Πώς σκέφτονται οι Αμερικανοί για το εμπόριο | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς σκέφτονται οι Αμερικανοί για το εμπόριο

Οι νικητές, οι ηττημένοι, και η ψυχολογία της παγκοσμιοποίησης
Περίληψη: 

Παρόλο που ο Μπάιντεν ανέτρεψε μεγάλο αριθμό πολιτικών του προκατόχου του από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά του, διατήρησε τις προστατευτικές εμπορικές πολιτικές του Τραμπ. Η τρέχουσα διοίκηση δεν εκφέρει ούτε καν στα λόγια την ιδέα της μη διάκρισης εναντίον των ξένων προϊόντων, μια βασική αρχή του ελεύθερου εμπορίου.

Η DIANA C. MUTZ είναι καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης και Επικοινωνίας στην έδρα Samuel A. Stouffer στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια και η συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο Winners and Losers: The Psychology of Foreign Trade [1] (Princeton University Press, 2021), από το οποίο έχει προσαρμοστεί αυτό το άρθρο.

Ο τρόπος που σκέφτονται οι απλοί Αμερικανοί για το εμπόριο είναι πολύ διαφορετικός από τον τρόπο που το σκέφτονται οι οικονομολόγοι και οι ειδήμονες της πολιτικής. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν ακριβή γνώση για το πώς το εμπόριο τους επηρεάζει προσωπικά: δεν υποστηρίζουν το εμπόριο εάν έχουν όφελος από αυτό ή του αντιτίθενται επειδή θα τους βλάψει οικονομικά. Αντ' αυτού, οι απόψεις των Αμερικανών διαμορφώνονται από τις αντιληπτές επιπτώσεις του εμπορίου στις Ηνωμένες Πολιτείες συνολικά, από τα συναισθήματά τους σχετικά με την εμπορευόμενη εταίρο χώρα και από το πολιτικό κόμμα των ΗΠΑ που βρίσκεται στην εξουσία, και από την γενική οπτική τους για τον κόσμο πέρα από τα σύνορα της χώρας τους.

02082021-1.jpg

Εργαζόμενοι σε εργοστάσιο αυτοκινήτων της Nissan στην Smyrna, στο Τενεσί των ΗΠΑ, τον Φεβρουάριο του 2019. William Deshazar / Reuters
----------------------------------------------------------

Με απλά λόγια, οι απόψεις των περισσότερων Αμερικανών για το εμπόριο έχουν τις ρίζες τους στην ψυχολογία της ανθρώπινης αλληλεπίδρασης. Οι στάσεις τους απέναντι στους λαούς και τις χώρες που θεωρούν ότι είναι διαφορετικές από αυτούς, τους επηρεάζουν σημαντικά τις απόψεις τους. Η βασική διάκριση καταλήγει στο αν πιστεύουν ότι είναι δυνατή η συνεργασία για αμοιβαίο όφελος ή αν βλέπουν με καχυποψία εκείνους που φαίνονται πολύ διαφορετικοί από τους ίδιους. Για τον λόγο αυτό, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η φυλετική προκατάληψη αποδεικνύεται ένα από τα ισχυρότερα προγνωστικά της αντίθεσης στο εμπόριο.

Μετά τις προεδρικές εκλογές του 2016, ειδικοί και πολιτικοί ισχυρίστηκαν ότι η νίκη του Ντόναλντ Τραμπ αντιπροσώπευε την αρχή μιας «αντίδρασης» [2] κατά της παγκοσμιοποίησης. Αυτή η άποψη έχει επίσης διοχετεύθηκε στο κοινό˙ η έρευνά μου έδειξε ότι οι Αμερικανοί πιστεύουν ότι η χώρα γίνεται λιγότερο υποστηρικτική στο διεθνές εμπόριο. Στην πραγματικότητα, ισχύει το αντίθετο: η υποστήριξη προς το εμπόριο έχει αυξηθεί τόσο μεταξύ των Δημοκρατικών όσο και των Ρεπουμπλικάνων και τώρα είναι ισχυρότερη από ποτέ. Το αποτέλεσμα είναι μια περίεργη κατάσταση κατά την οποία πολλοί υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής εξακολουθούν να απορρίπτουν και να απαξιώνουν το εμπόριο, ακόμη και όταν το κοινό το υιοθετεί ενθέρμως.

«ΠΡΩΤΑ Η ΑΜΕΡΙΚΗ», ΟΧΙ ΠΡΩΤΑ ΕΓΩ

Το γεγονός ότι το ίδιον συμφέρον έχει μικρή σημασία για τις εμπορικές προτιμήσεις τους δεν σημαίνει ότι οι Αμερικανοί δεν ενδιαφέρονται για τις οικονομικές επιπτώσεις του εμπορίου. Οι άνθρωποι ενδιαφέρονται πολύ από το πώς αντιλαμβάνονται την χώρα ως ένα σύνολο που επηρεάζεται από το εμπόριο. Συνδέουν τις αποφάσεις πολιτικής που λαμβάνονται στην Ουάσινγκτον με τις εθνικές συνέπειες αυτών των πολιτικών˙ είναι δύσκολο για αυτούς να πολιτικοποιήσουν την προσωπική τους οικονομική εμπειρία, ιδιαίτερα με πολύπλοκα ζητήματα όπως το διεθνές εμπόριο.

Λίγοι Αμερικανοί έχουν ακριβή αίσθηση τόσο των θετικών όσο και των αρνητικών πλευρών του εμπορίου. Τα μέσα ενημέρωσης έχουν πιθανώς συμβάλει σε αυτό: η κάλυψη τείνει να επικεντρώνεται σε συμπαθητικά άτομα που χάνουν την δουλειά τους ως αποτέλεσμα του εμπορίου και όχι στους πολύπλοκους τρόπους με τους οποίους οι Αμερικανοί επωφελούνται από την παγκοσμιοποίηση. Το 2013, περίπου οι μισοί Αμερικανοί ενέκριναν την άποψη ότι το εμπόριο μείωσε τον αριθμό των διαθέσιμων θέσεων εργασίας στις Ηνωμένες Πολιτείες και αύξησε τον αριθμό των διαθέσιμων θέσεων εργασίας στο εξωτερικό. Αυτό υποδηλώνει έναν τρόπο σκέψης μηδενικού αθροίσματος για το εμπόριο˙ σε αυτή την γραμμή σκέψης, το εμπόριο καταλαμβάνει έναν πεπερασμένο αριθμό θέσεων εργασίας στον κόσμο και τις ανακατανέμει από τη μια χώρα στην άλλη.

Εάν οι Αμερικανοί δεν διαθέτουν εξελιγμένη γνώση για το τι κερδίζουν ή τι χάνουν οι ίδιοι ή η αμερικανική οικονομία, πώς διαμορφώνουν απόψεις για το εμπόριο; Η προθυμία για εμπόριο με μια χώρα, όπως και με ένα άλλο άτομο, εξαρτάται από την εμπιστοσύνη. Η εμπιστοσύνη, με την σειρά της, επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από την αντιληπτή ομοιότητα. Όσο περισσότερο μοιάζει με τις Ηνωμένες Πολιτείες μια δεδομένη χώρα -είτε από άποψη θρησκείας, γλώσσας, βιοτικού επιπέδου, μορφής διακυβέρνησης ή πολιτισμού- τόσο πιο θετικά οι Αμερικανοί θα την αξιολογήσουν ως δυνητικό εμπορικό εταίρο. Η πιο συνηθισμένη εξήγηση που δίνουν οι άνθρωποι για το γιατί οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει ή δεν πρέπει να συναλλάσσονται με μια συγκεκριμένη χώρα είναι ότι πιστεύουν ότι μπορούν (ή δεν μπορούν) να την εμπιστευτούν.

Οι μελετητές της πολιτικής οικονομίας τείνουν να αποφεύγουν την ιδέα ότι η βασική ανθρώπινη ψυχολογία υπεισέρχεται στις στάσεις απέναντι στο διεθνές εμπόριο. Αλλά για πολλούς Αμερικανούς, το εάν υποστηρίζουν το εμπόριο με μια άλλη χώρα παραλληλίζεται με τις δικές τους διαπροσωπικές αποφάσεις˙ συχνά θέλουν διαβεβαίωση ότι μια χώρα εμπορικός εταίρος είναι ειλικρινής και ομοϊδεάτης στις αξίες της.

Δυστυχώς, αυτού του είδους ο συλλογισμός οδηγεί σε πολλά από τα ίδια προβλήματα στο διεθνές εμπόριο με εκείνα στις διαπροσωπικές σχέσεις. Οι άνθρωποι είναι λιγότερο πιθανό να θέλουν να αλληλεπιδράσουν με εκείνους τους ανθρώπους ή τις χώρες που διαφέρουν από τον εαυτό τους. Δεν εμπιστεύονται αυτούς που φαίνονται «ξένοι», τόσο στην κυριολεκτική όσο και στην ανεπίσημη έννοια. Λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης, οι άνθρωποι μπορεί να προσπεράσουν δυνητικά επωφελείς οικονομικές ευκαιρίες.