Ατόφια αποτυχία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ατόφια αποτυχία

Τα μαθήματα από τους καταστροφικούς δασμούς του Trump στον χάλυβα

Επιπλέον, η απάντηση του Μπάιντεν στην πανδημία -από την παραγωγή και την διανομή εμβολίων έως την φορολογική στήριξη των νοικοκυριών και των μικρών επιχειρήσεων- ήταν πολύ πιο ισχυρή από όσο ήταν εκείνη του Τραμπ. Και παρόλο που ο Τραμπ ισχυρίστηκε ότι η νίκη του Μπάιντεν θα «συντρίψει» [8] τις αγορές, η αναμονή για έναν ταχύτερο τερματισμό της πανδημίας και της οικονομικής της ζημίας [που αυτή επέφερε] υπήρξε η κινητήρια δύναμη [9] πίσω από την άνοδο της αγοράς μετά τις εκλογές.

Τέλος, με τον Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο, υπάρχει τώρα μια πραγματική προοπτική ότι οι εντάσεις στο παγκόσμιο εμπόριο θα μειωθούν. Κατά την διάρκεια της [προεκλογικής] εκστρατείας, ο Μπάιντεν ήταν προσεκτικός στην αντιμετώπιση της μοίρας των δασμών του Τραμπ. Ωστόσο, ως πρόεδρος, έχει ήδη κινηθεί για να αποσύρει [10] τους δασμούς που επιβάλλονται στην ΕΕ και το Ηνωμένο Βασίλειο. Και ο τερματισμός των εμπορικών συγκρούσεων με συμμάχους των ΗΠΑ θα σήμαινε βελτιωμένες επιχειρηματικές ευκαιρίες για την αμερικανική μεταποίηση -κάτι που με την σειρά του θα σήμαινε υψηλότερες πωλήσεις χάλυβα στις ΗΠΑ

Σίγουρα, η αμερικανική χαλυβουργία και οι εργαζόμενοί της εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σημαντικές προκλήσεις. Η απασχόληση στην βιομηχανία έχει μειωθεί από τότε που ο Τραμπ ανέλαβε τα καθήκοντά του το 2017 και είναι πιθανό να συνεχίσει να μειώνεται με τον αυξημένο αυτοματισμό. Γι' αυτό θα ήταν ανόητο να βασίζεται σε δαπανηρούς εμπορικούς φραγμούς ή επιδοτήσεις για την προστασία θέσεων εργασίας που είναι πιο ευάλωτες στις ταχέως εξελισσόμενες μεθόδους παραγωγής από όσο στον ανταγωνισμό από το εξωτερικό. Ομοίως, θα ήταν λανθασμένο να μονωθεί η βιομηχανία για λόγους «εθνικής ασφάλειας», όπως έκανε ο Τραμπ. Πριν από τους δασμούς του, τα τρία τέταρτα όλου του εισαγόμενου χάλυβα προέρχονταν από χώρες με τις οποίες οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν συμφωνίες αμοιβαίας ασφάλειας -ιδίως τον Καναδά, την Γερμανία, την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα. Πέρα από το «μην κάνεις κακό» (“do no harm”), λοιπόν, η σοφότερη πορεία που μπορεί να ακολουθήσει η διοίκηση Biden είναι να επεκτείνει την βοήθεια και την επανεκπαίδευση για τους απολυμένους εργαζομένους στο πλαίσιο προγραμμάτων που υποστηρίζονται από τον Νόμο περί Προσαρμογής στο Εμπόριο (Trade Adjustment Assistance Act) και τον Νόμο για την Καινοτομία και τις Ευκαιρίες του Εργατικού Δυναμικού (Workforce Innovation and Opportunity Act).

Το ευρύτερο μάθημα που πρέπει να αντληθεί από τις αποτυχίες της εμπορικής πολιτικής κατά την διάρκεια των ετών του Τραμπ, ωστόσο, είναι αυτό προς το οποίο οι αξιόπιστοι οικονομολόγοι τόσο της αριστεράς όσο και της δεξιάς έχουν παροτρύνει τους πολιτικούς από την εποχή της καταστροφής των δασμών Smoot-Hawley την δεκαετία του 1930: σε αντίθεση με τους κομπασμούς του Τραμπ, οι εμπορικοί πόλεμοι δεν είναι «καλοί, και εύκολο να κερδηθούν». Οι δασμοί στον χάλυβα απέτυχαν μοναδικά να αναζωογονήσουν την χαλυβουργία των ΗΠΑ. Στην πραγματικότητα την πήγαν πίσω μέσω του υψηλότερου κόστους και των μειωμένων ευκαιριών εξαγωγών για τους Αμερικανούς κατασκευαστές. Οι καθαρές εξαγωγές, τις οποίες ο Τραμπ είχε δεσμευτεί να ενισχύσει μέσω των δασμών, στην πραγματικότητα μειώθηκαν κατά την διάρκεια της προεδρίας του. Και έτσι, ακόμη και όταν συνεχίζεται η οικονομική σύγκρουση με την Κίνα, η αποκατάσταση των συνεργατικών εμπορικών σχέσεων γενικώς, καθώς και οι βελτιωμένες προοπτικές ανάπτυξης μέσω των απαραίτητων επενδύσεων σε υποδομές, θα πρέπει να θεωρηθούν ευπρόσδεκτα νέα τόσο για την βιομηχανία των ΗΠΑ όσο και για τους Αμερικανούς εργαζόμενους.