γεγονότα επί τόπου σε άμεση αντίθεση με τις αρχές που προσποιείται ότι δέχεται.