Η διπλωματία —και η στρατηγική ασάφεια— μπορούν να αποτρέψουν μια κρίση στην Ουκρανία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η διπλωματία —και η στρατηγική ασάφεια— μπορούν να αποτρέψουν μια κρίση στην Ουκρανία

Μιλήστε με τον Πούτιν, αλλά αφήστε τον να εικάζει
Περίληψη: 

Ούτε οι Ηνωμένες Πολιτείες ούτε οι Ευρωπαίοι εταίροι τους είναι διατεθειμένοι να στείλουν μόνιμα την Ουκρανία στην ρωσική σφαίρα επιρροής. Αμφότεροι θέλουν να αποτρέψουν την Ρωσία από μια νέα στρατιωτική αντιπαράθεση.

Η ANGELA STENT είναι ανώτερη εξωτερική επιστημονική συνεργάτις στο Ινστιτούτο Brookings και συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο Putin's World: Russia Against the West and With the Rest [1]. Από το 2004 έως το 2006 υπηρέτησε ως στέλεχος για την Ρωσία και την Ευρασία στο Εθνικό Συμβούλιο Πληροφοριών (National Intelligence Council).

Το 2008, σε μια θερμή σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι, στην οποία τα κράτη-μέλη επέλεξαν να μην προσκαλέσουν την Ουκρανία να συμμετάσχει στην συμμαχία, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, μοιράστηκε μια ειλικρινή στιγμή με τον ομόλογό του των ΗΠΑ, τον πρόεδρο Τζορτζ Μπους [τον νεότερο]. «Τζορτζ», είπε ο Πούτιν, «πρέπει να καταλάβεις ότι η Ουκρανία δεν είναι καν χώρα. Μέρος της επικράτειάς της βρίσκεται στην Ανατολική Ευρώπη και το μεγαλύτερο μέρος δόθηκε σε εμάς». Τον Ιούλιο αυτού του χρόνου, ο Πούτιν ανέλυσε εκτενώς αυτό το θέμα σε μια μακρά πραγματεία με τίτλο «Περί Ιστορικής Ενότητας των Ρώσων και των Ουκρανών» (On the Historical Unity of Russians and Ukrainians), στην οποία επέμεινε στην πολιτιστική και θρησκευτική ενότητα Ρώσων και Ουκρανών και κατηγόρησε την Δύση για απόπειρα να απομακρύνει την Ουκρανία από την Ρωσία. Το κεντρικό σημείο του ήταν: «Είμαστε ένας λαός».

07122021-1.jpg

Ο Τζο Μπάιντεν και ο Βλαντιμίρ Πούτιν συναντώνται στην Γενεύη, τον Ιούνιο του 2021. Kevin Lamarque / Reuters
-------------------------------------------------------

Αυτή η πεποίθηση προκάλεσε την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, και επανεμφανίστηκε με τη μεγάλη στρατιωτική ανάπτυξη της Ρωσίας στα σύνορα με τον δυτικό γείτονά της. Η ανάπτυξη [των στρατευμάτων] οδηγεί σε συναγερμό ότι μια εισβολή ίσως είναι επικείμενη. Έχει επίσης οδηγήσει σε έναν επείγοντα διάλογο σχετικά με τις προθέσεις της Ρωσίας. Τι πραγματικά αναμένει να επιτύχει η Ρωσία συγκεντρώνοντας στρατεύματα; Πιστεύει ότι μπορεί να πιέσει την Ουκρανία να εγκαταστήσει μια φιλορωσική κυβέρνηση μετά από επτά χρόνια στρατιωτικών εχθροπραξιών; Ή επιδιώκει άλλους στόχους;

Το ανεξιχνίαστο των προθέσεων του Κρεμλίνου ίσως είναι στην πραγματικότητα ο σκοπός του. Οι Ρώσοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής προσπαθούν εδώ και καιρό να κρύψουν τα κίνητρά τους, αφήνοντας τους αντιπάλους τους να εικάζουν, σε μια απόπειρα στρατηγικής ασάφειας. Αντίθετα, οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι πιο προβλέψιμες στην προσέγγισή τους όσον αφορά την κρίση στην Ουκρανία. Η κυβέρνηση Μπάιντεν θα έκανε καλά να αντιγράψει το ρωσικό σενάριο και να κάνει τη Μόσχα να αναρωτιέται —και να ανησυχεί— για τις ικανότητες και τα σχέδια της Ουάσιγκτον. Μόνο τότε μπορεί μια αναζωογονημένη διπλωματική διαδικασία -μια [διαδικασία] που τοποθετεί τις Ηνωμένες Πολιτείες στο τραπέζι [των διαπραγματεύσεων]- να λειτουργήσει ώστε να αποτρέψει την Ρωσία από το να εκμεταλλευτεί το πλεονέκτημά της στην Ουκρανία.

ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΝΟΝΤΑΣ ΤΑ ΕΔΑΦΗ

Η ανάπτυξη περίπου 90.000 στρατιωτών κατά μήκος των συνόρων Ρωσίας-Ουκρανίας έχει οδηγήσει σε φόβους για μια επερχόμενη ρωσική στρατιωτική επίθεση στην Ουκρανία, η οποία θα μπορούσε να είναι επικείμενη ή να πραγματοποιηθεί μέσα στους επόμενους λίγους μήνες. Πράγματι, η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου και εργάζεται ενεργά με τους Ευρωπαίους συμμάχους της τόσο για να αποτρέψει την Ρωσία όσο και για να σχεδιάσει μια απάντηση σε μια πιθανή εισβολή, καθώς δεν φαίνεται να υπάρχει άλλη λογική αιτία για την ρωσική συσσώρευση.

Σίγουρα, αυτή είναι μια κατάλληλη στιγμή για την Ρωσία να ανεβάσει τον πήχη στην Ουκρανία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι απορροφημένες στο εσωτερικό από την πανδημία της COVID-19 και από ένα πολωμένο και δυσλειτουργικό πολιτικό περιβάλλον. Η κύρια εστίαση της εξωτερικής πολιτικής της Ουάσιγκτον έχει επίσης μετατοπιστεί ξεκάθαρα στην Κίνα. Η Ευρώπη παλεύει με την αναζωπυρούμενη πανδημία. Η νέα γερμανική κυβέρνηση θα αναλάβει καθήκοντα αυτή την εβδομάδα. Η Γαλλία είναι απορροφημένη από τις επερχόμενες εκλογές της, και το Ηνωμένο Βασίλειο εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τις επιπτώσεις της αποχώρησής του από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η μεταναστευτική κρίση κατά μήκος των συνόρων Λευκορωσίας και Πολωνίας έχει επίσης απομακρύνει το βλέμμα της ΕΕ από την Ουκρανία.

Ωστόσο, η εστίαση της Ρωσίας δεν έχει παρεκκλίνει ποτέ από τον δυτικό γείτονά της. Πέρα από τον Πούτιν, μεγάλο μέρος του ρωσικού κοινού έχει δυσκολευθεί να αποδεχθεί την Ουκρανία ως ανεξάρτητο κράτος μετά την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Ο Πούτιν βλέπει τον εαυτό του [2] σαν τους Ρώσους και Σοβιετικούς ηγέτες που πίστευαν ότι αποστολή τους ήταν να «συγκεντρώσουν τα εδάφη»: να ανακτήσουν το ρωσικό έδαφος που, σε διάφορες ιστορικές συγκυρίες, είχε χαθεί μέσω του πολέμου ή της κατάρρευσης του κράτους. Ο Πούτιν συνεχίζει να επανεξετάζει το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Για αυτόν, η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης είναι μια συνεχιζόμενη διαδικασία που δεν έχει τελειώσει —και μπορεί ακόμα να αναστραφεί.

Όταν ανήλθε στην εξουσία πριν από 21 χρόνια, ο Πούτιν δεσμεύτηκε να επαναφέρει την Ρωσία στον ρόλο που της αρμόζει ως μεγάλης δύναμης [3]. Στην συνέχεια υποστήριξε ότι η πιο επιθυμητή διεθνής τάξη σε έναν πολυπολικό κόσμο είναι μια εκδοχή του μεταπολεμικού συστήματος της Γιάλτας για τον 21ο αιώνα, στο οποίο [σύστημα] οι μεγάλες δυνάμεις χώρισαν τον κόσμο σε σφαίρες επιρροής και τα μικρότερα κράτη είχαν περιορισμένη κυριαρχία. Το Κρεμλίνο βλέπει την αμυντική περίμετρό του όχι στα σύνορα της Ρωσικής Ομοσπονδίας αλλά μάλλον στα σύνορα του μετασοβιετικού χώρου˙ ως εκ τούτου, είναι κρίσιμο για την Ρωσία οι μικρότεροι γείτονές της να εγκαταλείψουν κάθε ιδέα ένταξης στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, ο Πούτιν προσπάθησε να κάνει τις Δυτικές χώρες να αναγνωρίσουν την άποψη του Κρεμλίνου ότι οι γείτονες της Ρωσίας εμπίπτουν σε μια ρωσική σφαίρα επιρροής. Αυτή περιλαμβάνει την Ουκρανία, μια χώρα που κατά την άποψη του Πούτιν διαδραματίζει βασικό ρόλο στο να ενισχύσει —ή δυνητικά να θέσει σε κίνδυνο— την ασφάλεια του ρωσικού κράτους.