Έχασε η Κίνα την Ευρώπη; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Έχασε η Κίνα την Ευρώπη;

Πώς τα οικονομικά παραστρατήματα του Πεκίνου και η υποστήριξή του στην Ρωσία πίκραναν τους Ευρωπαίους ηγέτες

Εκείνη την εποχή, πολλοί αναλυτές της Κίνας θεώρησαν αυτήν την περιφερειακή ανάμιξη ως μια οξυδερκή κίνηση - ένα επιτυχημένο προοίμιο της Πρωτοβουλίας «Ζώνη και Οδός» (Belt and Road Initiative) η οποία ξεκίνησε το επόμενο έτος σε μια προσπάθεια να προωθηθούν οι κινεζικοί επιχειρηματικοί και πολιτικοί δεσμοί σε όλο τον κόσμο. Υπό τον προκάτοχο του προέδρου Σι Τζινπίνγκ [4], Χου Τζιντάο, η Κίνα είχε επιδιώξει να επινοήσει μια εικόνα του εαυτού της ως μιας ειρηνικής, τεχνοκρατικής χώρας, της οποίας η κύρια προτεραιότητα ήταν η ενσωμάτωση στην παγκόσμια οικονομία αντί για την προβολή σκληρής ισχύος. Παρά το μέγεθος και το αυταρχικό πολιτικό σύστημα της Κίνας, πολλοί Ευρωπαίοι ηγέτες -μαζί με μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες όπως η Volkswagen και η Siemens- θεωρούσαν σε μεγάλο βαθμό την Κίνα ως μια προσανατολισμένη στο μέλλον χώρα, που παρείχε πρόσβαση σε μια τεράστια αγορά. Και οι στρατηγικοί στόχοι της Κίνας, όπως η επανένωση με την Ταϊβάν [5] και η επέκταση της ισχύος της στην Θάλασσα της Νοτίου Κίνας, απείχαν πολύ από τα βασικά συμφέροντα της Ευρώπης.

Τόσο για την Κίνα όσο και για τους Ευρωπαίους εταίρους της, η ομάδα των 16+1 φαινόταν επίσης να έχει νόημα ιστορικά: η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο και οι Ευρωπαίοι εταίροι της μοιράζονταν μια σοσιαλιστική κληρονομιά. Όλοι βρίσκονταν σε διάφορα στάδια οικονομικών μεταρρυθμίσεων [που ήταν] προσανατολισμένες στην αγορά. Επιπλέον, 11 από αυτές τις μικρές χώρες ήταν μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επομένως η Κίνα θα μπορούσε να αποκτήσει «πάτημα» στο μεγαλύτερο εμπορικό μπλοκ του κόσμου, χωρίς να είναι υποχρεωμένη να ανταγωνίζεται άμεσα τις προηγμένες οικονομίες της δυτικής Ευρώπης. Τα κινεζικής κατασκευής εργοστάσια σε αυτές τις χώρες θα πληρούσαν την προϋπόθεση του να βρίσκονται εντός της ΕΕ, και ως εκ τούτου θα τους δινόταν προνομιακή πρόσβαση στην κοινή αγορά της ΕΕ. Και το Πεκίνο θα μπορούσε ευκολότερα να εδραιωθεί σε αυτές τις χώρες παρά στις πιο ανεπτυγμένες αντίστοιχες τους, όπως η Γερμανία και η Σκανδιναβία.

Η κινεζική κυβέρνηση θεώρησε επίσης τους 16+1 ως σκαλοπάτι για μια ευρύτερη οικονομική συμφωνία με την ίδια την ΕΕ. Το 2013, η ΕΕ και η Κίνα ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις για αυτή που έγινε γνωστή ως Συνολική Συμφωνία Επενδύσεων (Comprehensive Agreement on Investment). Μετά από χρόνια συζητήσεων, οι δύο πλευρές οριστικοποίησαν κατ’ αρχήν την συμφωνία το 2020 με την επιθετική υποστήριξη της τότε καγκελαρίου της Γερμανίας, Άνγκελα Μέρκελ. Στην θεωρία, φαινόταν ότι η Κίνα μπορεί να βρισκόταν καθ’ οδόν προς μια πιο μακροπρόθεσμη οικονομική σχέση με την Ευρώπη.

Σε αυτό το σημείο, ωστόσο, οι 16+1 χώλαιναν λόγω των κακώς καθορισμένων στόχων τους. Πρώτον, η Κίνα και οι Ευρωπαίοι εταίροι της είχαν εισέλθει στο σύμφωνο με ριζικά διαφορετικές προσδοκίες. Από την αρχή, το έργο ήταν σε μεγάλο βαθμό μια κινεζική δημιουργία. Η Κίνα δημιούργησε έναν ιστότοπο για να τεκμηριώσει το έργο και έστησε μια γραμματεία που στελεχώθηκε αποκλειστικά με αξιωματούχους του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών. Αντίθετα, πολλές από τις κυβερνήσεις της περιοχής θεώρησαν την σχέση ως απλώς έναν τρόπο για να κερδίσουν κινεζικές επενδύσεις και εμπόριο, αλλά δεν συμμερίζονταν τον στόχο του Πεκίνου να επαναπροσανατολιστούν μακριά από τις Βρυξέλλες. Η επίσημη ρητορική της Κίνας σχετικά με το σύμφωνο, που χρησιμοποιούσε την αόριστη και κοινότυπη γλώσσα των συνομιλιών [που γίνονται] στην κινεζική κυβέρνηση, δεν διευκρίνιζε τους στόχους της ομάδας, δηλώνοντας στεγνά ότι «βασιζόταν στην παραδοσιακή φιλία και στην κοινή επιθυμία όλων των συμμετεχόντων για μια επωφελή για όλους (win-win) συνεργασία και κοινή ανάπτυξη».

Τα απτά αποτελέσματα ήταν αντίστοιχα πενιχρά. Ένα βασικό πρόβλημα ήταν η υπόθεση της Κίνας ότι οι χώρες της κεντρικής και της ανατολικής Ευρώπης σχημάτιζαν ένα συνεκτικό μπλοκ. Η περιοχή που καλύπτεται από τους 16+1 εκτεινόταν σε σχεδόν 2.000 μίλια, από την Εσθονία στα βόρεια έως την Ελλάδα στα νότια, και περιλάμβανε χώρες με υπερβολικά διαφορετικές οικονομικές συνθήκες. Πέντε από τις 16 χώρες - η Αλβανία, η Βοσνία - Ερζεγοβίνη, η Βόρεια Μακεδονία, το Μαυροβούνιο και η Σερβία - δεν ήταν μέλη της ΕΕ και ήταν σε μεγάλο βαθμό φτωχότερα έθνη με χαμηλότερα επίπεδα ανάπτυξης.

Αυτό που αρχικά ένωσε ετούτες τις χώρες για να συμφωνήσουν στις προσεγγίσεις της Κίνας ήταν η υπόθεση ότι, στον απόηχο της οικονομικής κρίσης του 2008, η συνεργασία με το Πεκίνο θα σήμαινε μια τεράστια ένεση κινεζικού κεφαλαίου. Στην συνέχεια, τα χρήματα θα αναζωογονούσαν παλιά εργοστάσια και έργα που δεν είχαν βρει Δυτικούς επενδυτές. Αλλά ελάχιστες από αυτές τις ελπίδες έχουν επιβεβαιωθεί. Το 2013, για παράδειγμα, σε μια σύνοδο κορυφής των 16+1 στο Βουκουρέστι, η Κίνα, η Ουγγαρία και η Σερβία συζήτησαν για μια σιδηροδρομική γραμμή υψηλής ταχύτητας από το Βελιγράδι στην Βουδαπέστη. Το έργο των 3 δισεκατομμυρίων δολαρίων, που διαφημίζεται ως η πιο σημαντική πρωτοβουλία «Ζώνη και Οδός» στην Ευρώπη, προαναγγέλθηκε ως σύμβολο της νέας συνεργασίας της Κίνας. Μια δεκαετία αργότερα, ωστόσο, η σιδηροδρομική γραμμή είναι ακόμη ημιτελής και έχει εμπλακεί σε κατηγορίες για διαφθορά και έλλειψη διαφάνειας. Όπως το έθεσε ο Ρουμάνος μελετητής Andreea Brinza, οι 16+1 έγιναν γρήγορα «μια ετήσια σύνοδος κορυφής που περιλαμβάνει μια πληθώρα ανεκπλήρωτων υποσχέσεων και έργων».

ΥΠΟΣΧΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΤΗΡΗΘΗΚΑΝ;