Ο πόλεμος στην Ουκρανία θα είναι ένα ιστορικό σημείο καμπής | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο πόλεμος στην Ουκρανία θα είναι ένα ιστορικό σημείο καμπής

Αλλά για να πάρει η ιστορία τον σωστό δρόμο, η Αμερική και η Ευρώπη πρέπει να συνεργαστούν

Κατά την διάρκεια της θητείας της Γερμανίας στο Συμβούλιο Ασφαλείας, μεταξύ του 2019 και του 2020, οι Ηνωμένες Πολιτείες παραβίασαν επανειλημμένα τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, συμπεριλαμβανομένης της αποχώρησης από την πυρηνική συμφωνία του Ιράν, γνωστής και ως Κοινό Συνολικό Σχέδιο Δράσης (Joint Comprehensive Plan of Action, JCPOA)˙ της αναγνώρισης της κυριαρχίας του Ισραήλ στα Υψίπεδα του Γκολάν˙ και της αναγνώρισης της κυριαρχίας του Μαρόκου στην Δυτική Σαχάρα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες αποσύρθηκαν επίσης από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (World Health Organization), την συμφωνία των Παρισίων για την κλιματική αλλαγή και τον Εκπαιδευτικό, Επιστημονικό και Πολιτιστικό Οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών (United Nations Educational, Scientific and Cultural Organization, UNESCO), τον πολιτιστικό φορέα του ΟΗΕ. Ο Τραμπ προώθησε [9] την στενόμυαλη πολιτική «πρώτα η Αμερική», αντί για μια παγκόσμια θέση για το κοινό καλό.

Αλλά εξεπλάγην από την διάδοχο που όρισε ο Τραμπ για να αντικαταστήσει την Haley το 2019: την Kelly Craft. Μολονότι η κυβέρνηση Τραμπ θεωρούσε επισήμως την κλιματική αλλαγή ως απάτη (hoax), η Craft κατανοούσε ότι η κλιματική κρίση ήταν ένα σοβαρό ζήτημα [10]. Υποστήριξε σθεναρά τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, και τα Ηνωμένα Έθνη. Το 2020, εκείνη και εγώ ενώσαμε τις δυνάμεις μας για την στήριξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συσπειρώνοντας δεκάδες χώρες για να καταδικάσουν την συμπεριφορά της Κίνας στη μειονότητα των Ουιγούρων. Ως αποτέλεσμα εκείνης της ψηφοφορίας στον ΟΗΕ, ο γενικός διευθυντής που ήταν υπεύθυνος για θέματα μειονοτήτων στο κινεζικό Υπουργείο Εξωτερικών φέρεται να απολύθηκε. Η Craft και εγώ είχαμε συμβάλει στην δημιουργία μιας συμμαχίας που εκτεινόταν από την Αλβανία έως τη Νέα Ζηλανδία και η οποία ήταν έτοιμη να υπερασπιστεί το κράτος δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα.

H Craft και εγώ ενώσαμε επίσης τις δυνάμεις μας για να αμφισβητήσουμε την Κίνα [11] και την Ρωσία σε άλλη μια ζοφερή κατάσταση για τα ανθρώπινα δικαιώματα: στην Συρία. Προήδρευα στο Συμβούλιο Ασφαλείας τον Ιούλιο του 2020, όταν εξέτασε την ανανέωση του ψηφίσματος που νομιμοποιούσε τα συνοριακά σημεία διέλευσης του ΟΗΕ, μέσω των οποίων έφτανε η βοήθεια στην βορειοδυτική Συρία. Το πρόγραμμα του ΟΗΕ ήταν σανίδα σωτηρίας για εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες και για τους ντόπιους σε περιοχές της Συρίας που ήταν αποκομμένες από την βοήθεια. Η Ρωσία, με την υποστήριξη της Κίνας, ήθελε να τερματίσει την παρουσία του ΟΗΕ, επιμένοντας στην κυριαρχία του καθεστώτος του Μπασάρ αλ Άσαντ σε ολόκληρο το συριακό έδαφος. [Το ζήτημα] κατέληξε σε αναμέτρηση στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Η Ρωσία και η Κίνα άσκησαν βέτο στο ψήφισμα, αλλά χάρη στην εσωτερική και εξωτερική πίεση, αμφότερες οι χώρες συμφώνησαν τελικά σε μια λύση που επέτρεπε την παράδοση της ελάχιστης βοήθειας στους ανθρώπους που την χρειάζονταν απεγνωσμένα.

Αυτό είναι το είδος της συνεργασίας που πρέπει να επιδιώξει μια παγκόσμια συμμαχία: μια κοινή πολιτική που στηρίζει το διεθνές δίκαιο, τις ανθρωπιστικές προτεραιότητες και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ναι, ο συντονισμός με τους εταίρους για την εξεύρεση κοινής λύσης μπορεί να είναι μια επίπονη διαδικασία, αλλά είναι η μοναδική οδός προς τα εμπρός για να συνεχίσει αυτή η συμμαχία να κρατά το πάνω χέρι στην σύγκρουση με απολυταρχίες [12] όπως η Ρωσία και η Κίνα, οι οποίες συνειδητά παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο για να καταστείλουν τον λαό τους και να εκφοβίσουν τους γείτονές τους.

ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΔΟΥΛΕΙΑ

Η Κίνα και η Ρωσία θέλουν να ξαναγράψουν τους διεθνείς κανόνες, επιμένοντας ότι η εθνική κυριαρχία είναι η πιο σημαντική νομική αρχή, μια [αρχή] που υπερισχύει του διεθνούς δικαίου, του ανθρωπιστικού δικαίου, και του δικαίου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Σε αυτό το σκηνικό, οι χώρες που είναι δεσμευμένες στην τήρηση των διεθνών νομικών καθεστώτων πρέπει να ενώσουν τις δυνάμεις τους. Πρέπει να το κάνουν στην βάση μιας πραγματικής συνεργασίας. Από αυτή την άποψη, η αντίδραση της κυβέρνησης Μπάιντεν στην επιθετικότητα της Ρωσίας ήταν υποδειγματική: από τα τέλη του Δεκεμβρίου του 2021, ο πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, και η ομάδα του [13] έχουν μοχθήσει για να συντονίσουν την απάντηση στον Πούτιν, με μια συμμαχία που εκτείνεται πέρα από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Σε σύνολο 193 χωρών, μόνο η Λευκορωσία, η Ερυθραία, η Βόρειος Κορέα, και η Συρία στήριξαν την Ρωσία στην ψηφοφορία του Μαρτίου στην Γενική Συνέλευση που καταδίκασε την εισβολή του Πούτιν.

Η νέα γερμανική κυβέρνηση επέδειξε κάποια απροθυμία να συμμετάσχει πλήρως στις πιθανές κυρώσεις, αλλά η Ουάσιγκτον αντέδρασε με υπομονή και επέτρεψε στους Γερμανούς να επιλύσουν τις εσωτερικές διαφορές τους και τελικά να συνταχθούν με την επικρατούσα άποψη υπέρ των κυρώσεων. Η Γερμανία, η τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, πρέπει να ενδυναμώσει τον διεθνή ρόλο της. Άρχισε να το κάνει υπό την πρώην καγκελάριο, Άνγκελα Μέρκελ. Η Γερμανία είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος χρηματοοικονομικός συνεισφέρων στο σύστημα του ΟΗΕ, μια σημαντική πηγή υποστήριξης για τον οργανισμό που στηρίζει την βασισμένη σε κανόνες διεθνή τάξη πραγμάτων, και είναι η μόνη οντότητα που μπορεί να αντιμετωπίσει παγκόσμιες προκλήσεις. Μαζί με την Γαλλία, η Γερμανία συνέβαλε στην διαπραγμάτευση της Συμφωνίας του Μινσκ με την Ρωσία και την Ουκρανία, που σταμάτησε την ρωσική εισβολή το 2014-15 [14]. Μαζί με τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, η Γερμανία διοργάνωσε την Διάσκεψη του Βερολίνου για την Λιβύη (Berlin Conference on Libya) το 2020, το αποτέλεσμα της οποίας χρησίμευσε ως βάση για το τέλος των μαχών εκεί και άνοιξε ένα μονοπάτι προς την πολιτική επίλυση της σύγκρουσης. Η Γερμανία είναι μέρος της ομάδας των χωρών που, υπό την ηγεσία της ΕΕ, διαπραγματεύτηκαν την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν. Η Μέρκελ ήταν η κινητήριος δύναμη πίσω από την Σύμβαση με την Αφρική (Compact With Africa) του G-20, η οποία έστρεψε την διεθνή προσοχή προς την ήπειρο, προσκαλώντας επιλεγμένες αφρικανικές χώρες στην σύνοδο κορυφής του G-20 στο Αμβούργο το 2017.