Το ελαττωματικό όραμα του Μακρόν για την Ευρώπη | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το ελαττωματικό όραμα του Μακρόν για την Ευρώπη

Επίμονες διαιρέσεις θα εμποδίσουν τα όνειρά του για παγκόσμια ισχύ

Αυτό το όραμα προϋποθέτει ότι μια ήπειρος με μακρά ιστορία διαιρέσεων είναι πλέον ενωμένη στην αμυντική και στην εξωτερική της πολιτική. Αλλά μια βιαστική ματιά στις πρόσφατες συζητήσεις για την Ρωσία, την Κίνα [3], ακόμη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, δείχνει έλλειψη στρατηγικής συνοχής μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών. Το όραμα του Μακρόν, εν ολίγοις, θα μπορούσε να διασπάσει την Ευρώπη και να εξασθενήσει τις δυνατότητες και την εστίασή της, ενισχύοντας παράλληλα τα χειρότερα ένστικτα των Ηνωμένων Πολιτειών να αποδεσμευτούν από την διατλαντική συμμαχία και να εστιάσουν στην Κίνα.

TA ΙΔΙA, ΟΠΩΣ ΠΑΝΤΑ;

Όλα τα κυρίαρχα κράτη εκτιμούν την αυτονομία τους˙ ο πραγματικός ιστορικός γρίφος είναι η κατανόηση εκείνων των στιγμών που τα κράτη υποτάσσουν κάποιο στοιχείο της ελευθερίας δράσης τους για το κοινό καλό. Αυτό είναι το τόσο αξιοσημείωτο σχετικά με το ΝΑΤΟ. Οι περισσότεροι ανέμεναν από τις Ηνωμένες Πολιτείες να επαναφέρουν τις στρατιωτικές τους δυνάμεις στην πατρίδα μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς δεν είχαν συμμετάσχει ποτέ στην ιστορία τους σε μια στρατιωτική συμμαχία εν καιρώ ειρήνης. Αλλά οι διατλαντικές ρυθμίσεις ασφαλείας της συμμαχίας έχουν διαρκέσει σχεδόν οκτώ δεκαετίες, αντέχοντας τις βαθιές αλλαγές στο διεθνές σύστημα, από την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης έως την άνοδο της Κίνας.

Σίγουρα, υπήρξαν στιγμές έντασης, ακόμη και κρίσης, που χρονολογούνται από την κρίση του Σουέζ το 1956 έως την εισβολή των Ηνωμένων Πολιτειών στο Ιράκ το 2003. Η ευρύτερη διατλαντική σχέση μαστίζεται από διαφωνίες σχετικά με το ποιος ελέγχει τα πυρηνικά όπλα, το εμπόριο και τη νομισματική πολιτική, τους αγωγούς φυσικού αερίου, και τώρα την ρύθμιση της τεχνολογίας. Οι έντονες διαφωνίες είναι χαρακτηριστικό, όχι σφάλμα, των διατλαντικών σχέσεων και η ικανότητα διαχείρισης αυτών των συγκρούσεων αποτελεί την χαρακτηριστική ιδιοφυΐα της Δυτικής συμμαχίας. Η στρατηγική αυτονομία -όπου κάθε κράτος επιδιώκει τα δικά του εθνικά συμφέροντα- είναι και ήταν πάντα η ευκολότερη απάντηση αλλά όχι η αποτελεσματικότερη.

Η Ευρώπη υπήρξε πιο ειρηνική από όσο θα μπορούσε να φανταστεί κανείς όταν ιδρύθηκε το ΝΑΤΟ, το 1949. Οι αποκλίνουσες οικονομίες, κοινωνίες, και κυβερνήσεις της ενσωματώθηκαν με τρόπους που θα ήταν αδιανόητοι όταν η Συνθήκη της Ρώμης (Treaty of Rome), η οποία οδήγησε στην δημιουργία της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, τον πρόδρομο της Ευρωπαϊκής Ένωσης [4], υπογράφηκε το 1957. Ο πληθυσμός της ΕΕ είναι υψηλά μορφωμένος, τεχνολογικά προηγμένος και σε έναν βαθμό το ίδιο πλούσιος, αν όχι πλουσιότερος, από εκείνον των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας. Η ανάπτυξη της δικής της υψηλής στρατηγικής και η φροντίδα της δικής της ασφάλειας θα ήταν ένα φυσικό επόμενο βήμα.

Μια τέτοια αυτονομία είναι ιδιαίτερα ελκυστική σε μια εποχή που η φήμη των Ηνωμένων Πολιτειών στην ήπειρο έχει πληγεί. Οι απρόβλεπτες πολιτικές της κυβέρνησης Τραμπ και η απόφαση απόσυρσης από το Αφγανιστάν ήγειραν ερωτήματα σχετικά με την αξιοπιστία των Ηνωμένων Πολιτειών ως στρατηγικού εταίρου. Στην συνέχεια, η συμφωνία AUKUS για τα υποβρύχια που έκλεισε η κυβέρνηση Μπάιντεν με την Αυστραλία και το Ηνωμένο Βασίλειο τάραξε το Παρίσι: στέρησε από τους Γάλλους ένα επικερδές συμβόλαιο χωρίς, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς, να ειδοποιήσει εκ των προτέρων την κυβέρνηση Μακρόν. Δεν είναι περίεργο που πολλοί Ευρωπαίοι ηγέτες καλωσορίζουν ένα αδιάσειστο, συνεκτικό, και ευρείας αποδοχής στρατηγικό όραμα.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν πρέπει να απορρίψουν τα δυνητικά πλεονεκτήματα της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής αυτονομίας. Θα ήταν πολύ ευκολότερο για τις Ηνωμένες Πολιτείες να περιορίσουν την Κίνα εάν η Ευρώπη αναλάμβανε μεγαλύτερη ευθύνη για την συλλογική της ασφάλεια. Πράγματι, οι Αμερικανοί αρχιτέκτονες της μεταπολεμικής τάξης στην Ευρώπη δεσμεύτηκαν στην ήπειρο, με την ελπίδα ότι η παρουσία των ΗΠΑ τελικά θα γινόταν περιττή. Η δέσμευση των ΗΠΑ στην Ευρώπη δεν ήταν μόνο δαπανηρή˙ έχει επίσης περιορίσει την στρατηγική αυτονομία των ίδιων των Ηνωμένων Πολιτειών, δεδομένων των εκτεταμένων δεσμεύσεων που έχει αναλάβει έναντι των ευρωπαϊκών χωρών. Οι συνέπειες αυτής της αλληλεξάρτησης διαδραματίζονται καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες διαπραγματεύονται με την Ρωσία για το μέλλον της ευρωπαϊκής ασφάλειας στην Ουκρανία. Είναι εντυπωσιακό το ότι η Ευρώπη δεν έχει καταφέρει να αποτρέψει την επιθετικότητα στην δική της ήπειρο χωρίς την ανάμειξη των ΗΠΑ.

ΛΑΝΘΑΣΜΕΝΗ ΛΥΣΗ, ΛΑΝΘΑΣΜΕΝΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ

Τόσο η Ευρώπη όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επωφελούνταν, λοιπόν, από το προχώρημα των Ευρωπαίων. Αλλά η πρόταση του Μακρόν να μιλήσει εξ’ ονόματος της Ευρώπης, ενώ απαιτεί ηγετικό ρόλο σε θερμά σημεία σε όλο τον κόσμο, είναι η λανθασμένη λύση στα προβλήματα που έχει εντοπίσει. Η άνοδος της Κίνας, η ρωσική επιθετικότητα, η αποδυνάμωση της δημοκρατίας, η θέρμανση του πλανήτη, η ρύθμιση της τεχνολογίας, και η δημόσια υγεία απαιτούν συλλογική δράση, και αυτό είναι το αντίθετο από αυτό που εμφανίζεται να προτείνει ο Γάλλος πρόεδρος. Αντί να προχωρήσουν μόνοι τους, οι Ευρωπαίοι θα ήταν καλύτερα να συνεργαστούν με τις Ηνωμένες Πολιτείες σε μερικές βασικές προτεραιότητες. Για παράδειγμα, πρέπει να προσδιορίσουν το πού θα μπορούσαν να επενδύσουν περισσότερα για να αυξήσουν τις αμυντικές ικανότητες στην γειτονιά τους και να επιτρέψουν στις Ηνωμένες Πολιτείες να εστιάσουν στις κοινές οικονομικές και πολιτικές προκλήσεις που αναδύονται από την Ανατολική Ασία [5], ιδίως υποστηρίζοντας τις προσπάθειες των ΗΠΑ να ανταγωνιστούν την Κίνα.