Το μακρύ χέρι του αυταρχισμού | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το μακρύ χέρι του αυταρχισμού

Πώς οι δικτάτορες φτάνουν πέρα από τα σύνορα για να εξαλείψουν την διαφωνία

Οι ρωσικές Αρχές έχουν βοηθήσει και άλλους αυταρχικούς να καταστείλουν τους αντιφρονούντες. Πάρτε, για παράδειγμα, την περίπτωση του Izzat Amon, ενός ακτιβιστή για τα ανθρώπινα δικαιώματα, με καταγωγή από το Τατζικιστάν, ο οποίος είχε ρωσική υπηκοότητα και ζούσε στην Ρωσία επί δεκαετίες. Ο Amon διηύθυνε έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό στη Μόσχα που βοηθούσε μετανάστες από την Κεντρική Ασία να βρουν εργασία και να αποκτήσουν καθεστώς νόμιμου μετανάστη στην Ρωσία. Ο Amon απελάθηκε από την Ρωσία τον Μάρτιο του 2021· με την επιστροφή του στο Τατζικιστάν, καταδικάστηκε σε εννέα χρόνια φυλάκιση, με αμφίβολες κατηγορίες για απάτη. Όταν ένας άλλος ακτιβιστής από το Τουρκμενιστάν, ο οποίος ζούσε στην Ρωσία επί έξι χρόνια, εξαφανίστηκε τον Οκτώβριο του 2021, οι ρωσικές Αρχές ισχυρίστηκαν ότι είχε εγκαταλείψει την χώρα οικειοθελώς. Ωστόσο, οι πληροφορίες που αποκτήθηκαν από το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Human Rights Watch) και την Διεθνή Αμνηστία (Amnesty International) υποδηλώνουν ότι στην πραγματικότητα συνελήφθη από την ρωσική αστυνομία και επέστρεψε δια της βίας στο Τουρκμενιστάν, όπου κρατείται πλέον από τις υπηρεσίες ασφαλείας σε απομόνωση.

Άλλες χώρες συμμερίζονται την προθυμία της Ρωσίας να προστρέξει σε βοήθεια των ομοϊδεατών απολυταρχιών. Τον Νοέμβριο του 2021, οι αρχές της Ταϊλάνδης επαναπάτρισαν παράνομα ακτιβιστές της αντιπολίτευσης στην Καμπότζη, όπου αντιμετώπισαν κατηγορίες με πολιτικά κίνητρα και απειλές για την ασφάλειά τους. Τον Μάιο, η κυβέρνηση των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων κράτησε επί εβδομάδες έναν έφηβο Κινέζο ακτιβιστή που περνούσε με ανταπόκριση από το αεροδρόμιο του Ντουμπάι, και επέτρεψε σε Κινέζους προξενικούς αξιωματούχους να προσπαθήσουν να τον καταναγκάσουν να επιστρέψει στην Κίνα. Η τουρκική κυβέρνηση, η οποία είναι η ίδια ένας σημαντικός αυτουργός της διεθνικής καταστολής, έχει ενεργήσει για λογαριασμό άλλων αυταρχικών κυβερνήσεων για να εκφοβίσει ξένους ακτιβιστές που ζουν εντός των συνόρων της. Αυτές οι εξελίξεις προμηνύουν ένα ανησυχητικό μέλλον για τις ομάδες της κοινωνίας των πολιτών, τους πολιτικούς αντιφρονούντες και τους υπέρμαχους της δημοκρατίας, όλοι εκ των οποίων αντιμετωπίζουν πλέον την προοπτική ότι οι διώξεις θα τους ακολουθούν όπου κι αν πηγαίνουν.

ΒΟΗΘΩΝΤΑΣ ΚΑΙ ΥΠΟΘΑΛΠΟΝΤΑΣ

Καθώς οι αυταρχικοί συνεργάζονται ολοένα και περισσότερο για να συντρίψουν την διαφωνία, τα παραδοσιακά καταφύγια για τους επικριτές και τους ακτιβιστές γίνονται λιγότερο φιλόξενα. Για παράδειγμα, η Τουρκία υπήρξε επί μακρόν ασφαλές καταφύγιο για τους Ουιγούρους, αλλά πρόσφατα έχει γίνει ένα επικίνδυνο μέρος για τη διασπορά των Ουιγούρων. Το 2021, οι τουρκικές αρχές παρενόχλησαν ομάδες Ουιγούρων ακτιβιστών, συλλαμβάνοντας τους και απειλώντας τους με απέλαση στην Κίνα. Την ίδια χρονιά, το Πεκίνο επικύρωσε μια Συνθήκη έκδοσης που υπέγραψε η Άγκυρα το 2017, τροφοδοτώντας φόβους ότι οι Ουιγούροι που ζουν στην Τουρκία θα μπορούσαν να συλληφθούν με κατασκευασμένες κατηγορίες και να εκδοθούν πίσω στην Κίνα. Αυτή η αυξανόμενη καταστολή των Ουιγούρων στην Τουρκία έχει λάβει χώρα με φόντο την σύσφιξη των οικονομικών και πολιτικών σχέσεων μεταξύ της Άγκυρας και του Πεκίνου, και ωθείται από την αυξανόμενη ανάγκη [3] της Τουρκίας για επενδύσεις και εμπόριο με την ασιατική υπερδύναμη.

Οι τουρκικές Αρχές κατέστειλαν επίσης τη μικρή διασπορά του Τουρκμενιστάν στην χώρα, συλλαμβάνοντας ακτιβιστές που αντιτίθενται στο καθεστώς του ισχυρού άνδρα της [πρωτεύουσας] Ashgabat, και εργάζονται για να αποτρέψουν τις διαδηλώσεις μπροστά από την πρεσβεία του Τουρκμενιστάν. Αυτό συμβαίνει καθώς η τουρκική κυβέρνηση επιδιώκει στενότερους δεσμούς με την χώρα της Κεντρικής Ασίας: η καταστολή συνέπεσε με την σύνοδο κορυφής, τον Νοέμβριο του 2021, του Συμβουλίου Συνεργασίας των Τουρκόφωνων Κρατών (Cooperation Council of Turkish Speaking States), ενός περιφερειακού μπλοκ του οποίου ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ελπίζει να ηγηθεί και όπου το Τουρκμενιστάν έχει καθεστώς παρατηρητή.

Ο Ερντογάν [4] έχει προσπαθήσει επίσης να περισώσει τις σχέσεις με την Σαουδική Αραβία μετά από χρόνια εντάσεων, εγκαταλείποντας τις προσπάθειες να εξασφαλιστεί η λογοδοσία για μια από τις πιο αποτρόπαιες πράξεις διεθνικής καταστολής που έχουν διαπραχθεί σε τουρκικό έδαφος. Τον Απρίλιο του 2021, ένα τουρκικό δικαστήριο συμφώνησε να μεταφέρει την δίκη που διεξάγεται σε σχέση με την δολοφονία, το 2018, του Τζαμάλ Κασόγκι, ενός Σαουδάραβα αντιφρονούντα και δημοσιογράφου, στις ίδιες σαουδαραβικές Αρχές που είχαν αναμιχθεί στην δολοφονία του.

Οι μη δημοκρατικές κυβερνήσεις συνεργάζονται στην άσκηση διεθνικής καταστολής διότι είναι πολιτικά βολικό και διότι μοιράζονται ένα σύνολο ανελεύθερων αξιών [5], που απορρίπτουν το θεμελιώδες δικαίωμα της άσκησης κριτικής σε εκείνους που ασκούν πολιτική εξουσία. Οι αυταρχικές πρακτικές και αξίες βρίσκονται σήμερα σε άνοδο: μια έκθεση του Freedom House που δημοσιεύτηκε νωρίτερα αυτό το έτος διαπίστωσε ότι η δημοκρατία έχει υποχωρήσει παγκοσμίως επί 16 συνεχόμενα έτη, και τα πολιτικά δικαιώματα και οι πολιτικές ελευθερίες δέχονται επίθεση ακόμη και σε υφιστάμενες δημοκρατίες όπως η Ινδία και οι Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτές οι παράλληλες τάσεις συγκλίνουν για να σχηματίσουν μια δυσοίωνη πρόβλεψη: οι αυταρχικοί θα έχουν όλο και περισσότερες ευκαιρίες να συνεργαστούν στο μέλλον.

ΚΛΕΙΔΩΝΟΝΤΑΣ ΤΙΣ ΠΥΛΕΣ