Πώς βλέπει η Σαουδική Αραβία τον κόσμο | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς βλέπει η Σαουδική Αραβία τον κόσμο

Το όραμα του MBS για ένα νέο Κίνημα Αδεσμεύτων

Στις 5 Οκτωβρίου, ο Οργανισμός Πετρελαιοεξαγωγικών Χωρών (Organization of the Petroleum Exporting Countries, OPEC) και τα δέκα κράτη-εταίροι του συμφώνησαν να μειώσουν την παραγωγή πετρελαίου κατά δύο εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα. Η απόφαση ήταν ταυτόχρονα προβλέψιμη και σοκαριστική. Ήταν προβλέψιμη γιατί ο ΟΠΕΚ+, υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας, είχε προηγουμένως τηλεγραφήσει σχέδια για μείωση της παραγωγής πετρελαίου. Αλλά ήταν σοκαριστική επειδή η Σαουδική Αραβία και οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι στενοί εταίροι ασφαλείας, και ανώτατοι αξιωματούχοι των ΗΠΑ είχαν κάνει επανειλημμένες προσωπικές εκκλήσεις προς τους Σαουδάραβες να διατηρήσουν την παραγωγή σε υψηλά επίπεδα. Πολλοί από αυτούς τους αξιωματούχους ήλπιζαν ότι η κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας θα συνεργαζόταν, ειδικά υπό το φως της αύξησης των τιμών της βενζίνης και των ευρύτερων πληθωριστικών πιέσεων. Πράγματι, σύμφωνα με πρόσφατη αναφορά των New York Times, κορυφαίοι βοηθοί του προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, πίστευαν ακόμη και ότι η Ουάσιγκτον είχε συνάψει μυστική συμφωνία με την Σαουδική Αραβία για αύξηση της προσφοράς [πετρελαίου]. Όταν ο υπουργός Ενέργειας της Σαουδικής Αραβίας αντί γι’ αυτό παρακάθισε με τον Ρώσο αναπληρωτή πρωθυπουργό, και υποκείμενο κυρώσεων από τις ΗΠΑ, Αλεξάντερ Νόβακ, για να ανακοινώσει περικοπές, ο Λευκός Οίκος έμεινε έκπληκτος.

02112022-1.jpg

Ο Σαουδάραβας πρίγκιπας-διάδοχος, Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, στην Τζέντα, στην Σαουδική Αραβία, τον Ιούλιο του 2022. Bandar Algaloud / Saudi Royal Court / Reuters
------------------------------------------------------

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και οι αναλυτές των ΗΠΑ απάντησαν στην απόφαση της Σαουδικής Αραβίας επικρίνοντας το Ριάντ για την απρόσμενη ανεξαρτησία του -και τον Μπάιντεν για την άκομψη προσπάθειά του να συνάπτει συμφωνίες. Κατά την διάρκεια της εκστρατείας του για την προεδρία, ο Μπάιντεν κατήγγειλε συχνά τον Σαουδάραβα πρίγκιπα διάδοχο, Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, γνωστό ως MBS, για το κακό ιστορικό του στα ανθρώπινα δικαιώματα, μόνο και μόνο για να συναντηθεί μαζί του τον Ιούλιο. Για ορισμένους Αμερικανούς αναλυτές, η απόφαση της Σαουδικής Αραβίας να μειώσει την παραγωγή μετά την αποστροφή που επέδειξε ο πρόεδρος ήταν απόδειξη ότι το Ριάντ δεν επρόκειτο ποτέ να γίνει ένας αξιόπιστος (ή ευέλικτος) εταίρος και ότι ήταν πολιτικό λάθος του Μπάιντεν να επισκεφθεί τον MBS. Άλλοι αναλυτές, αντίθετα, υποστήριξαν ότι η κίνηση του Ριάντ ήταν, στην πραγματικότητα, λάθος του Μπάιντεν: το προβλέψιμο υποπροϊόν της ύβρεως της κυβέρνησης να ζητήσει από την Σαουδική Αραβία να θέσει τα συμφέροντα των ΗΠΑ πάνω από τα δικά της.

Οι Αμερικανοί παρατηρητές έχουν δίκιο ότι η Ουάσιγκτον έχει λάβει αποφάσεις ενοχλητικές για τους Σαουδάραβες. Αλλά υπάρχει επίσης έλλειψη κατανόησης στο εσωτερικό της Ουάσιγκτον για το πώς η Σαουδική Αραβία διαμορφώνει την οικονομική και εξωτερική πολιτική της. Με απλά λόγια, η Σαουδική Αραβία, υπό την καθοδήγηση του MBS, προετοιμάζεται για μια παγκόσμια πολιτική οικονομία που είναι αισθητά διαφορετική από εκείνη που οραματίζεται η κυβέρνηση Μπάιντεν [1]. Στην Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας (National Security Strategy) που δημοσιοποιήθηκε πρόσφατα, ο Λευκός Οίκος εστίασε στο πώς να κερδίσει έναν διαχειριζόμενο ανταγωνισμό με την Κίνα και σκιαγράφησε μια προτίμηση για την διαίρεση των οικονομικών και πολιτικών συνεργασιών σε δύο άξονες: έναν με τις δημοκρατίες και έναν με τις μη δημοκρατίες που θα διεξάγονται μέσω ενός πλαισίου διεθνών θεσμών. Δεδομένης της έλλειψης ενθουσιασμού στις Ηνωμένες Πολιτείες για τα διεθνή πλαίσια, η ένταξη στον δεύτερο άξονα πιθανότατα θα συνεπάγεται μια υποβάθμιση για τα αυταρχικά κράτη, και κυβερνήσεις όπως της Σαουδικής Αραβίας το έχουν ήδη παρατηρήσει.

Παρόλο που τόσο οι Δημοκρατικοί όσο και οι Ρεπουμπλικάνοι υποστηρίζουν όλο και λιγότερο την διμερή εταιρική σχέση ΗΠΑ-Σαουδικής Αραβίας, η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ [2] μπορεί να μην είναι ο κύριος λόγος για την διάσπαση των σχέσεων. Διασπώνται λόγω των αλλαγών στην εσωτερική και εξωτερική πολιτική της ίδιας της Σαουδικής Αραβίας. Ο MBS δεν οραματίζεται την χώρα του ως παίκτη δεύτερης κατηγορίας σε ένα διεθνές σύστημα δυο σκελών, παρόμοιο με εκείνο που υπήρχε κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου˙ βλέπει την αναδυόμενη γεωπολιτική τάξη ως εύπλαστη, ως ότι αποτελείται από ένα σύνολο αλληλένδετων μερών, και πιστεύει ότι το Ριάντ έχει το δικαίωμα να συνεργαστεί με έναν μεταβαλλόμενο αστερισμό εταίρων για να κινήσει τις αγορές και να διαμορφώσει πολιτικά αποτελέσματα. Πιστεύει ότι η Σαουδική Αραβία θα πρέπει να προστατεύσει σθεναρά την δική της οικονομία καθώς οι παγκόσμιες απαιτήσεις σε ενέργεια και πετρέλαιο κυμαίνονται, αλλά κι ότι εάν τα καταφέρει, κανείς δεν μπορεί να την εμποδίσει να χαράξει μια ανεξάρτητη πορεία και να πρωτοστατήσει σε ένα διαφορετικό είδος οικονομικής ανάπτυξης. Αυτό το όραμα είναι ένα όνειρο της δεκαετίας του 1970 για το Κίνημα των Αδέσμευτων, εκτός από το ότι το ενωτικό χαρακτηριστικό είναι ο εθνικιστικός οπορτουνισμός και όχι μια μετα-αποικιακή αφύπνιση.

