Μια μάχη για την Ταϊβάν θα μπορούσε να γίνει πυρηνική | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Μια μάχη για την Ταϊβάν θα μπορούσε να γίνει πυρηνική

Τα παιχνίδια πολέμου αποκαλύπτουν πώς θα μπορούσε να κλιμακωθεί μια σινοαμερικανική σύγκρουση
Περίληψη: 

Οι στρατιωτικοί σχεδιαστές των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων και εταίρων της Ουάσιγκτον πρέπει να αντιπαλέψουν το γεγονός ότι, σε μια σύγκρουση για την Ταϊβάν, η Κίνα θα εξετάσει όλες τις συμβατικές και πυρηνικές επιλογές να βρίσκονται στο τραπέζι.

Η STACIE L. PETTYJOHN είναι ανώτερη συνεργάτης και διευθύντρια του αμυντικού προγράμματος στο Center for a New American Security.
H BECCA WASSER είναι συνεργάτης του αμυντικού προγράμματος και συν-επικεφαλής του The Gaming Lab στο Center for a New American Security.

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει εγείρει την προοπτική του πυρηνικού πολέμου, καθώς ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, έχει θέσει τις πυρηνικές του δυνάμεις σε αυξημένη κατάσταση συναγερμού και έχει προειδοποιήσει ότι οποιαδήποτε προσπάθεια από εξωτερικά μέρη να παρέμβουν στον πόλεμο θα οδηγούσε σε «συνέπειες που δεν έχετε δει ποτέ». Αυτοί οι λεονταρισμοί έχουν ευλόγως γίνει πρωτοσέλιδα και έχουν τραβήξει την προσοχή της Ουάσιγκτον. Αλλά εάν η Κίνα επιχειρούσε να εισβάλει βίαια στην Ταϊβάν και οι Ηνωμένες Πολιτείες προσέτρεχαν σε βοήθεια της Ταϊπέι, η απειλή της κλιμάκωσης θα μπορούσε να ξεπεράσει ακόμη και την τρέχουσα αγχωτική κατάσταση στην Ευρώπη.

23052022-1.jpg

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, μιλά εικονικά με τον Κινέζο ηγέτη, Σι Τζινπίνγκ, από τον Λευκό Οίκο, τον Νοέμβριο του 2022. Jonathan Ernst / Reuters

------------------------------------------------

Ένα πρόσφατο παιχνίδι πολέμου, που διεξήχθη από το Κέντρο για μια Νέα Αμερικανική Ασφάλεια (Center for a New American Security) σε συνδυασμό με το [τηλεοπτικό] πρόγραμμα του NBC «Meet the Press», επέδειξε πόσο γρήγορα θα μπορούσε να κλιμακωθεί μια τέτοια σύγκρουση. Το παιχνίδι έθεσε μια φανταστική κρίση που διαδραματίζεται το 2027, με σκοπό να εξετάσει το πώς οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα θα μπορούσαν να ενεργήσουν υπό ένα συγκεκριμένο σύνολο συνθηκών. Το παιχνίδι επέδειξε ότι ο στρατιωτικός εκσυγχρονισμός της Κίνας και η επέκταση του πυρηνικού της οπλοστασίου -για να μην αναφέρουμε την σημασία που δίνει το Πεκίνο στην ενοποίηση με την Ταϊβάν [1]- σημαίνει ότι, στον πραγματικό κόσμο, μια μάχη μεταξύ της Κίνας και των Ηνωμένων Πολιτειών θα μπορούσε κάλλιστα να γίνει πυρηνική.

Το Πεκίνο θεωρεί την Ταϊβάν ως μια αποσχισθείσα δημοκρατία. Εάν το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ) αποφασίσει να εισβάλει στο νησί, οι ηγέτες του μπορεί να μην είναι σε θέση να αποδεχτούν την αποτυχία χωρίς να βλάψουν σοβαρά τη νομιμοποίηση του καθεστώτος. Έτσι, το ΚΚΚ ίσως είναι διατεθειμένο να αναλάβει σημαντικά ρίσκα για να διασφαλίσει ότι η σύγκρουση θα τελειώσει με όρους που βρίσκει αποδεκτούς. Αυτό θα σήμαινε να πειστούν οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους, ότι το κόστος της υπεράσπισης της Ταϊβάν είναι τόσο υψηλό που δεν αξίζει να αμφισβητηθεί η εισβολή. Ενώ η Κίνα έχει πολλούς τρόπους για να επιτύχει αυτόν τον στόχο, από την οπτική γωνία του Πεκίνου, η χρήση πυρηνικών όπλων [2] ίσως είναι το πιο αποτελεσματικό μέσο για να κρατήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες έξω από την σύγκρουση.

ΠΡΟΣΔΕΝΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΜΑΧΗ

Η Κίνα έχει ξεκινήσει εδώ και δεκαετίες να μετατρέπει τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό της (People’s Liberation Army, PLA) σε αυτόν που ο Κινέζος Πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ [3], έχει αποκαλέσει «στρατό παγκόσμιας κλάσης», ο οποίος θα μπορούσε να νικήσει κάθε τρίτο μέρος που θα προσέτρεχε σε υπεράσπιση της Ταϊβάν. Η πολεμική στρατηγική της Κίνας, γνωστή ως «αντιπρόσβαση / απαγόρευση περιοχής» (anti – access / area denial, A2/AD), βασίζεται στην ικανότητα προβολής συμβατικής στρατιωτικής ισχύος σε απόσταση πολλών χιλιάδων μιλίων, προκειμένου να αποτρέψει, ειδικότερα, τον αμερικανικό στρατό από την αποτελεσματική αντιμετώπιση μιας κινεζικής επίθεσης στην Ταϊβάν. Εν τω μεταξύ, ένα αυξανόμενο πυρηνικό οπλοστάσιο του παρέχει στο Πεκίνο μόχλευση επί του καταναγκασμού, καθώς και δυνητικά νέες πολεμικές ικανότητες, οι οποίες θα μπορούσαν να αυξήσουν τους κινδύνους του πολέμου και της κλιμάκωσης.

Ιστορικά, η Κίνα κατείχε μόνο μερικές εκατοντάδες επίγεια πυρηνικά όπλα. Όμως, πέρυσι, οι μελετητές των πυρηνικών στο Κέντρο Μελετών για τη Μη Διάδοση «James Martin» (James Martin Center for Nonproliferation Studies) και στην Ομοσπονδία Αμερικανών Επιστημόνων (Federation of American Scientists) ταυτοποίησαν τρία πεδία με σιλό πυραύλων υπό κατασκευή στην περιοχή Xinjiang. Η [εφημερίδα] Financial Times ανέφερε ότι η Κίνα ίσως έχει διεξάγει δοκιμές υπερηχητικών ανεμοπλάνων, ως μέρος ενός τροχιακού συστήματος βομβαρδισμού που θα μπορούσε να αποφύγει την αντιπυραυλική άμυνα και να παραδώσει πυρηνικά όπλα σε στόχους στις ηπειρωτικές Ηνωμένες Πολιτείες. Το υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ προβλέπει ότι έως το 2030, η Κίνα θα έχει περίπου 1.000 παραδοτέες κεφαλές - υπερτριπλάσιες από τον αριθμό που διαθέτει σήμερα. Με βάση αυτές τις προβλέψεις, οι Κινέζοι ηγέτες ίσως πιστεύουν ότι ακόμη και σε πέντε χρόνια από τώρα ο PLA θα έχει αρκετά συμβατικά και πυρηνικά κέρδη [4] ώστε να μπορούσε να πολεμήσει και να κερδίσει έναν πόλεμο για την ένωση με την Ταϊβάν.

Το πρόσφατο παιχνίδι πολέμου μας - στο οποίο μέλη του Κογκρέσου, πρώην κυβερνητικοί αξιωματούχοι και εμπειρογνώμονες σε αυτό το ζήτημα ανέλαβαν τους ρόλους των ανώτερων υπευθύνων λήψης αποφάσεων για την εθνική ασφάλεια στην Κίνα [5] και στις Ηνωμένες Πολιτείες - αποτύπωσε ότι ένας πόλεμος ΗΠΑ-Κίνας θα μπορούσε να κλιμακωθεί γρήγορα. Αφενός, έδειξε ότι αμφότερες οι χώρες θα αντιμετώπιζαν επιχειρησιακά κίνητρα για να χτυπήσουν στρατιωτικές δυνάμεις στο έδαφος της άλλης. Στο παιχνίδι, τέτοια χτυπήματα προορίζονταν να βαθμονομηθούν για να αποφευχθεί η κλιμάκωση· αμφότερες οι πλευρές προσπάθησαν να περπατήσουν σε μια λεπτή γραμμή, επιτιθέμενες μόνο σε στρατιωτικούς στόχους. Όμως τέτοιες επιθέσεις ξεπέρασαν τις κόκκινες γραμμές αμφότερων των χωρών και παρήγαγαν έναν κύκλο επιθέσεων τύπου «οφθαλμός αντί οφθαλμού» που διεύρυνε την εμβέλεια και την ένταση της σύγκρουσης.