Πώς πρέπει να αντιμετωπίσει ο Μπάιντεν τον Πούτιν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς πρέπει να αντιμετωπίσει ο Μπάιντεν τον Πούτιν

Οι σύνοδοι κορυφής είναι καλές, αλλά η ανάσχεση είναι καλύτερη
Περίληψη: 

Ο Μπάιντεν έχει δίκιο να δοκιμάζει εάν ο Πούτιν μπορεί να αγκαλιάσει μια πιο σταθερή, προβλέψιμη σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Εάν ο Ρώσος πρόεδρος επιλέξει αντ' αυτού να συνεχίσει να εισβάλλει σε χώρες, να κάνει εκστρατείες πειρατείας και παραπληροφόρησης και να συλλαμβάνει αθώους Ρώσους και Αμερικανούς, θα είναι σαφές ότι αυτός, κι όχι ο Μπάιντεν, είναι υπεύθυνος για την αντιπαράθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο MICHAEL McFAUL είναι ανώτερος συνεργάτης στο Hoover Institution και καθηγητής Πολιτικών Επιστημών και Διευθυντής του Freeman Spogli Institute for International Studies στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ. Από το 2012 έως το 2014, υπηρέτησε ως πρέσβυς των ΗΠΑ στην Ρωσία.

Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έχει διατυπώσει τα περιγράμματα μιας ρεαλιστικής πολιτικής απέναντι στην Ρωσία: εμπλοκή όπου είναι δυνατόν, αλλά όχι εγκατάλειψη των αμερικανικών αξιών. Στην συνέχεια, ανάσχεση, αποτροπή, και τιμωρία στον πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν όταν είναι απαραίτητο. Σε αντίθεση με τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος πέρασε τέσσερα χρόνια επαινώντας και φλερτάροντας τον Πούτιν, ο Μπάιντεν έθεσε την πολιτική του για την Ρωσία ως μέρος ενός ευρύτερου παγκόσμιου ανταγωνισμού μεταξύ δημοκρατίας και δικτατορίας, υποσχόμενος δημοκρατική ανανέωση στο εσωτερικό και πολυμερή συνεργασία στο εξωτερικό.

15062021-2.jpg

Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, στη Μόσχα, τον Ιανουάριο του 2020. Maxim Shemetov / TPX Images of the Day / Reuters
---------------------------------------------------------------

Αυτή είναι μια σπουδαία αρχή. Όμως, η πρώτη πραγματική δοκιμασία της ικανότητας του Μπάιντεν να μετατρέπει τις πολιτικές φιλοδοξίες σε δράση έρχεται αυτήν την εβδομάδα στην Γενεύη, όπου ο πρόεδρος θα συναντηθεί με τον Πούτιν. Ο Μπάιντεν ζήτησε την συνάντηση εν μέρει για να διερευνήσει πιθανούς τομείς συνεργασίας με τον Πούτιν και εν μέρει για να τον αποτρέψει από το να επιδιώξει ενοχλητικές ενέργειες στο εξωτερικό -είτε χακάρισμα των σέρβερ στις ΗΠΑ είτε παρέμβαση στις υποθέσεις των γειτόνων της Ρωσίας. Ο Μπάιντεν ίσως να σημειώσει πρόοδο στον πρώτο στόχο, αλλά είναι απίθανο να επιτύχει στον δεύτερο. Επομένως, πρέπει να δώσει συνέχεια στις περιορισμένες προσπάθειές του στην εμπλοκή με μια σταθερή και άγρυπνη πολιτική ανάσχεσης -ανεξάρτητα από το τι θα συμβεί στην Γενεύη.

ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ

Παρόλο που οι σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας τελευταία βρίσκονται σε καθοδική πορεία, υπάρχει ακόμη χώρος συνεργασίας. Ένας τομέας που πρέπει να βρίσκεται στην κορυφή της ατζέντας στην Γενεύη είναι ο έλεγχος των όπλων. Ο Μπάιντεν και ο Πούτιν συμφώνησαν ήδη τον Φεβρουάριο να επεκτείνουν την συνθήκη New START [1], ξεκινώντας μια πενταετή αντίστροφη μέτρηση για να επιτύχουν μια συμφωνία αντικατάστασής της που θα είναι πολύ πιο δύσκολο να επιτευχθεί, δεδομένου ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θέλουν νέους περιορισμούς στα μη στρατηγικά οχήματα παράδοσης πυρηνικών όπλων, και η Ρωσία θέλει περιορισμούς στην πυραυλική άμυνα. Ο Μπάιντεν και ο Πούτιν [2] θα πρέπει επίσης να εξετάσουν το ενδεχόμενο να ξεκινήσουν παράλληλες συζητήσεις για νέους «κανόνες της πορείας» για τα κυβερνο-όπλα και τα διαστημικά όπλα.

Η βελτίωση των γραμμών επικοινωνίας μεταξύ της Μόσχας και της Ουάσιγκτον είναι ένα άλλο ζήτημα πιθανού win-win. Ο πρεσβευτής της Ρωσίας στις Ηνωμένες Πολιτείες εργάζεται επί του παρόντος από τη Μόσχα και ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Ρωσία εργάζεται από την Ουάσινγκτον. Ως αποτέλεσμα, οι περισσότερες διπλωματικές ανταλλαγές γίνονται μέσω μαχητικών ανακοινώσεων Τύπου, όχι κλειστών συσκέψεων. Για να μειωθεί ο κίνδυνος μια εσφαλμένη επικοινωνία ή εσφαλμένη αντίληψη να οδηγήσει σε σύγκρουση, ο Μπάιντεν και ο Πούτιν πρέπει να αποκαταστήσουν επικοινωνίες υψηλού επιπέδου μεταξύ των κυβερνήσεών τους, είτε μέσω ενός καναλιού μεταξύ του Λευκού Οίκου και του Κρεμλίνου είτε μεταξύ του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ και του Υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσίας. Συνομιλίες στρατού προς στρατό και ακόμη και συναντήσεις μεταξύ αξιωματούχων πληροφοριών θα μπορούσαν να συμπληρώσουν αυτό το πιο πολιτικό κανάλι. Και στο επίπεδο των απλών πολιτών, η ευκολία ταξιδιών θα μπορούσε να βελτιωθεί μέσω της εξομάλυνσης της διπλωματικής εκπροσώπησης και στις δύο χώρες. Λιγότερο πιθανή να πετύχει αλλά άξια να διερευνηθεί στην Γενεύη θα ήταν μια μικρότερη ατζέντα συνεργασίας σε πολυμερή ζητήματα, όπως η αποτροπή του Ιράν από την ανάπτυξη πυρηνικού όπλου [3] και η διατήρηση της ανθρωπιστικής βοήθειας στους Σύρους [4].

Αλλά ακόμη και η πρόοδος σε αυτούς τους περιορισμένους τομείς δεν θα μετατραπεί σε σταθερή ή προβλέψιμη σχέση. Ούτε πρέπει οι Ηνωμένες Πολιτείες να επιδιώξουν να εξομαλύνουν πλήρως τις σχέσεις τους με ένα καθεστώς που καταλαμβάνει γεωργιανό και ουκρανικό έδαφος˙ διενεργεί κυβερνοεπιθέσεις [5] εναντίον κυβερνητικών και ιδιωτικών δικτύων των ΗΠΑ˙ φυλακίζει αδίκως Αμερικανούς πολίτες [6]˙ στηρίζει δικτάτορες στην Λευκορωσία, την Συρία και την Βενεζουέλα˙ και συλλαμβάνει και καταστέλλει την εσωτερική του αντιπολίτευση. Ο Μπάιντεν έχει προσφέρει την δυνατότητα μιας πιο συνεργατικής σχέσης με την Ρωσία γνωρίζοντας καλά ότι ο Πούτιν είναι απίθανο να επιλέξει αυτόν τον δρόμο. Ο Πούτιν ωφελείται πολιτικά από το να έχει τις Ηνωμένες Πολιτείες ως εχθρό και προκαλεί την Ουάσιγκτον και τους συμμάχους της σε μια προσπάθεια να ενισχύσει την εικόνα της Ρωσίας ως μια μεγάλη δύναμη. Επομένως, είτε ο Πούτιν φαίνεται ανοιχτός είτε όχι σε μια περιορισμένη συνεργασία, η κυβέρνηση Μπάιντεν πρέπει να επιδιώξει να ανασχέσει το Κρεμλίνο, ενώ ταυτόχρονα θα εμπλέκεται άμεσα με την ρωσική κοινωνία [7].

Η ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΝΑΣΧΕΣΗΣ