Η Ουκρανία είναι μέρος της Δύσης | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Ουκρανία είναι μέρος της Δύσης

Το ΝΑΤΟ και η ΕΕ πρέπει να την αντιμετωπίσουν με αυτόν τον τρόπο
Περίληψη: 

Η αναγνώριση της νέας πραγματικότητας σημαίνει θεσμοθέτηση της θέσης της Ουκρανίας στην Δύση. Ήρθε η ώρα οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη να καθορίσουν έναν σαφή οδικό χάρτη για την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ο DMYTRO KULEBA είναι υπουργός Εξωτερικών της Ουκρανίας.

Από την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης τον Νοέμβριο του 1991, η περιοχή που εκτείνεται από την κεντρική Ευρώπη έως την Κεντρική Ασία αναφέρεται συνήθως ως «μετασοβιετικός χώρος». Ο χαρακτηρισμός ήταν πάντα προβληματικός -και 30 χρόνια μετά την εισαγωγή του, ήρθε η ώρα να αποσυρθεί. Ο όρος παραπλανητικά υποδηλώνει έναν βαθμό πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής συνοχής μεταξύ ενός διαφορετικού συνόλου χωρών που περιλαμβάνει και την δική μου, την Ουκρανία. Ακόμα πιο ανησυχητικό, η χρήση του ενθαρρύνει τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και τα κοινά έξω από αυτήν την γεωγραφική περιοχή να δουν τις χώρες που βρίσκονται μέσα σε αυτήν μέσω ενός και μόνο πρίσματος.

03082021-1.jpg

Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, και ο Ουκρανός υπουργός Εξωτερικών, Ντμίτρο Κουλέμπα, στο Κίεβο, τον Μάιο του 2021. Efrem Lukatsky / Pool / Reuters
---------------------------------------------

Αυτή η απλοϊκή προσέγγιση εξυπηρετεί τους ιμπεριαλιστικούς στόχους του Κρεμλίνου. Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν [1], δεν σπαταλά καμία προσπάθεια για να προωθήσει το ψευδές ιστορικό αφήγημα ότι οι Ουκρανοί και οι Ρώσοι αποτελούν «ένα έθνος»˙ το πρόσφατο έργο του των 5.300 λέξεων σχετικά με το θέμα έχει γίνει υποχρεωτικό ανάγνωσμα για τον ρωσικό στρατό. Ο Πούτιν επιθυμεί να συγκεντρώσει ξανά τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και να ανατρέψει αυτό που αποκαλεί «τη μεγαλύτερη γεωπολιτική καταστροφή του εικοστού αιώνα». Αλλά για εκατομμύρια ανθρώπους σε όλη την περιοχή, η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης δεν ήταν καταστροφή. Ήταν μια απελευθέρωση.

Αμέσως μετά το 1991, μια κοινή ιστορία όντως ένωνε τις χώρες που βγήκαν από τα συντρίμμια της Σοβιετικής Ένωσης. Αλλά οι αποκλίνουσες πορείες τους στις δεκαετίες που πέρασαν καθιστούν αυτή την κοινή εμπειρία όλο και λιγότερο σχετική. Οι Δυτικές χώρες πρέπει να σταματήσουν να τις βλέπουν ως απλώς έναν μετασοβιετικό χώρο. Εάν όμως αυτό το γεωπολιτικό κατασκεύασμα είναι ξεπερασμένο, τότε ποιο πλαίσιο θα πρέπει να το αντικαταστήσει; Και τι αλλαγές θα απαιτούσε αυτή η αλλαγή από την εξωτερική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους; Στην περίπτωση της Ουκρανίας, πάνω απ' όλα, η αναγνώριση της νέας πραγματικότητας σημαίνει θεσμοθέτηση της θέσης της χώρας στην Δύση. Ήρθε η ώρα οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη να καθορίσουν έναν σαφή οδικό χάρτη για την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

ΤΟ ΤΟΞΟ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Στα μέσα της δεκαετίας του 1980, το πρόγραμμα μεταρρύθμισης του σοβιετικού ηγέτη Μιχαήλ Γκορμπατσόφ για την διαφάνεια (glasnost) και την περεστρόικα (μεταρρύθμιση) εξαπέλυσε φυγόκεντρες δυνάμεις στην Σοβιετική Ένωση. Οι συστατικές δημοκρατίες έκαναν προσπάθειες να ξεφύγουν από την τροχιά της Μόσχας, να διεκδικήσουν την εθνική τους ταυτότητα, και να βρουν τους δικούς τους δρόμους για να ξεπεράσουν τις οικονομικές δυσκολίες. Όντας κυρίαρχες χώρες πριν από την βίαιη κατάληψή τους από το Κρεμλίνο, αυτά τα έθνη επέστρεφαν σε μια φυσική ισορροπία. Μέχρι το 1991, προς έκπληξη πολλών πολιτικών της Δύσης, η διαδικασία είχε ολοκληρωθεί: η Σοβιετική Ένωση διαλύθηκε και στην θέση της υπήρχαν 15 ανεξάρτητα κράτη.

Έκτοτε, ο ρυθμός αλλαγής ποικίλλει από τη μια χώρα στην άλλη. Μερικές, όπως η Λευκορωσία [2], έχουν επιβραδύνει και προσπαθούν να διατηρήσουν την σοβιετική κληρονομιά τους˙ άλλες έκαναν άλμα όσο το δυνατόν πιο μπροστά, όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Τα κράτη της Βαλτικής και τα έθνη του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας αποτίναξαν το σοβιετικό παρελθόν και έκαναν βήματα για να ενσωματωθούν στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ ήδη από την δεκαετία του 1990, ολοκληρώνοντας την διαδικασία έως το 2004 -ακριβώς πριν αρχίσει να αναδύεται ο ρωσικός ιμπεριαλισμός [3]. Δυστυχώς, η Ουκρανία και η Γεωργία έχασαν εκείνη την ιστορική στιγμή. Αμφότερες έμειναν έξω από την πόρτα και υπέστησαν αργότερα ρωσικές στρατιωτικές επιθέσεις, με κόστος σε ζωές και εδάφη.

Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, ο Πούτιν προσπάθησε να αποκαταστήσει τον έλεγχο της Μόσχας σε όλη την περιοχή, στην πορεία παραβιάζοντας τα διεθνή αναγνωρισμένα σύνορα. Αλλά το Κρεμλίνο δεν μπόρεσε να γυρίσει το ρολόι πίσω. Προσπαθώντας να κάμψει το τόξο της ιστορίας σύμφωνα με την θέλησή του, ο Πούτιν μόνο έχει ενισχύσει τις δυνάμεις που σκοπεύει να υποτάξει. Αυτή η δυναμική έγινε εμφανής μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Γεωργία το 2008, και ακόμη περισσότερο μετά την επίθεσή της το 2014 στην Ουκρανία [4].

Το Κρεμλίνο ασκούσε πίεση στο Κίεβο πολύ πριν από αυτήν την εισβολή. Ο επίμονος εκφοβισμός του Πούτιν, σε συνδυασμό με την κακόβουλη απόφαση του Ουκρανού προέδρου, Βίκτορ Γιανουκόβιτς, να υποχωρήσει στη Μόσχα και να ανατρέψει την φιλοευρωπαϊκή πορεία των προηγούμενων κυβερνήσεων, πυροδότησε τις διαμαρτυρίες στα τέλη του 2013 που μετατράπηκαν στην Ουκρανική Επανάσταση της Αξιοπρέπειας. Αφού ο Γιανουκόβιτς διέταξε την αστυνομία να πυροβολήσει τους διαδηλωτές, με αποτέλεσμα περισσότερους από 100 νεκρούς, ο ουκρανικός λαός τον ανάγκασε να αποχωρήσει από την εξουσία. Η Ρωσία εισέβαλε στην Κριμαία μέσα σε λίγες μέρες. Αλλά οι Ουκρανοί έχουν ήδη αλλάξει αμετάκλητα την τροχιά της χώρας μας, διασφαλίζοντας ότι καμία κυβέρνηση στο Κίεβο δεν θα σκεφτόταν ποτέ να αντιμετωπίσει τους πολίτες της με το βαρύ χέρι που χρησιμοποιούν σήμερα οι κυβερνήσεις της Ρωσίας και της Λευκορωσίας εναντίον των πολιτών τους.