Ένας κόσμος ισχύος και φόβου | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ένας κόσμος ισχύος και φόβου

Πού κάνουν λάθος οι επικριτές του ρεαλισμού

Κατά την διατύπωση των επιχειρημάτων του, ο Waltz έκανε μια περιγραφική και θεωρητικά τεκμηριωμένη παρατήρηση (η πιθανότητα πολέμου μειώνεται καθώς αυξάνονται οι αποτρεπτικές και αμυντικές ικανότητες), την εφάρμοσε στα πυρηνικά όπλα (τα πυρηνικά όπλα βελτιώνουν δραματικά τις αποτρεπτικές και αμυντικές ικανότητες μιας χώρας) και στην συνέχεια συνήγαγε μια σύσταση για το πώς πρέπει να βλέπουν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής την διάδοση των πυρηνικών όπλων: ότι περισσότερα πρέπει να είναι ευπρόσδεκτα, όχι να προκαλούν φόβο.

Είναι σε αυτό το τελευταίο βήμα που ο Waltz περνά από την περιγραφή της διεθνούς πολιτικής (να γιατί τα κράτη αναζητούν πυρηνικά όπλα) στην πρόταση διεθνούς πολιτικής (να γιατί τα κράτη πρέπει να αναζητούν πυρηνικά όπλα). Η μια είναι περιγραφή, η άλλη είναι αιτιολόγηση. Αμφότερα είναι εύλογα πνευματικά εγχειρήματα, αλλά δεν πρέπει να συγχέονται. Η συγκεκριμένη κατανόηση των παγκόσμιων γεγονότων δεν οδηγεί αναπόφευκτα σε μια συγκεκριμένη πολιτική απάντηση. Σε αυτήν την περίπτωση, οι ίδιοι παράγοντες που οδήγησαν τον Waltz να αιτιολογήσει την εξάπλωση των πυρηνικών όπλων θα μπορούσαν να τον έχουν οδηγήσει να προσφέρει την αντίθετη συνταγή, δεδομένου ότι οι στόχοι ασφαλείας ενός κράτους θα μπορούσαν να επιτευχθούν χωρίς αυτά (για παράδειγμα, με το να στεγαστεί υπό την πυρηνική ομπρέλα μιας μεγάλης δύναμης). Η ρεαλιστική θεωρία βοηθά στην περιγραφή του κόσμου, αλλά τέτοιες συνταγές αντικατοπτρίζουν τις ερμηνείες των ατόμων, όχι την ίδια την γενική θεωρία.

Ο ρεαλισμός ως πολιτική εκφράζεται επίσης σε συζητήσεις για την αυτοσυγκράτηση της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Οι υποστηρικτές της αυτοσυγκράτησης των ΗΠΑ στοχεύουν στο να αντιμετωπίσουν τον φιλελεύθερο διεθνισμό, [δηλαδή] την άποψη ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να εμπλέκονται, στρατιωτικά εάν είναι απαραίτητο, σε ξένες αρένες για χάρη της προώθησης και της διατήρησης μιας βασισμένης σε κανόνες διεθνούς τάξης. Αντίθετα, η αυτοσυγκράτηση απαιτεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες να μειώσουν το παγκόσμιο αποτύπωμά τους και να αποφύγουν να εμπλακούν σε ζητήματα που είναι περιθωριακά για τα εθνικά συμφέροντα των ΗΠΑ. Όπως και με την συζήτηση για την διάδοση των πυρηνικών εξοπλισμών, ο ρόλος του ρεαλισμού στις συζητήσεις για το πώς πρέπει να συμπεριφέρονται οι Ηνωμένες Πολιτείες στις διεθνείς υποθέσεις δεν θα πρέπει να συγχέεται με την χρήση του ρεαλισμού για την περιγραφή της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Ο ρεαλισμός μπορεί να εξηγήσει το γιατί οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται σε μια συγκεκριμένη γεωπολιτική κατάσταση, αλλά δεν προσφέρει μια προφανή απάντηση για το πώς θα πρέπει να συμπεριφερθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες σε αυτήν την κατάσταση.

Ο ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΟΥΚΡΑΝΙΑ

Στην συζήτηση αναφορικά με την Ουκρανία έχουν από καιρό προβληθεί οι ρεαλιστικές φωνές. Το 1993, ο Mearsheimer έγραψε στο Foreign Affairs [9] ότι το Κίεβο θα πρέπει να διατηρήσει το απόθεμα των πυρηνικών όπλων που κληρονόμησε μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, διότι η Μόσχα ίσως επιδίωκε μια ημέρα να ανακαταλάβει την Ουκρανία. Περίπου 20 χρόνια αργότερα, ο Mearsheimer έγραψε για το πώς η διεύρυνση του ΝΑΤΟ και η υπόσχεση για ένταξη της Ουκρανίας στην συμμαχία προκάλεσαν την ρωσική επιθετικότητα [10], και πιο συγκεκριμένα την κατάληψη της χερσονήσου της Κριμαίας το 2014. Αμφότερα τα κομμάτια εστίασαν στην πρόταση της πολιτικής: αντί να περιγράψουν απλώς τι έκαναν η Ρωσία, η Ουκρανία, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, εστίασαν στο τι θα έπρεπε να κάνουν.

Μολονότι μπορεί κάποιος να διαφωνήσει με αυτά τα επιχειρήματα, αξίζει να επισημανθεί ότι αντικατοπτρίζουν τον ρεαλισμό ως πολιτική, όχι τον ρεαλισμό ως θεωρία. Ο ρεαλισμός ως θεωρία θα είχε περιοριστεί στο να εξηγήσει γιατί συμβαίνει η κρίση, εστιάζοντας ίσως στο πώς η επιθυμία των μεγάλων δυνάμεων να κυριαρχήσουν στην περιοχή τους σημαίνει ότι η Ρωσία θα επιδίωκε τελικά να καταναγκάσει στρατιωτικά (ή ακόμα και να εισβάλει) τους γείτονές της, ή ότι οι συνθήκες ήταν ευνοϊκές για μια πρώην αυτοκρατορία που επιδιώκει την αποκατάσταση της, ή ότι, στην αναζήτηση της ασφάλειας, τα κράτη μπορούν να ενεργήσουν με τρόπους που μπορεί να γίνουν εσφαλμένα αντιληπτοί ως επιθετικοί.

Τίποτα από αυτά δεν σημαίνει ότι ο ρεαλισμός ή οποιαδήποτε θεωρία προσφέρει την βέλτιστη εξήγηση για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Οι εναλλακτικές εξηγήσεις αφθονούν, συμπεριλαμβανομένων της δύναμης του εθνικισμού, των διαφορών στους τύπους καθεστώτων και των χαρακτηριστικών (των ιδιορρυθμιών, μπορεί να πει κάποιος) συγκεκριμένων ηγετών. Αλλά ο ρεαλισμός προσφέρει ένα χρήσιμο πλαίσιο για την κατανόηση της έναρξης αυτού του πολέμου. Όντως, η διαρκής ισχύς του ρεαλισμού είναι η ικανότητά του να προσφέρει μια σαφή βάση για να συμφιλιωθεί κάποιος με το γιατί ο κόσμος είναι, και πιθανώς θα παραμείνει, ένας κόσμος γεμάτος πόνο και απόγνωση.