H νότια στρατηγική της Κίνας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

H νότια στρατηγική της Κίνας

Το Πεκίνο χρησιμοποιεί τον Παγκόσμιο Νότο για να περιορίσει την Αμερική
Περίληψη: 

Οι Κινέζοι πολιτικοί επιχειρούν να δημιουργήσουν μια σφαίρα επιρροής που θα αποτελείται όχι μόνο από την αμέσως όμορη περιοχή της χώρας τους, αλλά και από ολόκληρο τον αναδυόμενο, μη δυτικό και σε μεγάλο βαθμό μη δημοκρατικό κόσμο - τον «Παγκόσμιο Νότο». Η εξασφάλιση της κυριαρχίας σε αυτή την τεράστια ζώνη εθνών θα παρείχε μια ισχυρή βάση για την ισχύ της Κίνας.

Η NADÈGE ROLLAND είναι ανώτερη συνεργάτις για πολιτικά θέματα και θέματα ασφαλείας στο National Bureau of Asian Research.

Την τελευταία δεκαετία, ο Κινέζος πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ, έχει προσπαθήσει να βοηθήσει την Κίνα να αποκτήσει αυτή που θεωρεί ότι είναι η δικαιωματική της θέση της στο κέντρο της παγκόσμιας σκηνής. Για να το κάνει αυτό, ο Σι -μαζί με την υπόλοιπη ηγεσία της Κίνας- προσπαθεί να εδραιώσει την οικονομική, πολιτική, διπλωματική, και στρατιωτική ισχύ της χώρας. Εργάζεται επίσης για να αντιμετωπίσει την πίεση των ΗΠΑ στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού. Η επιθυμία του Σι να μετατρέψει την Κίνα στο πιο ισχυρό κράτος του κόσμου συνδυάζεται, σε τελική ανάλυση, με ένα αναπόφευκτο επακόλουθο: την επιτακτική ανάγκη να σταματήσει αυτές που θεωρεί ως προσπάθειες της Δύσης να την περιορίσει.

10062022-1.jpg

Ο πρωθυπουργός των Νήσων του Σολομώντος, Manasseh Sogavare, και ο Κινέζος ηγέτης, Li Keqiang, στο Πεκίνο, τον Οκτώβριο του 2019. Thomas Peter / Reuters
--------------------------------------------

Αλλά η μεγάλη στρατηγική της Κίνας περιλαμβάνει ένα τρίτο στοιχείο: την διεκδίκηση της κυρίαρχης θέσης της σε ένα διαφορετικό διεθνές σύστημα κρατών. Οι Κινέζοι πολιτικοί επιχειρούν να δημιουργήσουν μια σφαίρα επιρροής που θα αποτελείται όχι μόνο από την αμέσως όμορη περιοχή της χώρας τους, αλλά και από ολόκληρο τον αναδυόμενο, μη δυτικό και σε μεγάλο βαθμό μη δημοκρατικό κόσμο - τον «Παγκόσμιο Νότο». Η εξασφάλιση της κυριαρχίας σε αυτή την τεράστια ζώνη εθνών θα παρείχε μια ισχυρή βάση για την ισχύ της Κίνας [1], ενώ θα περιόριζε τις ενέργειες και την επιρροή των Ηνωμένων Πολιτειών. Τελικά, αυτό θα μπορούσε να σημάνει το τέλος της παγκόσμιας ηγεμονίας των ΗΠΑ.

ΞΕΚΙΝΗΣΤΕ

Ο αναπτυσσόμενος κόσμος έχει αποτελέσει μια σταθερή εστίαση της κινεζικής διπλωματίας από τα πρώτα χρόνια της Λαϊκής Δημοκρατίας. Μεταξύ του 1946 και του 1974, ο Μάο Τσε Τουνγκ τελειοποίησε το όραμά του για το πώς θα έπρεπε να εκτυλιχθεί ο αγώνας εναντίον των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, εστιάζοντας στον Παγκόσμιο Νότο. Η θεωρία του των «τριών κόσμων» οραματιζόταν ένα ενωμένο μέτωπο που θα συγκέντρωνε χώρες από την Αφρική, την Ασία και την Λατινική Αμερική, αποτελώντας τον Τρίτο Κόσμο, σε έναν κοινό αγώνα εναντίον του Πρώτου Κόσμου —που αποτελείτο από τις ιμπεριαλιστικές Ηνωμένες Πολιτείες και (μετά την Σινο-Σοβιετική διάσπαση ) την Σοβιετική Ένωση. Εν τω μεταξύ, η Κίνα θα καλόπιανε και θα εξουδετέρωνε τον Δεύτερο Κόσμο, που αποτελείτο από μεσαίες δυνάμεις όπως η Αυστραλία, ο Καναδάς, η Ιαπωνία, και τα κράτη της Δυτικής Ευρώπης. Ο Μάο πίστευε ότι ένα ενωμένο μέτωπο αναπτυσσόμενων χωρών με επικεφαλής την Κίνα, θα μπορούσε να περικυκλώσει και να απομονώσει τις ηγεμονικές δυνάμεις, με τον ίδιο τρόπο που το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ) στα πρώτα χρόνια του πολιτικού του αγώνα είχε «περικυκλώσει τις πόλεις από την ύπαιθρο», σύμφωνα με τα λόγια του Μάο, δίνοντας τελικά την δυνατότητα στην κομμουνιστική επανάσταση να θριαμβεύσει. Για τον σκοπό αυτό, αρχής γενομένης από τα μέσα της δεκαετίας του 1950, το Πεκίνο παρείχε τεχνική και οικονομική αρωγή σε επαναστατικά και αντιαποικιακά απελευθερωτικά κινήματα του Τρίτου Κόσμου.

Ωστόσο, η εσωτερική αναταραχή και τα περιορισμένα οικονομικά μέσα της ίδιας της Κίνας περιόρισαν τελικά την ικανότητά της να εδραιώσει έναν αποτελεσματικό αντι-ηγεμονικό συνασπισμό. Και έτσι, όταν ο Ντενγκ Ξιαοπίνγκ ανέλαβε την εξουσία μετά τον θάνατο του Μάο, εγκατέλειψε την επαναστατική ζέση του προκατόχου του και αντ' αυτού προτεραιοποίησε την οικοδόμηση της εθνικής ισχύος της Κίνας. Αλλά οι αναπτυσσόμενες χώρες παρέμειναν σημαντικές για το Πεκίνο, αν και για διαφορετικούς ιδεολογικούς και γεωστρατηγικούς λόγους. Αντίθετα, ο Παγκόσμιος Νότος συνέβαλε στην εξυπηρέτηση των εθνικών αναπτυξιακών στόχων της Κίνας, διευκολύνοντας, μεταξύ άλλων την συνεχή πρόσβαση της χώρας σε ενέργεια και φυσικούς πόρους για να τροφοδοτήσει την όλο και περισσότερο αναπτυσσόμενη οικονομία της. Οι διάδοχοι του Ντενγκ συνέχισαν να ενδιαφέρονται για τις οικονομικές προοπτικές του αναπτυσσόμενου κόσμου, καθώς ενθάρρυναν τις κινεζικές εταιρείες να «βγουν έξω» και να κατακτήσουν νέες αγορές στο εξωτερικό. Το 16ο Συνέδριο του Κόμματος, το 2002, συμπεριέλαβε επίσημα τις αναπτυσσόμενες χώρες, ως «το θεμέλιο» για την διπλωματία της Κίνας – πίσω από τις σχέσεις με τις μεγάλες δυνάμεις και με τους γείτονες της Κίνας, αλλά μπροστά από το έργο της στους πολυμερείς θεσμούς.

Αλλά η Κίνα εξακολουθούσε να γαλουχεί τις αναπτυσσόμενες χώρες προκειμένου να επιτύχει σημαντικούς γεωπολιτικούς στόχους. Χρησιμοποιώντας ανοιχτά την οικονομική βοήθεια και τις επενδύσεις ως κίνητρα, η Κίνα έκανε τις χώρες του παγκόσμιου Νότου να διακόψουν τις σχέσεις τους με την Ταϊβάν [2], συμβάλλοντας διπλωματικά στο να προκληθεί ασφυξία στο νησί. Μέσω ενός συνδυασμού παρόμοιων προτροπών και εκκλήσεων στα κοινά αντιδυτικά αισθήματα, το Πεκίνο μόχλευσε τις ψήφους των αναπτυσσόμενων χωρών στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών για να αποφύγει την διεθνή καταδίκη για τις επίμονες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Προς το τέλος της θητείας του Χου Τζιντάο, ο οποίος κατείχε τις κορυφαίες θέσεις στην Κίνα μέχρι το 2012, το ΚΚΚ πείστηκε περισσότερο ότι η χώρα του βρισκόταν σε μια απότομη ανοδική τροχιά. Εξάλλου, η Κίνα είχε ξεπεράσει την Ιαπωνία ως η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου. Την ίδια στιγμή, το Πεκίνο θεώρησε την προσφάτως ανακοινωθείσα «στροφή» της κυβέρνησης Ομπάμα στην Ασία ως εντατικοποίηση των προσπαθειών των ΗΠΑ να περιορίσουν την ισχύ της Κίνας. Αισθανόμενοι τόσο την ανανεωμένη αισιοδοξία όσο και μια όλο και βαθύτερη ανησυχία, οι ηγέτες της Κίνας εγκατέλειψαν χωρίς περιστροφές την χαμηλού προφίλ εξωτερική πολιτική του Ντενγκ, υπέρ ενός νέου, ενεργού παγκόσμιου οράματος, που εστίαζε στο να γίνει η χώρα τους η κυρίαρχη δύναμη στον κόσμο.