Μπορεί το Βερολίνο να γίνει σκληρό προς το Πεκίνο; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Μπορεί το Βερολίνο να γίνει σκληρό προς το Πεκίνο;

Ο διάδοχος της Μέρκελ πρέπει να αναβιώσει την ετοιμοθάνατη γερμανική πολιτική για την Κίνα

Όπως όλοι οι ηγέτες που παραμένουν πολύ καιρό [στην εξουσία], έτσι και η Γερμανίδα καγκελάριος, Άνγκελα Μέρκελ, άφησε τον διάδοχό της με ένα πάκο ημιτελών εργασιών -αλλά και με ευκαιρίες αναθεώρησης πολιτικών που έχουν ξεπεράσει την χρησιμότητά τους. Πουθενά αυτό δεν απεικονίζεται καλύτερα από όσο στην ετοιμοθάνατη στρατηγική της Γερμανίας απέναντι στην Κίνα.

13102021-1.jpg

Συνάντηση της Γερμανίδας Καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ με Κινέζους αξιωματούχους στο Πεκίνο, τον Σεπτέμβριο του 2019. Andrea Verdelli / Reuters
------------------------------------------------------

Αρχικά, η Μέρκελ ήταν ευκίνητη και σίγουρη για τον εαυτό της στην αντιμετώπιση της Κίνας. Έκανε γρήγορα την Κίνα μια από τις προτεραιότητές της στην εξωτερική πολιτική: επισκέφθηκε την Κίνα μόλις έξι μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων της στα τέλη του 2005, στην πρώτη από τις 12 επισκέψεις της, περισσότερες από όλους τους προκατόχους της μαζί. Αυτό έκανε την Κίνα την χώρα με τις περισσότερες επισκέψεις [από τη Μέρκελ] μετά την Ρωσία, τις Ηνωμένες Πολιτείες, και τους Ευρωπαίους γείτονες της Γερμανίας.

Η Μέρκελ φαινόταν επίσης ικανή να εξισορροπεί τα συμφέροντα που έκαναν άλλους παγκόσμιους ηγέτες να μπερδεύονται. Ήταν ευπρόσδεκτη καλεσμένη στην Κίνα, βοηθώντας να ανοίξουν πόρτες για γερμανικές επιχειρήσεις και καθιστώντας την Γερμανία μια από τις πιο δημοφιλείς ξένες χώρες στην Κίνα. Η Γερμανία παρείχε τα μηχανουργικά εργαλεία που απαιτούνταν για την ταχεία εκβιομηχάνιση της Κίνας, και τις πιο δημοφιλείς μάρκες αυτοκινήτων στη μεγαλύτερη αγορά αυτοκινήτων στον κόσμο. Πέρυσι, η Κίνα ήταν ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Γερμανίας, ξεπερνώντας τις Ηνωμένες Πολιτείες και κάθε χώρα της ΕΕ.

Ταυτόχρονα, η Μέρκελ δεν δίσταζε να μιλά για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Το 2007, συνάντησε τον Δαλάι Λάμα στο γραφείο της και αδιαφόρησε για τον επακόλουθο θυμό των Κινέζων αξιωματούχων. Υποστήριξε επίσης το εμπάργκο όπλων της ΕΕ στην Κίνα, παρά το γεγονός ότι δέχθηκε πιέσεις από τους ηγέτες της βιομηχανίας να το απορρίψει. Προσπάθησε να φροντίσει για τον άρρωστο βραβευμένο με Νόμπελ Ειρήνης Liu Xiaobo ώστε να φύγει από την Κίνα για ιατρική περίθαλψη και αργότερα πίεσε με επιτυχία τον Κινέζο ηγέτη, Xi Jinping, να αφήσει την χήρα του Liu, Liu Xia, να μεταναστεύσει στην Γερμανία.

Η στρατηγική της Μέρκελ είχε νόημα σε πολλά επίπεδα. Η Γερμανία δεν έχει σημαντικά στρατηγικά συμφέροντα στον Ειρηνικό και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το εμπόριο για την ευημερία της. Το να βρεθεί τρόπος να ωφεληθεί από την άνοδο της Κίνας διατηρώντας τις γερμανικές δημοκρατικές αρχές ήταν εφικτό. Αυτό ίσχυε ιδιαίτερα όταν ανέλαβε καθήκοντα˙ τότε, η Κίνα ήταν σχετικά ανοιχτή υπό την ηγεσία [1] του προέδρου Χου Τζιντάο και του πρωθυπουργού του, Wen Jiabao. Το Πεκίνο μπορεί να μην επιδίωκε πάντα τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις με σθένος, αλλά όντως επέτρεπε στην κινεζική κοινωνία των πολιτών μεγαλύτερο βαθμό ελευθερίας.

Η ιδέα ότι το εμπόριο και η δέσμευση θα μπορούσαν να αλλάξουν την Κίνα αντηχούσε ιδιαίτερα έντονα στην Γερμανία. Η παλιά δυτικογερμανική στρατηγική για την επιδίωξη της Wandel durch Handel (αλλαγή μέσω εμπορίου) στις συναλλαγές της με την Σοβιετική Ένωση συνέβαλε στην πτώση των φραγμών και στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης που επέτρεψε στην Γερμανία να επανενωθεί αντιμετωπίζοντας λίγη σοβιετική αντίθεση. Στις σχέσεις τους με την Κίνα, η Μέρκελ και άλλοι Γερμανοί υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής είδαν μια αντανάκλαση του μετασχηματισμού της δικής τους χώρας. Δυστυχώς για αυτούς, η Κίνα πήγε από την άλλη κατεύθυνση -και η γερμανική πολιτική αγωνίστηκε να προσαρμοστεί.

ΤΟ ΕΔΑΦΟΣ ΜΕΤΑΚΙΝΗΘΗΚΕ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΑ ΠΟΔΙΑ ΤΗΣ

Ακόμη και πριν από την ανάληψη της ηγεσίας από τον Σι το 2012, το ΚΚ της Κίνας έσφιγγε την λαβή του στον έλεγχο της κοινωνίας και της οικονομίας. Υπό τον Σι, αυτές οι τάσεις [2] επιταχύνθηκαν και βάθυναν, οδηγώντας σε επαναβεβαίωση του ελέγχου σε τμήματα της οικονομίας, σε καταστολή της άλλοτε ελεύθερης πόλης-κράτους του Χονγκ Κονγκ, και σε μια επιθετική πολιτική της κινεζικής πολιτιστικής αφομοίωσης στην τουρκική παραμεθόρια περιοχή της Σιντζιάνγκ.

Η πολιτική της Μέρκελ για την Κίνα, ωστόσο, δεν ανταποκρίθηκε πραγματικά σε αυτές τις αλλαγές. Ακόμη και αφότου η Κίνα επέβαλε κυρώσεις σε Γερμανούς ακαδημαϊκούς και [γερμανικές] δεξαμενές σκέψης (για τις οποίες δεν είπε τίποτα) τον περασμένο Μάρτιο ως απάντηση στις κυρώσεις της ΕΕ προκειμένου να τιμωρήσει την Κίνα για τις φερόμενες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Σιντζιάνγκ, η Μέρκελ και ο Εμμανουέλ Μακρόν της Γαλλίας προώθησαν την Συνολική Συμφωνία για Επενδύσεις (Comprehensive Agreement on Investment, CAI) μεταξύ ΕΕ και Κίνας. Αυτή ήταν μια εμπορική συμφωνία με στόχο οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να κερδίσουν πρόσβαση στην αγορά της Κίνας -αλλά παρέκαμψε τα πιο αμφιλεγόμενα ζητήματα, όπως ο κυβερνητικός έλεγχος σε βασικές βιομηχανίες και η έλλειψη ενός ολοκληρωμένου τρόπου επίλυσης διαφορών. Γερμανοί και Γάλλοι αξιωματούχοι κατέληξαν στην συμφωνία στις 30 Δεκεμβρίου -δύο ημέρες πριν από την λήξη της θητείας της Γερμανίας στην εκ περιτροπής προεδρία της ΕΕ- δείχνοντας πόσο επιθυμούσε η Μέρκελ να κάνει το εμπόριο τον ακρογωνιαίο λίθο των μελλοντικών σχέσεων της Ευρώπης με την Κίνα.

Η δέσμευση της Μέρκελ να εμπορεύεται με την Κίνα ανεξάρτητα από την αυταρχική στροφή της υπό τον Σι αντανακλά ένα είδος σκεπτικισμού σχετικά με την ικανότητα των ανοικτών κοινωνιών να επιβιώσουν. Οι φορείς χάραξης πολιτικής φαίνεται να αμφιβάλλουν για την ικανότητα της Ευρώπης να αντισταθεί στον κινεζικό εξαναγκασμό στο μέλλον, ειδικά στο καθόλου απόμακρο σενάριο στο οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες επιστρέψουν σε κάποια εκδοχή του Τραμπισμού και της σχετικής αδιαφορίας του για τους παραδοσιακούς συμμάχους. Καλύτερα να κλείσει μια εμπορική συμφωνία τώρα, προτού η διαπραγματευτική θέση της Ευρώπης αποδυναμωθεί περαιτέρω.

Συνολικά, ωστόσο, η προσέγγιση της Μέρκελ ήταν να διαχειριστεί τα προβλήματα παρά να τα προβλέψει. Αντιμετώπισε επιδέξια κρίσεις και προκλήσεις στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, αλλά κυρίως με αντιδραστικό τρόπο που δεν υπονοεί μια συνεκτική και συνεπή στρατηγική. Η καγκελάριος αντιστάθμισε την πιο τολμηρή της κίνηση –το να επιτρέψει σε ένα εκατομμύριο πρόσφυγες να μεταναστεύσουν στην Γερμανία το 2015- δύο χρόνια αργότερα, όταν δεσμεύτηκε ότι «το 2015 δεν πρέπει να επαναληφθεί» [3]. Στην πορεία, χαμήλωσε το πολιτικά φορτισμένο ζήτημα της ενθάρρυνσης των τακτικών ροών μεταναστών στην Γερμανία, κάτι που η χώρα χρειάζεται πολύ καθώς το εργατικό δυναμικό της γερνάει και λιγοστεύει.

Το έδαφος έχει επίσης μετακινηθεί κάτω από τη Μέρκελ μέσα στην ίδια την χώρα της. Στις αρχές του 2019, η Ομοσπονδία Γερμανικών Βιομηχανιών (BDI) εξέδωσε ένα επιδραστικό έγγραφο [4] χαρακτηρίζοντας την Κίνα ως «συστημικό ανταγωνιστή» -όχι απλώς μια χώρα επιρρεπή σε κάποιες αθέμιτες οικονομικές πρακτικές, αλλά μια χώρα που ήθελε να υποσκελίσει τους ανταγωνιστές της.

Ακολούθησε δύο μήνες αργότερα ένα έγγραφο της Ευρωπαϊκής Ένωσης [5] που αντικατόπτρισε σε μεγάλο βαθμό τους ισχυρισμούς της BDI, αναλύοντας την Κίνα σε ένα τριμερές πλαίσιο: Το Πεκίνο είναι ταυτόχρονα ένας δυνητικός εταίρος στην επίλυση παγκόσμιων ζητημάτων, ένας οικονομικός ανταγωνιστής, και ένας συστημικός αντίπαλος. Η ευρεία αλλαγή στάσης αντανακλάται επίσης στην απόρριψη της CAI από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο νωρίτερα φέτος. Η Μέρκελ μπορεί να παρέμεινε κολλημένη στην δεκαετιών προσέγγισή της ως προς την Κίνα, αλλά το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης προχωρούσε.

ΕΝΑ ΝΕΟ ΤΟΠΙΟ

Οι πρόσφατες εθνικές εκλογές στην Γερμανία πιθανότατα θα ωθήσουν τις σχέσεις της χώρας με την Κίνα σε νέες κατευθύνσεις. Τα μικτά αποτελέσματα των εκλογών επιτρέπουν μόνο τρεις πιθανούς κυβερνητικούς συνασπισμούς. Ο ένας, είναι ένας μεγάλος συνασπισμός με επικεφαλής τους κεντροαριστερούς Σοσιαλδημοκράτες του Όλαφ Σολτς και τους κεντροδεξιούς Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ -τώρα υπό νέα ηγεσία- ως τους δεύτερους εταίρους. Και τα δύο κόμματα, ωστόσο, απέρριψαν αυτήν την επιλογή.

Αυτό αφήνει δύο άλλες δυνατότητες, οι οποίες περιλαμβάνουν και τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους να ενωθούν είτε με τους Χριστιανοδημοκράτες είτε με τους Σοσιαλδημοκράτες -δύο επιλογές που πιθανότατα θα σημαίνουν σημαντικές αλλαγές στην πολιτική της Γερμανίας για την Κίνα. Και τούτο διότι τόσο οι Πράσινοι όσο και οι Φιλελεύθεροι είναι από τους πιο έντονους επικριτές της πολιτικής της Μέρκελ για την Κίνα και σε αμφότερα τα σενάρια, είτε οι Πράσινοι είτε οι Φιλελεύθεροι (πιθανότατα οι Πράσινοι) θα αποκτήσουν τον έλεγχο του Υπουργείου Εξωτερικών.

Η ανάλυση των πλατφορμών των κομμάτων από την γερμανική δεξαμενή σκέψης Merics [6] έδειξε τι θα μπορούσε να συμβεί στο πιο πιθανό αποτέλεσμα -ένας συνασπισμός των Σοσιαλδημοκρατών, των Πρασίνων, και των Φιλελευθέρων. Και οι τρεις τάσσονται υπέρ της καταδίκης των κινεζικών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της διατήρησης της αυτονομίας του Χονγκ Κονγκ. Προτιμούν επίσης την δημιουργία περισσότερων πανευρωπαϊκών προστασιών, όπως ο μηχανισμός ελέγχου επενδύσεων της ΕΕ το 2019 [7], ο οποίος αποσκοπούσε στο να αποτρέψει ξένες επιχειρήσεις να εξαγοράσουν στρατηγικές βιομηχανίες. Οι αξιωματούχοι της ΕΕ εισήγαγαν τον μηχανισμό μετά από υψηλού προφίλ κινεζικές εξαγορές οργανισμών κοινής ωφελείας και εταιρειών προηγμένης τεχνολογίας σε κράτη-μέλη της ΕΕ.

Η υιοθέτηση αυτού του είδους της ατζέντας θα μπορούσε να ξαναφέρει την Γερμανία σε μια πιο δυναμική εξωτερική πολιτική απέναντι στην Κίνα, που θα αντηχεί την περίοδο από το 1998 έως το 2005 όταν ήταν υπουργός Εξωτερικών ο Γιόσκα Φίσερ των Πρασίνων. Με κίνητρο τις ισχυρές θέσεις του κόμματος για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ο Φίσερ υποστήριξε την συμμετοχή της Γερμανίας στον πόλεμο του Κοσσυφοπεδίου και την τοποθέτηση στρατευμάτων στο Αφγανιστάν.

Αυτό δεν σημαίνει ότι μια νέα γερμανική κυβέρνηση θα αντιμετωπίσει αμέσως την Κίνα. Επί Μέρκελ, η πολιτική απέναντι στην Κίνα έγινε Kanzlersache (υπόθεση της καγκελαρίου), ειδικά δεδομένης της οικονομικής σημασίας της διατήρησης καλών σχέσεων. Αυτό είναι απίθανο να αλλάξει δραματικά υπό τον Σολτς, αν και δεν θα εμπόδιζε τον νέο Υπουργό Εξωτερικών να μιλά δημοσίως για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

ΛΕΓΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΤΗΝ ΚΙΝΑ

Η ευρωπαϊκή συναίνεση να βλέπει την Κίνα ταυτόχρονα ως εταίρο, ανταγωνιστή [8], και αντίπαλο έχει πλέον υιοθετηθεί από τις περισσότερες Δυτικές χώρες, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών υπό τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν. Αλλά είναι ασαφές τι σημαίνει αυτή η κατανόηση στην πράξη. Θα πρέπει να προκαλέσει περισσότερες εμπορικές κυρώσεις, παρόλο που δεν φαίνεται να λειτουργούν; [9] Θα πρέπει η Γερμανία να προετοιμαστεί για περισσότερη στρατιωτική εμπλοκή στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, παρόλο που τέτοιες ενέργειες θα ήταν σε μεγάλο βαθμό συμβολικές, δεδομένης της περιορισμένης στρατιωτικής ικανότητας της Γερμανίας (και της Ευρώπης);

Μια επιλογή που πολύ γρήγορα απορρίπτεται είναι απλώς οι Γερμανοί ηγέτες να μιλήσουν πιο δυναμικά υπέρ αυτού που πιστεύουν -υπογραμμίζοντας ρητά αυτό που θεωρούν ως αποδεκτούς κανόνες. Αυτή η ειλικρίνεια μπορεί να βοηθήσει να δείξει ότι παρόλο που το Βερολίνο δεν προσπαθεί να απομονώσει το Πεκίνο, οι ανοιχτές κοινωνίες δεν θα δεχτούν την Κίνα ως μια πλήρως «κανονική» χώρα εφόσον επιδιώκει την καταστολή στο εσωτερικό και τον επεκτατισμό στο εξωτερικό. (Η Γερμανία βρίσκεται σε καλύτερη θέση από όσο οι Ηνωμένες Πολιτείες για να αποκτήσει το ηθικό πλεονέκτημα εδώ ˙ μάρτυρας η ευγένεια της πρόσφατης εκλογικής διαδικασίας στην Γερμανία έναντι της καταστροφής που ακολούθησε τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ το 2020).

Η Γερμανία θα μπορούσε επίσης να ενισχύσει τις πολιορκημένες δημοκρατίες στην περιοχή, όπως την Ταϊβάν [10]. Μετά από χρόνια αντιμετώπισης της ρωσικής κυβερνο-κατασκοπείας, οι Γερμανοί αξιωματούχοι έχουν κάποια εμπειρία σε αυτόν τον τομέα και θα μπορούσαν να βοηθήσουν συμβουλεύοντας τους Ταϊβανούς ομολόγους τους, τουλάχιστον ως έναν συμβολικό τρόπο για να δείξουν στην Ταϊβάν ότι δεν είναι μόνη.

Η Γερμανία θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιήσει μια άλλη σελίδα από το εγχειρίδιο της Δυτικής Γερμανίας για τον Ψυχρό Πόλεμο και να προωθήσει άλλη μια πολιτική από εκείνη την εποχή: την Wandel durch Annäherung (αλλαγή μέσω της προσέγγισης) στην οποία η Δυτική Γερμανία συμφώνησε να συνεργαστεί με τις χώρες του σοβιετικού μπλοκ με αντάλλαγμα δεσμεύσεις σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα. Σύμφωνα με τα λόγια του Γερμανού συγγραφέα Jörg Lau, η επιτυχία της πολιτικής ήταν ο «δημιουργικός συνδυασμός κινήτρων και πίεσης, οικονομίας και ηθικής, αξιών και συμφερόντων» [11].

Οι σκεπτικιστές δικαίως θα επισημάνουν ότι η Κίνα δεν είναι η Σοβιετική Ένωση. Είναι πολύ πιο σημαντική από οικονομική άποψη και δεν χρειάζεται την οικονομική πατρωνία της Δύσης, κάτι που την καθιστά λιγότερο ευάλωτη στις πιέσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αλλά αυτή η στρατηγική, που υποστηρίχθηκε για πρώτη φορά το 1963, εξακολουθεί να προσφέρει μια χρήσιμη υπενθύμιση ότι το εμπόριο και οι αξίες μπορούν και πρέπει να συμβαδίζουν. Αυτές οι ιδέες θα άφηναν την Γερμανία να ξεφύγει από την αποφυγή [της ενασχόλησης με τα αμφιλεγόμενα ζητήματα] όπως έκανε τα τελευταία χρόνια η Μέρκελ και θα της επιτρέψει να αντλήσει από την δική της βαθιά εμπειρία, ως μια χώρα που γνώρισε πάρα πολύ καλά τα θέλγητρα του αυταρχισμού, αλλά έκτοτε ευδοκίμησε ως μια από τις μεγαλύτερες ιστορίες επιτυχίας της δημοκρατίας στον κόσμο.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/reviews/review-essay/2021-06-22/life-party
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/china/2020-12-04/chinese-communi...
[3] https://www.youtube.com/watch?v=oTqNRuolDUM
[4] https://english.bdi.eu/media/publications/?publicationtype=Positions#/pu...
[5] https://ec.europa.eu/info/publications/eu-china-strategic-outlook-commis...
[6] https://merics.org/en/merics-briefs/germanys-future-china-policy-look-el...
[7] https://trade.ec.europa.eu/doclib/press/index.cfm?id=2187
[8] https://www.foreignaffairs.com/articles/china/2019-04-03/why-europe-gett...
[9] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2021-08-24/united-...
[10] https://www.foreignaffairs.com/articles/taiwan/2021-10-05/taiwan-and-fig...
[11] https://internationalepolitik.de/de/wandel-durch-handel-0

Copyright © 2021 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/china/2021-10-11/can-berlin-get-...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition