Το επικίνδυνο πολιτικό αδιέξοδο της Γαλλίας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Το επικίνδυνο πολιτικό αδιέξοδο της Γαλλίας

Το κέντρο ταλανίζεται καθώς η άκρα δεξιά αποκτά δύναμη
Περίληψη: 

Τα ασταθή κοινοβουλευτικά καθεστώτα έχουν παραλύσει την Γαλλία στο παρελθόν, και έτσι τις τελευταίες εξήμισι δεκαετίες, η χώρα έχει εργαστεί για να οικοδομήσει πολιτικούς θεσμούς στους οποίους οι εκλογές αποφέρουν ξεκάθαρους νικητές. Αλλά μετά από μια μακρά περίοδο ισχυρής ηγεσίας, τα διαιρεμένα κοινοβούλια επιστρέφουν.

Ο ROBERT ZARETSKY είναι καθηγητής στο κολλέγιο των αριστούχων και στο τμήμα μοντέρνων και κλασικών γλωσσών στο University of Houston. Είναι ο συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο The Subversive Simone Weil: A Life in Five Ideas [1].

Στις 19 Ιουνίου, η Γαλλία εισήλθε σε αυτή που θα μπορούσε να είναι μια κατάσταση πολιτικής παράλυσης. Στις προεδρικές εκλογές του περασμένου Απριλίου, μια ρεβάνς της αναμέτρησης του 2017 στην χώρα, ο Γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, νίκησε την ακροδεξιά αντίπαλό του, Μαρίν Λεπέν, με 58,6% των ψήφων. Αλλά στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου, ο κεντροδεξιός συνασπισμός του Μακρόν δεν κατάφερε να κερδίσει την πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση των 577 μελών. Η Εθνική Συσπείρωση (Rassemblement National, RN) της Λεπέν κέρδισε τις ιστορικά αξιοσημείωτες 87 έδρες - περισσότερες από τις δεκαπλάσιες από τον αριθμό που έλεγχε προηγουμένως. Ένα συντηρητικό κόμμα, οι Ρεπουμπλικάνοι (Les Républicains), κέρδισε 64 [έδρες]. Και ένας συνασπισμός τεσσάρων αριστερών κομμάτων, η Νέα Οικολογική και Κοινωνική Λαϊκή Ένωση (New Ecological and Social People’s Union, NUPES), υπό την ηγεσία του αψύ και συχνά εχθρικά διακείμενου ακροαριστερού πολιτικού Ζαν-Λικ Μελανσόν, πήρε 131 έδρες. Το αποτέλεσμα είναι το πιο διχασμένο κοινοβούλιο της Γαλλίας από την ίδρυση της Πέμπτης Δημοκρατίας, το 1958.

26072022-1.jpg

Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν στην προεκλογική εκστρατεία στο Saint-Denis, στην Γαλλία, τον Απρίλιο του 2022. Francois Mori / Pool / Reuters
---------------------------------------------------------

Ελάχιστοι παρατηρητές ανέμεναν ότι η Αναγέννηση (Renaissance), το νέο όνομα του κόμματος του Μακρόν, θα ανταποκρινόταν πλήρως στο όνομά του στις βουλευτικές εκλογές. Όχι μόνο είχε μειωθεί το χάσμα μεταξύ του Μακρόν και της Λεπέν από το 2017 —όταν ο πρώτος κέρδισε [2] περισσότερο από το 66% των ψήφων— αλλά ο Μακρόν διεξήγαγε μια προεκλογική εκστρατεία για το νομοθετικό σώμα που μετατράπηκε από απαθής σε αμφιλεγόμενη. Περίμενε εβδομάδες προτού ορίσει πρωθυπουργό, την τεχνοκράτη Elisabeth Borne, ενόσω προσπαθούσε να παραμείνει αποστασιοποιημένος από τις εντάσεις. Ήταν μόνο όταν αυτή η προσπάθεια να εμφανιστεί προεδρικός φάνηκε, αντίθετα, σαν άλλο ένα κρούσμα της θεϊκής (Jupiterian) υπεροψίας του, που ο Μακρόν ξεκίνησε την προεκλογική εκστρατεία του, προειδοποιώντας σφοδρά ότι ο συνασπισμός του Μελανσόν δεν ήταν λιγότερο αντιδημοκρατικός από την RN της Λεπέν.

Ωστόσο, το αποτέλεσμα των εκλογών —[εκλογών] στις οποίες το 54% των ψηφοφόρων δεν μπήκαν στον κόπο να συμμετάσχουν— κατέπληξε τους πολιτικούς παρατηρητές. Στην συντηρητική εφημερίδα Le Figaro, η οποία περιέγραψε τα αποτελέσματα ως «άλμα στο άγνωστο», ο δημοσκόπος Jérôme Fourquet προειδοποίησε ότι η Γαλλία ίσως γινόταν «μη κυβερνήσιμη». Στην φιλελεύθερη [εφημερίδα] Le Monde, η κύρια αρθρογράφος Françoise Fressoz ανησύχησε ότι αυτός ο εκλογικός «σεισμός» θα άφηνε τη χώρα αποδυναμωμένη. Ακόμη και η Borne, η οποία κέρδισε την δική της κούρσα εναντίον ενός άγνωστου αριστερού υποψηφίου στο νήμα, τόνισε τον εξαιρετικό χαρακτήρα του γεγονότος, προειδοποιώντας ότι αυτή η «πρωτοφανής κατάσταση αποτελεί κίνδυνο για την χώρα μας».

Πολλοί Ευρωπαίοι, φυσικά, ζουν σε κοινοβουλευτικές δημοκρατίες όπου οι συνασπισμοί και οι συμβιβασμοί αποτελούν κοινό τόπο. Για αυτούς, τέτοιες εκτιμήσεις ίσως φαίνονται υπερβολικά κινδυνολογικές. Ωστόσο, για την σύγχρονη Γαλλία, η κατάσταση είναι ασυνήθιστη και, όντως, επικίνδυνη. Τα ασταθή κοινοβουλευτικά καθεστώτα έχουν παραλύσει την Γαλλία στο παρελθόν, και έτσι τις τελευταίες εξήμισι δεκαετίες, η χώρα έχει εργαστεί για να οικοδομήσει πολιτικούς θεσμούς στους οποίους οι εκλογές αποφέρουν ξεκάθαρους νικητές. Αλλά μετά από μια μακρά περίοδο ισχυρής ηγεσίας, τα διαιρεμένα κοινοβούλια επιστρέφουν.

Αυτό έρχεται σε μια ακατάλληλη στιγμή. Η Γαλλία αντιμετωπίζει έναν πόλεμο [3] στην Ουκρανία, την απειλή της κλιματικής αλλαγής [4] και την αυξανόμενη ανελευθερία [5] σε ολόκληρη την Ευρώπη. Χρειάζεται μια κυβέρνηση ικανή να κατευθύνει το κράτος διαμέσου μιας ταραγμένης εποχής. Αντίθετα, έχει ένα νομοθετικό σώμα που είναι ενωμένο αποκλειστικά στην αντίθεση του στον πρόεδρο - και όπου η ακροδεξιά έχει μια πρωτόγνωρη επιρροή.

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ

Από το 1946 έως το 1958—την εποχή της Τέταρτης Δημοκρατίας —η Γαλλία [6] ευνοούσε τις κοινοβουλευτικές [εξουσίες] έναντι των προεδρικών εξουσιών. Αυτό δεν αποτελούσε έκπληξη. Όπως η προκάτοχός της, η Τρίτη Δημοκρατία, που δημιουργήθηκε ως απάντηση σε σχεδόν 20 χρόνια βοναπαρτιστικού αυταρχισμού, η Τέταρτη [Δημοκρατία] ήταν μια αντίδραση στο υποστηριζόμενο από τους Ναζί καθεστώς του Βισύ. Και όπως η Τρίτη [Δημοκρατία], έτσι και η Τέταρτη [Δημοκρατία] έπασχε από κοινοβουλευτική αστάθεια. Φιλοξένησε, κατά μέσο όρο, μια νέα κυβέρνηση κάθε έξι μήνες και σχεδόν δύο ντουζίνες πρωθυπουργούς στα 12 χρόνια της. Αν και αυτό δεν συνεπάγετο πάντα αλλαγές στις κυβερνητικές πολιτικές - ήταν υπό την Τέταρτη Δημοκρατία που η Γαλλία εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ [7], συνέβαλε στο να τεθούν οι βάσεις για την Ευρωπαϊκή Ένωση [8] και πυροδότησε τρεις δεκαετίες μετεωρικής οικονομικής ανάπτυξης - η αναταραχή εντούτοις συνέβαλε σε μια συνεχή αίσθηση αβεβαιότητας. Έως το 1958, με την Γαλλία να έχει τελματώσει στον la guerre sans nom στην Αλγερία -τον «πόλεμο χωρίς όνομα» μεταξύ του γαλλικού στρατού και των Αλγερινών εθνικιστών- η κυβέρνηση δεν ήταν σε θέση να κυβερνήσει.