Η Ευρώπη πρέπει να προχωρήσει στην άμυνα | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Ευρώπη πρέπει να προχωρήσει στην άμυνα

Οι Βρυξέλλες πρέπει να δανειστούν και να δαπανήσουν περισσότερα για την ασφάλεια

Καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν η ραχοκοκαλιά της άμυνας της ηπείρου, ο αμερικανικός σκεπτικισμός για τις ευρωπαϊκές αμυντικές πρωτοβουλίες έχει προκαλέσει αντιθέσεις εντός της ΕΕ. Ευρωπαίοι αξιωματούχοι έχουν έρθει συχνά στην Ουάσιγκτον εκφράζοντας κατ’ ιδίαν την δυσαρέσκειά τους για τις γαλλικές πρωτοβουλίες ασφάλειας, πιστεύοντας ότι αυτό είναι που θέλουν να ακούσουν οι Αμερικανοί συνομιλητές τους. Όμως ο κόσμος έχει αλλάξει πολύ από την δεκαετία του 1990. Ενώ η κυβέρνηση Κλίντον ήταν απορροφημένη με την διασφάλιση της επιβίωσης του ΝΑΤΟ σε έναν μεταψυχροπολεμικό κόσμο, ο ρόλος του ΝΑΤΟ σήμερα είναι πολύ πιο ασφαλής. Η ΕΕ έχει επίσης εξελιχθεί και η αμερικανική επιφυλακτικότητα προς την ένωση δεν δικαιολογείται πλέον. Η πολιτική ένωση της Ευρώπης έχει επιβιώσει από πολλές κρίσεις, αποδεικνύοντας την ανθεκτικότητά της και διαδραματίζοντας έναν όλο και πιο εξέχοντα παγκόσμιο ρόλο. Παρά τις αντιρρήσεις των ΗΠΑ, η ΕΕ έχει επίσης γίνει περισσότερο ένας αμυντικός δρων, δημιουργώντας ένα κοινό ταμείο άμυνας για την πραγματοποίηση προμηθειών και την παροχή αρωγής για την ασφάλεια στο εξωτερικό. Εν τούτοις, οι σκεπτικιστικές στάσεις απέναντι στις ευρωπαϊκές αμυντικές προσπάθειες διατηρούν σημαντική επιρροή μεταξύ των σχεδιαστών πολιτικής και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, εμποδίζοντας την σημαντική πρόοδο.

Όπως απέδειξαν οι πρόσφατες διεθνείς στρατιωτικές προσπάθειες, όπως η επέμβαση στην Λιβύη και ο αγώνας ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος (ή ISIS), η ικανότητα της Ευρώπης να δρα στρατιωτικά εξαρτάται υπερβολικά από την αμερικανική υποστήριξη. Μια ισχυρή, σταθερή και πιο στρατιωτικοποιημένη Ευρώπη, ικανή να αντιμετωπίσει ανεξάρτητα τις προκλήσεις στην γειτονιά της, είναι ζωτικού ενδιαφέροντος για την Ουάσιγκτον. Αν και ο Μπάιντεν έχει αποκαλέσει το Άρθρο 5 του ΝΑΤΟ «ιερή υποχρέωση», θα δρούσε η Ουάσιγκτον εάν ξεσπούσε μια κρίση στην ανατολική Μεσόγειο ή την Βόρειο Αφρική που δεν θα περιελάμβανε άμεσα ένα κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ, αλλά πιθανότατα θα είχε καταστροφικές συνέπειες για την Ευρώπη; Μια Ευρωπαϊκή Ένωση ικανή για ανεξάρτητη στρατιωτική δράση θα ήταν σε καλύτερη θέση για να σταματήσει μια γενοκτονία στα Δυτικά Βαλκάνια από όσο ήταν την δεκαετία του 1990 όταν βασιζόταν στις Ηνωμένες Πολιτείες; Ή, σε πολύ βασικό επίπεδο, μια κρίση σε μια μακρινή πρωτεύουσα θα κινητοποιούσε τις Ηνωμένες Πολιτείες για την εκκένωση των πολιτών της ΕΕ;

Η αντιμετώπιση τέτοιων ζητημάτων πρέπει να είναι επείγουσα προτεραιότητα για τις Ηνωμένες Πολιτείες και θα απαιτήσει μια νέα προσέγγιση για την ευρωπαϊκή άμυνα. Το να απαιτούν απλά από τα ευρωπαϊκά κράτη να δαπανούν περισσότερα για την δική τους άμυνα είναι μια συνταγή για συνεχή διατλαντική διολίσθηση. Για πάρα πολύ καιρό, ευρωπαϊκά κράτη όπως η Γερμανία αποτίουν φόρο τιμής στην συμμαχία του ΝΑΤΟ ενώ αφήνουν τους στρατούς τους να ατροφήσουν. Κοιτάζοντας μπροστά, τα κράτη της ΕΕ όχι μόνο είναι απίθανο να δαπανήσουν περισσότερα στον απόηχο της πανδημίας της COVID-19, αλλά όποια ελάχιστη δαπάνη μπορεί να πραγματοποιηθεί θα έχει μικρό αντίκτυπο στην ευρωπαϊκή ασφάλεια, καθώς θα κατανεμηθεί στα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ. Έτσι, με την τρέχουσα πορεία, η στρατιωτική αδυναμία της Ευρώπης θα μπορούσε κάλλιστα να επιδεινωθεί, αυξάνοντας την ευρωπαϊκή εξάρτηση από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτή η ευρωπαϊκή συμπεριφορά «τζαμπατζή» (free- riding) μπορεί να έχει υψηλή αξία σε ευρώ, αλλά έχει επίσης ένα σαφές κόστος για τις διατλαντικές σχέσεις. Εάν η Ουάσιγκτον θεωρεί ότι η Ευρώπη παρέχει ελάχιστη πρακτική βοήθεια και βλέπει ότι η εμπλοκή της Ευρώπης δεν αξίζει τον χρόνο της, θα επέλθει μόνο μεγαλύτερη αποξένωση. Ως εκ τούτου, τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες όσο και η Ευρώπη πρέπει να χαράξουν μια νέα προσέγγιση -μια [προσέγγιση] όπου η Ευρώπη να κάνει πραγματικές επενδύσεις και οι Ηνωμένες Πολιτείες να υποστηρίζουν την ενσωμάτωση αυτών των προσπαθειών στο επίπεδο της ΕΕ.

Η ΕΕ ΕΧΕΙ ΧΡΗΜΑΤΑ ΝΑ ΔΑΠΑΝΗΣΕΙ

Η αναβάθμιση των ευρωπαϊκών αμυντικών δυνατοτήτων σε σημείο που η ΕΕ να είναι ικανή για ανεξάρτητη στρατιωτική δράση θα είναι δαπανηρή. Ωστόσο, το ιστορικό πακέτο ύψους 750 δισεκατομμυρίων ευρώ της ΕΕ για την ανάκαμψη από τον κορωνοϊό, το ταμείο «Η Επόμενη Γενιά της ΕΕ» (Next Generation EU), προσφέρει ένα πιθανό μοντέλο για την χρηματοδότηση νέων στρατιωτικών πρωτοβουλιών της ΕΕ. Η ΕΕ πρέπει να δανειστεί επιπλέον 100 δισεκατομμύρια ευρώ για να χρηματοδοτήσει την απόκτηση αμυντικών ικανοτήτων από τα κράτη-μέλη και να στηρίξει τις υφιστάμενες πρωτοβουλίες της ΕΕ. Αυτή η πρόσθετη χρηματοδότηση τόνωσης θα ενίσχυε την οικονομική ανάκαμψη της Ευρώπης και θα υπερτροφοδοτούσε τις ευρωπαϊκές αμυντικές προσπάθειες, μεταμορφώνοντας την ικανότητα της Ευρώπης να αμύνεται και επιτρέποντάς της να συνεργαστεί με το ΝΑΤΟ και τις Ηνωμένες Πολιτείες σε πιο ισότιμη βάση.

Πριν από το καλοκαίρι του 2020, η ιδέα ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα δανειζόταν κεφάλαια ήταν σχεδόν αδιανόητη. Αλλά το ευρωπαϊκό πακέτο ανάκαμψης έκανε κάτι νέο. Αντί να ζητήσει από τα κράτη-μέλη να αντλήσουν από τους εθνικούς τους προϋπολογισμούς, όπως κάνουν για να χρηματοδοτήσουν τον προϋπολογισμό της ΕΕ, η Ευρωπαϊκή Ένωση, υποστηριζόμενη από το ευρώ και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (European Central Bank), πήγε στις χρηματοπιστωτικές αγορές —οι οποίες αποδείχθηκαν πρόθυμες να δανείσουν τις Βρυξέλλες. Η πιστοληπτική ικανότητα της ΕΕ έφτασε στο ΑΑΑ και, όπως σημείωσε το Bloomberg τον Ιούνιο, η ζήτηση της αγοράς για χρέος της ΕΕ ήταν «στρατοσφαιρική» [4]. Με την νεοσύστατη ικανότητά της να δανείζεται με επιτόκια που κυμαίνονται μεταξύ αρνητικών και λίγο πάνω από το μηδέν, η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να επενδύσει στον εαυτό της χωρίς πρόσθετο κόστος.