Πώς θα γίνει μια συμφωνία με τον Πούτιν | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς θα γίνει μια συμφωνία με τον Πούτιν

Μόνο με ένα συνολικό Σύμφωνο μπορεί να αποφευχθεί ο πόλεμος
Περίληψη: 

Ελλείψει μιας νέας συμφωνίας ασφάλειας, ο Πούτιν θα συνεχίσει να τροφοδοτεί διαιρέσεις, εντάσεις και συγκρούσεις τόσο μεταξύ όσο και εντός χωρών στην Ευρώπη και την Βόρεια Αμερική —ακόμα κι αν δεν εξαπολύσει μια πλήρους κλίμακας εισβολή στην Ουκρανία.

Ο MICHAEL McFAUL είναι καθηγητής Πολιτικών Επιστημών, ανώτερος συνεργάτης στο Hoover Institution και διευθυντής του Freeman Spogli Institute for International Studies του Πανεπιστημίου Stanford. Υπηρέτησε επί πέντε χρόνια στην κυβέρνηση Ομπάμα, μεταξύ των οποίων από το 2012 έως το 2014 ως Πρέσβυς των ΗΠΑ στην Ρωσία. Το τελευταίο του βιβλίο είναι το From Cold War to Hot Peace: A U.S. Ambassador in Putin’s Russia [1].

Ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει [φέρει] τον κόσμο στα άκρα. Ο Ρώσος πρόεδρος έχει αναπτύξει περισσότερους από 100.000 στρατιώτες στα σύνορα της Ουκρανίας και απείλησε με «στρατιωτικά και τεχνικά» μέτρα εάν το ΝΑΤΟ συνεχίσει να συνεργάζεται με το Κίεβο. Συνέταξε μονομερώς, τον Δεκέμβριο, δύο εξαιρετικά επιθετικές Συνθήκες, σχεδιασμένες να περιορίσουν τον Οργανισμό και τα μέλη του. [Οι Συνθήκες] περιλαμβάνουν απαιτήσεις που είναι τόσο ανέφικτες -με κεντρικότερες το κλείσιμο της ανοιχτής πόρτας του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία και την απαγόρευση των οργανωτικών δυνάμεων και των όπλων σε έθνη που εντάχθηκαν μετά τον Μάιο του 1997- που διαβάζονται περισσότερο ως δηλωτικές πολέμου παρά ως ειλικρινείς προσεγγίσεις για διαπραγματεύσεις.

14022022-1.jpg

Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, προεδρεύοντας σε μια συνάντηση στο Ομπλάστ της Μόσχας, στην Ρωσία, τον Σεπτέμβριο του 2015. Sputnik Photo Agency / Reuters
----------------------------------------------------------

Ωστόσο, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, και το ΝΑΤΟ παρείχαν λεπτομερείς γραπτές απαντήσεις τον Ιανουάριο, επιχειρώντας να ξεκινήσουν διάλογο με τον Ρώσο ηγέτη. Εάν ο Πούτιν απορρίψει αυτές τις προσφορές, ο πόλεμος είναι πιθανός. Όμως η Μόσχα δεν έχει ακόμη απορρίψει πλήρως τις διαπραγματεύσεις. Η κατάκτηση της Ουκρανίας δεν θα ήταν περίπατος, και ο Πούτιν αντιλαμβάνεται ότι το να σκοτώσει χιλιάδες ανθρώπους από ένα έθνος, το οποίο περιγράφει ως «μέρος της Ρωσίας», θα ήταν δύσκολο να εξηγηθεί στους πολίτες του, ιδίως αν ο ρωσικός στρατός έχει επίσης μεγάλες απώλειες. Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, έχει πει ότι η απάντηση των Ηνωμένων Πολιτειών στην αρχική πρόταση περιείχε «ψήγματα λογικής», και ο Πούτιν ακόμη μιλά και συναντά Δυτικούς ηγέτες, όπως ο Μπάιντεν, ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν, ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς, και οι Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον.

Εάν ο Πούτιν συμφωνήσει να διαπραγματευτεί, τότε ο Μπάιντεν και η ομάδα του δεν πρέπει απλώς να προσφέρουν με αμυντικό τρόπο ελάχιστες παραχωρήσεις για να παγώσουν την κρίση. Αντίθετα, σε συντονισμό με τους συμμάχους και τους εταίρους, ο Μπάιντεν πρέπει να αδράξει την διπλωματική επίθεση και να ανταπαντήσει με μια συνολική, μεγάλη συμφωνία για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής ασφάλειας. Ονομάστε την «Ελσίνκι 2.0». Αυτή η συμφωνία θα μπορούσε να ανανεώσει και να εκσυγχρονίσει τις Συμφωνίες του Ελσίνκι, που υπογράφηκαν κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι οποίες σταθεροποίησαν την ήπειρο ακόμη και όταν ο αμερικανοσοβιετικός ανταγωνισμός μεγάλωνε σε άλλα μέρη του κόσμου. Θα μπορούσε να αναζωογονήσει και να τροποποιήσει τις ξεπερασμένες συμφωνίες ελέγχου των όπλων και να παράσχει ένα μεγαλύτερο πλαίσιο για την ευρωπαϊκή ασφάλεια, και στην πορεία να βοηθήσει στην επίλυση των ζητημάτων που αφορούν την Ουκρανία.

Η σύγκληση μιας μεγάλης συνόδου κορυφής για την επαναδιαπραγμάτευση της ευρωπαϊκής ασφάλειας θα δώσει στην Ρωσία μια διεθνή πλατφόρμα που δεν αξίζει στον Πούτιν. Αλλά αυτός ο συμβολισμός δεν πρέπει να σταματήσει τον Μπάιντεν, τους ηγέτες του ΝΑΤΟ, και τις άλλες ευρωπαϊκές δημοκρατίες. Οι Συμφωνίες του Ελσίνκι αναγνώρισαν την Σοβιετική Ένωση ως υπερδύναμη και αυτή η επιβεβαίωση βοήθησε να πειστεί ο [τότε] Σοβιετικός ηγέτης, Λεονίντ Μπρέζνιεφ, να κάνει παραχωρήσεις. Ο Πούτιν αρέσκεται επίσης στην προσοχή, και η Δύση πρέπει να είναι έτοιμη να προσφέρει φθηνό εντυπωσιασμό, όχι μόνο για να αποτρέψει μια νέα ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αλλά και για να επιδιορθώσει την χαλασμένη αρχιτεκτονική ασφάλειας της Ευρώπης. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη πρέπει να έχουν το θάρρος να προχωρήσουν πέρα από τα αμυντικά μπαλώματα και να στραφούν, αντί γι’ αυτά, σε τολμηρές, επιθετικές πρωτοβουλίες για να κάνουν την ήπειρο ασφαλέστερη.

KOMMATI - KOMMATI

Εκ πρώτης όψεως, η δεκαετία του 1970 δεν ήταν μια ευνοϊκή περίοδος για τον αμερικανοσοβιετικό συμβιβασμό. Πολλοί παρατηρητές πίστευαν ότι η ισχύς του Κρεμλίνου ανερχόταν και της Ουάσιγκτον έπεφτε. Οι κομμουνιστές έπαιρναν την εξουσία σε τμήματα της νοτιοανατολικής Ασίας και της νότιας Αφρικής. Η ένταση μεταξύ των κύριων μπλοκ του κόσμου αυξανόταν.

Αλλά στα μέσα της δεκαετίας, Καναδοί, Σοβιετικοί, Αμερικανοί, και Ευρωπαίοι διπλωμάτες άφησαν στην άκρη τις ευρείες και θεμελιώδεις διαφωνίες τους, για να συζητήσουν ένα θέμα κοινού ενδιαφέροντος: την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Μετά από αρκετά χρόνια διαπραγματεύσεων, συνέταξαν και υπέγραψαν την Τελική Πράξη του Ελσίνκι (Helsinki Final Act), το 1975, η οποία κωδικοποίησε διφορούμενα ζητήματα που ήταν κατάλοιπα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Στο επίκεντρο των συμφωνιών ήταν ένας κεντρικός συμβιβασμός: τα Δυτικά κράτη αναγνώρισαν de facto τα σύνορα που προέκυψαν από τις σοβιετικές κατακτήσεις μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και, σε αντάλλαγμα, η Σοβιετική Ένωση συμφώνησε να «σεβαστεί τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας της σκέψης, της συνείδησης, της θρησκείας ή των πεποιθήσεων, για όλους χωρίς διάκριση ως προς την φυλή, το φύλο, την γλώσσα, ή την θρησκεία» και ενετάχθη στην Διάσκεψη για την Ασφάλεια και την Συνεργασία στην Ευρώπη (Conference on Security and Cooperation in Europe, CSCE) [η οποία ήταν] επιφορτισμένη με την εφαρμογή αυτών των υποχρεώσεων. Η Σοβιετική Ένωση και η Δύση συμφώνησαν, επίσης, σιωπηρά ότι διαφωνούν για τους ακριβείς ορισμούς της κυβερνητικής λογοδοσίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των οικονομικών δικαιωμάτων, και της μη παρέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις. Η ασάφεια, έδειξαν, είναι μερικές φορές απαραίτητη για την αποτελεσματική διπλωματία.