Θα βρεθεί λύση για το Ιράν λόγω της Ουκρανίας; | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Θα βρεθεί λύση για το Ιράν λόγω της Ουκρανίας;

Όλες οι πλευρές πιέζονται για μια διευθέτηση, αν και για διαφορετικούς λόγους
Περίληψη: 

Η σύγκρουση στην Ουκρανία πυροδότησε εσωτερικές συζητήσεις στο Ιράν σχετικά με τον καλύτερο τρόπο προστασίας των εθνικών συμφερόντων του. Ευρισκόμενο σε έντονη αντίθεση με τους ανταγωνιστές του στον αραβικό κόσμο, το αδιέξοδο σχετικά με την πυρηνική συμφωνία σημαίνει ότι το Ιράν δεν μπορεί να επωφεληθεί πλήρως από τις υψηλές τιμές ενέργειας μετά τις Δυτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας.

Ο ΗΛΙΑΣ ΛΟΥΚΑΪΤΗΣ είναι απόφοιτος του Τμήματος Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, με ειδίκευση στις Διεθνείς Σχέσεις. Συμμετέχει στο Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων, στην SAFIA (Student Association of International Affairs) καθώς και στον Όμιλο Διεθνών και Ευρωπαϊκών Θεμάτων.

Πριν από λίγους μήνες στην Βιέννη, στις 28 Ιανουαρίου 2022, εγκαινιάσθηκε ένας νέος γύρος συζητήσεων αναφορικά με την συμφωνία που επετεύχθη στις 14 Ιουλίου 2015 στην Βιέννη για το ζήτημα του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, γνωστό και ως και Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (εφεξής JCPOA).

Η μονομερής αποχώρηση των ΗΠΑ το 2018 επί προεδρίας Trump, συνοδεύτηκε από την επαναφορά παλαιότερων κυρώσεων καθώς και την επιβολή νέων, εξωθώντας τον Ιράν στην αθέτηση των όποιων δεσμεύσεων είχε λάβει από το 2015 έως και το 2019, παγώνοντας την εν λόγω συμφωνία για μεγάλο διάστημα.

09082022-2.jpg

Εγκατάσταση βαρέος ύδατος τύπου IR-40 στο Άρακ, στο Ιράν. Πηγή: Wikimedia commons
-------------------------------------------------------------

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, όλο αυτό το χρονικό διάστημα, έχει αποτελέσει τον συνδετικό κρίκο μεταξύ Τεχεράνης και Ουάσινγκτον. Μάλιστα, στις 11 Μαΐου του 2022, ο επικεφαλής διαπραγματευτής της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) για την συμφωνία με το Ιράν, Enrique Mora, συναντήθηκε με τον αναπληρωτή υπουργό Εξωτερικών του Ιράν, Ali Bagheri Kani, στην Τεχεράνη όπου και πληροφορήθηκε αναφορικά με τα τεκταινόμενα της τελευταίας συνάντησης του Μαρτίου. Πριν την επίσκεψή του στο Ιράν, ο ύπατος εκπρόσωπος της ΕΕ για την Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφαλείας, Josep Borel, δήλωσε ότι αυτή «είναι η τελευταία κουκίδα για την απόπειρα αποφυγής αδιεξόδου στην συμφωνία».

Η συζήτηση για την ανάπτυξη ενός πιθανού πυρηνικού προγράμματος εκκινεί από το 1979, όπου και συντελείται η Ιρανική Επανάσταση και το Ιράν μετατρέπεται πλέον σ’ ένα θεοκρατικό καθεστώς. Ο Πρώτος Πόλεμος του Κόλπου, όπου το Ιράκ εισέβαλε στο Ιράν με σκοπό να το ακρωτηριάσει και να αποτρέψει τον Khomeini να εξάγει το κίνημα της Ιρανικής Επανάστασης στο Ιράκ, απειλώντας με αυτόν τον τρόπο την ηγεσία του Saddam Hussein, αποτέλεσε γεγονός αποφασιστικής σημασίας για τα ιρανικό δόγμα ασφαλείας. Έτσι, από το 1984 μέχρι και σήμερα, όλες οι ηγεσίες του Ιράν στήριξαν την δημιουργία ενός πυρηνικού οπλοστασίου. Κατά το Ιράν, η περιφερειακή ισορροπία δυνάμεων θα μπορούσε να αλλάξει, και αντιλήφθηκε την πυρηνική τεχνολογία ως μια αξιόλογη επένδυση σε περίπτωση που το Ιράν αισθάνεται ότι απειλείται. Η αντίληψη αυτή βασίζεται στην λογική της πυρηνικής αποτροπής, όπου η πυρηνική ισχύς είναι αποτρεπτική ως προς τους περιφερειακούς αντιπάλους του Ιράν, σε περίπτωση που σκεφτούν να δράσουν επιθετικά εναντίον του. Αρκετές από τις προόδους της θεωρούνται «διπλής χρήσης» στο ότι η τεχνολογία έχει πιθανές πολιτικές και στρατιωτικές εφαρμογές. Λόγω αυτού, το Ιράν ισχυρίστηκε ότι το πρόγραμμά του είναι εξ ολοκλήρου για ειρηνικούς σκοπούς [1].

Επίσης, το Ιράν θεωρεί -από τις αρχές της δεκαετίας του 1980- την απόκτηση πυρηνικού προγράμματος ως το μοναδικό τρόπο εξασφάλισης μιας μακροχρόνιας ενεργειακής ανεξαρτησίας. Το να έχει το Ιράν την δυνατότητα να παράγει εγχωρίως την ενέργεια που χρειάζεται αποτελεί μια πηγή εθνικής υπερηφάνειας. Η ανακοίνωση από τον [πρώην] πρόεδρο Mahmoud Ahmadinejad, ότι δηλαδή το Ιράν ανήκει στις πυρηνικές χώρες, θεωρήθηκε ιστορική [2].

Γενικότερα, η αποτροπή αποτελεί θεμέλιο της αντίληψης για την ασφάλεια του Ιράν, η οποία απορρέει από ένα σημαντικό αριθμό προβλημάτων ασφάλειας με τα οποία ήρθε αντιμέτωπη η χώρα τα τελευταία έτη. Αρχικά, οι κύριοι αντίπαλοι του Ιράν ήταν Μεγάλες Δυνάμεις. Συγκεκριμένα, μέχρι την πτώση του τείχους του Βερολίνου, η Σοβιετική Ένωση αποτελούσε μια πρώτης τάξης απειλή για το Ιράν, λόγω της εισβολής στο Αφγανιστάν, μετέπειτα οι ΗΠΑ, με τους πολέμους του Κόλπου. Εκτός των παραδοσιακών αυτών δυνάμεων, το Ιράν έπρεπε να αντιμετωπίζει και τις περιφερειακές δυνάμεις δυτικά των συνόρων του. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα, το οποίο ήδη αναφέρθηκε, είναι αυτό του Ιράκ. Το Ισραήλ αποτελεί ακόμη μια περιφερειακή δύναμη η οποία, λόγω των στενών σχέσεων με τις ΗΠΑ, υπονομεύει τον ρόλο του Ιράν στην περιοχή. Από την άλλη πλευρά, παράλληλα, η Τεχεράνη ήρθε αντιμέτωπη με τρομοκρατικές οργανώσεις καθοδηγούμενες από το Ισλαμικό Κράτος. Προς αυτή την κατεύθυνση, η αποτροπή θεωρείται κύριο εργαλείο αντιμετώπισης αυτών των απειλών [3].

Ωστόσο, οι Δυτικές πρωτεύουσες, βλέποντας το Ιράν να θέλει να αναπτύξει το δικό του πυρηνικό οπλοστάσιο, ξεκίνησαν μια σειρά από πρωτοβουλίες για να μπορέσουν να μειώσουν την παραγωγή ουρανίου. Η αντίδραση της διεθνούς κοινότητας ήταν έντονη, καθώς η εσκεμμένη απόκρυψη των δραστηριοτήτων του Ιράν αναφορικά με την πυρηνική ενέργεια, τόσο από τον Διεθνή Οργανισμό Ατομικής Ενέργειας, όσο και από τα Ηνωμένα Έθνη, άφηνε υποψίες ότι η ανάπτυξη του πυρηνικού προγράμματος δεν γινόταν για ειρηνικούς σκοπούς. Οι ΗΠΑ και άλλες χώρες επέβαλαν κυρώσεις στο Ιράν. Το μεγάλο χάσμα των Δυτικών με το Ιράν ήρθε να γεφυρώσει η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ).

Έτσι, με πρωτοβουλία της ΕΕ, το 2015, υπογράφηκε το JCPOA (Joint Comprehensive Plan of Action), στο οποίο υπήρξαν κάποιες δεσμεύσεις εκ μέρους της ιρανικής ηγεσίας για την πυρηνική τεχνολογία. Όμως, ο πρόεδρος Trump αποφάσισε, το 2018, οι ΗΠΑ να αποχωρήσουν από την συμφωνία, διότι θεωρούσε την συμφωνία αυτή αποτυχημένη καθώς δεν φάνηκε να περιορίζει το εξοπλιστικό πρόγραμμα του Ιράν. Για τον λόγο αυτό επανέφερε κυρώσεις στις τράπεζες και το ιρανικό πετρέλαιο [4].

Μέχρι και την εκλογή του προέδρου Biden, η συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν μπορούμε να πούμε ότι ήταν «νεκρή». Εκείνη την περίοδο, η Ευρωπαϊκή Ένωση έπαιξε ένα σημαντικό ρόλο διαπραγματευτή ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και την Τεχεράνη. Η απόφαση του προέδρου Τραμπ να αποχωρήσουν οι ΗΠΑ από την συμφωνία για το Ιράν, στις 8 Μαΐου 2018, έδειξε την σκληρή στάση που κρατούσε ο Trump αναφορικά με το Ιράν [5].