Η Αμερική δεν είναι έτοιμη για πόλεμο με την Κίνα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Αμερική δεν είναι έτοιμη για πόλεμο με την Κίνα

Πώς το Πεντάγωνο μπορεί να επικεντρωθεί στις πραγματικές απειλές

Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ξοδέψει 19 τρισεκατομμύρια δολάρια για τον στρατό τους από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Αυτό είναι 16 τρισεκατομμύρια δολάρια περισσότερα από όσα ξόδεψε η Κίνα και σχεδόν όσο ο υπόλοιπος κόσμος συνολικά ξόδεψε κατά την ίδια περίοδο. Ωστόσο, πολλοί ειδικοί πιστεύουν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρόκειται να χάσουν έναν καταστροφικό πόλεμο. Τον Μάρτιο, ο ναύαρχος Philip Davidson, τότε διοικητής των αμερικανικών δυνάμεων στον Ινδο-Ειρηνικό, προειδοποίησε [1] ότι μέσα στα επόμενα έξι χρόνια, ο στρατός της Κίνας θα «υπερκεράσει» τις Ηνωμένες Πολιτείες και θα «αλλάξει βίαια το status quo» στην Ανατολική Ασία. Το 2019, ένας πρώην αξιωματούχος του Πενταγώνου ισχυρίστηκε [2] ότι ο στρατός των ΗΠΑ τακτικά «τρώει απίθανο ξύλο» στα πολεμικά παιχνίδια που προσομοιώνουν μια μάχη με την Κίνα. Εν τω μεταξύ, πολλοί αναλυτές και ερευνητές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι εάν η Κίνα επιλέξει να κατακτήσει την Ταϊβάν, ο κινεζικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (PLA) θα μπορούσε να σακατέψει όποιες αμερικανικές δυνάμεις προσπαθήσουν να τον εμποδίσουν.

11062021-1.jpg

Το αεροπλανοφόρο USS George H.W. Bush στον Περσικό Κόλπο, τον Σεπτέμβριο του 2014. U.S. Navy
-------------------------------------------------------------------

Έχει γίνει συμβατική σοφία ότι αυτή η καταιγίδα που συγκεντρώνεται αντιπροσωπεύει το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της ανόδου του Πεκίνου [3] και της παρακμής της Ουάσιγκτον. Στην πραγματικότητα, δεν είναι τίποτα τέτοιο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν τεράστιους πόρους και μια βιώσιμη στρατηγική για την αντιμετώπιση της στρατιωτικής επέκτασης της Κίνας. Ωστόσο, το αμερικανικό αμυντικό κατεστημένο καθυστερεί να υιοθετήσει αυτήν την στρατηγική και αντ' αυτού σπαταλά πόρους σε ξεπερασμένες δυνάμεις και μη ζωτικές αποστολές. Η σημερινή αμυντική στάση της Ουάσινγκτον δεν έχει στρατιωτικό νόημα, αλλά έχει όντως πολιτικό νόημα -και γι’ αυτό θα μπορούσε πολύ καλά να διαρκέσει. Ιστορικά, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ανανεώσει τον στρατό τους μόνο αφού οι εχθροί έχουν αποκαλύψει τις αδυναμίες του στο πεδίο της μάχης. Η χώρα ίσως για άλλη μια φορά να κατευθύνεται προς μια τέτοια καταστροφή.

Για να αλλάξει πορεία, η κυβέρνηση του Μπάιντεν πρέπει να διατάξει ρητά και επανειλημμένα τον στρατό να επικεντρωθεί στην αποτροπή της Κίνας και να υποβαθμίσει τις άλλες αποστολές της. Αυτές οι εντολές πρέπει να σωματοποιηθούν και να κωδικοποιηθούν στα αιτήματα για τον αμυντικό προϋπολογισμό της διοίκησης και στην εθνική αμυντική στρατηγική (National Defense Strategy). Επιπλέον, η διοίκηση θα πρέπει να υποστηρίξει την Πρωτοβουλία Αποτροπής του Ειρηνικού (Pacific Deterrence Initiative), ένα πρόγραμμα που θα κλείνει κενά στην αμυντική περίμετρο των ΗΠΑ στην Ασία. Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν εκμεταλλευτούν αυτήν την ευκαιρία να διασφαλίσουν το στρατιωτικό τους πλεονέκτημα έναντι της Κίνας, μπορεί να μην αποκτήσουν άλλο.

ΣΕ ΜΙΚΡΟ ΜΕΓΕΘΟΣ

Σε αντίθεση με την λαϊκή πεποίθηση, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν τα μέσα να ελέγξουν τη ναυτική επέκταση της Κίνας. Οι αμυντικές δαπάνες της Κίνας έχουν αυξηθεί εδώ και δεκαετίες, αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να ξοδεύουν σχεδόν τόσα και μόνο στο Ναυτικό και το Σώμα Πεζοναυτών, όσα η Κίνα σε ολόκληρο τον στρατό της, εξαιρουμένων των εσωτερικών δυνάμεων ασφαλείας της. Οι αμερικανικές μάχιμες μονάδες φέρουν πολλά βάρη εκτός από την προετοιμασία για έναν πόλεμο ΗΠΑ-Κίνας -αλλά το ίδιο ισχύει και για την Κίνα. Η Κίνα μοιράζεται θαλάσσια ή χερσαία σύνορα με 19 χώρες, δέκα από τις οποίες έχουν εξελισσόμενες εδαφικές διαφορές με το Πεκίνο. Η περιπολία σε αυτά τα σύνορα βαλτώνει εκατοντάδες χιλιάδες Κινέζους στρατιώτες και εξαντλεί τουλάχιστον το ένα τέταρτο του στρατιωτικού προϋπολογισμού της Κίνας. Αν και η Κίνα θα είχε εντός έδρας πλεονέκτημα σε έναν πόλεμο στην Ανατολική Ασία, θα αντιμετώπιζε επίσης ένα πιο τρομακτικό σύνολο καθηκόντων. Σκεφτείτε μια σύγκρουση για την Ταϊβάν στην οποία η Κίνα θα χρειαστεί να καταλάβει και να ελέγξει έδαφος προκειμένου να κερδίσει, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει απλώς να αρνηθούν στην Κίνα αυτόν τον έλεγχο -μια πολύ πιο εύκολη αποστολή.

Δεδομένων αυτών των διαρκών πλεονεκτημάτων των ΗΠΑ, προέκυψε μια συναίνεση μεταξύ ειδικών στον αμυντικό τομέα για το πώς να αποτραπεί η Κίνα. Αντί να περιμένουν να ξεκινήσει ένας πόλεμος και στην συνέχεια να προωθήσουν ευάλωτα αεροπλανοφόρα στην Ανατολική Ασία, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να εγκαταστήσουν ένα υψηλής τεχνολογίας «ναρκοπέδιο» στην περιοχή τοποθετώντας εκτοξευτές πυραύλων, ένοπλα drone, και αισθητήρες στη θάλασσα και σε συμμαχικό έδαφος κοντά Ακτή της Κίνας. Αυτά τα διάχυτα δίκτυα πυρομαχικών θα ήταν δύσκολο να τα εξουδετερώσει η Κίνα και δεν θα απαιτούσαν μεγάλες βάσεις ή φανταχτερές πλατφόρμες. Αντ' αυτού, θα μπορούσαν να εγκατασταθούν σε σχεδόν οτιδήποτε επιπλέει ή πετά, συμπεριλαμβανομένων μεταποιημένων εμπορικών πλοίων, φορτηγίδων, και αεροσκαφών.

Οι αναλυτές της άμυνας έχουν διαλαλήσει αυτήν την προσέγγιση για περισσότερο από μια δεκαετία. Ωστόσο, ο στρατός των ΗΠΑ εξακολουθεί να βασίζεται σε μεγάλο αριθμό μεγάλων πολεμικών πλοίων και μαχητικών αεροσκαφών μικρής εμβέλειας που λειτουργούν από εκτεθειμένες βάσεις -ακριβώς τα είδη δυνάμεων που η Κίνα θα μπορούσε να καταστρέψει σε μια προληπτική αεροπορική και πυραυλική επίθεση. Για να χειροτερέψει τα πράγματα, η Ουάσιγκτον εξάγει αυτό το ελαττωματικό σύστημα στους συμμάχους της. Για παράδειγμα, οι αγορές μαχητικών αεροσκαφών F-16 και τανκς Abrams από την Ταϊβάν, έχουν εξαντλήσει κεφάλαια από τον στρατό του νησιού και τις επίγειες πυραυλικές δυνάμεις, την πρωταρχική άμυνά του ενάντια σε μια κινεζική αμφίβια επίθεση [4].

Κατά την γνώμη πολλών στρατιωτικών ειδικών, οι ηγέτες των ΗΠΑ αντιμετωπίζουν αυτό που θα έπρεπε να είναι μια εύκολη επιλογή. Μπορούν γρήγορα να ενισχύσουν την στρατιωτική ισορροπία στην Ανατολική Ασία πλημμυρίζοντας την περιοχή με χαμηλού κόστους εκτοξευτές και αισθητήρες ή μπορούν να συνεχίσουν να σπαταλούν πόρους σε άσχετες αποστολές και ακριβά οπλικά συστήματα που είναι σαν ακίνητοι στόχοι (sitting ducks) για τους πυραύλους της Κίνας. Το ερώτημα είναι: Γιατί το αμερικανικό αμυντικό κατεστημένο δεν βλέπει τα πράγματα με τον ίδιο τρόπο;

ΑΡΓΟΣΥΡΤΗ ΜΕΤΑΒΟΛΗ

Το πρόβλημα ξεκινά από την κορυφή και ρέει προς τις κάτω βαθμίδες. Από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οι πρόεδροι των ΗΠΑ έχουν επιτρέψει (και συχνά ενθαρρύνουν) το Υπουργείο Άμυνας να μεταμορφωθεί σε Υπουργείο των Πάντων. Ο αμερικανικός στρατός εκτελεί τώρα δεκάδες αποστολές εκτός από την προετοιμασία για πόλεμο μεγάλων δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένης της αναπτυξιακής βοήθειας, της ανακούφισης από καταστροφές, των επιχειρήσεων καταπολέμησης των ναρκωτικών, της διπλωματικής προσέγγισης, της προστασίας του περιβάλλοντος, και της ασφάλειας των εκλογών. Το αμερικανικό στρατιωτικό προσωπικό επιχειρεί σχεδόν σε κάθε χώρα της γης και εκτελεί σχεδόν κάθε πιθανή δουλειά.

Αυτή η ευρεία εντολή μετέτρεψε τους Αμερικανούς μάχιμους διοικητές σε αυτό που η δημοσιογράφος της Washington Post, Dana Priest, χαρακτήρισε [5] ως «το σύγχρονο ισοδύναμο των ανθύπατων της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας -καλά χρηματοδοτούμενα, ημι-αυτόνομα, αντισυμβατικά κέντρα εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ».

Επιβλέπουν διάσπαρτα μίνι Πεντάγωνα, ταξιδεύουν στον κόσμο σαν αρχηγοί κρατών και χειρίζονται ένα ευρύ φάσμα θεμάτων. Αντί να υποστηρίζουν την σχετικά φθηνή και εύκολη ανάπτυξη πυραύλων κρουζ που θα ήταν ζωτικής σημασίας σε έναν πόλεμο με την Κίνα, αντίθετα πιέζουν για μεγάλες στρατιωτικές μονάδες και ογκώδεις στρατιωτικές πλατφόρμες (όπως αεροπλανοφόρα και αντιτορπιλικά) που μπορούν να χειριστούν μια ποικιλία αποστολών ειρήνης.

Όπως έχει δείξει η ειδικός στην άμυνα, Mackenzie Eaglen [6], οι μάχιμοι διοικητές ζητούν συνεχώς την χρήση τέτοιων πλατφορμών, και οι υπηρεσίες εξαντλούν τις δυνάμεις τους προσπαθώντας να ικανοποιήσουν αυτές τις απαιτήσεις. Ως αποτέλεσμα, ο στρατός των ΗΠΑ διατήρησε έναν πολεμικό ρυθμό επιχειρήσεων κατά την διάρκεια των τελευταίων δύο δεκαετιών, ακόμη και αφότου απομακρύνθηκε από πολέμους στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, με ορισμένες μονάδες να στέλνονται σε αποστολές σχεδόν τρεις φορές πάνω από το συνιστώμενο από το Πεντάγωνο ποσοστό. Δεν προκαλεί έκπληξη ότι τα ατυχήματα και οι μηχανικές βλάβες έχουν αυξηθεί. Από το 2006 έως τις αρχές του 2021, ο αριθμός των μελών των ΗΠΑ που σκοτώθηκαν σε ατυχήματα -5.913 άτομα- ήταν υπερδιπλάσιος από τον αριθμό των ατόμων που σκοτώθηκαν σε μάχη. Το 1986, το κόστος λειτουργίας και συντήρησης κατανάλωσε το 28% του προϋπολογισμού του Πενταγώνου˙ τώρα στραγγίζει ένα επιβλητικό 41%, το οποίο είναι περισσότερο από το διπλάσιο του μεριδίου του προϋπολογισμού που διατίθεται για την αγορά νέων συστημάτων όπλων. Αυτές οι τάσεις ξεκίνησαν έναν φαύλο κύκλο στον οποίο το Πεντάγωνο ξοδεύει όλο και περισσότερο για να διατηρήσει λιγότερες, παλαιότερες και ολοένα και πιο ξεπερασμένες δυνάμεις.

ΜΙΑ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Το πρόβλημα ξεκινά από την κορυφή και, ως εκ τούτου, το ίδιο πρέπει να κάνει και η λύση. Ο πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, και ο υπουργός Άμυνας, Lloyd Austin, πρέπει να διατάξουν το Πεντάγωνο να επικεντρωθεί σε μάχες υψηλής έντασης με την Κίνα, ειδικά στα στενά της Ταϊβάν [7], όπου η απειλή του πολέμου είναι μεγαλύτερη, και να υποβαθμίσει ή να καταργήσει άλλες αποστολές. Οι οδηγίες αυτές πρέπει να περιληφθούν στις προτάσεις της διοίκησης του Μπάιντεν για τον αμυντικό προϋπολογισμό και σε μια αναθεωρημένη Εθνική Αμυντική Στρατηγική (National Defense Strategy). Η Εθνική Αμυντική Στρατηγική του 2018 έδωσε προτεραιότητα στον ανταγωνισμό μεγάλων δυνάμεων, αλλά δεν άλλαξε σημαντικά την δομή των δυνάμεων των ΗΠΑ στην Ασία επειδή συσσώρευσε νέες αποστολές χωρίς να απορρίψει λιγότερο ζωτικές. Η κυβέρνηση Μπάιντεν πρέπει τώρα να κάνει την βρώμικη δουλειά του εντοπισμού και του τερματισμού μη απαραίτητων έργων για να απελευθερώσει στρατιωτικούς πόρους και να εστιάσει την προσοχή στην αποτροπή της Κίνας.

Το πρώτο βήμα σε αυτήν την διαδικασία θα περιλαμβάνει τη μείωση του αριθμού και του εύρους των «αποστολών παρουσίας» (“presence missions”), οι οποίες σήμερα βάζουν εκατοντάδες χιλιάδες άτομα από το στρατιωτικό προσωπικό να πλοηγούνται, να πετούν, να εκπαιδεύονται, και να ασκούνται σε όλο τον κόσμο κάθε μέρα. Ο σκληρός ρυθμός αυτών των δραστηριοτήτων συνδέεται και φθείρει τις στρατιωτικές μονάδες του στρατού και ενθαρρύνει την προμήθεια μεγάλων πλατφορμών ακατάλληλων για πόλεμο με την Κίνα. Η διαβεβαίωση των συμμάχων και η «παρουσία της σημαίας» είναι σημαντικές αποστολές, αλλά θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν από ελαφρύτερες μονάδες, όπως οι Βοηθητικές Ταξιαρχίες Δύναμης Ασφαλείας (Security Force Assistance Brigades), ή από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και όχι από μαχητικές ομάδες αεροπλανοφόρων.

Δεύτερον, η ομάδα του Μπάιντεν θα πρέπει να επαναναπτύξει όσο το δυνατόν περισσότερες αεροπορικές και ναυτικές δυνάμεις στην Ασία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ανακοίνωσαν μια «στροφή» στην περιοχή πριν από μια δεκαετία περίπου, αλλά πολλά από τα μεγάλα όπλα τους παραμένουν αλλού [8]. Στη Μέση Ανατολή, για παράδειγμα, οι Ηνωμένες Πολιτείες χρησιμοποιούν συνήθως προωθημένους μαχητές για να επιτεθούν σε ελαφρώς οπλισμένους τρομοκράτες και αναπτύσσουν αεροπλανοφόρα και βαριές βομβαρδιστικά για να στείλουν μηνύματα καταναγκασμού στο Ιράν. Αυτή η υπερβολή καταστρέφει την στρατιωτική ετοιμότητα και στερεί την αμερικανική Διοίκηση Ινδο-Ειρηνικού από τις δυνάμεις που χρειάζεται για να ανταγωνιστεί με την Κίνα. Μια πιο βιώσιμη προσέγγιση θα αντιμετώπιζε μικρότερες απειλές με μικρότερες δυνάμεις, κυνηγώντας τρομοκράτες με drones και ειδικές επιχειρησιακές μονάδες, παρέχοντας εγγύς υποστήριξη με αεροσκάφη ελαφριάς επίθεσης (light-attack aircraft), και αντισταθμίζοντας ενάντια στην ιρανική επιθετικότητα με το να διατηρείται μια σκελετική δομή βάσης (skeletal base structure) στην περιοχή έτοιμη να υποστηρίξει ένα κύμα δυνάμεων εάν ξεσπάσει μια μεγάλη σύγκρουση.

Τέλος, η διοίκηση του Μπάιντεν θα πρέπει να μεταφέρει μη στρατιωτικές αποστολές σε πολιτικές υπηρεσίες. Για παράδειγμα, η μάχη των ναρκωτικών θα πρέπει να αντιμετωπίζεται από την Διοίκηση Επιβολής για τα Ναρκωτικά (Drug Enforcement Administration), η ασφάλεια των συνόρων από την Τελωνειακή και Συνοριακή Προστασία (Customs and Border Protection), η ασφάλεια των εκλογών από το Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας, η αναπτυξιακή βοήθεια από τον Οργανισμό Διεθνούς Ανάπτυξης των ΗΠΑ (U.S. Agency for International Development) και ούτω καθεξής. Η εκ νέου ανάθεση τέτοιων αποστολών και η ενίσχυση των πολιτικών υπηρεσιών για την αντιμετώπισή τους θα αύξανε την αμερικανική στρατιωτική δύναμη, ενώ ταυτόχρονα θα αποστρατιωτικοποιούσε την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ.

Ο ΛΥΚΟΣ ΕΙΝΑΙ ΣΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Η μεταρρύθμιση της μεγαλύτερης γραφειοκρατίας της χώρας θα είναι δύσκολη, αλλά όχι αδύνατη. Ο στρατός είναι μια ιεραρχική οργάνωση με σαφείς γραμμές επίσημης εξουσίας. Ο Πρόεδρος και ο Υπουργός Άμυνας μπορούν να εκδίδουν εντολές σε μάχιμους διοικητές και να τις επιβάλλουν μέσω του ελέγχου τους στον προϋπολογισμό και στο προσωπικό. Οι μάχιμοι διοικητές και οι επικεφαλής υπηρεσιών, με την σειρά τους, έχουν ουσιαστική επιρροή στις προμήθειες. Βρίσκονται στην πρώτη γραμμή, οπότε όταν υποβάλλουν αίτημα για εξοπλισμό, τα μέλη του Κογκρέσου δεν μπορούν να κάνουν πολλά για να αντισταθούν -οι εργολήπτες της άμυνας πρέπει συνήθως να ευθυγραμμιστούν επίσης. Ο Πρόεδρος και ο Υπουργός Άμυνας μπορούν επίσης να χρησιμοποιήσουν την θέση τους για να αλλάξουν τα πολιτικά κίνητρα που αντιμετωπίζουν οι πιο σημαντικοί παράγοντες. Για παράδειγμα, εάν ο Πρόεδρος και ο Υπουργός Άμυνας έδιναν σαφή προτεραιότητα στην Κίνα, αυτό θα παρείχε στα μέλη του Κογκρέσου πολιτική κάλυψη για να υποστηρίξει την ακύρωση ή τη μείωση του μεγέθους άλλων αποστολών.

Η μεταρρύθμιση είναι εφικτή στην θεωρία, αλλά η εφαρμογή της στην πράξη απαιτεί σαφή και διαρκή ηγεσία ανώτατου επιπέδου. Ο Μπάιντεν και ο Ώστιν δήλωσαν ότι η αποτροπή της Κίνας είναι η κορυφαία στρατιωτική προτεραιότητά τους, αλλά ο Μπάιντεν θέλει επίσης το Πεντάγωνο να χειριστεί μια σειρά από μη συμβατικές απειλές για την ασφάλεια, και ο Όστιν δύσκολα φαίνεται να είναι υποστηρικτής του «Πρώτα η Ασία» δεδομένου ότι είναι ο πρώην διοικητής της Κεντρικής Διοίκηση των ΗΠΑ (U.S. Central Command), η οποία επιβλέπει τις αμερικανικές δυνάμεις στη Μέση Ανατολή.

Ωστόσο, υπάρχουν λόγοι για να είμαστε συγκρατημένα αισιόδοξοι σχετικά με τις προοπτικές μεταρρύθμισης. Κατ’ αρχήν ένας αυξανόμενος αριθμός ισχυρών πολιτικών παραγόντων υποστηρίζει μια νέα εστίαση στην Κίνα. Πέρυσι, το Κογκρέσο πέρασε την Πρωτοβουλία Αποτροπής στον Ειρηνικό (Pacific Deterrence Initiative). Εάν χρηματοδοτηθεί πλήρως, αυτό το πρόγραμμα θα διαθέσει 27 δισεκατομμύρια δολάρια για πέντε χρόνια για να διασπείρει και να σκληρύνει την δομή βάσης των ΗΠΑ στην Ασία και να εξοπλίσει την Διοίκηση Ινδο-Ειρηνικού με πολλά πυρομαχικά και αισθητήρες μεγάλης εμβέλειας. Τον Απρίλιο, οι νομοθέτες της Επιτροπής Ένοπλων Υπηρεσιών του Σώματος (House Armed Services Committee) έγραψαν μια επιστολή [9] προς το Πεντάγωνο ζητώντας μείωση των μη απαραίτητων επιχειρήσεων ειρήνης για να ελευθερώσουν πόρους για να προετοιμαστούν για έναν πόλεμο μεγάλων δυνάμεων. Το Σώμα Πεζοναυτών και ο στρατός, οι δύο κλάδοι των ενόπλων δυνάμεων που έχουν την τάση να αντιστέκονται στην εστίαση στον ναυτικό πόλεμο στην Ασία, έχουν καταρτίσει σχέδια για να στραφούν από την καταπολέμηση των ανταρτών στη Μέση Ανατολή στο να βυθίζουν πλοία στον δυτικό Ειρηνικό. Και οι ειδικοί στον τομέα της άμυνας σε όλο το πολιτικό φάσμα τώρα συμφωνούν σε γενικές γραμμές για το πώς οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να προχωρήσουν στην αποτροπή της επέκτασης του ναυτικού της Κίνας.

Εν τω μεταξύ, το αντι-κινεζικό αίσθημα, τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και σε όλο τον κόσμο, έχει ανέβει στο υψηλότερο επίπεδο από τότε που η κινεζική κυβέρνηση πραγματοποίησε την σφαγή στην πλατεία Τιενανμέν το 1989. Η σκληρότητα απέναντι την Κίνα είναι μια από τις λίγες δικομματικές πρωτοβουλίες στις Ηνωμένες Πολιτείες, και η Κίνα φαίνεται να κάνει ό, τι μπορεί για να τροφοδοτήσει αυτές τις φλόγες [10] με την διπλωματία του «Πολεμιστή Λύκου» (“Wolf Warrior” diplomacy).

Υπάρχει τώρα δικομματική πολιτική υποστήριξη στην Ουάσινγκτον για μια πραγματική επανεξισορρόπηση προς την Ασία και μια στρατηγική συναίνεση μεταξύ των αμυντικών σχεδιαστών για το πώς να προχωρήσουν. Το κύριο συστατικό που λείπει είναι η συντονισμένη κορυφαία ηγεσία για να αξιοποιήσει την υποστήριξη και να εφαρμόσει αυτές τις στρατηγικές σε δράση.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.aei.org/events/a-conversation-with-us-indo-pacific-commands-...
[2] https://breakingdefense.com/2019/03/us-gets-its-ass-handed-to-it-in-warg...
[3] https://www.foreignaffairs.com/reviews/review-essay/identity-politics-ch...
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/china/2021-06-03/china-taiwan-wa...
[5] https://www.washingtonpost.com/archive/politics/2000/09/28/a-four-star-f...
[6] https://protect-us.mimecast.com/s/XDp_CW6jP7SjPrlZc6-IUm?domain=waronthe...
[7] https://warontherocks.com/2020/10/why-the-pentagon-should-focus-on-taiwan/
[8] https://www.foreignaffairs.com/articles/afghanistan/2021-06-02/america-s...
[9] https://news.usni.org/2021/04/05/house-lawmakers-want-pentagon-to-rethin...
[10] https://www.foreignaffairs.com/reviews/review-essay/identity-politics-ch...

Copyright © 2021 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2021-06-10/america...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition