Βομβαρδίζοντας για να ηττηθεί | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Βομβαρδίζοντας για να ηττηθεί

Γιατί η αεροπορική ισχύς δεν μπορεί να διασώσει τον καταδικασμένο πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία
Περίληψη: 

Ανεξάρτητα από το πόσο φονικές είναι οι βόμβες της εναντίον των αμάχων, η Ρωσία δεν μπορεί να αναστρέψει τις στρατηγικές της αποτυχίες στην Ουκρανία, οι οποίες ήδη εκτυλίσσονται. Μόλις ο Πούτιν έχασε το στοίχημα ότι ο ρωσικός στρατός είχε τα μέσα να νικήσει και να καταλάβει ολόκληρη την Ουκρανία στην εκστρατεία – αστραπή του Φεβρουαρίου-Μαρτίου, και μόλις η Ουκρανία και η Δύση απάντησαν κινητοποιώντας έναν ισχυρό αντισταθμιστικό συνασπισμό για να υπερασπιστεί την χώρα, οι επιλογές της Ρωσίας περιορίστηκαν σχεδόν αμέσως.

Ο ROBERT A. PAPE είναι ο συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο Bombing to Win: Air Power and Coercion in War [1] και καθηγητής στο University of Chicago όπου ηγείται του Chicago Project on Security and Terrorism.

Ξεκινώντας στις αρχές Οκτωβρίου, και αντιμετωπίζοντας τεράστιες εδαφικές απώλειες και άλλες ανατροπές στην Ουκρανία, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, στράφηκε προς μια στρατιωτική στρατηγική στην οποία η Ρωσία θα έπρεπε να έχει ένα αποφασιστικό πλεονέκτημα: την αεροπορική δύναμη πυρός. Στην πιο ευρεία τέτοια εκστρατεία μέχρι σήμερα, διέταξε μια ταχύτατη σειρά πυραυλικών επιθέσεων εναντίον δώδεκα πόλεων και υποδομών ηλεκτρικής ενέργειας σε ολόκληρη την χώρα. Οι Ουκρανοί υποχρεώθηκαν [να πάνε] σε υπόγεια και καταφύγια και περίπου το 30% της δυναμικότητας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας βγήκε εκτός λειτουργίας, προκαλώντας συνεχόμενες διακοπές ρεύματος που επηρέασαν σπίτια, νοσοκομεία, ακόμη και την βασική λειτουργία της οικονομίας. Τις εβδομάδες που ακολούθησαν, η Ρωσία έχει στείλει κύματα drones για να επιτεθούν σε κτίρια κατοικιών και γραφεία στο Κίεβο και σε άλλες πόλεις. Ουσιαστικά, ο Πούτιν υπενθύμιζε στην ουκρανική κυβέρνηση την ικανότητά του να επιτίθεται στα κύρια πληθυσμιακά κέντρα της - μια απειλή που η Ουκρανία, έχοντας αποσύρει προ πολλού τα βομβαρδιστικά της σοβιετικής εποχής, μην έχοντας πύραυλους μεγάλου βεληνεκούς που είναι ικανοί να πλήξουν ρωσικές πόλεις και έχοντας μόνο έναν μικρό αριθμό αεροσκαφών για χερσαίες επιθέσεις —δεν μπορεί να συναγωνιστεί. Ο στόχος, φαίνεται, είναι να τιμωρήσει [ο Πούτιν] τους αμάχους και να τους καταπονήσει με την ελπίδα ότι θα πείσουν τους ηγέτες τους να ζητήσουν ειρήνη.

21102022-1.jpg

Συντρίμμια από χτύπημα ρωσικού drone στο Κίεβο, στις 17 Οκτωβρίου 2022. Vladyslav Musiienko / Reuters
---------------------------------------------------------

Όμως αυτή είναι μια στρατηγική καταδικασμένη σε αποτυχία. Όπως και σε προηγούμενες φάσεις του πολέμου [2], η υποτιθέμενη υπεροχή της Ρωσίας στον αέρα δεν έχει μετατοπίσει την συνολική δυναμική επί του εδάφους. Παρά τις σημαντικές ζημιές που έχουν προκαλέσει, τα αεροπορικά χτυπήματα του Πούτιν δεν έχουν εμποδίσει τις ουκρανικές προελάσεις στα ανατολικά. Και όταν έχουν φτάσει σε μη στρατιωτικούς στόχους, έχουν χρησιμεύσει μόνο για να ενδυναμώσουν την αποφασιστικότητα της Ουκρανίας.

Στην πραγματικότητα, το παράδοξο αποτέλεσμα των εκστρατειών βομβαρδισμού από την Ρωσία υπονοεί μια πιο σημαντική εικόνα για την αεροπορική δύναμη πυρός στον σύγχρονο πόλεμο. Επί δεκαετίες, ο βομβαρδισμός περιοχών με αμάχους -όσο άσχημος και ανήθικος κι αν γίνεται στον πόλεμο- ήταν μια από τις πιο κοινές στρατηγικές που έχουν χρησιμοποιήσει τα κράτη για να υπονομεύσουν το ηθικό του στοχευόμενου πληθυσμού και να προκαλέσουν την στοχευόμενη κυβέρνηση να παραδοθεί. Η εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία, και ειδικά η πρόσφατη κλιμάκωσή [3] του, δεν ήταν διαφορετική. Όμως, όπως έχουν αποδείξει δεκάδες συγκρούσεις τον περασμένο αιώνα, η χρήση αεροπορικής δύναμης πυρός εναντίον πολιτικών στόχων είναι σχεδόν πάντα καταδικασμένη σε αποτυχία. Και καθώς οι στοχευόμενες χώρες όπως η Ουκρανία αποκτούν πιο προηγμένα πολεμοφόδια που είναι τοποθετημένα στην ξηρά, τα μειονεκτήματα της στρατηγικής της αεροπορικής δύναμης πυρός έχουν γίνει πιο εμφανή.

Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΔΙΑΛΥΜΜΕΝΟΥ ΗΘΙΚΟΥ

Τα σύγχρονα κράτη έχουν συχνά επιδιώξει να τιμωρήσουν τους άμαχους πληθυσμούς των αντιπάλων τους. Γενικά, το έχουν κάνει ως έναν φθηνό και εύκολο τρόπος για να εξαναγκάσουν τις εχθρικές κυβερνήσεις να κάνουν παραχωρήσεις, να υποχωρήσουν ή ακόμα και να παραδοθούν πλήρως. Η πιο κοινή αεροπορική στρατηγική είναι η επίθεση σε αμάχους, είτε άμεσα, βομβαρδίζοντας κατοικημένες περιοχές, είτε έμμεσα, καταστρέφοντας την οικονομική υποδομή που είναι απαραίτητη για την διανομή τροφίμων, την θέρμανση των σπιτιών και την ηλεκτρική τροφοδοσία της οικονομίας των πολιτών.

Η ιδέα ξεκίνησε στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν οι Γερμανοί ηγέτες, όντες απεγνωσμένοι να βγάλουν το Ηνωμένο Βασίλειο από τον πόλεμο, εκτόξευσαν ευέλικτα μπαλόνια, τεράστια όσο τα ζέπελιν, που ήταν φορτωμένα με βόμβες για να επιτεθούν στο Λονδίνο και σε άλλες βρετανικές πόλεις. Αργότερα πρόσθεσαν τα εναέρια βομβαρδιστικά Gotha, σκοτώνοντας πολλές εκατοντάδες αλλά χωρίς να αποφέρουν αποτέλεσμα, μέχρι που τελικά ακυρώσαν την εκστρατεία τιμωρίας το 1917. Άλλοι υποστηρικτές των στρατηγικών βομβαρδισμών, όπως ο Ιταλός στρατηγός Giulio Douhet, έγραψαν πολύ επιδραστικά βιβλία, ισχυριζόμενοι ότι οι τεράστιες επιθέσεις από αέρος στις πόλεις του εχθρού θα ανάγκαζαν τους αμάχους να ξεσηκωθούν και να απαιτήσουν από την κυβέρνηση τους να παραδοθεί, αποφέροντας έτσι τη νίκη χωρίς την ανάγκη για δύσκολες χερσαίες μάχες. Το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γερμανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες επέκτειναν ταχέως τις αεροπορικές δυνάμεις τους τις δεκαετίες του 1920 και του 1930, βασίζοντας όλες τα δόγματά τους στην λογική ότι οι άμεσες ή έμμεσες επιθέσεις σε αμάχους θα ήταν το κλειδί για τη νίκη στους σύγχρονους πολέμους.

Αυτές οι στρατηγικές τού τύπου «γίνετε σκληροί» από τις κυβερνήσεις έχουν συχνά χαιρετιστεί από το κοινό τους, διότι μπορούν να αποφέρουν δραματικά άμεσα τακτικά αποτελέσματα με μικρό στρατιωτικό κόστος για την δική τους πλευρά και να αφαιρέσουν ό,τι είναι αντιληπτό ως μέτρο εκδίκησης από τις ενέργειες του αντιπάλου. Περιστασιακά, η στρατηγική αεροπορική δύναμη πυρός είχε αξιοσημείωτα αποτελέσματα στο πεδίο της μάχης, όπως όταν η Βασιλική Αεροπορία (Royal Air Force) του Ηνωμένου Βασιλείου κατέστειλε τις εξεγέρσεις των φυλών στο Ιράκ την δεκαετία του 1920 και όταν γερμανικά αεροπλάνα βοήθησαν τον εθνικιστικό στρατό του στρατηγού Φρανσίσκο Φράνκο να καταλάβει εδάφη στον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο (Spanish Civil War). Ωστόσο, συχνά παραβλέπεται σε αυτές τις περιπτώσεις ότι οι αλλαγές της στρατιωτικής ισορροπίας επί του εδάφους, παρά η τιμωρία των αμάχων, έπαιξαν τον αποφασιστικό ρόλο.