Ο MBS ίσως να έχει δίκιο. Ο κόσμος εισέρχεται σε μια περίοδο ενεργειακής ανασφάλειας, και οι υδρογονάνθρακες θα έχουν σταθερή ζήτηση για τα επόμενα τουλάχιστον 20 χρόνια, μια κατάσταση που θα μπορούσε να δώσει στην Σαουδική Αραβία περισσότερη ισχύ. Το διεθνές σύστημα γίνεται πιο ρευστό. Οι αναδυόμενες οικονομίες της αγοράς γενικά, και η Σαουδική Αραβία [3] ειδικότερα, θα μπορούσαν να αναπτύξουν έναν πιο ουσιαστικό ρόλο στις παγκόσμιες υποθέσεις.

Ο ΚΟΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΟΣ ΣΑΣ

Κατά την άποψη του Ριάντ, το μέλλον ανήκει στις αναδυόμενες αγορές. Από το 2011 έως το 2021, αυτές οι οικονομίες αντιπροσώπευαν το 67% της αύξησης του παγκόσμιου ΑΕΠ και σήμερα αντιπροσωπεύουν το 49% του συνολικού παγκόσμιου ΑΕΠ. Τα επόμενα τέσσερα χρόνια, οι αναδυόμενες οικονομίες προβλέπεται να αναπτύσσονται κατά μέσο όρο με 3,9% ετησίως -ταχύτερα από εκείνες του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ)- και να αποτελούν ένα αυξανόμενο μερίδιο του παγκόσμιου όγκου εμπορίου.

Αυτό το μπλοκ των κρατών περιλαμβάνει την Σαουδική Αραβία. Πράγματι, σύμφωνα με τους ηγέτες της, η Σαουδική Αραβία είναι μια από τις σημαντικότερες αναδυόμενες αγορές στον κόσμο. Η χώρα φιλοξενεί μια μεγάλη οικονομία με υψηλό κατά κεφαλήν ΑΕΠ και εξάγει αρκετό πετρέλαιο για να επηρεάσει τις παγκόσμιες τιμές της ενέργειας. Φιλοξένησε το G-20 το 2020 (αν και εικονικά) και τέσσερα χρόνια πριν από αυτή την εκδήλωση παρουσίασε το Vision 2030, το οποίο προσφέρει ένα φιλόδοξο μέλλον στο οποίο η χώρα σταματά να βασίζεται στα καύσιμα άνθρακα και χτίζει φουτουριστικές πόλεις που μπορούν να επιβιώσουν από όλους τους κλιματικούς κινδύνους.

Αυτό το σχέδιο έχει γεμίσει τους πολίτες της Σαουδικής Αραβίας και τους κυβερνητικούς αξιωματούχους με πρωτόγνωρη αυτοπεποίθηση. Η χώρα -και άλλα κράτη του Κόλπου- βλέπουν τώρα τους εαυτούς τους ως μοντέλα ανάπτυξης και εξέλιξης. Και αισθάνονται την ανάγκη να αναπροσανατολίσουν τις συμμαχίες τους για να προετοιμαστούν για μια λιγότερο σταθερή παγκόσμια τάξη πραγμάτων, ίσως ακόμη και για μια μετα-αμερικανική εποχή. Η απόφαση του Ριάντ το 2016 να συντονίσει τον ΟΠΕΚ με κράτη που δεν ανήκουν στον ΟΠΕΚ, σχηματίζοντας τον ΟΠΕΚ+, είναι ακριβώς αυτού του είδους σχεδιασμός πολιτικής. Ο ΟΠΕΚ+ δεν δεσμεύεται ούτε ιδεολογικά ούτε βάσει συνθηκών. Αντίθετα, είναι μια συμμαχία χωρών που είναι πρόθυμες να συναλλάσσονται μεταξύ τους όταν αυτό ταιριάζει στα κοινά τους συμφέροντα. Είναι ακόμη πρόθυμες να προκαλέσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες για να επιτύχουν τους στόχους τους.

Η συνεργασία Ρωσίας-Σαουδικής Αραβίας, που ξεκίνησε ως μέρος του OPEC+, είναι ιδιαίτερα εμβληματική της νέας άποψης του Ριάντ για την εξωτερική πολιτική. Για την Σαουδική Αραβία, δεν ήταν μόνο θέμα δουλειάς˙ ήταν επίσης μια πράξη αυτοσυντήρησης. Στην δεκαετία του 2010, οι Ηνωμένες Πολιτείες άρχισαν να παράγουν όλο και μεγαλύτερες ποσότητες πετρελαίου από τα σχιστολιθικά πετρώματά τους, πλημμυρίζοντας τις παγκόσμιες αγορές και προκαλώντας πτώση των τιμών. Αυτό αμφισβήτησε τον παραδοσιακό ρόλο της Σαουδικής Αραβίας ως κυρίαρχης πηγής πλεονάζουσας ικανότητας στις αγορές πετρελαίου και υπονόμευσε την ικανότητα του Ριάντ να ελέγχει την παγκόσμια προσφορά. Αλλά, με το να συνεργαστεί με την Ρωσία, η Σαουδική Αραβία θα μπορούσε να δημιουργήσει έναν πιο ελεγχόμενο μοχλό για να πιέσει τις τιμές του πετρελαίου χαμηλότερα, κάνοντας τον αμερικανικό ανταγωνισμό να διψάσει για επενδύσεις με το να κάνει δύσκολο για τις αμερικανικές εταιρείες να αποκομίσουν κέρδη. (Οι εθνικές πετρελαϊκές εταιρείες υπό κρατικό έλεγχο μπορούν πιο εύκολα να αντέξουν να λειτουργούν με ζημία). Η συνεργασία Ρωσίας-Σαουδικής Αραβίας ήταν λιγότερο φυσική τον Μάρτιο του 2020, όταν η ασιατική αγορά πετρελαίου κατέρρευσε υπό το βάρος της πανδημίας, θέτοντας και τα δύο κράτη σε έντονο ανταγωνισμό. Ωστόσο, η Μόσχα και το Ριάντ εξακολουθούσαν να βλέπουν τον συντονισμό ως τον καλύτερο τρόπο για να πλοηγηθούν σε μια παγκόσμια οικονομία που χρειάζεται πετρέλαιο αλλά -χάρη στην ενεργειακή μετάβαση- είναι όλο και πιο απρόθυμη να επενδύσει σε αυτό. Ως αποτέλεσμα, έχουν κολλήσει μεταξύ τους.

Από επιχειρηματική άποψη, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία [4] έδωσε στους Σαουδάραβες περισσότερους λόγους να διατηρήσουν την συνεργασία τους. Το Ριάντ βλέπει τις συντονισμένες ενέργειες της Δύσης για τον έλεγχο και την καταστολή των ρωσικών ενεργειακών εισαγωγών, συμπεριλαμβανομένου του προγραμματισμένου ανώτατου ορίου τιμών [στμ: πλαφόν] στο ρωσικό πετρέλαιο, ως καρτέλ αγοραστών που απειλεί την σαουδαραβική οικονομία. Σύμφωνα με τις απόψεις της Σαουδικής Αραβίας και άλλων μελών του ΟΠΕΚ+, αυτό το καρτέλ θα μπορούσε τελικά να μαρκάρει το αργό πετρέλαιο με βάση το σημείο προέλευσης, τη μέθοδο εξόρυξης, και τον βαθμό έντασης του άνθρακα -και στην συνέχεια να το τιμολογήσει ανάλογα. Αυτή η πρακτική θα υπονόμευε σοβαρά τον έλεγχό τους στην παγκόσμια προσφορά.

Η Ουάσιγκτον, φυσικά, έχει λίγη υπομονή για τους επιχειρηματικούς υπολογισμούς του Ριάντ. Θεωρεί τις περικοπές πετρελαίου της Σαουδικής κυβέρνησης ως ένα χαστούκι και μια απόρριψη της συνεργασίας ΗΠΑ-Σαουδικής Αραβίας. Αλλά στην κοσμοθεωρία του MBS, με τους κινούμενους αστερισμούς του, αυτό που πιστεύουν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι καθοριστικό. Το Ριάντ μπορεί να συνεργαστεί με οποιονδήποτε όταν είναι βολικό, και αυτό σημαίνει ότι η Σαουδική Αραβία μπορεί να εξισορροπήσει τις επιχειρηματικές της συνεργασίες —συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας [5], παράλληλα με τις ανάγκες ασφαλείας της— όπου βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Πολλοί υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ ζήτησαν από τον Λευκό Οίκο να δείξει στον MBS ότι η εξισορρόπησή του δεν μπορεί να λειτουργήσει, με το να απειλήσει να τερματίσει ή να μειώσει τις πωλήσεις αμερικανικών όπλων. Αλλά παρόλο που το Ριάντ σίγουρα θα προτιμούσε να συνεχίσει να αγοράζει όπλα από τις ΗΠΑ, ο MBS ίσως να μην θεωρεί αυτή την απειλή ιδιαίτερα ανησυχητική. Η αμυντική βιομηχανία ασκεί επιρροή στο Κογκρέσο, εν μέρει επειδή διαθέτει γραμμές παραγωγής που υποστηρίζουν χιλιάδες θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ. Οι μακροπρόθεσμες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών για όπλα και εξοπλισμό δεν είναι παρορμητικές αγορές, και η βιομηχανία πιθανότατα θα ασκήσει έντονο λόμπινγκ για να αποτρέψει οποιαδήποτε παύση στην κατασκευή [οπλικών συστημάτων] για τους Σαουδάραβες.

Το πιο σημαντικό, ο Κόλπος ήδη βαθμονομεί εκ νέου την σχέση ασφαλείας του με την Ουάσιγκτον. Αυτή η κίνηση δεν αφορά τη μείωση των πωλήσεων όπλων, αλλά τη μείωση της προθυμίας των ΗΠΑ να χρησιμοποιήσουν τις δικές τους δυνάμεις για την προστασία των κρατών του Κόλπου. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι ο εταίρος ασφαλείας που ήταν στο παρελθόν. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα [6], το κατέστησε σαφές όταν δήλωσε ότι η Σαουδική Αραβία θα έπρεπε να «μοιράζεται την γειτονιά» με το Ιράν. Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ [7] φλέρταρε με τους Σαουδάραβες ρητορικά, αλλά και αυτός έκανε εμφανή την αδιαφορία της Ουάσιγκτον αρνούμενος να απαντήσει στις επιθέσεις στις υποδομές πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας το 2019. Η υποβάθμιση της εταιρικής σχέσης από τον Μπάιντεν είναι μόνο η τελευταία σε μια ευρύτερη τάση εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ.

