Αναλογιζόμενοι το αδιανόητο στην Ουκρανία | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Αναλογιζόμενοι το αδιανόητο στην Ουκρανία

Τι θα συμβεί εάν ο Πούτιν χρησιμοποιήσει πυρηνικά;
Περίληψη: 

Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να επιλέξουν να αποδοκιμάσουν ρητορικά μια πυρηνική πυροδότηση, αλλά να μην κάνουν τίποτα στρατιωτικά. Θα μπορούσαν να εξαπολύσουν τα δικά τους πυρηνικά όπλα. Ή θα μπορούσαν να απόσχουν από μια πυρηνική αντεπίθεση, αλλά να εισέλθουν απευθείας στον πόλεμο με συμβατικές αεροπορικές επιθέσεις μεγάλης κλίμακας και την κινητοποίηση των επίγειων δυνάμεων τους. Όλες αυτές οι εναλλακτικές είναι κακές.

Ο RICHARD K. BETTS είναι καθηγητής στην έδρα μελετών πολέμου και ειρήνης «Leo A. Shifrin» στο Columbia University και επίκουρος ανώτερος συνεργάτης στο Council on Foreign Relations.

Καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία μαίνεται, ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν έχει επιδοθεί σε πυρηνικούς λεονταρισμούς. «Όποιος προσπαθεί να μας εμποδίσει, πόσω μάλλον να δημιουργήσει απειλές για τη χώρα μας και τον λαό της, πρέπει να γνωρίζει ότι η ρωσική απάντηση θα είναι άμεση και θα οδηγήσει σε συνέπειες που δεν έχετε δει ποτέ στην ιστορία», δήλωσε ο Πούτιν τον Φεβρουάριο, στην πρώτη από τις πολλές δηλώσεις που προειδοποιούσαν για ένα δυνητικό πυρηνικό χτύπημα. Ως επί το πλείστον, οι Δυτικοί παρατηρητές έχουν απορρίψει αυτό τον λόγο ως ανούσιο κομπασμό. Σε τελική ανάλυση, όποια πλευρά εκτόξευε πρώτη πυρηνικά όπλα θα αναλάμβανε ένα πολύ επικίνδυνο στοίχημα: να στοιχηματίσει ότι ο αντίπαλος της δεν θα ανταπέδιδε με τον ίδιο ή πιο επιζήμιο τρόπο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο είναι πολύ μικρές οι πιθανότητες ότι σώφρονες ηγέτες θα ξεκινούσαν πραγματικά μια διαδικασία ανταλλαγής χτυπημάτων, που θα μπορούσε να καταλήξει στην καταστροφή των ίδιων τους των χωρών. Όταν πρόκειται για πυρηνικά όπλα, ωστόσο, οι πολύ μικρές πιθανότητες δεν είναι αρκετά καλές.

05072022-1.jpg

Ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν στη Μόσχα, τον Ιούνιο του 2022. POOL / Reuters
----------------------------------------------

Ο σχεδιασμός για το ενδεχόμενο να χρησιμοποιούσε η Ρωσία πυρηνικά όπλα είναι επιτακτικός· ο κίνδυνος θα ήταν μεγαλύτερος εάν ο πόλεμος επρόκειτο να στραφεί αποφασιστικά υπέρ της Ουκρανίας. Αυτή είναι η μόνη κατάσταση στην οποία το κίνητρο των Ρώσων να αναλάβουν αυτό το εντυπωσιακό ρίσκο θα ήταν εύλογο, σε μια προσπάθεια να αποτρέψουν την ήττα, συγκλονίζοντας την Ουκρανία και τους υποστηρικτές της στο ΝΑΤΟ ώστε να αποσυρθούν. Οι Ρώσοι ίσως το κάνουν πυροδοτώντας ένα ή ελάχιστα τακτικά πυρηνικά όπλα εναντίον ουκρανικών δυνάμεων ή πυροδοτώντας μια συμβολική έκρηξη σε μια άδεια περιοχή.

Υπάρχουν τρεις γενικές επιλογές εντός των οποίων οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ θα έβρισκαν μια παραλλαγή για να απαντήσουν σε μια ρωσική πυρηνική επίθεση εναντίον της Ουκρανίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να επιλέξουν να αποδοκιμάσουν ρητορικά μια πυρηνική πυροδότηση, αλλά να μην κάνουν τίποτα στρατιωτικά. Θα μπορούσαν να εξαπολύσουν τα δικά τους πυρηνικά όπλα. Ή θα μπορούσαν να απόσχουν από μια πυρηνική αντεπίθεση, αλλά να εισέλθουν απευθείας στον πόλεμο με συμβατικές αεροπορικές επιθέσεις μεγάλης κλίμακας και την κινητοποίηση των επίγειων δυνάμεων τους. Όλες αυτές οι εναλλακτικές είναι κακές, διότι δεν υπάρχουν επιλογές χαμηλού ρίσκου για την διαχείριση του τέλους του πυρηνικού ταμπού. Μια συμβατική πολεμική απάντηση είναι η λιγότερο κακή από τις τρεις, διότι αποφεύγει τους υψηλότερους κινδύνους είτε των ασθενέστερων είτε των ισχυρότερων επιλογών.

ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΡΙΣΚΟ

Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ έχουν δώσει μηδαμινή προσοχή στην δυνητική δυναμική της πυρηνικής κλιμάκωσης. Κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, αντίθετα, το ζήτημα βρισκόταν στο επίκεντρο της στρατηγικής συζήτησης. Τότε, ήταν το ΝΑΤΟ που βασιζόταν επί της αρχής στην επιλογή της σκόπιμης κλιμάκωσης -ξεκινώντας με την περιορισμένη χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων- ως έναν τρόπο για να σταματήσει μια σοβιετική εισβολή. Αυτή η στρατηγική ήταν αμφιλεγόμενη, αλλά υιοθετήθηκε διότι η Δύση πίστευε ότι οι συμβατικές δυνάμεις της ήταν κατώτερες από αυτές του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Σήμερα, με την ισορροπία των δυνάμεων να έχει αντιστραφεί από τον Ψυχρό Πόλεμο και μετά, το τρέχον ρωσικό δόγμα της «κλιμάκωσης για την αποκλιμάκωση» μιμείται την έννοια της ψυχροπολεμικής «ευέλικτης απάντησης» του ΝΑΤΟ.

Το ΝΑΤΟ προώθησε ρητορικά την πολιτική της ευέλικτης απάντησης, αλλά η ιδέα υπήρξε πάντα στρατηγικά ασταθής. Τα πραγματικά σχέδια έκτακτης ανάγκης που δημιούργησε δεν κέρδισαν ποτέ την συναίνεση, απλώς και μόνο διότι η έναρξη της χρήσης πυρηνικών όπλων διακινδύνευε τις «οφθαλμόν αντί οφθαλμού» ανταλλαγές που θα μπορούσαν να καταλήξουν σε έναν αποκαλυπτικό πόλεμο χωρίς όρια. Όπως σημείωσε ο J. Michael Legge, πρώην συμμετέχων στην Ομάδα Πυρηνικού Σχεδιασμού (Nuclear Planning Group) του ΝΑΤΟ, σε μια μελέτη του 1983 για την [δεξαμενή σκέψης] RAND Corporation, η ομάδα δεν μπορούσε να καταλήξει σε συμφωνία για συγκεκριμένες επακόλουθες επιλογές, πέρα από μια αρχική συμβολική «βολή επίδειξης» για ψυχολογική επίδραση, από τον φόβο ότι η Μόσχα θα μπορούσε πάντα να κάνει το ίδιο ή να ανεβάσει την ένταση. Σήμερα, ελπίζεται ότι αυτό το παλιό δίλημμα θα αποτρέψει τη Μόσχα από το να εξαπολύσει εξαρχής το πυρηνικό τζίνι.

Αλλά οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής του ΝΑΤΟ δεν πρέπει να βασίζονται στην αυτοσυγκράτηση της Μόσχας. Για τον Πούτιν διακυβεύονται περισσότερα στον πόλεμο από όσα για τους οπλισμένους με πυρηνικά υποστηρικτές της Ουκρανίας [που βρίσκονται] εκτός της χώρας, και ο ίδιος θα μπορούσε να στοιχηματίσει ότι, στην ανάγκη, η Ουάσιγκτον θα ήταν λιγότερο πρόθυμη να παίξει ρωσική ρουλέτα από όσο θα είναι αυτός. Θα μπορούσε να παίξει τον τρελό, και να εφαρμόσει το πυρηνικό σοκ ως ένα αποδεκτό ρίσκο για τον τερματισμό του πολέμου με τους ρωσικούς όρους.

ΤΑ ΕΠΙΠΕΔΑ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΩΣΗΣ