Ο Γερμανός τραπεζίτης | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο Γερμανός τραπεζίτης

Η στρατηγική της «ατμομηχανής της Ευρώπης» προς την κυριαρχία*
Περίληψη: 

Δεν θα ήταν υπερβολή αν ισχυρίζονταν κανείς ότι η κρίση χρέους που ξεκίνησε από την Αμερική το 2008 και σε λιγότερο από δύο χρόνια κτύπησε και την ΕΕ , ήταν η ευκαιρία για τον «Γερμανό τραπεζίτη» να απολαύσει τους καρπούς της 65χρονης μεθοδικής, πολυτάραχης και κοπιώδους προσπάθειας που ξεκίνησε από τον Μάιο του 1945.

Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΙΩΤΟΣ είναι οικονομολόγος και συγγραφέας, πιο πρόσφατα του βιβλίου με τίτλο Αντίο και Καλή Αντάμωση, εκδόσεις Κοινωνία των (δε)κάτων.

Η Ουλρίκε Χέρμαν χαρακτηρίζεται αιρετική δημοσιογράφος. Η κριτική της εστιάζεται στον διαχρονικό ρόλο της Γερμανίας και μάλιστα στο βιβλίο για το «παραμύθι» της γερμανικής οικονομίας («Deutschland, ein Wirtschaftsmärchen») υποστηρίζει ότι δεν ισχύει το ένδοξο αφήγημα που θέλει τη μεταπολεμική Γερμανία να βγαίνει από τα ερείπια ενός χαμένου πολέμου για να εξελιχθεί σε οικονομική υπερδύναμη βασιζόμενη μόνο στην σκληρή δουλειά και στην εμπνευσμένη καθοδήγηση του φιλελεύθερου Λούντβιχ Έρχαρντ, ο οποίος και σήμερα αποκαλείται «πατέρας του γερμανικού οικονομικού θαύματος».

25062021-1.jpg

Ο θεωρούμενος ως «πατέρας του γερμανικού οικονομικού θαύματος», Λούντβιχ Έρχαρντ.
---------------------------------------------------------------

Υποστηρίζει επίσης ότι υπήρξαν ευεργετικές πολιτικές αποφάσεις με ευρύτερα κριτήρια που συνέβαλαν στην οικονομική ανόρθωση και ανάπτυξη της Γερμανίας μετά το 1945, ώστε οι οικονομικές ελίτ που είχαν διαμορφωθεί την εποχή του ναζιστικού καθεστώτος να διατηρήσουν την επιρροή και τον πλούτο τους. Ταυτόχρονα, επιχειρεί να θεμελιώσει την άποψη ότι «η θρυλική νοικοκυρά της Σουηβίας που χρησιμοποιείται ως παράδειγμα της χρηστής οικονομικής συμπεριφοράς της Γερμανίας» είναι μύθος καθώς:

-η επανένωση της Γερμανίας ήταν μεν «δαπανηρή, αλλά ήταν δωρεάν»,

-ο τελευταίος σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος, Γκέρχαρντ Σρέντερ, μετέτρεψε την χώρα σε «παράδεισο πλουσίων» ενισχύοντας ό,τι πιο αντικοινωνικό στην υποτιθέμενη κοινωνική οικονομία της αγοράς,

-στην διεθνή χρηματοοικονομική κρίση του 2007 και στην κρίση του ευρώ που ακολούθησε η Γερμανία δεν ήταν ο «καλοπληρωτής της Ευρώπης», όπως την ήθελε το συλλογικό στερεότυπο.
Διαβάζοντας τις επισημάνσεις της Χέρμαν, οι συνειρμοί με την περιγραφή του Μπαλζάκ για τον τραπεζίτη που στο «σχολείο δεν δάνειζε στους συμμαθητές του μια μπίλια αν δεν του έδιναν πίσω δύο» είναι αναπόφευκτοι.

Σήμερα, ο «Γερμανός τραπεζίτης» έχει κάθε λόγο να είναι ευχαριστημένος. Απολαμβάνει ήσυχος και ασφαλής τους καρπούς της προσπάθειας που ξεκίνησε από τα μέσα του 19ου αιώνα. Αισθάνεται τόσο απρόσβλητος ώστε να μη διστάζει να επαίρεται δημόσια για την αποτελεσματικότητα της πολιτικής του. Νοιώθει ότι δικαιώθηκε από την αταλάντευτη τήρηση του δόγματος «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» και αδιαφορεί για τις χιλιάδες τόνους αίματος, απόγνωσης και απελπισίας που έχουν ποτίσει τα χρήματα που εισρέουν στα θησαυροφυλάκια του.

Και η αλήθεια είναι ότι μετά την ευρωπαϊκή κρίση χρέους τα κέρδη της Γερμανίας είναι μυθώδη. Οι αποδόσεις των δανείων που πήραν οι υπερχρεωμένες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, τα αρνητικά επιτόκια με τα οποία δανείζεται και η υψηλή ρευστότητα που της εξασφάλισε το ρετουσαρισμένο στερεότυπο της Γερμανίδας νοικοκυράς η οποία «ζει με όσα διαθέτει», τροφοδοτούν την αυταρέσκεια και την πίστη στο «γερμανικό ιδεώδες» που την καθοδηγούν αδιάκοπα από την εποχή του Μπίσμαρκ.

Προσφάτως, σε απάντηση του υπουργείου Οικονομικών της Γερμανίας σε επερώτηση του βουλευτή της Αριστεράς, Φάμπιο ντε Μάζι, έγινε γνωστό ότι εξαιτίας των αρνητικών επιτοκίων με τα οποία δανείζεται το γερμανικό δημόσιο, μόνο για φέτος, το κέρδος από τόκους υπολογίζονται σε επτά δισ. ευρώ. Και παρότι τα γερμανικά ομόλογα αποφέρουν ουσιαστικά ζημίες στους αγοραστές τους, παραμένουν ιδιαίτερα δημοφιλή καθώς οι προσφορές των επενδυτών υπερκαλύπτουν συνήθως κατά 2 φορές την έκδοση. Σύμφωνα με υπολογισμούς της γερμανικής Ομοσπονδιακής Τράπεζας (Bundesbank), από το 2008, οπότε και ξέσπασε η οικονομική κρίση, μέχρι το 2018 η Γερμανία εξοικονόμησε χάρη στα χαμηλά επιτόκια δανεισμού περίπου 368 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί σε πάνω από 10% του γερμανικού ΑΕΠ. Μόνον το 2017, η ομοσπονδία, τα κρατίδια, οι δήμοι, και τα ασφαλιστικά ταμεία στην Γερμανία πλήρωσαν 55 δισ. ευρώ λιγότερα σε τόκους σε σύγκριση με την εποχή προ κρίσης. Οι υπολογισμοί αυτοί προκύπτουν από την σύγκριση του πραγματικού κόστους εξυπηρέτησης χρέους με το υποθετικό κόστος δανεισμού σε περίπτωση που τα επιτόκια είχαν κυμανθεί τα τελευταία δέκα χρόνια σε φυσιολογικά επίπεδα σε σχέση με το 2007. Ενώ, για παράδειγμα, η Γερμανία προσέφερε μέση απόδοση ύψους 4,2% σε επενδυτές το 2007, το επιτόκιο δανεισμού της σημείωνε έκτοτε συνεχή υποχώρηση φτάνοντας το 2018 στο 1,5%.

Και δεν είναι μόνο αυτά. Το 2018 , σύμφωνα με ρεπορτάζ του Γερμανικού Πρακτορείου Ειδήσεων (DPA) που αφορά στην απάντηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, μεταξύ 2010 και 2017, η γερμανική κεντρική τράπεζα έχει κερδίσει συνολικά 3,4 δισεκατομμύρια ευρώ από το Securities Market Programme (SMP), δηλαδή το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων που υλοποιεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Βέβαια, ένα μέρος από αυτά τα χρήματα έχει ήδη επιστραφεί στην Ελλάδα ή έχει δεσμευθεί από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), όπως προβλέπουν παλαιότερες συμφωνίες. Αλλά και πάλι απομένει ένα ποσό γύρω στα 2,5 δισ. ευρώ που δεν είχε μέχρι τότε επιστραφεί. Σε αυτό προστίθενται άλλα 400 εκατομμύρια ευρώ από τους τόκους παλαιότερου δανείου που είχε χορηγήσει η γερμανική κρατική αναπτυξιακή τράπεζα KfW. Σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα «... τα κέρδη από την ελληνική κρίση που έχουν εγγραφεί στον κρατικό προϋπολογισμό της Γερμανίας ανέρχονται σε 2,9 δισ...».