Η Σαουδική Αραβία γνωρίζει ότι δεν έχει καμία εναλλακτική λύση εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες διακόψουν τις προμήθειες όπλων. (Η Ρωσία είναι σίγουρα ανίκανη να προσφέρει αυτό που χρειάζεται το Ριάντ). Προσπαθεί επομένως να επιταχύνει έναν οικονομικό μετασχηματισμό που συνδέει την οικονομία της πιο στενά με βασικές αγορές, μια προσπάθεια που έχει ήδη δείξει κάποια επιτυχία. Η Ουάσιγκτον κατηγόρησε τα κράτη του Κόλπου ότι είναι πολύ φιλικά προς τον Πούτιν, αλλά η συμπεριφορά τους δεν εμπόδισε τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να συρρέουν στις ενεργειακές αγορές της περιοχής -συμπεριλαμβανομένης της Σαουδικής Αραβίας. Από τότε που ξεκίνησε η εισβολή της Ρωσίας, τα ενεργειακά απελπισμένα ευρωπαϊκά κράτη έχουν υπογράψει μακροπρόθεσμες συμφωνίες συνεργασίας για υγροποιημένο φυσικό αέριο, υδρογόνο, και ενεργειακή συνεργασία [8] με το Ριάντ και άλλες κυβερνήσεις των κρατών του Κόλπου. Κρισίμως, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις συμφώνησαν επίσης να εξάγουν νέα όπλα στους Σαουδάραβες. Ακόμη και η Γερμανία, η οποία είχε απαγορεύσει [9] τις πωλήσεις όπλων στην Σαουδική Αραβία το 2018, αγκαλιάζει το βασίλειο και του πουλά αμυντικό εξοπλισμό. Παρ' όλη την ανησυχία στην Ουάσιγκτον, το Ριάντ θα μπορούσε να έχει δίκιο: η διεθνής τάξη είναι αρκετά ρευστή, και το βασίλειο είναι αρκετά σημαντικό, ώστε να μην χρειάζεται να διαλέξει κάποια πλευρά.

ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΖΟΜΕΝΟΙ ΓΙΑ ΠΤΩΣΗ

Οι αποφάσεις της Σαουδικής Αραβίας για το πετρέλαιο δεν καθορίζονται μόνο από τις διεθνείς υποθέσεις. Ακριβώς όπως η κυβέρνηση Μπάιντεν ήθελε οι Σαουδάραβες να απομακρύνουν τις περικοπές παραγωγής του ΟΠΕΚ+ από τις ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ (ένα αίτημα που φαίνεται πλέον συναλλακτικό και ασύνετο), η πετρελαϊκή πολιτική της Σαουδικής Αραβίας καθοδηγείται επίσης από εγχώριους υπολογισμούς. Ο MBS αρέσκεται να θέτει στόχους και μετά να τους υπερβαίνει, ακόμη και όταν πρόκειται για αποφάσεις του ΟΠΕΚ+. Η κυβέρνησή του είχε υποδείξει ότι θα υπάρξει μείωση της παραγωγής από ένα εκατομμύριο έως 1,5 εκατομμύριο βαρέλια την ημέρα. Ο τελικός, υψηλότερος στόχος φαινόταν σχεδόν προσαρμοσμένος για να επιδείξει την ισχύ του MBS: ένα παράδειγμα στον λαό του ότι, παρά την εξωτερική πίεση να κρατήσει την παραγωγή σε υψηλά επίπεδα, μπορούσε να μειώσει την παραγωγή σε επίπεδα ακόμη και κάτω από εκείνα που αναμένονταν.

Η ταραχή της Δύσης για την ανακοίνωση μείωσης κατά δυο εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα ήταν αδικαιολόγητη. Τα περισσότερα κράτη του ΟΠΕΚ+ παρήγαγαν ήδη πετρέλαιο με ημερήσιους ρυθμούς κάτω από τις νέες μειωμένες ποσοστώσεις, και έτσι η ανακοίνωση περικοπής ήταν κατά κάποιο τρόπο συμβολική. Παρά την οργή, η απόφαση του ΟΠΕΚ+ είχε μέχρι στιγμής μικρό αντίκτυπο στην προσφορά πετρελαίου στις αγορές. Οι τιμές επέστρεψαν στους μέσους όρους των αρχών Οκτωβρίου μέσα σε δύο εβδομάδες. (Το εμπάργκο και το ανώτατο όριο τιμών στις εξαγωγές ρωσικού πετρελαίου είναι μια πολύ πιο σημαντική απειλή για την προσφορά της αγοράς).

Ωστόσο, η απόφαση του ΟΠΕΚ+ εξυπηρετεί έναν απτό σκοπό για την οικονομία της Σαουδικής Αραβίας. Η μείωση της παραγωγής δημιουργεί πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα για την Σαουδική Αραβία, δίνοντάς της χώρο να αυξήσει προσωρινά την παραγωγή σε περίπτωση που η παγκόσμια οικονομία δει ξαφνική μείωση από άλλη πηγή εφοδιασμού, όπως η Ρωσία. Σηματοδοτεί επίσης στους επενδυτές ότι η κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας δεσμεύεται να διατηρήσει το πετρέλαιο κερδοφόρο ή τουλάχιστον να δημιουργήσει ένα κατώτατο όριο για τις τιμές, ενθαρρύνοντας τις εταιρείες να δαπανήσουν περισσότερα στον τομέα του πετρελαίου.

Το πιο σημαντικό, η απόφαση είχε σκοπό να βοηθήσει στην πρόληψη μιας άγριας αστάθειας στις τιμές του πετρελαίου. Παρά την υψηλή παρούσα ζήτηση, η κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας ανησυχεί ότι η επιθυμία του κόσμου για πετρέλαιο θα μπορούσε να μειωθεί απότομα εάν η παγκόσμια οικονομία βυθιστεί σε μια βαθύτερη και πιο εκτεταμένη ύφεση. Η δημοσιονομική πολιτική της Σαουδικής Αραβίας ήταν προσεκτική για τον ίδιο λόγο. Η προ-προϋπολογιστική έκθεση της χώρας [10] για το 2023 πιθανότατα βασίζεται σε τιμές πετρελαίου από 76 έως 78 δολάρια ανά βαρέλι, με τη μέση παραγωγή πετρελαίου να κυμαίνεται περίπου στα 10,6 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα. Η τιμή είναι απλώς ελαφρά αυξημένη από το 2022, κατά την διάρκεια του οποίου το πετρέλαιο τιμολογήθηκε συντηρητικά κοντά στα 70 δολάρια το βαρέλι. Τα απροσδόκητα κέρδη που έλαβε η Σαουδική Αραβία φέτος δεν έχουν μεταφραστεί σε ξεφάντωμα δαπανών, τουλάχιστον όχι ακόμη.

Αντίθετα, η Σαουδική Αραβία προετοιμάζεται για πτώση, είτε από την κατάρρευση της ζήτησης είτε από μια απροσδόκητη ανάγκη για νέες προμήθειες πετρελαίου. Έχει λόγους να ετοιμάζεται. Καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται και η Ρωσία στοχεύει μη στρατιωτικές και ενεργειακές υποδομές, οι απειλές για την παγκόσμια ενεργειακή ασφάλεια θα αυξάνονται. Και καθώς οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας αυξάνονται, ο κόσμος μπορεί να έχει λιγότερη πλεονάζουσα χωρητικότητα πετρελαίου και πίεση στην προμήθεια προϊόντων διύλισης πετρελαίου. Οι ενεργειακές πολιτικές που εξετάζονται στον Λευκό Οίκο για απαγορεύσεις εξαγωγών πετρελαίου των ΗΠΑ και η νομοθεσία του Κογκρέσου (ονομαζόμενη «NOPEC») που θα επέτρεπε στο Υπουργείο Δικαιοσύνης να μηνύσει κράτη για τον καθορισμό τιμών θα έχουν ανατριχιαστικό αποτέλεσμα σε οποιαδήποτε νέα επένδυση στο πετρέλαιο και το φυσικό αέριο και θα διαταράξουν περαιτέρω την διύλιση πετρελαίου και τις παραδόσεις προϊόντων. Η σημαντικότερη εξαγωγική αγορά της Σαουδικής Αραβίας, η Κίνα [11], αύξησε τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου, απειλώντας το μερίδιο αγοράς του Ριάντ. Και η Κίνα αγοράζει τώρα σε μικρότερους όγκους, χάρη τόσο στις υποτονικές προοπτικές ανάπτυξης της χώρας [12] όσο και στην συνεχιζόμενη δέσμευση του Πεκίνου στην πολιτική του για μηδενική COVID [13]. Όλα αυτά τα σημάδια είναι ανησυχητικά για τους Σαουδάραβες, απειλώντας τα έσοδα από το πετρέλαιο καθώς και τη νομιμοποίηση του Ριάντ ως μιας δύναμης για την σταθερότητα της παγκόσμιας αγοράς πετρελαίου.

Για την Σαουδική Αραβία, φυσικά, λιγότερη ισχύς επί του πετρελαίου σημαίνει λιγότερη ισχύς γενικά. Το πετρέλαιο είναι ένα βασικό εργαλείο που χρησιμοποιεί η χώρα για να επηρεάσει τις διεθνείς υποθέσεις και να τραβήξει την παγκόσμια προσοχή. Ως εκ τούτου, η απάντηση σε αυτές τις απειλές έχει γίνει μια καθοριστική στιγμή για τη νεαρή ηγεσία και την τεχνοκρατική ελίτ της Σαουδικής Αραβίας. Με το να συνεργάζονται με την Ρωσία και να θέτουν σε χαμηλότερη προτεραιότητα τις Ηνωμένες Πολιτείες, ελπίζουν να προστατεύσουν την ισχύ της χώρας τους επί των τιμών του πετρελαίου και, μαζί με αυτήν, τα σχέδιά τους και το όραμά τους για το μέλλον.

Δεν είναι σαφές εάν αυτές οι ελίτ θα πετύχουν. Αλλά είναι σαφές ότι η χώρα τους και οι Ηνωμένες Πολιτείες προετοιμάζονται για δύο διαφορετικές παγκόσμιες οικονομίες. Η μια βλέπει έναν πιο ισχυρό ρόλο στην διεθνή πολιτική και το εμπόριο για τις αναδυόμενες αγορές. Η άλλη βλέπει τα κράτη να παίρνουν μια στροφή προς το εσωτερικό τους και να επικεντρώνονται στην εγχώρια ενεργειακή ανεξαρτησία τους, ενώ δίνουν έμφαση στην δέσμευση που βασίζεται σε αξίες όταν αλληλεπιδρούν με το διεθνές σύστημα. Το πετρέλαιο θα συνεχίσει να αποτελεί μέρος της εξωτερικής πολιτικής και για τις δύο χώρες. Αλλά σίγουρα οδεύουν σε διαφορετικές κατευθύνσεις. Το Ριάντ και η Ουάσιγκτον ίσως σύντομα να ανακαλύψουν ότι είναι πιο συχνά ανταγωνιστές -στις αγορές πετρελαίου και στα μοντέλα οικονομικής ανάπτυξης- παρά εταίροι.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/topics/biden-administration
[2] https://www.foreignaffairs.com/topics/us-foreign-policy
[3] https://www.foreignaffairs.com/regions/saudi-arabia
[4] https://www.foreignaffairs.com/tags/war-ukraine
[5] https://www.foreignaffairs.com/regions/russian-federation
[6] https://www.foreignaffairs.com/topics/obama-administration
[7] https://www.foreignaffairs.com/topics/trump-administration
[8] https://www.reuters.com/business/energy/saudi-arabia-agrees-memorandum-c...
[9] https://www.dw.com/en/german-government-approves-arms-exports-to-saudi-a...
[10] https://www.mof.gov.sa/en/mediacenter/News/Pages/news_30092022.aspx#:~:t...
[11] https://www.foreignaffairs.com/regions/china
[12] https://www.foreignaffairs.com/china/how-china-trapped-itself
[13] https://www.foreignaffairs.com/articles/china/2022-05-17/collateral-dama...

Copyright © 2022 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/saudi-arabia/how-saudi-arabia-sees-world

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition