Σύγκρουση συστημάτων; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Σύγκρουση συστημάτων;

Η Ουάσιγκτον θα πρέπει να αποφύγει τον ιδεολογικό ανταγωνισμό με το Πεκίνο
Περίληψη: 

Η επίκληση του ανταγωνισμού με την Κίνα μπορεί να φαίνεται σαν ένας ελκυστικός τρόπος για να οικοδομηθεί δικομματική υποστήριξη για μακροχρόνιες επενδύσεις εγχωρίως. Ωστόσο, τέτοιες επικλήσεις είναι απίθανο να επηρεάσουν τα Ρεπουμπλικανικά μέλη του Κογκρέσου και ενδέχεται να επικυρώσουν τις προσπάθειές τους να εμφανίσουν την Κίνα ως μεγαλύτερη απειλή για την δημοκρατία των ΗΠΑ από όσο τις προσπάθειες των ίδιων των Ρεπουμπλικανών να ανατρέψουν τις εκλογές του 2020 και να περιορίσουν τις μελλοντικές εκλογές.

Ο THOMAS PEPINSKY είναι καθηγητής Διακυβέρνησης στην έδρα Walter F. LaFeber στο Πανεπιστήμιο Κορνέλ και εξωτερικός ανώτερος συνεργάτης στο Brookings Institution.
Η JESSICA CHEN WEISS είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Διακυβέρνησης στο Πανεπιστήμιο Cornell και συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο Powerful Patriots: Nationalist Protest in China’s Foreign Relations.

Στην Ευρώπη αυτή την εβδομάδα, στο πρώτο του ταξίδι στο εξωτερικό από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά του, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, χαρακτήρισε την τρέχουσα εποχή στην παγκόσμια πολιτική ως υπαρξιακή επιλογή μεταξύ δημοκρατίας και αυταρχισμού, μια θεμελιώδη απόφαση που, όπως το έθεσε σε μια ομιλία του στο Πίτσμπουργκ στις 31 Μαρτίου είναι «ό,τι έχει να κάνει με τον ανταγωνισμό μεταξύ Αμερικής και Κίνας και του υπόλοιπου κόσμου». Η οικονομική επιτυχία της Κίνας και η πολιτική ανθεκτικότητά της απέδειξαν πράγματι ότι η ανάπτυξη δεν απαιτεί εκδημοκρατισμό. Και καθώς η Κίνα αποκτά όλο και μεγαλύτερη επιρροή, μπορεί τελικά «να παρουσιάσει μια ισχυρότερη ιδεολογική πρόκληση από όσο η Σοβιετική Ένωση», όπως σημείωσαν οι Kurt Campbell και Jake Sullivan [1] σε αυτές τις σελίδες το 2019.

17062021-1.jpg

Κινέζοι μαθητές παίζουν δίπλα σε ένα πορτρέτο του σοβιετικού ηγέτη Ιωσήφ Στάλιν στο δημοτικό και γυμνάσιο στην Sitong, στην επαρχία Henan, τον Δεκέμβριο του 2013. Carlos Barria / Reuters
----------------------------------------------------------------

Η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει δίκιο να τονίζει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η δημοκρατία σε όλο τον κόσμο, αλλά η πιο άμεση απειλή για τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες δημοκρατίες βρίσκεται στο εσωτερικό, όχι στο εξωτερικό. Προς το παρόν, οι κίνδυνοι του να αντιληφθούμε τον αμερικανο-κινεζικό ανταγωνισμό ως παγκόσμιο ανταγωνισμό μεταξύ δημοκρατικών και αυταρχικών συστημάτων υπερτερούν των πλεονεκτημάτων. Εσωτερικά, η επίκληση του ανταγωνισμού με την Κίνα μπορεί να φαίνεται σαν ένας ελκυστικός τρόπος για να οικοδομηθεί δικομματική υποστήριξη για μακροχρόνιες εγχώριες επενδύσεις. Ωστόσο, τέτοιες επικλήσεις είναι απίθανο να επηρεάσουν [2] τα Ρεπουμπλικανικά μέλη του Κογκρέσου και ενδέχεται να επικυρώσουν τις προσπάθειές τους να εμφανίσουν [3] την Κίνα ως μεγαλύτερη απειλή για την δημοκρατία των ΗΠΑ από τις προσπάθειες των ίδιων των Ρεπουμπλικανών [4] να ανατρέψουν τις εκλογές του 2020 και να περιορίσουν τις μελλοντικές εκλογές. Ανεξάρτητα από το πόσο προσεκτικά η κυβέρνηση κάνει διάκριση μεταξύ της κινεζικής κυβέρνησης και των ανθρώπων κινεζικής εθνικότητας, αυτή η ρητορική του «καλού εναντίον του κακού» δημιουργεί ένα ανεκτικό περιβάλλον για την ξενοφοβία, τον αντι-ασιατικό ρατσισμό, και την βία εναντίον όσων θεωρούνται ξένοι.

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα πρέπει να αντισταθεί στον πειρασμό να αντανακλά την ιδεολογική ανασφάλεια του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚΚ). Η παρουσίαση του ανταγωνισμού μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας ως ανταγωνισμού μεταξύ συστημάτων υπερεκτιμά την ιδεολογική ελκυστικότητα της Κίνας και υπονομεύει την ικανότητα της Ουάσινγκτον να συνεργάζεται παραγωγικά με ένα ευρύ φάσμα κυβερνήσεων στην Ασία και πέραν αυτής. Η ταυτόχρονη υπεράσπιση των αμερικανικών αξιών και η επίτευξη μιας ειρηνικής -αν και ανταγωνιστικής- συνύπαρξης με την Κίνα απαιτεί μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση.

Η ΕΠΙΡΡΟΗ ΤΟΥ ΠΕΚΙΝΟΥ

Κατά το παρελθόν έτος, καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν πληγεί από πολιτικές αναταραχές και ένα από τα χειρότερα ξεσπάσματα της COVID-19 στον κόσμο, οι ηγέτες της Κίνας είχαν διπλασιάσει τις προσπάθειές τους να προβάλουν ισχύ. Ωστόσο, κάτω από την κινεζική προπαγάνδα βρίσκεται η πολιτική ανασφάλεια και οι φόβοι της ιδεολογικής χρεοκοπίας. Κατά τις τελευταίες δεκαετίες του εικοστού αιώνα, καθώς άλλα κομμουνιστικά καθεστώτα κατέρρευσαν, το ΚΚΚ αγκάλιασε τον καπιταλισμό και ανέχθηκε την αχαλίνωτη ανισότητα ως ένα τίμημα της ταχείας ανάπτυξης, δημιουργώντας ένα διευρυνόμενο χάσμα μεταξύ των ιδρυτικών ιδεών του και των τρεχουσών πρακτικών του που το έχουν εκθέσει σε κατηγορίες [5] περί υποκρισίας. Το ΚΚΚ θεωρεί τον εαυτό του κλειδωμένο σε έναν ιδεολογικό αγώνα για να υπερασπιστεί την εγχώρια νομιμοποίησή του και να αποτρέψει την απειλή του εκδημοκρατισμού. Μέχρι τώρα τουλάχιστον, οι ιδεολογικές του φιλοδοξίες ήταν πιο εθνικιστικές παρά διεθνιστικές, ακόμη και όταν οι προσπάθειές του να καταστείλει την [εναντίον του] κριτική έχουν γίνει παγκόσμιες. Αυτές οι προσπάθειες είχαν διαβρωτική επίδραση στην ελευθερία του λόγου, αλλά δεν αποτελούν υπαρξιακή απειλή για την φιλελεύθερη δημοκρατία.

Οι πραγματικές πηγές της επιρροής της εξωτερικής πολιτικής της Κίνας είναι συναλλακτικές και καταναγκαστικές, όχι ιδεολογικές. Στη Νοτιοανατολική Ασία, για παράδειγμα, η συμπεριφορά του Πεκίνου δεν αποκαλύπτει καμία ευνοιοκρατία έναντι καθεστώτων με παρόμοια ιδεολογικά θεμέλια. Όπως και η Κίνα, το Βιετνάμ κυβερνάται από ένα αυταρχικό μονοκομματικό καθεστώς, επισήμως κομμουνιστικό σε προσανατολισμό, αλλά έχοντας ανοίξει και αναλάβει μια σημαντική διαδικασία οικονομικής μεταρρύθμισης από την δεκαετία του 1980. Ωστόσο, το Βιετνάμ αντιτάχθηκε σταθερά στις κινεζικές δραστηριότητες στην Θάλασσα της Νότιας Κίνας, σφυρηλάτησε την δική του μεταρρυθμιστική πορεία [6] υπό τη μονοκομματική διακυβέρνηση και δημιούργησε το δικό του δίκτυο 5G [7] για να αποφύγει την συνεργασία με τον κινεζικό τεχνολογικό γίγαντα Huawei.

Η Κίνα βρήκε ευκολότερο να διαχειριστεί τις σχέσεις με τη Μαλαισία και τις Φιλιππίνες, δύο πολυκομματικά, μη κομμουνιστικά καθεστώτα. Η Μαλαισία είναι ένα υβριδικό καθεστώς του οποίου ο μαλαισιανής μουσουλμανικής πλειοψηφίας πληθυσμός αντιτίθεται έντονα στον κομμουνισμό. Ωστόσο, οι ισχυροί οικονομικοί δεσμοί με την Κίνα έχουν αποθαρρύνει τη μαλαισιανή κυβέρνηση να κλιμακώσει τις περιοδικές αντιπαραθέσεις [8] με κινεζικά πλοία σε αμφισβητούμενα ύδατα. Οι Φιλιππίνες είναι μια εκλογική δημοκρατία, αν και ελαττωματική. Ακόμα και μετά την επικράτηση των Φιλιππίνων σε μια υπόθεση που παραπέμφθηκε στην Χάγη σχετικά με κινεζικούς ισχυρισμούς στην Θάλασσα της Νότιας Κίνας, ο πρόεδρος των Φιλιππίνων, Ροντρίγκο Ντουτέρτε, έχει αποφύγει να αντιμετωπίσει το Πεκίνο και εξέφρασε το ενδιαφέρον του να συνεργαστεί για την εξερεύνηση πετρελαίου.