Το μακρύ χέρι του αυταρχισμού | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το μακρύ χέρι του αυταρχισμού

Πώς οι δικτάτορες φτάνουν πέρα από τα σύνορα για να εξαλείψουν την διαφωνία

Η περσινή χρονιά ήταν μια ιδιαιτέρως επικίνδυνη εποχή για να είναι κάποιος Λευκορώσος πολιτικός αντιφρονών —όχι μόνο στην Λευκορωσία, αλλά οπουδήποτε στον κόσμο. Το 2021, μετά από μήνες βίαιης καταστολής των ειρηνικών διαδηλώσεων της αντιπολίτευσης στο εσωτερικό, ο πρόεδρος της Λευκορωσίας, Αλεξάντερ Λουκασένκο, άρχισε να εξάγει τις κατασταλτικές τακτικές του. Οι στόχοι του ήταν ιδιαιτέρως εκτεταμένοι, από τους επί μακρόν αντιφρονούντες έως τους νεόκοπους επικριτές. Μολονότι πολλές από τις προσπάθειές του πέρασαν απαρατήρητες διεθνώς, άλλες τράβηξαν τη μεγάλη προσοχή του κοινού. Τον Μάιο του 2021, για παράδειγμα, το καθεστώς του Λουκασένκο επινόησε μια ψευδή απειλή για βόμβα, ώστε να αναγκάσει ένα επιβατικό αεροσκάφος που ταξίδευε από την Ελλάδα στην Λιθουανία να προσγειωθεί στο Μινσκ, ώστε ο Roman Pratasevich, ένας νεαρός δημοσιογράφος και πολιτικός ακτιβιστής που επέβαινε σε αυτό, να συλληφθεί στην πίστα [του αεροδρομίου]. Αργότερα, κατά την διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων του Τόκιο, οι Αρχές της Λευκορωσίας προσπάθησαν να επαναπατρίσουν βίαια την Krystsina Tsimanouskaya, μια αθλήτρια του στίβου, αφότου αυτή επέκρινε το προπονητικό επιτελείο της εθνικής ομάδας - και απλώς εμποδίστηκαν από την ιαπωνική αστυνομία.

03062022-1.jpg

Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, και ο Λευκορώσος πρόεδρος, Αλεξάντερ Λουκασένκο, στην [πόλη] Σότσι, στην Ρωσία, τον Μάιο του 2022. Sputnik Photo Agency / Reuters
---------------------------------------------

Αμφότερα τα περιστατικά είναι περιπτώσεις αυτής που είναι γνωστή ως διεθνική καταστολή ή οι προσπάθειες των κυβερνήσεων να φτάσουν πέρα από τα σύνορα για να φιμώσουν τους επικριτές τους. Σε μια νέα έκθεση [1] από το Freedom House, έναν μη κομματικό οργανισμό προώθησης της δημοκρατίας, βρίσκουμε ότι οι ασφαλείς χώροι για διαφωνίες συρρικνώνονται ταχέως σε όλο τον κόσμο. Με βάση ένα σύνολο δεδομένων [αποτελούμενο από] 735 τεκμηριωμένα περιστατικά ξεκάθαρης διεθνικής καταστολής που σημειώθηκαν μεταξύ του 2014 και του 2021, δείχνουμε ότι οι αυταρχικές κυβερνήσεις συνεργάζονται όλο και περισσότερο για να συμβάλουν στον εντοπισμό, στην απειλή, στην κράτηση και στην απέλαση των επικριτών τους. Επιπλέον, χάρη στις περιοριστικές πολιτικές ασύλου πολλών δημοκρατιών, που σε διαφορετική περίπτωση θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως καταφύγια για τους αντιφρονούντες, υπάρχουν λιγότερα διαθέσιμα ασφαλή μέρη για εκείνους που αναζητούν καταφύγιο από τις διώξεις. Εάν οι δημοκρατίες θέλουν να υποστηρίξουν τις φιλελεύθερες αξίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα παγκοσμίως, θα μπορούσαν να ξεκινήσουν καλωσορίζοντας εκείνους που διακινδυνεύουν την ζωή τους για να ορθώσουν το ανάστημα τους στα αυταρχικά καθεστώτα.

ΠΟΥΘΕΝΑ ΝΑ ΣΤΡΑΦΟΥΝ

Το ανησυχητικό είναι ότι οι ομοϊδεάτες αυταρχικοί αλληλοβοηθούνται ολοένα και περισσότερο για να κυνηγήσουν τους αντιφρονούντες πέρα από τα σύνορα. Το 2021, η συντριπτική πλειοψηφία των περιστατικών διεθνικής καταστολής —74%— διαπράχθηκαν από αυταρχικές κυβερνήσεις στην επικράτεια άλλων αυταρχικών κρατών. Αυτό είναι 16 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερο από τον μέσο όρο μεταξύ του 2014 και του 2020, όταν το 58% των περιπτώσεων που καταγράφηκαν από το Freedom House διαπράχθηκαν από και έλαβαν χώρα σε αυταρχικές χώρες. Τα περιστατικά διεθνικής καταστολής που συμβαίνουν σε χώρες που δεν σέβονται τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα και με αδύναμες παραδόσεις κράτους δικαίου, όπως το Τατζικιστάν και η Ταϊλάνδη, είναι ιδιαιτέρως ύπουλα επειδή τείνουν να προσελκύουν λιγότερο την προσοχή των media, της κοινωνίας των πολιτών και της κυβέρνησης. Μολονότι η σύλληψη του Pratasevich και η δοκιμασία της Tsimanouskaya κέρδισαν σημαντική διεθνή κάλυψη [2] και οδήγησαν ακόμη και στην επιβολή πολυμερών κυρώσεων, ο όγκος της εκστρατείας διεθνικής καταστολής της Λευκορωσίας, το 2021, έχει περάσει σε μεγάλο βαθμό απαρατήρητος. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι έλαβε χώρα ως επί το πλείστον εντός μια γειτονικής αυταρχικής χώρας: της Ρωσίας.

Το καθεστώς του Ρώσου προέδρου, Βλαντιμίρ Πούτιν, έχει υπάρξει ένας πρόθυμος εταίρος στις διώξεις των αντιφρονούντων και των αντιπάλων από τον Λουκασένκο. Τα ρωσικά δικαστήρια, τα οποία είναι εδώ και καιρό αδιάφορα για τα δικαιώματα των ντόπιων πολιτικών ακτιβιστών, ενέκριναν επανειλημμένα τα αιτήματα έκδοσης Λευκορώσων [που βρίσκονταν] στην Ρωσία, οι οποίοι συμμετείχαν σε αντικυβερνητικές διαδηλώσεις στην Λευκορωσία. Σε μια αξιοσημείωτη περίπτωση, η Ρωσία απέλασε έναν μαχητή μεικτών πολεμικών τεχνών, ο οποίος, σύμφωνα με το Radio Free Europe, είχε ήδη ξυλοκοπηθεί και πυροβοληθεί με λαστιχένιες σφαίρες, ενώ βρισκόταν υπό κράτηση στην Λευκορωσία, ακόμη και αφότου το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (European Court of Human Rights) εξέδωσε γνωμοδότηση που απαγόρευε τον επαναπατρισμό του λόγω ανησυχιών για βασανιστήρια. Το δικό του ήταν μόνο ένα από τα 22 περυσινά περιστατικά στα οποία Λευκορώσοι [που βρίσκονταν] στην Ρωσία συνελήφθησαν, εκδόθηκαν ή απειλήθηκαν με έκδοση.

Σε κάποιες περιπτώσεις, το ρωσικό κράτος έχει διαδραματίσει έναν πιο ενεργό ρόλο, με το να αρπάζει στην Ρωσία, χωρίς ίχνος νομικής διαδικασίας, ανθρώπους που καταζητούνται από το καθεστώς του Λουκασένκο. Τον Απρίλιο του 2021, οι ρωσικές Αρχές απήγαγαν, όπως φαίνεται, δύο Λευκορώσους -ο ένας με αμερικανική υπηκοότητα- από ένα ξενοδοχείο στη Μόσχα και τους παρέδωσαν στις λευκορωσικές υπηρεσίες ασφαλείας, οι οποίες στην συνέχεια τους οδήγησαν [σε απόσταση] άνω των 400 μιλίων, στην άλλη πλευρά των συνόρων, στο Μινσκ. Αμφότεροι είχαν μακροχρόνιους δεσμούς με την λευκορωσική αντιπολίτευση και τώρα αντιμετωπίζουν κατηγορίες για σχεδιασμό πραξικοπήματος κατά της κυβέρνησης της Λευκορωσίας.

Οι ρωσικές Αρχές έχουν βοηθήσει και άλλους αυταρχικούς να καταστείλουν τους αντιφρονούντες. Πάρτε, για παράδειγμα, την περίπτωση του Izzat Amon, ενός ακτιβιστή για τα ανθρώπινα δικαιώματα, με καταγωγή από το Τατζικιστάν, ο οποίος είχε ρωσική υπηκοότητα και ζούσε στην Ρωσία επί δεκαετίες. Ο Amon διηύθυνε έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό στη Μόσχα που βοηθούσε μετανάστες από την Κεντρική Ασία να βρουν εργασία και να αποκτήσουν καθεστώς νόμιμου μετανάστη στην Ρωσία. Ο Amon απελάθηκε από την Ρωσία τον Μάρτιο του 2021· με την επιστροφή του στο Τατζικιστάν, καταδικάστηκε σε εννέα χρόνια φυλάκιση, με αμφίβολες κατηγορίες για απάτη. Όταν ένας άλλος ακτιβιστής από το Τουρκμενιστάν, ο οποίος ζούσε στην Ρωσία επί έξι χρόνια, εξαφανίστηκε τον Οκτώβριο του 2021, οι ρωσικές Αρχές ισχυρίστηκαν ότι είχε εγκαταλείψει την χώρα οικειοθελώς. Ωστόσο, οι πληροφορίες που αποκτήθηκαν από το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Human Rights Watch) και την Διεθνή Αμνηστία (Amnesty International) υποδηλώνουν ότι στην πραγματικότητα συνελήφθη από την ρωσική αστυνομία και επέστρεψε δια της βίας στο Τουρκμενιστάν, όπου κρατείται πλέον από τις υπηρεσίες ασφαλείας σε απομόνωση.

Άλλες χώρες συμμερίζονται την προθυμία της Ρωσίας να προστρέξει σε βοήθεια των ομοϊδεατών απολυταρχιών. Τον Νοέμβριο του 2021, οι αρχές της Ταϊλάνδης επαναπάτρισαν παράνομα ακτιβιστές της αντιπολίτευσης στην Καμπότζη, όπου αντιμετώπισαν κατηγορίες με πολιτικά κίνητρα και απειλές για την ασφάλειά τους. Τον Μάιο, η κυβέρνηση των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων κράτησε επί εβδομάδες έναν έφηβο Κινέζο ακτιβιστή που περνούσε με ανταπόκριση από το αεροδρόμιο του Ντουμπάι, και επέτρεψε σε Κινέζους προξενικούς αξιωματούχους να προσπαθήσουν να τον καταναγκάσουν να επιστρέψει στην Κίνα. Η τουρκική κυβέρνηση, η οποία είναι η ίδια ένας σημαντικός αυτουργός της διεθνικής καταστολής, έχει ενεργήσει για λογαριασμό άλλων αυταρχικών κυβερνήσεων για να εκφοβίσει ξένους ακτιβιστές που ζουν εντός των συνόρων της. Αυτές οι εξελίξεις προμηνύουν ένα ανησυχητικό μέλλον για τις ομάδες της κοινωνίας των πολιτών, τους πολιτικούς αντιφρονούντες και τους υπέρμαχους της δημοκρατίας, όλοι εκ των οποίων αντιμετωπίζουν πλέον την προοπτική ότι οι διώξεις θα τους ακολουθούν όπου κι αν πηγαίνουν.

ΒΟΗΘΩΝΤΑΣ ΚΑΙ ΥΠΟΘΑΛΠΟΝΤΑΣ

Καθώς οι αυταρχικοί συνεργάζονται ολοένα και περισσότερο για να συντρίψουν την διαφωνία, τα παραδοσιακά καταφύγια για τους επικριτές και τους ακτιβιστές γίνονται λιγότερο φιλόξενα. Για παράδειγμα, η Τουρκία υπήρξε επί μακρόν ασφαλές καταφύγιο για τους Ουιγούρους, αλλά πρόσφατα έχει γίνει ένα επικίνδυνο μέρος για τη διασπορά των Ουιγούρων. Το 2021, οι τουρκικές αρχές παρενόχλησαν ομάδες Ουιγούρων ακτιβιστών, συλλαμβάνοντας τους και απειλώντας τους με απέλαση στην Κίνα. Την ίδια χρονιά, το Πεκίνο επικύρωσε μια Συνθήκη έκδοσης που υπέγραψε η Άγκυρα το 2017, τροφοδοτώντας φόβους ότι οι Ουιγούροι που ζουν στην Τουρκία θα μπορούσαν να συλληφθούν με κατασκευασμένες κατηγορίες και να εκδοθούν πίσω στην Κίνα. Αυτή η αυξανόμενη καταστολή των Ουιγούρων στην Τουρκία έχει λάβει χώρα με φόντο την σύσφιξη των οικονομικών και πολιτικών σχέσεων μεταξύ της Άγκυρας και του Πεκίνου, και ωθείται από την αυξανόμενη ανάγκη [3] της Τουρκίας για επενδύσεις και εμπόριο με την ασιατική υπερδύναμη.

Οι τουρκικές Αρχές κατέστειλαν επίσης τη μικρή διασπορά του Τουρκμενιστάν στην χώρα, συλλαμβάνοντας ακτιβιστές που αντιτίθενται στο καθεστώς του ισχυρού άνδρα της [πρωτεύουσας] Ashgabat, και εργάζονται για να αποτρέψουν τις διαδηλώσεις μπροστά από την πρεσβεία του Τουρκμενιστάν. Αυτό συμβαίνει καθώς η τουρκική κυβέρνηση επιδιώκει στενότερους δεσμούς με την χώρα της Κεντρικής Ασίας: η καταστολή συνέπεσε με την σύνοδο κορυφής, τον Νοέμβριο του 2021, του Συμβουλίου Συνεργασίας των Τουρκόφωνων Κρατών (Cooperation Council of Turkish Speaking States), ενός περιφερειακού μπλοκ του οποίου ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ελπίζει να ηγηθεί και όπου το Τουρκμενιστάν έχει καθεστώς παρατηρητή.

Ο Ερντογάν [4] έχει προσπαθήσει επίσης να περισώσει τις σχέσεις με την Σαουδική Αραβία μετά από χρόνια εντάσεων, εγκαταλείποντας τις προσπάθειες να εξασφαλιστεί η λογοδοσία για μια από τις πιο αποτρόπαιες πράξεις διεθνικής καταστολής που έχουν διαπραχθεί σε τουρκικό έδαφος. Τον Απρίλιο του 2021, ένα τουρκικό δικαστήριο συμφώνησε να μεταφέρει την δίκη που διεξάγεται σε σχέση με την δολοφονία, το 2018, του Τζαμάλ Κασόγκι, ενός Σαουδάραβα αντιφρονούντα και δημοσιογράφου, στις ίδιες σαουδαραβικές Αρχές που είχαν αναμιχθεί στην δολοφονία του.

Οι μη δημοκρατικές κυβερνήσεις συνεργάζονται στην άσκηση διεθνικής καταστολής διότι είναι πολιτικά βολικό και διότι μοιράζονται ένα σύνολο ανελεύθερων αξιών [5], που απορρίπτουν το θεμελιώδες δικαίωμα της άσκησης κριτικής σε εκείνους που ασκούν πολιτική εξουσία. Οι αυταρχικές πρακτικές και αξίες βρίσκονται σήμερα σε άνοδο: μια έκθεση του Freedom House που δημοσιεύτηκε νωρίτερα αυτό το έτος διαπίστωσε ότι η δημοκρατία έχει υποχωρήσει παγκοσμίως επί 16 συνεχόμενα έτη, και τα πολιτικά δικαιώματα και οι πολιτικές ελευθερίες δέχονται επίθεση ακόμη και σε υφιστάμενες δημοκρατίες όπως η Ινδία και οι Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτές οι παράλληλες τάσεις συγκλίνουν για να σχηματίσουν μια δυσοίωνη πρόβλεψη: οι αυταρχικοί θα έχουν όλο και περισσότερες ευκαιρίες να συνεργαστούν στο μέλλον.

ΚΛΕΙΔΩΝΟΝΤΑΣ ΤΙΣ ΠΥΛΕΣ

Οι παγκόσμιες υποχωρήσεις των πολιτικών ελευθεριών και των πολιτικών δικαιωμάτων -και η διάβρωση των ελέγχων για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τις καταχρήσεις εξουσίας- βαθαίνουν την διεθνική καταστολή διότι οι άνθρωποι που τρέπονται σε φυγή από τις διώξεις μιας αυταρχικής κυβέρνησης είναι πιθανό να βρεθούν υπό τον έλεγχο μιας άλλης. Η γεωγραφική εγγύτητα, τα ανεκτικά καθεστώτα χορήγησης βίζας και οι αυστηρές πολιτικές ασύλου των δημοκρατικών κυβερνήσεων συχνά διοχετεύουν τους αντιφρονούντες που τρέπονται σε φυγή από ένα αυταρχικό καθεστώς σε μέρη που ελέγχονται από άλλες μη δημοκρατικές κυβερνήσεις. Οι πολίτες της Λευκορωσίας και της Κεντρικής Ασίας πηγαίνουν στην Ρωσία, όπου δεν χρειάζονται βίζα για να εισέλθουν. Οι άνθρωποι που δραπετεύουν από την Καμπότζη, το Λάος ή το Βιετνάμ συχνά διασχίζουν τα σύνορα προς την γειτονική Ταϊλάνδη. Οι Ουιγούροι εγκαταλείπουν την Κίνα, δραπετεύοντας στην Αίγυπτο ή στην Τουρκία. Αυτά τα μέρη είναι ελκυστικά επειδή είναι προσβάσιμα —αλλά μολονότι μπορεί να παρέχουν βραχυπρόθεσμο καταφύγιο, δεν προσφέρουν μακροπρόθεσμη προστασία.

Το να ζει κάποιος σε μια ισχυρή δημοκρατία, με ισχυρά νομικά συστήματα και υψηλά επίπεδα ασφάλειας, αποτελεί μακράν την βέλτιστη προστασία έναντι της διεθνικής καταστολής. Ωστόσο, δεν αποτελεί εγγύηση ασφάλειας. Οι αυταρχικές κυβερνήσεις δυσκολεύονται να στοχοποιήσουν τους αντιφρονούντες στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες, εν τούτοις έχουν σημειώσει κάποια περιορισμένη επιτυχία. Πέρυσι, για παράδειγμα, το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ αποκάλυψε ότι πράκτορες του ιρανικού καθεστώτος προσέλαβαν έναν ιδιωτικό ερευνητή για να συλλέξει πληροφορίες για τη Masih Alinejad, μια εξέχουσα Ιρανο-αμερικανή δημοσιογράφο και ακτιβίστρια για τα δικαιώματα των γυναικών, ως μέρος ενός σχεδίου απαγωγής της από το σπίτι της στο Μπρούκλιν και της επιστροφής της στο Ιράν. Επίσης πέρυσι, δικαστήριο της Σουηδίας καταδίκασε έναν άνδρα και μια γυναίκα για την επίθεση και την απόπειρα δολοφονίας του Tumso Abdurakhmanov, ενός Τσετσένου αιτούντος άσυλο και επί μακρόν επικριτή του προέδρου της Τσετσενίας, Ramzan Kadyrov, ως μέρος μιας συνωμοσίας που σχεδίασαν Τσετσένοι αξιωματούχοι.

Αυτό το πρόβλημα επιδεινώνεται από τους αυξανόμενους φραγμούς στην αποδοχή, που περιφράζουν όλο και περισσότερο τις δημοκρατίες από τους αιτούντες άσυλο, τους πρόσφυγες και άλλους μετανάστες. Οι δημοκρατικές χώρες –οι οποίες είναι ήδη γεωγραφικά απομακρυσμένες από πολλά καταπιεστικά καθεστώτα- έχουν επενδύσει πόρους στην οικοδόμηση φυσικών και νομικών τειχών ενάντια στους μετανάστες. Το 2016, η ΕΕ υπέγραψε συμφωνία με την Τουρκία, με στόχο να εμποδίσει τους αιτούντες άσυλο να φτάσουν στην Ευρώπη μέσω της Ελλάδας. Η πολιτική ουσιαστικά συγκέντρωσε εκατομμύρια ανθρώπους εντός της Τουρκίας, μιας χώρας που στοχοποιεί ήδη τους δικούς της αντιπάλους στο εξωτερικό και παρενοχλεί ολοένα και περισσότερο τους ξένους ακτιβιστές στο εσωτερικό.

Ένα άλλο εντυπωσιακό παράδειγμα πολιτικής ασύλου που μπορεί κάλλιστα να διευκολύνει την διεθνική καταστολή, είναι το σχέδιο του Ηνωμένου Βασιλείου, που ανακοινώθηκε τον Απρίλιο, να στείλει στην Ρουάντα για διεκπεραίωση και επανεγκατάσταση τους αιτούντες άσυλο που καταφθάνουν με παράτυπα μέσα στην χώρα. Η Ρουάντα ελέγχεται από ένα αυταρχικό καθεστώς και είναι η ίδια ενεργός αυτουργός της διεθνικής καταστολής. Οι βρετανικές Αρχές γνωρίζουν πολύ καλά το ιστορικό της Ρουάντα. Το 2019, η κυβέρνηση της Ρουάντα στοχοποίησε τον Faustin Rukundo, κάτοικο του Ηνωμένου Βασιλείου και σκληρό επικριτή του προέδρου της Ρουάντα, Paul Kagame, με κατασκοπευτικό λογισμικό παρακολούθησης. Όπως ανέφερε το BBC, μόλις το 2020 η Ύπατη Αρμοστεία της Ρουάντα (Rwandan High Commission) στο Λονδίνο είχε πιέσει τους κατοίκους του Ηνωμένου Βασιλείου με καταγωγή από την Ρουάντα να δώσουν όρκο πίστης στο καθεστώς. Δεδομένης αυτής της πρόσφατης ιστορίας, το Ηνωμένο Βασίλειο θα έπρεπε να γνωρίζει πολύ καλά ότι η απόφασή του να μεταθέσει στην Ρουάντα την ευθύνη του για την διαδικασία ασύλου, μόνο θα βοηθήσει τις αυταρχικές κυβερνήσεις που επιδιώκουν να στοχοποιήσουν τους αντιφρονούντες με το να αναθέσει τους πολιτικούς πρόσφυγες στην φροντίδα ενός αυταρχικού κράτους.

ΑΡΧΙΖΕΙ ΣΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ

Οι δημοκρατίες μπορούν και πρέπει να καταστήσουν υπόλογους τους αυτουργούς της διεθνικής καταστολής, ως μέρος του έργου για την περιφρούρηση της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Μπορούν να το κάνουν επιβάλλοντας στοχευμένες κυρώσεις, παρακρατώντας αρωγή ασφαλείας και διώκοντας εκείνους που είναι υπεύθυνοι για εγχώριες πράξεις διεθνικής καταστολής. Οι δημοκρατικές χώρες θα πρέπει επίσης να συνεργαστούν για να σταματήσουν την κατάχρηση των εργαλείων που προορίζονται να διευκολύνουν την διεθνή συνεργασία σε θέματα ασφαλείας. Αυτά τα εργαλεία, όπως οι Κόκκινες Ανακοινώσεις (Red Notices) που εκδίδονται από την Διεθνή Οργάνωση Εγκληματολογικής Αστυνομίας (International Criminal Police Organization, Interpol), οι οποίες ενημερώνουν τις χώρες-μέλη για τους διεθνώς καταζητούμενους φυγάδες, χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο από τις αυταρχικές κυβερνήσεις για τη νόμιμη κράτηση και την έκδοση αντιφρονούντων. Αλλά για να αντιμετωπίσουν τη μεγαλύτερη πρόκληση του αυξανόμενου παγκόσμιου αυταρχισμού, ειδικά καθώς οι μη δημοκρατικές κυβερνήσεις συνεργάζονται όλο και περισσότερο για να καταπνίξουν την διαφωνία, οι δημοκρατίες πρέπει πρώτα και κύρια να αλλάξουν την προσέγγισή τους στο άσυλο.

Οι δημοκρατίες θα πρέπει να σταματήσουν να μεταθέτουν στο εξωτερικό τα συστήματα μετανάστευσης και ασύλου τους, και να δώσουν στους ανθρώπους την ευκαιρία να υποβάλουν αίτηση για άσυλο εντός της επικράτειάς τους, όπου τους προσφέρεται καλύτερη προστασία έναντι των διώξεων, της καταστολής, και της βίας από την πλευρά των αυταρχικών κρατών. Οι κυβερνήσεις θα πρέπει επίσης να παράσχουν μόνιμη προστασία σε όσους πληρούν τις προϋποθέσεις για άσυλο και να μειώσουν την εξάρτηση από το προσωρινό καθεστώς του πρόσφυγα που αφήνει τα άτομα και τις οικογένειές τους εκτεθειμένα σε παρενόχληση από τις χώρες καταγωγής τους. Όσο οι δημοκρατικές κυβερνήσεις θεσπίζουν ακόμη πιο περιοριστικές πολιτικές για το άσυλο, θα συνεχίσουν να παγιδεύουν ευάλωτους ανθρώπους σε μέρη του κόσμου όπου οι αυταρχικοί καθορίζουν τους κανόνες.

Σύνδεσμοι:
[1] https://freedomhouse.org/report/transnational-repression
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/belarus/2021-05-27/authoritarian...
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/turkey/2021-05-19/turkey-will-no...
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/middle-east/2022-01-04/erdogans-...
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2021-03-26/illiber...

Copyright © 2022 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/world/2022-06-02/long-arm-author...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition