H πράσινη αναταραχή | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

H πράσινη αναταραχή

Η νέα γεωπολιτική της ενέργειας*

Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί οι άνθρωποι ονειρεύονται ένα μέλλον που ορίζεται από την καθαρή ενέργεια. Καθώς οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου συνεχίζουν να αυξάνονται και καθώς τα ακραία καιρικά φαινόμενα γίνονται πιο συχνά και επιβλαβή, οι τρέχουσες προσπάθειες να προχωρήσουμε πέρα από τα ορυκτά καύσιμα φαίνονται θλιβερά ανεπαρκείς. Στην απογοήτευση προστίθεται η γεωπολιτική του πετρελαίου και του αερίου που ζει και βασιλεύει και [είναι] τεταμένη όσο ποτέ. Η Ευρώπη βρίσκεται στην δίνη μιας πλήρους ενεργειακής κρίσης, με τις εντυπωσιακές τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας να υποχρεώνουν επιχειρήσεις σε όλη την ήπειρο να κλείσουν και ενεργειακές εταιρείες να κηρύξουν πτώχευση, [φέρνοντας] τον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντιμίρ Πούτιν, σε θέση να εκμεταλλευτεί τις δυσκολίες των γειτόνων του, μοχλεύοντας τα αποθέματα φυσικού αερίου της χώρας του. Τον Σεπτέμβριο, οι διακοπές ρεύματος φέρεται να οδήγησαν τον Κινέζο αντιπρόεδρο, Han Zheng, στο να δώσει οδηγίες στις κρατικές εταιρείες ενέργειας της χώρας του να εξασφαλίσουν με κάθε κόστος προμήθειες για τον χειμώνα. Και καθώς οι τιμές του πετρελαίου εκτοξεύονται πάνω από τα 80 δολάρια το βαρέλι, οι Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες χώρες που διψούν για ενέργεια παρακαλούν τους μεγάλους παραγωγούς, συμπεριλαμβανομένης της Σαουδικής Αραβίας, να εντείνουν την παραγωγή τους, δίνοντας στο Ριάντ μεγαλύτερη επιρροή σε μια πρόσφατα τεταμένη σχέση και υποδηλώνοντας τα όρια της ενεργειακής «ανεξαρτησίας» της Ουάσιγκτον.

07112022-1.jpg

Εξορύσσοντας κολτάνιο στην [επαρχία] North Kivu στο Κονγκό, τον Σεπτέμβριο του 2013. Marco Gualazzini / Contrasto / Redux
----------------------------------------------------------------

Οι υποστηρικτές της καθαρής ενέργειας ελπίζουν (και μερικές φορές υπόσχονται) ότι εκτός από τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, η ενεργειακή μετάβαση θα βοηθήσει στο να γίνουν παρελθόν οι εντάσεις για τους ενεργειακούς πόρους. Είναι αλήθεια ότι η καθαρή ενέργεια θα μεταμορφώσει την γεωπολιτική –απλώς όχι απαραιτήτως με τον τρόπο που περιμένουν πολλοί από τους υποστηρικτές της. Η μετάβαση θα επαναδιευθετήσει πολλά στοιχεία της διεθνούς πολιτικής που έχουν διαμορφώσει το παγκόσμιο σύστημα τουλάχιστον από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά, επηρεάζοντας σημαντικά τις πηγές εθνικής ισχύος, την διαδικασία της παγκοσμιοποίησης, τις σχέσεις μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, και την συνεχιζόμενη οικονομική σύγκλιση μεταξύ των αναπτυγμένων και των αναπτυσσόμενων χωρών. Η διαδικασία θα είναι, στην καλύτερη περίπτωση, μπερδεμένη. Και αντί να ενθαρρύνει την αβρότητα και την συνεργασία, πιθανώς θα παραγάγει νέες μορφές ανταγωνισμού και αντιπαράθεσης πολύ πριν διαμορφωθεί μια νέα, πιο αποδεκτή γεωπολιτική.

Η συζήτηση για μια ομαλή μετάβαση στην καθαρή ενέργεια είναι ευφάνταστη: δεν υπάρχει περίπτωση ο κόσμος να αποφύγει μεγάλες ανατροπές, καθώς ανακατασκευάζει ολόκληρο το ενεργειακό σύστημα, το οποίο είναι η πηγή ζωής της παγκόσμιας οικονομίας και στηρίζει την γεωπολιτική τάξη πραγμάτων. Επιπλέον, η επικρατούσα άποψη για το ποιος θα κερδίσει και ποιος θα χάσει είναι συχνά λανθασμένη. Τα αποκαλούμενα πετρο-κράτη, για παράδειγμα, ίσως να απολαύσουν πακτωλούς πριν υποφέρουν από λιμούς, επειδή η εξάρτηση από τους κυρίαρχους προμηθευτές ορυκτών καυσίμων, όπως η Ρωσία και η Σαουδική Αραβία, πιθανότατα θα αυξηθεί πριν μειωθεί. Και τα φτωχότερα τμήματα του κόσμου θα χρειαστεί να χρησιμοποιήσουν τεράστιες ποσότητες ενέργειας —πολύ περισσότερες από όσο στο παρελθόν— για να ευημερήσουν, παρόλο που αντιμετωπίζουν επίσης τις χειρότερες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Εν τω μεταξύ, η καθαρή ενέργεια θα γίνει αντιπροσωπευτική μιας νέας πηγής εθνικής ισχύος, αλλά η ίδια θα εισαγάγει νέους κινδύνους και αβεβαιότητες.

Αυτά δεν είναι επιχειρήματα για να επιβραδύνουμε ή να εγκαταλείψουμε την ενεργειακή μετάβαση. Αντίθετα, οι χώρες σε όλο τον κόσμο πρέπει να επιταχύνουν τις προσπάθειες να καταπολεμήσουν την κλιματική αλλαγή. Αλλά αυτά είναι επιχειρήματα για να ενθαρρύνουμε τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να κοιτάξουν πέρα από τις προκλήσεις της ίδιας της κλιματικής αλλαγής και να εκτιμήσουν τα ρίσκα και τους κινδύνους που θα προκύψουν από την ξαφνική μετάβαση στην καθαρή ενέργεια. Πιο σημαντικοί από τις μακροπρόθεσμες γεωπολιτικές επιπτώσεις ενός μακρινού κόσμου με μηδενικές εκπομπές είναι αυτή την στιγμή οι μερικές φορές αντιφατικοί βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι που θα καταφτάσουν τις επόμενες λίγες δεκαετίες, καθώς η νέα γεωπολιτική της καθαρής ενέργειας θα συνδυαστεί με την παλιά γεωπολιτική του πετρελαίου και του αερίου. Το να μην εκτιμηθούν οι ακούσιες συνέπειες των διαφόρων προσπαθειών για την επίτευξη μηδενικών εκπομπών δεν θα έχει μόνο επιπτώσεις στην ασφάλεια και στην οικονομία˙ θα υπονομεύσει επίσης την ίδια την ενεργειακή μετάβαση. Εάν οι άνθρωποι πιστέψουν ότι τα φιλόδοξα σχέδια για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής θέτουν σε κίνδυνο την ενεργειακή αξιοπιστία ή την οικονομική προσιτότητα ή την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, η μετάβαση θα επιβραδυνθεί. Τα ορυκτά καύσιμα ίσως τελικά να υποχωρήσουν. Η πολιτική —και η γεωπολιτική— της ενέργειας δεν θα το κάνει.

ΕΠΙΜΟΝΑ ΠΕΤΡΟ-ΚΡΑΤΗ

Ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος μετέτρεψε το πετρέλαιο σε στρατηγικό εμπόρευμα. Το 1918, ο Βρετανός πολιτικός Lord Curzon είπε περιφήμως ότι η συμμαχική υπόθεση είχε «πλεύσει προς τη νίκη πάνω σε ένα κύμα πετρελαίου». Από εκείνο το σημείο και μετά, η βρετανική ασφάλεια εξαρτάτο πολύ περισσότερο στο πετρέλαιο από την Περσία παρά από τον άνθρακα από το Νιούκαστλ, καθώς η ενέργεια έγινε πηγή εθνικής ισχύος και η απουσία της [έγινε] στρατηγική ευπάθεια. Στον αιώνα που ακολούθησε, οι χώρες που ήταν προικισμένες με πόρους πετρελαίου και αερίου ανέπτυξαν τις κοινωνίες τους και κατείχαν τεράστια δύναμη στο διεθνές σύστημα, και οι χώρες όπου η ζήτηση για πετρέλαιο ξεπερνούσε την παραγωγή του στρέβλωσαν τις εξωτερικές πολιτικές τους για να εξασφαλίσουν συνεχή πρόσβαση σε αυτό.

Μια απομάκρυνση από το πετρέλαιο και το αέριο θα αναδιαμορφώσει τον κόσμο εξίσου δραματικά. Αλλά οι συζητήσεις για τη μορφή ενός μέλλοντος με καθαρή ενέργεια πολύ συχνά παρακάμπτουν ορισμένες σημαντικές λεπτομέρειες. Πρώτον, ακόμη και όταν ο κόσμος επιτύχει μηδενικές εκπομπές, αυτό δεν θα σημάνει το τέλος των ορυκτών καυσίμων [1]. Μια έκθεση-ορόσημο που δημοσιεύθηκε το 2021 από την Διεθνή Υπηρεσία Ενέργειας (International Agency Energy, IEA) προέβλεψε ότι εάν ο κόσμος έφτανε στις μηδενικές εκπομπές έως το 2050 —όπως έχει προειδοποιήσει η Διακυβερνητική Επιτροπή του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή (UN Intergovernmental Panel on Climate Change) ότι είναι απαραίτητο, για να αποφευχθεί η αύξηση της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας κατά περισσότερο από 1,5 βαθμό Κελσίου πάνω από προβιομηχανικά επίπεδα, και έτσι να αποτραπούν οι χειρότερες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής- θα χρησιμοποιούσε ακόμη σχεδόν το μισό φυσικό αέριο από όσο σήμερα και περίπου το ένα τέταρτο του πετρελαίου. Μια πρόσφατη ανάλυση που διεξήχθη από μια ομάδα ερευνητών στο Princeton University διαπίστωσε ομοίως ότι εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες έφταναν στις μηδενικές εκπομπές μέχρι το 2050, θα χρησιμοποιούσαν ακόμη συνολικά το ένα τέταρτο έως το μισό φυσικό αέριο και πετρέλαιο από όσο σήμερα. Αυτή θα ήταν μια τεράστια μείωση. Αλλά οι παραγωγοί πετρελαίου και αερίου θα συνέχιζαν να απολαμβάνουν δεκαετίες μόχλευσης από τους γεωλογικούς θησαυρούς τους.

Οι παραδοσιακοί προμηθευτές θα επωφεληθούν από την αστάθεια των τιμών των ορυκτών καυσίμων που θα προκύψει αναπόφευκτα από μια ταραχώδη ενεργειακή μετάβαση. Ο συνδυασμός της πίεσης στους επενδυτές να απαλλαγούν από τα ορυκτά καύσιμα και η αβεβαιότητα για το μέλλον του πετρελαίου ήδη εγείρει ανησυχίες ότι τα επίπεδα των επενδύσεων μπορεί να κατακρημνιστούν τα επόμενα χρόνια, οδηγώντας τα αποθέματα πετρελαίου να μειωθούν ταχύτερα από όσο μειώνεται η ζήτηση -ή να μειωθούν ακόμη και όταν η ζήτηση συνεχίζει να αυξάνεται, όπως συμβαίνει σήμερα. Αυτό το αποτέλεσμα θα προκαλούσε περιοδικές ελλείψεις και ως εκ τούτου υψηλότερες και πιο μεταβλητές τιμές του πετρελαίου. Αυτή η κατάσταση θα ενίσχυε την ισχύ των πετρο-κρατών, αυξάνοντας τα έσοδά τους και δίνοντας επιπλέον επιρροή στον ΟΠΕΚ, τα μέλη του οποίου, συμπεριλαμβανομένης της Σαουδικής Αραβίας, ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος της πλεονάζουσας ικανότητας του κόσμου και μπορούν να αυξήσουν ή να μειώσουν την παγκόσμια παραγωγή πετρελαίου σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Επιπλέον, η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια θα καταλήξει να αυξήσει την επιρροή ορισμένων εξαγωγέων πετρελαίου και αερίου, συγκεντρώνοντας την παγκόσμια παραγωγή σε λιγότερα χέρια. Τελικά, η ζήτηση για πετρέλαιο θα μειωθεί κατά πολύ [2], αλλά θα παραμείνει σημαντική για πολλές δεκαετίες. Πολλοί παραγωγοί [που υφίστανται] υψηλό κόστος, όπως εκείνοι στον Καναδά και στην αρκτική επικράτεια της Ρωσίας, θα μπορούσαν να εξωθηθούν από την αγορά καθώς η ζήτηση (και, πιθανώς, η τιμή του πετρελαίου) θα πέφτει. Άλλες πετρελαιοπαραγωγές χώρες που επιδιώκουν να είναι ηγέτες όσον αφορά την κλιματική αλλαγή —όπως η Νορβηγία, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι Ηνωμένες Πολιτείες— θα μπορούσαν στο μέλλον να περιορίσουν την εγχώρια παραγωγή τους, ως απάντηση στην αυξανόμενη δημόσια πίεση και να επιταχύνουν τη μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα. Ως αποτέλεσμα, οι παραγωγοί πετρελαίου όπως τα κράτη του [Περσικού] Κόλπου -που έχουν πολύ φθηνό πετρέλαιο χαμηλού άνθρακα, είναι λιγότερο εξαρτημένα από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που τώρα αποφεύγουν το πετρέλαιο και θα αντιμετωπίσουν ελάχιστη πίεση για να περιορίσουν την παραγωγή- θα μπορούσαν να δουν τα μερίδια αγοράς τους να αυξάνονται. Το να παράσχουν το περισσότερο ή σχεδόν όλο το πετρέλαιο που καταναλώνει ο κόσμος, θα τους προσδώσει τεράστια γεωπολιτική επιρροή, τουλάχιστον έως ότου η χρήση του πετρελαίου μειωθεί πιο αισθητά. Άλλες χώρες των οποίων οι βιομηχανίες πετρελαίου μπορεί να αντέξουν, είναι εκείνες των οποίων οι πόροι μπορούν να παραχθούν γρήγορα -όπως η Αργεντινή και οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες διαθέτουν μεγάλα κοιτάσματα σχιστολιθικού πετρελαίου- και που μπορούν με αυτόν τον τρόπο να προσελκύσουν επενδυτές οι οποίοι αναζητούν ταχύτερες περιόδους απόσβεσης και μπορεί να αποφεύγουν τους μεγαλύτερους κύκλους επενδύσεων στο πετρέλαιο, δεδομένων των αβεβαιοτήτων σχετικά με τις μακροπρόθεσμες προοπτικές του πετρελαίου.

Μια ακόμη πιο έντονη εκδοχή αυτής της δυναμικής θα εκτυλιχθεί στις αγορές φυσικού αερίου. Καθώς ο κόσμος αρχίζει να χρησιμοποιεί λιγότερο φυσικό αέριο, τα μερίδια αγοράς του μικρού αριθμού παικτών που μπορούν να το παραγάγουν πιο φθηνά και καθαρά θα αυξηθούν, ιδιαίτερα εάν οι χώρες που αναλαμβάνουν ισχυρή κλιματική δράση αποφασίσουν να περιορίσουν την δική τους παραγωγή. Για την Ευρώπη, αυτό θα σημάνει αυξημένη εξάρτηση από το ρωσικό αέριο, ειδικά με την έλευση του αγωγού Nord Stream 2 που συνδέει την Ρωσία με την Γερμανία. Οι εκκλήσεις [στμ: προ της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία] από Ευρωπαίους νομοθέτες προς την Ρωσία να αυξήσει την παραγωγή αερίου της για να αποφευχθεί μια ενεργειακή κρίση αυτόν το χειμώνα είναι μια υπενθύμιση ότι η σημασία της Μόσχας για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης θα αυξηθεί προτού μειωθεί.

ΙΣΧΥΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΧΥ

Προκειμένου να κατανοήσουμε την γεωπολιτική ενός κόσμου που απομακρύνεται από τα ορυκτά καύσιμα, είναι κρίσιμο να κατανοήσουμε ποια στοιχεία τού να είναι κάποια [χώρα] υπερδύναμη στην καθαρή ενέργεια θα έχουν στην πραγματικότητα γεωπολιτική επιρροή [3]. Και εδώ, η πραγματικότητα διαφέρει από την επικρατούσα άποψη και η διαδικασία μετάβασης θα φανεί πολύ διαφορετική από την τελική κατάσταση. Μακροπρόθεσμα, η καινοτομία και το φθηνό κεφάλαιο θα καθορίσουν το ποιος θα κερδίσει την επανάσταση της καθαρής ενέργειας. Οι χώρες με αμφότερα τα χαρακτηριστικά θα κυριαρχήσουν με τουλάχιστον τέσσερις τρόπους.

Μια πηγή κυριαρχίας -η ισχύς τού να θέτει κάποιος πρότυπα για την καθαρή ενέργεια- θα είναι πιο ανεπαίσθητη από την γεωπολιτική ισχύ που συνόδευε τους πετρελαϊκούς πόρους, αλλά εξίσου διαρκής. Σε διεθνές επίπεδο, μια χώρα ή εταιρεία που θέτει τα παγκόσμια πρότυπα για τις προδιαγραφές του εξοπλισμού ή τους κανόνες των συμφωνιών, διατηρεί ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των άλλων. Για παράδειγμα, η Αυστραλία, η Χιλή, η Ιαπωνία, και η Σαουδική Αραβία έχουν αναδυθεί ως πρώιμοι υιοθετούντες το διασυνοριακό εμπόριο υδρογόνου και αμμωνίας χαμηλού άνθρακα, και έτσι μπορεί να είναι σε θέση να ορίσουν τα πρότυπα των υποδομών και τα πρότυπα πιστοποίησης για αυτές τις πηγές καυσίμων, δίνοντας το πλεονέκτημα στις προτιμώμενες τεχνολογίες και τον εξοπλισμό τους. Και για τεχνολογίες που περιλαμβάνουν τεράστιες ποσότητες δεδομένων, όπως τα ψηφιακά εργαλεία που βελτιστοποιούν τα ηλεκτρικά δίκτυα ή διαχειρίζονται την ζήτηση των καταναλωτών, όποιος ορίσει τα πρότυπα όχι μόνο θα μπορέσει να εξαγάγει συμβατά εγχώρια συστήματα αλλά θα μπορέσει επίσης να καταφέρει να εξορύξει δεδομένα (data) από αυτά.

Η θέσπιση των προτύπων θα είναι ιδιαίτερα σημαντική όσον αφορά την πυρηνική ενέργεια. Σύμφωνα με την ΙΕΑ, η παγκόσμια παραγωγή πυρηνικής ενέργειας θα πρέπει να διπλασιαστεί από τώρα έως το 2050 για να επιτύχει ο κόσμος τις μηδενικές εκπομπές [των αερίων του θερμοκηπίου]. Από το 2018, από τους 72 πυρηνικούς αντιδραστήρες που σχεδιάζονταν ή βρίσκονται υπό κατασκευή εκτός των συνόρων της Ρωσίας, περισσότεροι από το 50% κατασκευάζονταν από ρωσικές εταιρείες και περίπου το 20% από κινεζικές˙ λιγότερο από 2% κατασκευάζονταν από αμερικανικές εταιρείες. Αυτό θα επιτρέπει όλο και περισσότερο στη Μόσχα και στο Πεκίνο να επηρεάζουν τους κανόνες αναφορικά με τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων και να επιβάλουν νέα λειτουργικά [πρότυπα] και πρότυπα ασφάλειας που θα έχουν σχεδιαστεί για να δίνουν στις δικές τους εταιρείες ένα διαρκές προβάδισμα σε έναν τομέα που θα χρειαστεί να αναπτυχθεί καθώς εξελίσσεται η ενεργειακή μετάβαση.

Μια δεύτερη πηγή κυριαρχίας σε έναν κόσμο καθαρής ενέργειας θα είναι ο έλεγχος της εφοδιαστικής αλυσίδας ορυκτών όπως το κοβάλτιο, ο χαλκός, το λίθιο, το νικέλιο, και οι σπάνιες γαίες, τα οποία είναι κρίσιμα για διάφορες τεχνολογίες καθαρής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων των ανεμογεννητριών και των ηλεκτρικών οχημάτων. Εδώ ισχύει, ως έναν βαθμό, η αναλογία με την ισχύ του πετρελαίου. Σύμφωνα με την ΙΕΑ, εάν ο κόσμος αρχίσει να κινείται με βιασύνη προς ένα πιο βιώσιμο ενεργειακό μείγμα, η ζήτηση για τέτοιες ουσίες θα ξεπεράσει κατά πολύ αυτές που είναι άμεσα διαθέσιμες σήμερα˙ σύμφωνα με την εκτίμηση του οργανισμού, ένας κόσμος που βρίσκεται σε τροχιά για μηδενικές εκπομπές το 2050, θα χρειάζεται έως το 2040 έξι φορές περισσότερες [ουσίες] από αυτές που χρειάζεται σήμερα. Εν τω μεταξύ, το παγκόσμιο εμπόριο των κρίσιμων ορυκτών θα εκτοξευθεί, από περίπου 10% του εμπορίου που σχετίζεται με την ενέργεια, σε περίπου 50% έως το 2050. Έτσι, κατά την διάρκεια της μετάβασης, ο μικρός αριθμός χωρών που προμηθεύουν την συντριπτική πλειοψηφία των κρίσιμων ορυκτών θα απολαύσει μια νεοαποκτηθείσα επιρροή. Σήμερα, μια και μόνο χώρα αντιπροσωπεύει περισσότερο από το μισό της παγκόσμιας προσφοράς κοβαλτίου (η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, ΛΔΚ), τη μισή προσφορά λιθίου (η Αυστραλία), και τη μισή προσφορά σπάνιων γαιών (η Κίνα). Αντίθετα, οι τρεις μεγαλύτεροι παραγωγοί πετρελαίου του κόσμου -η Ρωσία, η Σαουδική Αραβία, και οι Ηνωμένες Πολιτείες- αντιπροσωπεύουν ο καθένας μόλις το 10% της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου του κόσμου. Ενώ οι μικρότερες, φτωχότερες χώρες, όπως η ΛΔΚ, μπορεί να διστάσουν να χρησιμοποιήσουν την ισχύ τους στα ορυκτά για να ασκήσουν πίεση σε πιο ισχυρές χώρες, η Κίνα έχει ήδη επιδείξει την προθυμία της να το κάνει. Το εμπάργκο της Κίνας στις εξαγωγές κρίσιμων ορυκτών στην Ιαπωνία, το 2010, στο πλαίσιο της αυξανόμενης έντασης στην Ανατολική Θάλασσα της Κίνας, θα μπορούσε να είναι ένα σημάδι για όσα θα ακολουθήσουν.

Ο έλεγχος της Κίνας επί των εισροών για πολλές τεχνολογίες καθαρής ενέργειας δεν περιορίζεται στην εξορυκτική της ικανότητα˙ έχει έναν ακόμη πιο κυρίαρχο ρόλο στην επεξεργασία και στον εξευγενισμό κρίσιμων ορυκτών. Τουλάχιστον για την επόμενη δεκαετία, αυτές οι πραγματικότητες θα δώσουν στην Κίνα πραγματική και αντιληπτή οικονομική και γεωπολιτική ισχύ [4]. Ωστόσο, μακροπρόθεσμα, αυτή η επιρροή θα φθίνει. Οι κορυφώσεις της τιμής του πετρελαίου της δεκαετίας του 1970 οδήγησαν νέους παίκτες να αναζητήσουν νέες πηγές πετρελαίου˙ και μόνο η προοπτική της πολιτικής χειραγώγησης των σπάνιων ορυκτών παράγει το ίδιο φαινόμενο. Επιπλέον, τέτοια ορυκτά μπορούν να ανακυκλωθούν, και επίσης θα δημιουργηθούν υποκατάστατά τους.

Το τρίτο στοιχείο της κυριαρχίας στην καθαρή ενέργεια θα είναι η ικανότητα φθηνής κατασκευής εξαρτημάτων για νέες τεχνολογίες. Ωστόσο, αυτό δεν θα παράσχει τα ίδια πλεονεκτήματα με την κατοχή πόρων πετρελαίου ή αερίου. Η Κίνα, για παράδειγμα, αντιπροσωπεύει την κατασκευή των δύο τρίτων του παγκόσμιου πολυπυριτίου και του 90% των ημιαγωγών «γκοφρέτα» που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή κυψελών ηλιακής ενέργειας. Με το να αφαιρέσει ξαφνικά αυτά τα είδη από τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού, η Κίνα θα μπορούσε να δημιουργήσει μεγάλες συμφορήσεις. Αλλά οι εισροές για τα προϊόντα καθαρής ενέργειας που παράγουν ή αποθηκεύουν ενέργεια δεν είναι ίδια με την ίδια την ενέργεια. Εάν η Κίνα όντως περιόριζε τις εξαγωγές ηλιακών συλλεκτών ή μπαταριών, τα φώτα δεν θα έσβηναν. Η Κίνα δεν θα ήταν σε θέση να ακινητοποιήσει τις οικονομίες από τη μια στιγμή στην άλλη ή να θέσει σε κίνδυνο την ευημερία και την ασφάλεια των πολιτών -όπως έκανε η Ρωσία όταν περιόρισε τις εξαγωγές φυσικού αερίου στην Ευρώπη κατά την διάρκεια των παγωμένων χειμώνων του 2006 και του 2009.

Σίγουρα, οι ενέργειες της Κίνας θα προκαλούσαν αναστάτωση, διαταραχή, και πληθωρισμό παρόμοιο με τις επιπτώσεις των καθυστερήσεων στις εξαγωγές τσιπ για υπολογιστές το 2021. Μια τέτοια αναταραχή θα μπορούσε να σταματήσει την ενεργειακή μετάβαση εάν ενθάρρυνε τους καταναλωτές να επιστρέψουν στα βενζινοκίνητα οχήματα ή να ακυρώσουν τα σχέδια εγκατάστασης ηλιακών συλλεκτών ταράτσας. Ωστόσο, ακόμα κι αν η Κίνα υιοθετούσε αυτή την τακτική, με την πάροδο του χρόνου, οι αγορές θα ανταποκρίνονταν και άλλες χώρες και εταιρείες θα παρήγαγαν τα δικά τους υποκατάστατα προϊόντα ή προμήθειες —με τρόπο που είναι πολύ πιο δύσκολο να γίνει με έναν φυσικό πόρο ο οποίος είναι διαθέσιμος μόνο σε ορισμένες τοποθεσίες, όπως το πετρέλαιο.

07112022-2.jpg

Σε ένα χυτήριο σπάνιων γαιών στην [πόλη] Damao στην Κίνα, τον Οκτώβριο του 2010. David Gray / Reuters
----------------------------------------------------------------

Ένας τελευταίος τρόπος με τον οποίο μια χώρα θα μπορούσε να γίνει υπερδύναμη στην καθαρή ενέργεια είναι μέσω της παραγωγής και της εξαγωγής καυσίμων χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Αυτά τα καύσιμα —ιδιαίτερα το υδρογόνο και η αμμωνία— θα είναι κρίσιμα για τη μετάβαση σε έναν κόσμο μηδενικών εκπομπών, δεδομένου του δυνητικού τους ρόλου στην απαλλαγή από τον άνθρακα τομέων που είναι δύσκολο να ηλεκτροδοτηθούν, όπως η παραγωγή χάλυβα˙ η τροφοδοσία με καύσιμα φορτηγών, πλοίων, και άλλων βαρέων οχημάτων˙ και τα δίκτυα εξισορρόπησης που παρέχονται κυρίως από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, οι οποίες μπορεί να υφίστανται διακοπές κατά διαστήματα. Το σενάριο «μηδενικές εκπομπές έως το 2050» της ΙΑΕ αναμένει ότι το εμπόριο υδρογόνου και αμμωνίας θα αυξηθεί από σχεδόν μηδενικό σήμερα σε περισσότερο από το ένα τρίτο όλων των συναλλαγών που σχετίζονται με την ενέργεια. Με την πάροδο του χρόνου, οι προμήθειες υδρογόνου προβλέπεται να αποτελούνται κυρίως από πράσινο υδρογόνο, που παράγεται σε μέρη με άφθονη, χαμηλού κόστους ανανεώσιμη ενέργεια, όπως η Χιλή και τα κράτη του Κόλπου, τα οποία διαθέτουν τεράστιες ποσότητες φθηνής ηλιακής ενέργειας. Με αυτόν τον τρόπο, ορισμένα από τα πετροκράτη που απειλούνται από την απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα μπορεί να είναι σε θέση να μεταμορφωθούν σε «ηλεκτροκράτη».

Εάν τελικά αναπτυχθεί μια καλά εφοδιασμένη και διαφοροποιημένη αγορά για το υδρογόνο και την αμμωνία, ένα κενό σε μια τοποθεσία θα μπορεί να αντισταθμιστεί με προμήθειες από μια άλλη, όπως [συμβαίνει] και με το πετρέλαιο σήμερα. Αυτό θα περιορίσει την γεωπολιτική επιρροή των κυρίαρχων προμηθευτών. Ωστόσο, βραχυπρόθεσμα έως μεσοπρόθεσμα, η εξελισσόμενη παραγωγή και εμπορία των καυσίμων χαμηλών εκπομπών άνθρακα θα δημιουργήσει εντάσεις και γεωπολιτικούς κινδύνους. Όπως ακριβώς ίσχυε για την εκκολαπτόμενη παγκόσμια αγορά του υγροποιημένου φυσικού αερίου πριν από δεκαετίες, η προσφορά καυσίμων χαμηλών εκπομπών άνθρακα θα κυριαρχείται αρχικά από έναν μικρό αριθμό παραγωγών. Ως αποτέλεσμα, εάν μια χώρα όπως η Ιαπωνία στοιχηματίσει στο υδρογόνο και στην αμμωνία και εξαρτηθεί υπερβολικά από μόνο μια ή δυο χώρες για τον εφοδιασμό της με καύσιμα, μπορεί να αντιμετωπίσει υπερμεγέθεις κινδύνους για την ενεργειακή ασφάλειά της.

Οι κυρίαρχοι προμηθευτές καυσίμων χαμηλών εκπομπών άνθρακα θα εξελιχθούν επίσης με την πάροδο του χρόνου. Πριν γίνει κυρίαρχο το πράσινο υδρογόνο (ή η αμμωνία, η οποία είναι ευκολότερο να μεταφερθεί και μπορεί να μετατραπεί ξανά σε υδρογόνο), πιθανώς θα επικρατήσει το «μπλε» υδρογόνο, σύμφωνα με την IEA. Το μπλε υδρογόνο κατασκευάζεται από φυσικό αέριο, χρησιμοποιώντας τεχνολογία δέσμευσης άνθρακα για τη μείωση των εκπομπών. Χώρες με φθηνό αέριο και καλή ικανότητα αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα, όπως το Κατάρ και οι Ηνωμένες Πολιτείες, ενδέχεται να αναδυθούν ως ορισμένες από τις κορυφαίες εξαγωγείς μπλε υδρογόνου ή αμμωνίας. Για χώρες που στερούνται φυσικού αερίου αλλά έχουν την ικανότητα να αποθηκεύουν υπόγεια διοξείδιο του άνθρακα, ο φθηνότερος τρόπος για να πάρουν υδρογόνο -το οποίο είναι δύσκολο να μεταφερθεί σε μεγάλες αποστάσεις- μπορεί κάλλιστα να είναι η εισαγωγή φυσικού αερίου και στην συνέχεια η μετατροπή του σε υδρογόνο κοντά [στο σημείο] όπου θα χρησιμοποιηθεί, παρουσιάζοντας έτσι ορισμένους από τους ίδιους κινδύνους και εξαρτήσεις που παρουσιάζει σήμερα το φυσικό αέριο. Και σε χειρότερη κατάσταση θα είναι χώρες που στερούνται τόσο το αέριο όσο και την ικανότητα αποθήκευσης, όπως η Νότια Κορέα, και έτσι θα πρέπει να εισάγουν μπλε υδρογόνο, πράσινο υδρογόνο, και αμμωνία. Αυτές οι χώρες θα παραμείνουν ευάλωτες έως ότου αναπτυχθεί μια πολύ μεγαλύτερη και πιο διαφοροποιημένη αγορά υδρογόνου και αμμωνίας.

ΠΙΟ ΠΡΑΣΙΝΗ ΑΛΛΑ ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ

Μια παγκόσμια οικονομία μηδενικών εκπομπών θα απαιτήσει μεγάλες εφοδιαστικές αλυσίδες για τα εξαρτήματα καθαρής ενέργειας και τα βιομηχανικά προϊόντα, εμπόριο καυσίμων χαμηλών εκπομπών άνθρακα και κρίσιμων ορυκτών, και συνεχιζόμενο εμπόριο (αν και πολύ μικρότερο από σήμερα) πετρελαίου και αερίου. Με την πρώτη ματιά, λοιπόν, ένας κόσμος απαλλαγμένος από τον άνθρακα μπορεί να φαίνεται πιθανό ότι θα είναι πιο παγκοσμιοποιημένος από τον σημερινό, εξαρτώμενο από τα ορυκτά καύσιμα, πλανήτη. Αλλά η πορεία προς εκείνο τον κόσμο μηδενικών εκπομπών θα δημιουργήσει τρεις δυνάμεις που θα πιέσουν ενάντια στην παγκοσμιοποίηση.

Πρώτον, ένας κόσμος απαλλαγμένος από τον άνθρακα θα βασίζεται περισσότερο στην ηλεκτρική ενέργεια—και ένας εξαρτημένος από την ηλεκτρική ενέργεια κόσμος θα δει λιγότερο παγκόσμιο εμπόριο ενέργειας. Η ΙΑΕ έχει προβλέψει ότι σε έναν κόσμο του 2050 με μηδενικές εκπομπές, το συνολικό εμπόριο που σχετίζεται με την ενέργεια θα είναι μόνο το 38% αυτού που θα ήταν αν ο κόσμος παρέμενε στην τρέχουσα τροχιά του. Ο φθηνότερος και ευκολότερος τρόπος για να απαλλαγούν από τον άνθρακα αρκετοί τομείς της οικονομίας, όπως τα αυτοκίνητα που λειτουργούν με προϊόντα πετρελαίου ή η θέρμανση που παράγεται από την καύση φυσικού αερίου, είναι, συχνά, να ηλεκτροδοτηθούν και να διασφαλιστεί ότι η ηλεκτρική ενέργεια παράγεται από πηγές μηδενικού άνθρακα. Για τον λόγο αυτό, η συνολική χρήση ηλεκτρικής ενέργειας στις Ηνωμένες Πολιτείες θα είναι πιθανώς δύο έως τέσσερις φορές μεγαλύτερη σε μια πλήρως απαλλαγμένη από τον άνθρακα οικονομία σε σύγκριση με σήμερα, σύμφωνα με τους ερευνητές του Princeton. Και σε σύγκριση με το πετρέλαιο και το αέριο, η απαλλαγμένη από τον άνθρακα ηλεκτρική ενέργεια είναι πολύ πιο πιθανό να παράγεται τοπικά ή περιφερειακά˙ λιγότερο από το 3% της παγκόσμιας ηλεκτρικής ενέργειας διακινήθηκε διασυνοριακά το 2018, σε σύγκριση με τα δύο τρίτα των παγκόσμιων προμηθειών πετρελαίου το 2014. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι είναι δυσκολότερο και ακριβότερο να μεταφερθεί ηλεκτρική ενέργεια σε μεγάλες αποστάσεις, παρά την εξέλιξη της τεχνολογίας της μετάδοσης συνεχούς ρεύματος υψηλής τάσης. Η εξάρτηση από την εισαγόμενη ηλεκτρική ενέργεια δημιουργεί επίσης περισσότερες ανησυχίες για την ενεργειακή ασφάλεια μιας χώρας από ό,τι, ας πούμε, η εξάρτηση από το εισαγόμενο πετρέλαιο, καθώς η ηλεκτρική ενέργεια είναι πολύ πιο δύσκολο να αποθεματοποιηθεί και να αποθηκευτεί σε περίπτωση διαταραχής του εφοδιασμού ή να εισαχθεί από άλλες πηγές.

Πρόσθετη πίεση ενάντια στην παγκοσμιοποίηση θα προέλθει από το γεγονός ότι η καθαρή ενέργεια ήδη συμβάλλει στην τάση προς τον προστατευτισμό. Χώρες σε όλο τον κόσμο υψώνουν φραγμούς στις φθηνές εισροές καθαρής ενέργειας από το εξωτερικό, φοβούμενες την εξάρτηση από άλλες χώρες και επιδιώκουν να οικοδομήσουν βιομηχανίες που θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας εντός των συνόρων τους. Ένα έξοχο παράδειγμα αυτού είναι οι τελωνειακοί φόροι και οι δασμοί που επιβάλλει η Ινδία στους κινεζικούς ηλιακούς συλλέκτες [5] προκειμένου να καλλιεργήσει την δική της εγχώρια ηλιακή βιομηχανία. Με παρόμοια τακτική, το Κογκρέσο των ΗΠΑ εξετάζει μια έκπτωση φόρου η οποία θα ευνοούσε τις εταιρείες που κατασκευάζουν ηλεκτρικά οχήματα στις Ηνωμένες Πολιτείες με εργατικό δυναμικό από τα συνδικάτα. Και οι διεθνείς προσπάθειες για να εξαλειφθούν τα εμπόδια στο εμπόριο των περιβαλλοντικών αγαθών, όπως οι ανεμογεννήτριες και οι ηλιακοί συλλέκτες, έχουν σταματήσει.

Τέλος, οι χώρες που κάνουν σημαντικά βήματα προς την απαλλαγή από τον άνθρακα μπορεί να επιχειρήσουν να εξαναγκάσουν και άλλους να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους μέσω της οικονομικής πολιτικής –κάτι που με την σειρά του μπορεί να οδηγήσει σε παγκόσμιο κατακερματισμό. Για παράδειγμα, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στην ΕΕ σκοπεύουν να θεσπίσουν έως το 2023 μηχανισμούς συνοριακής προσαρμογής που σχετίζονται με τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Βάσει αυτής της πολιτικής, τα αγαθά που εισάγονται από χώρες που δεν ανταποκρίνονται στα κλιματικά πρότυπα της ΕΕ θα υπόκεινται σε χρεώσεις τύπου δασμών που σκοπεύουν να εξισώσουν την τιμή των αγαθών με βάση την περιεκτικότητά τους σε [εκπομπές] άνθρακα. Με αυτόν τον τρόπο, ο «πράσινος» χάλυβας που κατασκευάζεται στην Ευρώπη, για παράδειγμα, δεν θα βρίσκεται σε μειονεκτική θέση στην ευρωπαϊκή αγορά σε σχέση με τον «βρώμικο» εισαγόμενο χάλυβα. Με την πάροδο του χρόνου, ωστόσο, οι δασμοί που στοχεύουν στην εξισορρόπηση των όρων ανταγωνισμού μπορεί να μετατραπούν σε δασμούς που στοχεύουν να πιέσουν τις χώρες οι οποίες θεωρούνται πολύ αργές στην απαλλαγή από τις εκπομπές άνθρακα, για να ακολουθήσουν ισχυρότερες πολιτικές για το κλίμα. Και μολονότι η ιδέα του να χρησιμοποιηθούν κυρώσεις για να επιβληθεί η επιτάχυνση της απαλλαγής από τον άνθρακα μπορεί να φαίνεται υπερβολική τώρα, σε έναν κόσμο στον οποίο οι εκπομποί άνθρακα θεωρούνται όλο και περισσότερο ως απειλές για την διεθνή ειρήνη και ασφάλεια, οι κυρώσεις θα μπορούσαν να γίνουν ένα κοινό εργαλείο ώστε να υποχρεωθούν οι αργοπορημένοι να δράσουν.

ΝΙΚΗΤΕΣ ΚΑΙ ΗΤΤΗΜΕΝΟΙ

Η μετάβαση σε μια παγκόσμια οικονομία μηδενικών εκπομπών θα απαιτήσει ένα πρωτοφανές επίπεδο παγκόσμιας συνεργασίας, αλλά στην πορεία θα οδηγήσει επίσης σε συγκρούσεις και τελικά θα παραγάγει νικητές και ηττημένους. Ορισμένες μεγάλες δυνάμεις, όπως η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες, είναι καλά τοποθετημένες [6] για να επωφεληθούν από τη μετάβαση. Άλλες, όπως η Ρωσία, φαίνεται πιο πιθανό να καταλήξουν σε χειρότερη κατάσταση. Αυτοί οι αποκλίνοντες δρόμοι θα αλλάξουν, φυσικά, τις σχέσεις μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων.

Η σχέση μεταξύ του Πεκίνου και της Ουάσιγκτον είναι τώρα πιο τεταμένη από όσο ήταν εδώ και δεκαετίες. Μέχρι στιγμής, η συνεργασία μεταξύ των δύο δυνάμεων για την κλιματική αλλαγή ήταν ελάχιστη, παρά την συμφωνία της τελευταίας στιγμής να συνεργαστούν στο ζήτημα, στην οποία κατέληξαν στην συνάντηση COP26 (26th Conference of The Parties, 26η Διάσκεψη των Μερών) στην Γλασκώβη το περασμένο φθινόπωρο. Εάν οι πρόσφατες εξελίξεις -όπως το ότι ο Κινέζος πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ, δεν παρευρέθηκε αυτοπροσώπως στην συνάντηση της Γλασκώβης, η άνευρη αναθεώρηση των κλιματικών στόχων της Κίνας, και η ελάφρυνση της πολιτικής για τον άνθρακα από το Πεκίνο ενόψει των πρόσφατων ελλείψεων φυσικού αερίου- είναι ενδεικτικές μιας τάσης, η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να συγκρούονται όλο και περισσότερο για την κλιματική αλλαγή, κάτι που μπορεί στην συνέχεια να απομυζήσει την πολιτική βούληση άλλων χωρών να αναλάβουν ισχυρή δράση για το κλίμα.

Η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια φαίνεται πιθανό να γίνει άλλη μια σφαίρα στην οποία οι δύο χώρες ανταγωνίζονται επιθετικά για την τεχνολογία, το ταλέντο, τις προμήθειες, τις αγορές, και τα πρότυπα. Αυτός ο ανταγωνισμός μπορεί να επιταχύνει τον ρυθμό ανάπτυξης της καθαρής ενέργειας, αλλά θα τροφοδοτήσει επίσης τις εντάσεις μεταξύ των δύο μεγάλων δυνάμεων. Η Κίνα θα διεκδικεί ολοένα και περισσότερο την ισχύ της, μοχλεύοντας την κυρίαρχη θέση της στην παραγωγή καθαρής ενέργειας και στον έλεγχο των κρίσιμων ορυκτών. