Η δημοκρατία πεθαίνει στην Βραζιλία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η δημοκρατία πεθαίνει στην Βραζιλία

Για να σταματήσει ο Μπολσονάρο, η αντιπολίτευση πρέπει να ενωθεί

Επομένως, ο Μπολσονάρο είναι και σύμπτωμα και αιτία της δημοκρατικής καχεξίας της Βραζιλίας. Επιπλέον, σε αντίθεση με την Αργεντινή, την Χιλή, και άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής, η Βραζιλία δεν ασχολήθηκε ποτέ ανοιχτά με το αυταρχικό παρελθόν της. Ανυπομονώντας να γυρίσουν σελίδα στην βάναυση ιστορία της στρατιωτικής δικτατορίας, οι επόμενες δημοκρατικές κυβερνήσεις αρνήθηκαν να καταδικάσουν έστω και ένα άτομο για τις πολυάριθμες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διαπράχθηκαν κατά την διάρκεια των 20 και πλέον ετών στρατιωτικής διακυβέρνησης. Αυτό άλλαξε μόλις τον Ιούνιο του 2021, όταν ένας δικαστής στο Σάο Πάολο καταδίκασε έναν συνταξιούχο αστυνομικό σε δύο χρόνια φυλάκιση για μια απαγωγή το 1971. Αυτή η θέληση να καθαρίσει το τοπίο [από τα ζητήματα του παρελθόντος] έδωσε την δυνατότητα σε δημόσια πρόσωπα να επιδοθούν σε νοσταλγία του αυταρχισμού -το λάθος της δικτατορίας, σύμφωνα με τον Μπολσονάρο, ήταν «να βασανίζει αντί να σκοτώνει [αντιπάλους]»- με περιορισμένη αντίδραση.

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ

Ωστόσο, η δημοκρατική παρακμή της Βραζιλίας δεν είναι μόνο το αποτέλεσμα της εγχώριας διολίσθησης. Οι διεθνείς παράγοντες παίζουν επίσης ρόλο. Για παράδειγμα, οι ανησυχίες για την αποψίλωση των δασών στον Αμαζόνιο και για την κλιματική αλλαγή, έχουν εντείνει την διεθνή πίεση στην Βραζιλία να κάνει περισσότερα για την καταπολέμηση της περιβαλλοντικής καταστροφής. Μια τέτοια κριτική έχει ήδη προκαλέσει αντιδράσεις μεταξύ πολλών από τους υποστηρικτές του Μπολσονάρο [3] —καθιστώντας του δυνατόν το να αναζωπυρώσει τις φλόγες του εθνικισμού αντί να αντιμετωπίσει τα πολυάριθμα εσωτερικά προβλήματα της Βραζιλίας. Παραδόξως, όσο πιο απομονώνεται διεθνώς η χώρα ως αποτέλεσμα των περιβαλλοντικών της επιδόσεων, τόσο πιο εύκολο γίνεται για τον Μπολσονάρο να απεικονίσει τον εαυτό του ως τον τελευταίο προστάτη της κυριαρχίας της Βραζιλίας.

Οι ακροδεξιές ομάδες στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επίσης επηρεάσει την πολιτική της Βραζιλίας. Μετά την ήττα του Τραμπ το 2020, οι εξτρεμιστές είδαν την Βραζιλία ως μέρος ενός παγκόσμιου πεδίου μάχης στην προσπάθειά τους να προωθήσουν την λεγόμενη alt-right. Η οικογένεια Μπολσονάρο διατηρεί στενούς δεσμούς με πρώην συμβούλους Τραμπ, όπως ο Στιβ Μπάνον, και οι Αρχές συνέλαβαν πρόσφατα τον σύμμαχο του Τραμπ, Τζέισον Μίλερ, για ανάκριση στο αεροδρόμιο της Μπραζίλια, αφού παρευρέθηκε σε μια διάσκεψη πολιτικής δράσης συντηρητικών εκεί. Η κυβέρνηση Μπολσονάρο έχει επίσης επιδιώξει να ενισχύσει τους δεσμούς της με ακροδεξιά κινήματα σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ουγγαρίας, της Ιταλίας, και της Πολωνίας –επιβεβαιώνοντας τις κοινές απόψεις για ζητήματα όπως η μετανάστευση και οι κίνδυνοι της «παγκοσμιοποίησης».

Οι άλλοτε σημαντικοί περιφερειακοί οργανισμοί, όπως η Mercosur - ένα εμπορικό μπλοκ της Νότιας Αμερικής- απέτυχαν επίσης να αντιμετωπίσουν αυτούς τους άρρωστους πολιτικούς ανέμους. Η αποκαλούμενη δημοκρατική ρήτρα της Mercosur, η οποία κάποτε έπαιζε σημαντικό ρόλο στην προστασία της πολιτικής ελευθερίας σε ολόκληρη την περιοχή, είναι τώρα σε μεγάλο βαθμό άσχετη, όπως και η Διαμερικανική Δημοκρατική Χάρτα (Inter-American Democratic Charter) του 2001, η οποία επιδιώκει να υποστηρίξει τους δημοκρατικούς κανόνες στο δυτικό ημισφαίριο. Οι πρόσφατες εξελίξεις στο Ελ Σαλβαδόρ, όπου η κυβέρνηση του προέδρου Nayib Bukele έχει εκκαθαρίσει το δικαστικό σώμα της χώρας, και στη Νικαράγουα, όπου ο πρόεδρος Daniel Ortega έχει φυλακίσει με θρασύτητα πολλούς προεδρικούς υποψηφίους ενόψει των εκλογών του Νοεμβρίου, δείχνουν ότι τέτοιες περιφερειακές οργανώσεις και γειτονικές χώρες δεν έχουν την δύναμη να αναγκάσουν την Βραζιλία να τηρεί τις δημοκρατικές αρχές.

Ακόμη και η προθυμία των Ηνωμένων Πολιτειών να πιέσουν τον Μπολσονάρο για την αντιδημοκρατική ρητορική και τις πολιτικές του είναι περιορισμένη. Η διοίκηση του προέδρου Τζο Μπάιντεν είναι ανυπόμονη να εμπλακεί στην Βραζιλία στον αγώνα της κατά της κλιματικής αλλαγής και στις προσπάθειές της να μειώσει την κινεζική επιρροή [4] στη Νότια Αμερική —αμφότερα θα απαιτήσουν συνεργασία και όχι ανταγωνισμό. Το πρόσφατο ταξίδι του Sullivan στη Μπραζίλια ήταν ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: παρόλο που ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας απέρριψε τους ισχυρισμούς του Bolsonaro ότι το ηλεκτρονικό σύστημα ψηφοφορίας της Βραζιλίας ήταν νοθευμένο, οι παρατηρητές έφυγαν με την εντύπωση ότι ο κύριος στόχος του Sullivan δεν ήταν να επιπλήξει τον πρόεδρο για τα αυταρχικά του ένστικτα αλλά να τον πείσει να απαγορεύσει την Huawei από το δίκτυο 5G της Βραζιλίας. Εάν συμφωνήσει να το κάνει, η Ουάσιγκτον προσφέρει στην Βραζιλία μια στενότερη συμμαχία ασφάλειας και υπονόησε ότι η χώρα θα μπορούσε να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ ως «παγκόσμιος εταίρος» -ένα καθεστώς που μεταξύ των χωρών της Λατινικής Αμερικής [5] μόνο η Κολομβία μπορεί να διεκδικήσει. Το ταξίδι του Σάλιβαν προκάλεσε ανησυχίες ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ίσως να είναι πρόθυμες να κλείσουν τα μάτια στις σαφείς προσπάθειες του Μπολσονάρο να υπονομεύσει την δημοκρατία της Βραζιλίας, υπό την προϋπόθεση ότι θα συμφωνήσει να συμπαραταχθεί με την Ουάσιγκτον για τον περιορισμό της επιρροής του Πεκίνου στο ημισφαίριο.

Ό,τι κι αν συμβεί κατά τις εκλογές στην Βραζιλία τον Οκτώβριο του 2022, η δημοκρατία της χώρας αντιμετωπίζει μια μεγάλη δοκιμασία. Η δημοκρατική οπισθοδρόμηση σε άλλες χώρες όπως η Ουγγαρία, η Τουρκία, και η Βενεζουέλα υποδηλώνει ότι οι ισχυροί άνδρες συχνά ενθαρρύνονται από μια επανεκλογή και γίνονται όλο και πιο αυταρχικοί. Εάν κερδίσει άλλη μια θητεία, ο Μπολσονάρο είναι απίθανο να αποτελέσει εξαίρεση. Εάν, ωστόσο, χάσει, αρνηθεί να παραχωρήσει [την εξουσία], και κινητοποιήσει τους υποστηρικτές του, ο αποδυναμωμένος δημοκρατικός θεσμός της Βραζιλίας μπορεί να μην μπορέσει να αντέξει την αυταρχική έφοδο.