Πώς μπορεί να λειτουργήσει η στρατηγική του Μπάιντεν για τον ελεύθερο κόσμο | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς μπορεί να λειτουργήσει η στρατηγική του Μπάιντεν για τον ελεύθερο κόσμο

Δεν είναι τόσο απλό όσο το να αντιπαρατεθεί η δημοκρατία εναντίον της απολυταρχίας

Οι κρίσεις φωτίζουν τα περιγράμματα των παγκόσμιων ζητημάτων και ο πόλεμος στην Ουκρανία είχε μια διευκρινιστική επίδραση στην προσέγγιση του κόσμου από την κυβέρνηση Μπάιντεν. Από την ανάληψη των καθηκόντων του και μετά, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, έχει υποστηρίξει ότι ο αγώνας μεταξύ της δημοκρατίας και της απολυταρχίας είναι η καθοριστική σύγκρουση της εποχής μας, ακόμη και όταν οι επικριτές και κάποια μέλη της κυβέρνησής του δεν συμφωνούσαν πάντα. Για τον Μπάιντεν, τουλάχιστον, η ρωσική εισβολή και η απάντηση του κόσμου σε αυτήν έχει αποδείξει ότι είχε δίκιο από την αρχή.

25052022-1.jpg

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, στον Λευκό Οίκο, στην Ουάσιγκτον, τον Δεκέμβριο του 2021. Leah Millis / Reuters
----------------------------------------------

Στην ομιλία του για την Κατάσταση της Ένωσης (State of the Union) στις αρχές Μαρτίου, ο Μπάιντεν περιέγραψε τον πόλεμο στην Ουκρανία ως μια μάχη μεταξύ της ελευθερίας και της τυραννίας. Στην Βαρσοβία, λίγες εβδομάδες αργότερα, σε μια άλλη ομιλία [που ήταν] γεμάτη από αντηχήσεις του Ψυχρού Πολέμου, ο πρόεδρος ανακοίνωσε ότι η Ουάσιγκτον θα οδηγούσε τον ελεύθερο κόσμο στη νίκη, σε έναν μεγάλο αγώνα «μεταξύ της δημοκρατίας και της απολυταρχίας, μεταξύ της ελευθερίας και της καταπίεσης, μεταξύ μιας βασισμένης σε κανόνες τάξης και μιας [τάξης ] που διέπεται από την ωμή βία».

Ο Μπάιντεν έχει καλό λόγο να δίνει έμφαση σε αυτά τα θέματα. Η ρωσική εισβολή έχει δείξει πόσο βαθιά έχει ριζώσει ο αγώνας για την διαμόρφωση της παγκόσμιας τάξης πραγμάτων στις αντίπαλες συλλήψεις για την εσωτερική τάξη [2]. Έχει ξεκαθαρίσει και εντείνει τον αγώνα μεταξύ των προηγμένων δημοκρατιών και των ευρασιατικών απολυταρχιών. Και έχει δώσει στην εξωτερική πολιτική του Μπάιντεν, η οποία φαινόταν να πηγαίνει προς την απογοήτευση, αν όχι προς την πλήρη αποτυχία μόλις πριν από λίγους μήνες, μια νέα πνοή ζωής. Ωστόσο, οι επικριτές της θεωρίας «δημοκρατία–απολυταρχία» δεν έχουν άδικο να υποστηρίζουν ότι ο κόσμος δεν είναι τόσο απλός. Η νίκη σε αυτόν τον ανταγωνισμό συστημάτων θα απαιτήσει την επινόηση μιας στρατηγικής που θα λαμβάνει υπόψη αυτές τις πολυπλοκότητες.

Ο Μπάιντεν πρέπει πρώτα να διευκρινίσει σε τι αντιτίθεται η Ουάσιγκτον -όχι στην ύπαρξη της απολυταρχίας αλλά σε ετούτο τον συνδυασμό τυραννίας, ισχύος και εχθρότητας που απειλεί τόσο πολύ τις Ηνωμένες Πολιτείες και την διεθνή τάξη που έχουν οικοδομήσει. Πρέπει, στην συνέχεια, να εμπλουτίσει την ιδέα του για τον «ελεύθερο κόσμο», έναν οικείο όρο που μπορεί να είναι πιο ευπροσάρμοστος από όσο ακούγεται. Τέλος, η κυβέρνησή του πρέπει να αντιμετωπίσει τέσσερα βασικά προβλήματα που συνεπάγεται αυτό το πλαίσιο. Μια στρατηγική για τον ελεύθερο κόσμο μπορεί να βοηθήσει την Ουάσιγκτον να αποτρέψει τη μετατροπή αυτού του αιώνα σε μια εποχή απολυταρχικού πλεονεκτήματος -αλλά εγείρει δηκτικά ερωτήματα σχετικά με το ποιος θα είναι μέσα, ποιος θα είναι έξω, και πώς θα πλοηγηθεί κάποιος σε έναν κόσμο που γίνεται ολοένα και πιο διαιρεμένος και, ταυτόχρονα, πεισματικά αλληλοεξαρτώμενος.

ΔΕΥΤΕΡΕΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ

Η εξωτερική πολιτική του Μπάιντεν έχει ξεδιπλωθεί σε τρία στάδια. Οι πρώτοι έξι μήνες της κυβέρνησης προέβαλλαν τολμηρές ιδέες και μεγάλα σχέδια. Ο Μπάιντεν ανέλαβε τα καθήκοντα του, τονίζοντας τις ιδεολογικές ρίζες του ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων και την ανάγκη να ενδυναμωθεί η συνοχή και η ανθεκτικότητα του δημοκρατικού κόσμου [3]. Η κυβέρνησή του κατεύνασε τις συμμαχίες που ήταν τεταμένες την εποχή του Τραμπ˙ καλλιέργησε την δημοκρατική συνεργασία, σε ζητήματα από τις εφοδιαστικές αλυσίδες των ημιαγωγών έως την σταθερότητα στον δυτικό Ειρηνικό. Ο Μπάιντεν εστίασε το ΝΑΤΟ και την Ομάδα των 7 στην πρόκληση της Κίνας˙ ανέδειξε τις φιλοδοξίες και επέκτεινε τις δραστηριότητες της Quad, μιας ομάδας που περιλαμβάνει την Αυστραλία, την Ινδία, την Ιαπωνία, και τις Ηνωμένες Πολιτείες˙ επιδίωξε νέα προγράμματα, όπως το σύμφωνο ασφαλείας AUKUS μεταξύ της Αυστραλίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και των Ηνωμένων Πολιτειών, που συνέδεσαν τους δημοκρατικούς συμμάχους με δημιουργικούς τρόπους. «Η Αμερική επέστρεψε», ισχυρίστηκε ο Μπάιντεν: μια υπερδύναμη με αυτοπεποίθηση επαναβεβαίωνε την βασισμένη σε αρχές διεθνή ηγεσία.

Στην συνέχεια, οι επόμενοι έξι μήνες έγιναν πολύ άσχημοι. Η απόσυρση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν, η διαχείριση της οποίας ήταν κακή, παρέδωσε τους πολίτες εκείνης της χώρας σε μια βάναυση τυραννία. Η ατζέντα του Μπάιντεν για την Κίνα παρέμεινε στάσιμη, απούσας οποιασδήποτε πειστικής εμπορικής πολιτικής για τον Ινδο-Ειρηνικό· η «πρώτα η Ασία» προσέγγιση του κατέρρευσε εν μέσω επιδεινούμενων εντάσεων με το Ιράν και την Ρωσία. Η μεγάλη πρωτοβουλία με θέμα την δημοκρατία —η Σύνοδος Κορυφής για τη Δημοκρατία (Summit for Democracy)— ήταν μια δυσλειτουργική, απογοητευτική συνάντηση μέσω Zoom. Εν τω μεταξύ, μεγάλο μέρος της εγχώριας ατζέντας του Μπάιντεν -που προοριζόταν να οικοδομήσει μια «κατάσταση ισχύος» στο εσωτερικό μέσω φιλόδοξων μεταρρυθμίσεων- «κόλλησε» στο Κογκρέσο, ενώ, αντίθετα, ο καλπάζων πληθωρισμός δημιούργησε εγχώρια εξασθένηση.

Το τρίτο στάδιο αρχικά φαινόταν ακόμη χειρότερο. Μέχρι τις αρχές του 2022, οι Αμερικανοί αξιωματούχοι προειδοποιούσαν ότι ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν [4], θα εισέβαλε σύντομα στην Ουκρανία και ότι θα μπορούσε εύκολα να κατακτήσει το μεγαλύτερο μέρος της χώρας. Την περίοδο πριν την σύγκρουση, η Ουάσιγκτον αποκάλυψε επιδέξια τα σχέδια της Ρωσίας, μέσω της ταχείας διάδοσης ευαίσθητων πληροφοριών. Μολαταύτα, δυσκολεύτηκε να αποτρέψει τον Πούτιν ή να εξασφαλίσει την διατλαντική συμφωνία για ένα τιμωρητικό πακέτο κυρώσεων, εν μέρει λόγω του εναπομείναντος ευρωπαϊκού σκεπτικισμού για το ότι η επίθεση όντως θα συμβεί. Η κυβέρνηση αντιμετώπιζε την πιθανότητα ότι ένα δημοκρατικό κράτος στην πρώτη γραμμή θα καταστρεφόταν από μια ιμπεριαλιστική απολυταρχία, δημιουργώντας αλυσιδωτή παγκόσμια ανασφάλεια και μια διάχυτη αίσθηση ότι οι δικτάτορες προχωρούν.

Ωστόσο, η ουκρανική αντίσταση, οι ρωσικές γκάφες, η έγκαιρη αμερικανική υποστήριξη και η αναπάντεχη ευρωπαϊκή ενότητα έχουν σώσει αυτή την χώρα [5] -και μαζί της, την εξωτερική πολιτική του Μπάιντεν. Συγκλονισμένος από το θράσος της επίθεσης, ένας διαπεριφερειακός συνασπισμός δημοκρατιών επέβαλε σκληρές κυρώσεις στον Πούτιν. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι τους αντέστρεψαν το παιχνίδι στη Μόσχα, παρέχοντας χρήματα, όπλα και πληροφορίες που βοήθησαν την Ουκρανία να αμυνθεί και να προκαλέσει τρομερές συνέπειες στους εισβολείς. Η κορυφαία συμμαχία δημοκρατιών του κόσμου, το ΝΑΤΟ, ενδυναμώνει τις στρατιωτικές της ικανότητες και προετοιμάζεται να δεχτεί νέα μέλη [6]· χώρες στον Ινδο-Ειρηνικό κινούνται γρηγορότερα, αν όχι αρκετά γρήγορα, για να ανταποκριθούν στην παράλληλη πρόκληση από την Κίνα. Η εισβολή του Πούτιν παρήγαγε μεγαλύτερη ενότητα και αίσθηση του επείγοντος μεταξύ των προηγμένων δημοκρατιών από οποιαδήποτε άλλη στιγμή εδώ και δεκαετίες. Επίσης, σε μεγάλο βαθμό, αλλά όχι πλήρως, έχει δικαιώσει το πλαίσιο «δημοκρατία εναντίον απολυταρχίας» του Μπάιντεν.

ΕΝΑΣ ΚΟΣΜΟΣ (ΚΥΡΙΩΣ) ΔΙΑΙΡΕΜΕΝΟΣ

Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει σίγουρα επιβεβαιώσει ότι ο τύπος του καθεστώτος είναι μια κρίσιμη κινητήριος δύναμη της διεθνούς συμπεριφοράς. Οι πολιτικές της Ρωσίας πηγάζουν από ένα μαγικό μείγμα ιστορίας, γεωπολιτικής, προσωπικότητας και ιδεολογίας, αλλά η απολυταρχία και η επιθετικότητα αναμφίβολα πάνε μαζί στο καθεστώς του Πούτιν. Μια δημοκρατική Ρωσία δεν θα αισθανόταν τόσο απειλούμενη από μια δημοκρατική Ουκρανία που κοιτάζει προς την Δύση. Μια εδραιωμένη, σύγχρονη δημοκρατία δεν θα διέπραττε συστηματικά εγκλήματα πολέμου ως πράξη πολιτικής, δεν θα άρπαζε και θα προσαρτούσε το έδαφος ενός γείτονα της και δεν θα έλεγε ψέματα, ξεδιάντροπα και συνεχώς, στον πληθυσμό της και στον κόσμο.

Επομένως, ο πόλεμος μας έχει υπενθυμίσει, επίσης, πόσο ολοκληρωτικά θα άλλαζε ο κόσμος αν κυβερνάτο από αναθεωρητικές απολυταρχίες. Ναι, οι υποκρισίες της φιλελεύθερης διεθνούς τάξης είναι πάμπολλες· οι δικτάτορες δεν έχουν το μονοπώλιο στην εξαπάτηση και στον καταναγκασμό. Ωστόσο, σε ένα σύστημα στο οποίο δεν θα ηγείτο η Ουάσιγκτον ή μια άλλη δημοκρατική υπερδύναμη, η επιθετική, κατάφωρα κτητική δράση που έχει αναλάβει ο Πούτιν στην Ουκρανία και που έχει αναλάβει το Πεκίνο στην Θάλασσα της Νοτίου Κίνας, θα ήταν πολύ πιο συνηθισμένη. Η αρπαγή από τις μεγάλες δυνάμεις —οικονομική, διπλωματική, στρατιωτική— θα ήταν ο κανόνας που υπομένει ο κόσμος παρά η εξαίρεση που έχει την πολυτέλεια να επικρίνει. Ο τύπος της παγκόσμιας τάξης πραγμάτων που επιδιώκει μια μεγάλη δύναμη είναι η εξωστρεφής προβολή της εσωτερικής [7] πολιτικής της τάξης πραγμάτων.

Ο πόλεμος, λοιπόν, έχει τόσο αναδείξει όσο και εμβαθύνει το σημερινό θεμελιώδες παγκόσμιο χάσμα -την σύγκρουση μεταξύ των προηγμένων δημοκρατιών που είναι δεσμευμένες στην υπάρχουσα διεθνή τάξη πραγμάτων και των ευρασιατικών απολυταρχιών που προσπαθούν να την ανατρέψουν. Η περιφερειακή επιθετικότητα αρχίζει να προκαλεί παγκόσμιες δημοκρατικές απαντήσεις. Ο συνασπισμός που έχει επιβάλει κυρώσεις στην Ρωσία περιλαμβάνει όχι μόνο τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη, αλλά και την Αυστραλία, την Ιαπωνία, τη Νότιο Κορέα και την Ταϊβάν -ακριβώς όπως οι ευρωπαϊκές δυνάμεις επιβεβαιώνουν το ενδιαφέρον τους στο να εμποδίσουν την Κίνα να κυριαρχήσει στον δυτικό Ειρηνικό [8].

Την ίδια στιγμή, οι δύο μεγάλες απολυταρχίες του κόσμου ενώνουν τα χέρια. Ένας πόλεμος που ξεκίνησε εβδομάδες αφότου η Ρωσία και η Κίνα διαφήμισαν μια σχέση «χωρίς όρια», θα δημιουργήσει σίγουρα έναν ακόμη πιο σφιχτό άξονα, καθώς καμία χώρα, έχοντας αποξενώσει μεγάλο μέρος του δημοκρατικού κόσμου, δεν έχει προς το παρόν να πάει κάπου αλλού. Και αυτό, με την σειρά του, θα ενθαρρύνει περαιτέρω τις δημοκρατίες και στα δύο άκρα της Ευρασίας, και πέραν αυτής, να συνεργαστούν για την αντιμετώπιση ενός αναδυόμενου ανελεύθερου συνασπισμού. Ο Μπάιντεν ίσως πει ότι η Ουάσιγκτον επιθυμεί να αποφύγει έναν κόσμο αντίπαλων μπλοκ, αλλά αυτή ακριβώς είναι η κεντρική ιδέα των παγκόσμιων γεγονότων και της πολιτικής των ΗΠΑ.

Ωστόσο, το μοντέλο της «σύγκρουσης των συστημάτων» δεν εξηγεί τα πάντα. Αν οι περισσότερες προηγμένες δημοκρατίες έχουν συσπειρωθεί, πολλές αναπτυσσόμενες δημοκρατίες δεν το έχουν κάνει. Η Ινδία και η Βραζιλία έχουν υιοθετήσει μια θέση ουδετερότητας. Χώρες στην Αφρική, στην Λατινική Αμερική και στη Νοτιοανατολική Ασία έχουν αναζητήσει μια μέση οδό. Υπάρχουν πάντα συγκεκριμένοι λόγοι, όπως η εξάρτηση της Ινδίας [9] από τα ρωσικά όπλα ή η εξάρτηση της Βραζιλίας από το ρωσικό λίπασμα. Ωστόσο, αυτό το νέο αδέσμευτο κίνημα αποτελεί μια υπενθύμιση ότι πολλοί από τους δημοκρατικούς συντρόφους των Ηνωμένων Πολιτειών επιλέγουν να μην επιλέξουν.

Επιπλέον, η κυβέρνηση Μπάιντεν ανακαλύπτει εκ νέου την εξάρτησή της από τις μη δημοκρατίες. Ίσως μια μέρα η πράσινη ενεργειακή επανάσταση θα κάνει τα πετροκράτη να μην έχουν σημασία, αλλά προς το παρόν η Ουάσιγκτον χρειάζεται την Σαουδική Αραβία και άλλες μοναρχίες του [Περσικού] Κόλπου για να αντισταθμίσει το ενεργειακό σοκ που έχει προκαλέσει ο πόλεμος. Η ανάσχεση της Ρωσίας και της Κίνας θα απαιτήσει την συνεργασία χωρών —συμπεριλαμβανομένης της Σιγκαπούρης, της Τουρκίας και του Βιετνάμ— που κυβερνώνται με ανελεύθερους τρόπους. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν αντιτίθενται σε όλες τις απολυταρχίες, και δεν είναι όλες οι δημοκρατίες πλήρως με το μέρος τους.

Τέλος, ο πόλεμος στην Ουκρανία [10] έχει δείξει τους κινδύνους της αλληλεξάρτησης με εχθρικά καθεστώτα —αλλά αυτή η αλληλεξάρτηση δεν θα εξαφανιστεί. Οι προηγμένες δημοκρατίες μπορούν να κακοποιήσουν οικονομικά την Ρωσία, αλλά δεν μπορούν -με ανεκτό κόστος- να την αποκόψουν εντελώς από τον κόσμο. Δεν μπορούν, και δεν πρέπει, να πλησιάσουν οπουδήποτε κοντά στην πλήρη αποσύνδεση από την Κίνα. Η ρητορική της ελευθερίας εναντίον της τυραννίας φέρνει στο μυαλό ένα παγκόσμιο τοπίο, [το οποίο είναι] πλήρως χωρισμένο στα δύο. Αλλά ζούμε σε έναν κόσμο όπου δύο ολοένα και πιο εχθρικά στρατόπεδα δεν μπορούν να ξεφύγουν πλήρως από τον μεταξύ τους οικονομικό και τεχνολογικό εναγκαλισμό.

Η ΠΥΡΑΜΙΔΑ

Εάν ο Μπάιντεν σκοπεύει να επιδιώξει μια στρατηγική για τον ελεύθερο κόσμο, το πρώτο του καθήκον είναι να διευκρινίσει σε τι ακριβώς αντιτίθενται οι Ηνωμένες Πολιτείες. Η απάντηση δεν είναι η απολυταρχία αυτή καθαυτή, δεδομένου ότι η Ουάσιγκτον πρέπει να συνεργαστεί με κάποια ανελεύθερα καθεστώτα για να ελέγξει άλλα. Αυτό στο οποίο αντιτίθενται οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι το πάντρεμα της τυραννίας, της ισχύος και της εχθρότητας: εκείνα τα αυταρχικά καθεστώτα που έχουν την πρόθεση και την ικανότητα να αμφισβητήσουν θεμελιωδώς το υπάρχον διεθνές σύστημα [11], εξάγοντας στον κόσμο την βία και τον ανελευθερία που ασκούν στο εσωτερικό.

Αυτή η συμπεριφορά μπορεί να λάβει τη μορφή ξεκάθαρης εδαφικής επιθετικότητας, είτε κραυγαλέας, είτε ανεπαίσθητης· μπορεί να περιλαμβάνει τον οικονομικό και πολιτικό καταναγκασμό που έχει σκοπό να διαστρεβλώσει τις εξωτερικές πολιτικές και την εσωτερική πολιτική άλλων εθνών. Μπορεί να περιλαμβάνει την ανάμειξη και την υπονόμευση που βλάπτει την λειτουργία των δημοκρατικών κοινωνιών, την διεθνική καταστολή που μπορεί να παγώσει τις βασικές ελευθερίες παγκοσμίως, ή τις προσπάθειες να οπλοποιηθούν οι νέες τεχνολογίες με τρόπους που θα μπορούσαν να μετατοπίσουν δραστικά την ισορροπία δυνάμεων ή την ισορροπία μεταξύ της ελευθερίας και της καταπίεσης. Σε διαφορετικές συμπεριφορές θα αξίζουν, φυσικά, διαφορετικές απαντήσεις. Αλλά είναι αυτός ο συνδυασμός απολυταρχίας, ικανότητας, και επιθετικής συμπεριφοράς που ο ελεύθερος κόσμος πρέπει να οργανωθεί για να αντιμετωπίσει.

Το οποίο σημαίνει ότι ο Μπάιντεν πρέπει επίσης να διατυπώσει καλύτερα τον συνασπισμό που σκοπεύει να επιστρατεύσει. Ο ελεύθερος κόσμος είναι μια έννοια της εποχής του Ψυχρού Πολέμου που επιστρέφει. Η αρχική φράση, ωστόσο, ήταν πιο εύπλαστη από όσο θυμόμαστε συχνά. Περιελάμβανε φιλελεύθερες δημοκρατίες, φιλικούς αυταρχικούς, και κράτη με διάφορες αποχρώσεις ενδιάμεσα. Σήμερα, είναι καλύτερο να θεωρηθεί ο ελεύθερος κόσμος ως ένας συνασπισμός τριών βαθμίδων.

Η πρώτη βαθμίδα περιλαμβάνει τους δημοκρατικούς συμμάχους μέσω Συνθηκών των Ηνωμένων Πολιτειών -τις (κυρίως) φιλελεύθερες δημοκρατίες που συνθέτουν την Αγγλόσφαιρα (Anglosphere), την διατλαντική κοινότητα και τους ισχυρότερους κρίκους στην αλυσίδα των συμμαχιών των ΗΠΑ στον Ινδο-Ειρηνικό. Αυτή η ομάδα διαθέτει βαθιά, θεσμοθετημένη συνεργασία που βασίζεται σε κοινές αξίες, καθώς και σε κοινά συμφέροντα· αποτελεί τον πυρήνα οποιουδήποτε συνασπισμού που θα αντισταθεί στην επιθετικότητα, θα διατηρήσει την δημοκρατική τεχνολογική κυριαρχία και θα ανακόψει την αυταρχική πρόκληση. Και μολονότι οι συμμαχίες των ΗΠΑ είναι οργανωμένες περιφερειακά ή διμερώς, δημιουργούν μια κυρίαρχη παγκόσμια δύναμη: συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, αυτή η ομάδα διοικεί την πλειοψηφία του παγκόσμιου ΑΕΠ και των στρατιωτικών δαπανών. Το κλειδί, λοιπόν, δεν θα είναι απλώς η ενίσχυση των ικανοτήτων και της συνεργασίας εντός του πλαισίου των υφιστάμενων συμμαχιών, αλλά και η σφυρηλάτηση μεγαλύτερων συνδέσεων μεταξύ τους, όπως έχει κάνει η AUKUS [12].

Η δεύτερη βαθμίδα περιλαμβάνει τους δημοκρατικούς εταίρους. Αυτές οι χώρες είναι συχνά ατελώς ή ασυνεπώς ευθυγραμμισμένες με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αισθάνονται κάθε άλλο παρά εντελώς άνετα με την αμερικανική ισχύ. Ωστόσο, σίγουρα θα αισθάνονταν πολύ λιγότερο άνετα σε έναν κόσμο όπου οι επεκτατικές απολυταρχίες θα είχαν το πλεονέκτημα, επομένως θα παρείχαν κρίσιμη βοήθεια σε επιλεγμένα θέματα.

Η Ινδία ίσως διστάζει να έρθει σε ρήξη με την Ρωσία, αλλά αποτελεί ήδη ένα ζωτικό μέρος της προσπάθειας για την γεωπολιτική και τεχνολογική εξισορρόπηση έναντι της Κίνας. Η Ινδονησία θα συνεργάζεται ολοένα και περισσότερο με την Ουάσιγκτον σε θέματα ασφαλείας, παρόλο που διατηρεί στενούς εμπορικούς δεσμούς με το Πεκίνο. Η Ουκρανία και η Ταϊβάν είναι μη σύμμαχοι που αποτελούν γεωπολιτικά προπύργια σε κρίσιμες περιοχές. Ο στόχος του Μπάιντεν πρέπει να είναι να αναπτύξει περαιτέρω τους θεσμούς και τις ρυθμίσεις, όπως η Quad [13] ή διάφορες τεχνολογικές συμμαχίες, που θα ενισχύσουν την συνολική ισχύ του ελεύθερου κόσμου, πυκνώνοντας τον συνδετικό ιστό μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης βαθμίδας.

Η τρίτη βαθμίδα αποτελείται από συγκριτικά καλοήθεις απολυταρχίες —ανελεύθερες χώρες που υποστηρίζουν ακόμη ένα διεθνές σύστημα υπό την ηγεσία μιας δημοκρατικής υπερδύναμης. Ομολογουμένως, οι προσπάθειες για να γίνει διάκριση μεταξύ των καλών και των κακών δικτατόρων έχουν μια ποταπή καταγωγή. Αλλά συγκεκριμένες απολυταρχίες εξαρτώνται από μια ανοιχτή παγκόσμια οικονομία υπό την ηγεσία των ΗΠΑ· καταλαμβάνουν στρατηγική γεωγραφική θέση που τις αφήνει ευάλωτες στο Πεκίνο ή στη Μόσχα, και επομένως εξαρτώνται από την Ουάσιγκτον· ή είναι αλλιώς βαθιά συνδεδεμένες με το υπάρχον σύστημα. Αυτές οι χώρες, όπως το Βιετνάμ και η Σιγκαπούρη, θα συνεργαστούν με τις Ηνωμένες Πολιτείες σε συναλλακτική βάση, για να αποτρέψουν τις πιο ακραίες μορφές απολυταρχικής επιθετικότητας. Αλλά οι συναλλαγές τους με τις δημοκρατίες θα είναι πιο εξασθενημένες όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα, το μέλλον του Διαδικτύου, και άλλα ζητήματα διακυβέρνησης.

ΔΥΣΒΑΤΟΣ ΔΡΟΜΟΣ ΓΙΑ …ΠΟΥ;

Επομένως, μια στρατηγική για τον ελεύθερο κόσμο μπορεί να έχει αρχές, χωρίς να είναι άτεγκτη ή αυτοκαταστροφική. Προσφέρει μια αληθοφανή λογική για την συνεργασία με ορισμένους απολυταρχικούς εναντίον άλλων. Και έχει μια στρατηγική δύναμη: ένας συνασπισμός του ελεύθερου κόσμου μπορεί να επιτρέψει στις Ηνωμένες Πολιτείες και στους φίλους τους να επιτύχουν μια αποφασιστική υπεροχή σε κρίσιμης σημασίας ζητήματα. Ωστόσο, οι προκλήσεις αφθονούν.

Η πρώτη περιλαμβάνει την διαχείριση της αλληλεξάρτησης σε έναν κόσμο που κατακερματίζεται. Ο στόχος εδώ δεν πρέπει να είναι να χαλαρώσουν πλήρως αυτοί οι δεσμοί, αλλά να διασφαλιστεί ότι οι όροι της αλληλεξάρτησης θα ευνοήσουν τον ελεύθερο κόσμο. Αυτό θα απαιτήσει επιλεκτική αποσύνδεση –την άρνηση πρόσβασης των κινεζικών εταιρειών σε επενδύσεις και εισροές υψηλής τεχνολογίας, για παράδειγμα, ή την αύξηση της ελευθερίας δράσης της Ευρώπης, με τον απογαλακτισμό της από τις προμήθειες ρωσικής ενέργειας [14]. Πιο σημαντική θα είναι η αύξηση της εμπορικής, χρηματοοικονομικής, και τεχνολογικής συνοχής του ελεύθερου κόσμου, για να επιταχυνθεί η ανάπτυξη και η καινοτομία του και να μειωθεί η ευαλωτότητα του στον αυταρχικό καταναγκασμό. Αυτό είναι επείγον: η Κίνα τρέχει να μειώσει την ευαισθησία της στη διεθνή οικονομική πίεση, αναγνωρίζοντας ότι οι όροι της αλληλεξάρτησης ίσως καθορίσουν την ισορροπία της μόχλευσης σε μια κρίση.

Μια ξεχωριστή πρόκληση είναι το να συμπεριληφθούν οι αμφίθυμοι, δημοκρατικοί εταίροι, οι χώρες που συνεργάζονται με την Ουάσιγκτον σε απτά ζητήματα, αλλά δεν τους αρέσει ιδιαίτερα το μοντέλο του ελεύθερου κόσμου. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα χρειαστούν διαφορετική ρητορική για διαφορετικά ακροατήρια: η αυτοδιάθεση και η ελευθερία της γεωπολιτικής επιλογής μπορεί να πείσουν περισσότερο από το «δημοκρατία εναντίον τυραννίας» στην Αφρική ή στη Νοτιοανατολική Ασία. Η Ουάσιγκτον θα πρέπει να προτεραιοποιήσει προσεκτικά ό,τι χρειάζεται από αυτούς τους εταίρους, των οποίων η επιλογή του παρόχου τηλεπικοινωνιών 5G ίσως είναι πιο σημαντική από την θέση τους για την Ουκρανία. Ωστόσο, ο Μπάιντεν πρέπει επίσης να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες που του έχει παράσχει ο πόλεμος.

Η στρατηγική της Ινδίας να χρησιμοποιεί ρωσικά όπλα για να προστατευθεί από την Κίνα είναι πλέον χρεοκοπημένη: εάν η Μόσχα ακρωτηριαστεί από την σύγκρουση και τις κυρώσεις και εξαρτάται ολοένα και περισσότερο από το Πεκίνο, τότε δεν θα μπορεί ή δεν πρόκειται να παράσχει στο Δελχί τον στρατιωτικό εξοπλισμό που μπορεί να χρειαστεί σε μια κρίση. Βοηθώντας την Ινδία να μειώσει την εξάρτησή της από τον ρωσικό στρατιωτικό εξοπλισμό, οι Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες δημοκρατικές χώρες μπορούν επίσης να μειώσουν με τον καιρό τα κίνητρα της Ινδίας για υπεκφυγές.

Μια στρατηγική για τον ελεύθερο κόσμο έχει επίσης άβολες συνέπειες για τους αποξενωμένους απολυταρχικούς εταίρους. Εξάλλου, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα εμπλέκονται στην διεθνική καταστολή, οπλοποιούν τις τεχνολογίες παρακολούθησης, και καταναγκάζουν τους γείτονές τους. Αμφότερες [οι χώρες] έχουν πλησιάσει την Ρωσία και την Κίνα, εν μέρει για οικονομικούς λόγους, εν μέρει λόγω του μειούμενου ενδιαφέροντος των ΗΠΑ για την ασφάλεια στον Περσικό Κόλπο και εν μέρει επειδή οι αυταρχικοί έχουν μια ιδεολογική συμπάθεια για άλλους αυταρχικούς. Αμφότερες οι χώρες έχουν ακόμη μακροχρόνιους, εκτεταμένους δεσμούς με τις Ηνωμένες Πολιτείες, με τις οποίες μοιράζονται το συμφέρον να ανασχέσουν το Ιράν· οι σχέσεις τους με την Ουάσιγκτον είναι αρκετά πολύτιμες ώστε να μην καταρρεύσουν εν μία νυκτί. Αλλά μια πιθανή έκβαση ενός πιο αυστηρά διαιρεμένου κόσμου είναι ότι οι πιο σημαντικές μοναρχίες του Κόλπου θα μπορούσαν να καταλήξουν στην άλλη πλευρά.

Ακόμα κι αν μια πράσινη επανάσταση μετατρέψει τελικά το Ριάντ και το Άμπου Ντάμπι σε ξεπερασμένους [παράγοντες] -ένα μεγάλο «αν»- μεσοπρόθεσμα αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε άσχημες στρατηγικές συνέπειες, σε μια περιοχή που έχει ακόμη μεγάλη σημασία. Προς το παρόν, λοιπόν, μια στρατηγική για τον ελεύθερο κόσμο δεν μπορεί να απελευθερώσει τις Ηνωμένες Πολιτείες από την συνεχιζόμενη εμπλοκή και ίσως τους δύσκολους συμβιβασμούς, με βασικές απολυταρχίες που πατούν και στα δύο στρατόπεδα.

Τελικά, ο Μπάιντεν θα πρέπει να απαντήσει σε ένα ερώτημα που έχει αποφύγει μέχρι στιγμής: Πώς τελειώνει αυτό; Μια στρατηγική για τον ελεύθερο κόσμο δεν προϋποθέτει τον στόχο της αλλαγής καθεστώτος, μολονότι τα αυτοσχέδια σχόλια του Μπάιντεν για τον Πούτιν δεν έχουν ξεκαθαρίσει το θέμα. Οι δημοκρατίες μπορούν να αμβλύνουν τις εντάσεις με τις εχθρικές απολυταρχίες, όπως έδειξε η ύφεση [των εντάσεων] κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Αλλά εάν πρόκειται πραγματικά για έναν ανταγωνισμό μεταξύ χωρών με θεμελιωδώς διαφορετικές κοσμοθεωρίες, που βασίζονται σε θεμελιωδώς διαφορετικές εσωτερικές τάξεις πραγμάτων, τότε μια τέτοια ύφεση θα είναι, για άλλη μια φορά, προσωρινή. Οι Ηνωμένες Πολιτείες αφιέρωσαν δεκαετίες προσπαθώντας να προσελκύσουν τη Μόσχα και το Πεκίνο στο διεθνές σύστημα· τώρα πρέπει να ενδυναμώσουν τον ελεύθερο κόσμο γύρω τους και να μειώσουν την ικανότητά τους να κάνουν κακό, έως ότου μετατοπιστεί η εσωτερική τους πολιτική ή εξασθενίσει η ισχύς τους. Μια στρατηγική για τον ελεύθερο κόσμο μπορεί τελικά να έχει αίσιο τέλος. Αλλά το «τελικά» ίσως είναι πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα.

Σύνδεσμοι:
[1] https://wwnorton.com/books/9781324021308
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-05-04/war-over-ukra...
[3] https://www.foreignaffairs.com/issue-packages/2022-02-11/biden-and-allies
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-03-10/putin-gambler
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-04-22/ukraine-can-win
[6] https://www.foreignaffairs.com/articles/europe/2022-04-26/natos-nordic-e...
[7] https://www.foreignaffairs.com/articles/russian-federation/2022-04-18/ru...
[8] https://www.foreignaffairs.com/articles/china/2022-05-16/what-china-lear...
[9] https://www.foreignaffairs.com/articles/india/2022-04-27/modis-big-mistake
[10] https://www.foreignaffairs.com/lists/2022-02-24/how-understand-crisis-uk...
[11] https://www.foreignaffairs.com/articles/ukraine/2022-04-06/china-russia-...
[12] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2021-09-27/dont-si...
[13] https://www.foreignaffairs.com/articles/world/2022-05-19/quad-needs-hard...
[14] https://www.foreignaffairs.com/articles/russian-federation/2022-05-17/ri...

Copyright © 2022 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2022-05-24/how-mak...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition