Ο ευρασιατικός εφιάλτης | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο ευρασιατικός εφιάλτης

Η κινεζο-ρωσική σύγκλιση και το μέλλον της αμερικανικής τάξης

Ο Mackinder έκανε πολλά λάθη: οι μεγάλες προκλήσεις για την ευρασιατική ισορροπία δεν προέρχονταν αρχικά από την Ρωσία, όπως περίμενε, αλλά από την Γερμανία και την Ιαπωνία. Αυτό οδήγησε τον στρατηγό Nicholas Spykman να υποστηρίξει ότι τα κρίσιμα θέατρα της υπερηπείρου ήταν οι ευρωπαϊκές και ανατολικές ασιατικές «περιφέρειες» (“rimlands”) και όχι η ρωσική «καρδιά» της (“heartland”). Αλλά ο Mackinder κατάλαβε το βασικό μοτίβο. Οι τρεις μεγάλες αναμετρήσεις του εικοστού αιώνα -Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, και Ψυχρός Πόλεμος- ήταν καυγάδες μεταξύ αυταρχικών κρατών που προσπαθούσαν να κυριαρχήσουν σε τεράστιες εκτάσεις της Ευρασίας και των παρακείμενων ωκεανών της, και των αμφίβιων συμμαχιών, αγκυρωμένων στο Λονδίνο και μετά στην Ουάσιγκτον, οι οποίες προσπάθησαν να τα περιορίσουν.

Το περίγραμμα αυτών των ανταγωνισμών άλλαξε με την πάροδο του χρόνου. Η Γερμανία και η Ιαπωνία επιδίωξαν την απόλυτη κατάκτηση, συχνά αξιοποιώντας νέες τεχνολογίες -τανκς και τακτική αεροπορική ισχύ, υποβρύχια και αεροπλανοφόρα- για να προβάλουν ισχύ σε άνευ προηγουμένου κλίμακα. Κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, το πυρηνικό αδιέξοδο οδήγησε την Σοβιετική Ένωση να βασίζεται κυρίως στον στρατιωτικό εκφοβισμό, στην πολιτική υπονόμευση, και στις δυνάμεις πληρεξουσίων. Ωστόσο, το διακύβευμα παρέμεινε το ίδιο: οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ, από τον Γούντροου Γουίλσον έως τον Τζορτζ Κένναν, κατάλαβαν ότι μια εχθρική, αυταρχική Ευρασία θα αναδιαμόρφωνε θεμελιωδώς τον κόσμο. Και μετά από μια σύντομη, μεταψυχροπολεμική ανάπαυλα, οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετωπίζουν μια νέα εκδοχή του παλιού εφιάλτη σήμερα.

ΗΓΕΜΟΝΙΚΑ ΠΑΙΓΝΙΑ

Η παρούσα σινο-ρωσική εταιρική σχέση προκαλεί φυσικά σύγκριση με την σινο-σοβιετική συμμαχία κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Αλλά μια καλύτερη αναλογία [2] θα μπορούσε να είναι η Γερμανία και η Ιαπωνία πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Αν και επίσημα σύμμαχοι, το Τόκιο και το Βερολίνο ήταν αμφίθυμοι, δύσπιστοι εταίροι με θεμελιωδώς διαφορετικά μακροπρόθεσμα οράματα. Ωστόσο, ο καθένας δεσμεύτηκε να ανατρέψει την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων και ο καθένας επωφελήθηκε από το χάος που δημιουργήθηκε από τις προόδους του άλλου.

Επί του παρόντος, ούτε η Κίνα ούτε η Ρωσία [3] έχουν εμπλακεί σε κάτι που να πλησιάζει την κλιμακούμενη επιθετικότητα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Αλλά και οι δύο χώρες αγανακτούν ουσιαστικά για την υπό την ηγεσία των ΗΠΑ διεθνή τάξη επειδή η αμερικανική επιρροή εμποδίζει την πορεία τους για κυριαρχία στις παγκόσμιες υποθέσεις και επειδή οι φιλελεύθερες αρχές που κατοχυρώνονται στο διεθνές σύστημα έρχονται σε αντίθεση με την ανελεύθερη τάξη που οι ηγέτες τους έχουν οικοδομήσει στο εσωτερικό. Η Κίνα και η Ρωσία ίσως να επιδιώκουν ξεχωριστές ατζέντες, αλλά μαζί αποτελούν μια συνολική πρόκληση για την γεωπολιτική ισορροπία στην Ευρασία και πέρα από αυτήν.

Οι δυνατότητες της Κίνας είναι μεγαλύτερες από αυτές της Ρωσίας, γεγονός που κάνει τις προσπάθειές της πιο τολμηρές. Το Πεκίνο στοχεύει να αφαιρέσει την ισχύ των ΗΠΑ από την θαλάσσια Ασία προκειμένου να εδραιώσει μια κινεζική σφαίρα επιρροής που να καλύπτει μεγάλο μέρος του Δυτικού Ειρηνικού. Η Κίνα φθάνει ταυτόχρονα στην Ευρασία μέσω επενδυτικών προγραμμάτων και προγραμμάτων υποδομών, όπως η Πρωτοβουλία Ζώνη και Οδός (Belt and Road Initiative) και ο Digital Silk Road (Ψηφιακός Δρόμος του Μεταξιού), που εκτοξεύουν την οικονομική, πολιτική, και στρατιωτική της επιρροή στη Νοτιοανατολική Ασία, την Κεντρική Ασία, και περιοχές πέρα από αυτές. Με λίγα λόγια, το Πεκίνο αναζητά υβριδική ηγεμονία σε ξηρά και θάλασσα.

Το παίγνιο της Κίνας διασταυρώνεται με τις προσπάθειες της Ρωσίας να αναθεωρήσει το status quo. Για χρόνια, ο Πούτιν [4] αγωνίζεται για να αποκαταστήσει την ρωσική πρωτοκαθεδρία από την Κεντρική Ασία ως την Ανατολική Ευρώπη. Ο Πούτιν φαίνεται να οραματίζεται μια Ευρώπη στην οποία το ΝΑΤΟ ουσιαστικά θα επιστρέψει στα ψυχροπολεμικά σύνορά του και η σχέση του με την Ουάσιγκτον έχει εξασθενήσει άσχημα. Καθώς η Ρωσία έχει ανακτήσει την δύναμή της μετά την αρχική μεταψυχροπολεμική εποχή, η Μόσχα προβάλλει επίσης ισχύ στην Αρκτική, στον Βόρειο Ατλαντικό, στη Μέση Ανατολή, και σε άλλα παράπλευρα θέατρα. Η Μόσχα δεν έχει καμία ελπίδα να οικοδομήσει μια ρωσοκεντρική παγκόσμια τάξη, αλλά μπορεί να αποδυναμώσει το υπάρχον σύστημα από μια κατεύθυνση καθώς η Κίνα τής επιτίθεται από άλλες.

Όπως και τον περασμένο αιώνα, οι προσπάθειες για την ευρασιατική επέκταση αντικατοπτρίζουν τη μεταβαλλόμενη φύση της παγκόσμιας ισχύος. Η ναυτική συσσώρευση του Πεκίνου που σπάει τα ρεκόρ, η κατά συρροήν επιθετικότητα της Μόσχας εναντίον ανυπάκουων γειτόνων, και οι προσπάθειες των δύο χωρών να ανατρέψουν ριζικά την στρατιωτική ισορροπία σε περιοχές-κλειδιά όπως η Ανατολική Ευρώπη και η Ανατολική Ασία δείχνουν ότι η σκληρή ισχύς δεν έχει φύγει από τη μόδα. Και οι δύο χώρες χρησιμοποιούν επίσης πιο καινοτόμες μεθόδους για να αποδυναμώσουν τους αντιπάλους τους και να εξαπλώσουν την επιρροή τους: οι ρωσικές κυβερνοεπιθέσεις και οι εκστρατείες ψηφιακής παραπληροφόρησης είναι το αντίστοιχο των κινεζικών έργων υποδομών, των προσπαθειών ελέγχου των παγκόσμιων δικτύων 5G, και άλλων μη στρατιωτικών μέτρων που επεκτείνουν την παγκόσμια επιρροή της.

ΜΑΖΙ, ΚΑΙ ΧΩΡΙΑ