Πώς βλέπει η Σαουδική Αραβία τον κόσμο | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς βλέπει η Σαουδική Αραβία τον κόσμο

Το όραμα του MBS για ένα νέο Κίνημα Αδεσμεύτων

Κατά την άποψη του Ριάντ, το μέλλον ανήκει στις αναδυόμενες αγορές. Από το 2011 έως το 2021, αυτές οι οικονομίες αντιπροσώπευαν το 67% της αύξησης του παγκόσμιου ΑΕΠ και σήμερα αντιπροσωπεύουν το 49% του συνολικού παγκόσμιου ΑΕΠ. Τα επόμενα τέσσερα χρόνια, οι αναδυόμενες οικονομίες προβλέπεται να αναπτύσσονται κατά μέσο όρο με 3,9% ετησίως -ταχύτερα από εκείνες του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ)- και να αποτελούν ένα αυξανόμενο μερίδιο του παγκόσμιου όγκου εμπορίου.

Αυτό το μπλοκ των κρατών περιλαμβάνει την Σαουδική Αραβία. Πράγματι, σύμφωνα με τους ηγέτες της, η Σαουδική Αραβία είναι μια από τις σημαντικότερες αναδυόμενες αγορές στον κόσμο. Η χώρα φιλοξενεί μια μεγάλη οικονομία με υψηλό κατά κεφαλήν ΑΕΠ και εξάγει αρκετό πετρέλαιο για να επηρεάσει τις παγκόσμιες τιμές της ενέργειας. Φιλοξένησε το G-20 το 2020 (αν και εικονικά) και τέσσερα χρόνια πριν από αυτή την εκδήλωση παρουσίασε το Vision 2030, το οποίο προσφέρει ένα φιλόδοξο μέλλον στο οποίο η χώρα σταματά να βασίζεται στα καύσιμα άνθρακα και χτίζει φουτουριστικές πόλεις που μπορούν να επιβιώσουν από όλους τους κλιματικούς κινδύνους.

Αυτό το σχέδιο έχει γεμίσει τους πολίτες της Σαουδικής Αραβίας και τους κυβερνητικούς αξιωματούχους με πρωτόγνωρη αυτοπεποίθηση. Η χώρα -και άλλα κράτη του Κόλπου- βλέπουν τώρα τους εαυτούς τους ως μοντέλα ανάπτυξης και εξέλιξης. Και αισθάνονται την ανάγκη να αναπροσανατολίσουν τις συμμαχίες τους για να προετοιμαστούν για μια λιγότερο σταθερή παγκόσμια τάξη πραγμάτων, ίσως ακόμη και για μια μετα-αμερικανική εποχή. Η απόφαση του Ριάντ το 2016 να συντονίσει τον ΟΠΕΚ με κράτη που δεν ανήκουν στον ΟΠΕΚ, σχηματίζοντας τον ΟΠΕΚ+, είναι ακριβώς αυτού του είδους σχεδιασμός πολιτικής. Ο ΟΠΕΚ+ δεν δεσμεύεται ούτε ιδεολογικά ούτε βάσει συνθηκών. Αντίθετα, είναι μια συμμαχία χωρών που είναι πρόθυμες να συναλλάσσονται μεταξύ τους όταν αυτό ταιριάζει στα κοινά τους συμφέροντα. Είναι ακόμη πρόθυμες να προκαλέσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες για να επιτύχουν τους στόχους τους.

Η συνεργασία Ρωσίας-Σαουδικής Αραβίας, που ξεκίνησε ως μέρος του OPEC+, είναι ιδιαίτερα εμβληματική της νέας άποψης του Ριάντ για την εξωτερική πολιτική. Για την Σαουδική Αραβία, δεν ήταν μόνο θέμα δουλειάς˙ ήταν επίσης μια πράξη αυτοσυντήρησης. Στην δεκαετία του 2010, οι Ηνωμένες Πολιτείες άρχισαν να παράγουν όλο και μεγαλύτερες ποσότητες πετρελαίου από τα σχιστολιθικά πετρώματά τους, πλημμυρίζοντας τις παγκόσμιες αγορές και προκαλώντας πτώση των τιμών. Αυτό αμφισβήτησε τον παραδοσιακό ρόλο της Σαουδικής Αραβίας ως κυρίαρχης πηγής πλεονάζουσας ικανότητας στις αγορές πετρελαίου και υπονόμευσε την ικανότητα του Ριάντ να ελέγχει την παγκόσμια προσφορά. Αλλά, με το να συνεργαστεί με την Ρωσία, η Σαουδική Αραβία θα μπορούσε να δημιουργήσει έναν πιο ελεγχόμενο μοχλό για να πιέσει τις τιμές του πετρελαίου χαμηλότερα, κάνοντας τον αμερικανικό ανταγωνισμό να διψάσει για επενδύσεις με το να κάνει δύσκολο για τις αμερικανικές εταιρείες να αποκομίσουν κέρδη. (Οι εθνικές πετρελαϊκές εταιρείες υπό κρατικό έλεγχο μπορούν πιο εύκολα να αντέξουν να λειτουργούν με ζημία). Η συνεργασία Ρωσίας-Σαουδικής Αραβίας ήταν λιγότερο φυσική τον Μάρτιο του 2020, όταν η ασιατική αγορά πετρελαίου κατέρρευσε υπό το βάρος της πανδημίας, θέτοντας και τα δύο κράτη σε έντονο ανταγωνισμό. Ωστόσο, η Μόσχα και το Ριάντ εξακολουθούσαν να βλέπουν τον συντονισμό ως τον καλύτερο τρόπο για να πλοηγηθούν σε μια παγκόσμια οικονομία που χρειάζεται πετρέλαιο αλλά -χάρη στην ενεργειακή μετάβαση- είναι όλο και πιο απρόθυμη να επενδύσει σε αυτό. Ως αποτέλεσμα, έχουν κολλήσει μεταξύ τους.

Από επιχειρηματική άποψη, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία [4] έδωσε στους Σαουδάραβες περισσότερους λόγους να διατηρήσουν την συνεργασία τους. Το Ριάντ βλέπει τις συντονισμένες ενέργειες της Δύσης για τον έλεγχο και την καταστολή των ρωσικών ενεργειακών εισαγωγών, συμπεριλαμβανομένου του προγραμματισμένου ανώτατου ορίου τιμών [στμ: πλαφόν] στο ρωσικό πετρέλαιο, ως καρτέλ αγοραστών που απειλεί την σαουδαραβική οικονομία. Σύμφωνα με τις απόψεις της Σαουδικής Αραβίας και άλλων μελών του ΟΠΕΚ+, αυτό το καρτέλ θα μπορούσε τελικά να μαρκάρει το αργό πετρέλαιο με βάση το σημείο προέλευσης, τη μέθοδο εξόρυξης, και τον βαθμό έντασης του άνθρακα -και στην συνέχεια να το τιμολογήσει ανάλογα. Αυτή η πρακτική θα υπονόμευε σοβαρά τον έλεγχό τους στην παγκόσμια προσφορά.

Η Ουάσιγκτον, φυσικά, έχει λίγη υπομονή για τους επιχειρηματικούς υπολογισμούς του Ριάντ. Θεωρεί τις περικοπές πετρελαίου της Σαουδικής κυβέρνησης ως ένα χαστούκι και μια απόρριψη της συνεργασίας ΗΠΑ-Σαουδικής Αραβίας. Αλλά στην κοσμοθεωρία του MBS, με τους κινούμενους αστερισμούς του, αυτό που πιστεύουν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι καθοριστικό. Το Ριάντ μπορεί να συνεργαστεί με οποιονδήποτε όταν είναι βολικό, και αυτό σημαίνει ότι η Σαουδική Αραβία μπορεί να εξισορροπήσει τις επιχειρηματικές της συνεργασίες —συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας [5], παράλληλα με τις ανάγκες ασφαλείας της— όπου βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Πολλοί υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ ζήτησαν από τον Λευκό Οίκο να δείξει στον MBS ότι η εξισορρόπησή του δεν μπορεί να λειτουργήσει, με το να απειλήσει να τερματίσει ή να μειώσει τις πωλήσεις αμερικανικών όπλων. Αλλά παρόλο που το Ριάντ σίγουρα θα προτιμούσε να συνεχίσει να αγοράζει όπλα από τις ΗΠΑ, ο MBS ίσως να μην θεωρεί αυτή την απειλή ιδιαίτερα ανησυχητική. Η αμυντική βιομηχανία ασκεί επιρροή στο Κογκρέσο, εν μέρει επειδή διαθέτει γραμμές παραγωγής που υποστηρίζουν χιλιάδες θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ. Οι μακροπρόθεσμες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών για όπλα και εξοπλισμό δεν είναι παρορμητικές αγορές, και η βιομηχανία πιθανότατα θα ασκήσει έντονο λόμπινγκ για να αποτρέψει οποιαδήποτε παύση στην κατασκευή [οπλικών συστημάτων] για τους Σαουδάραβες.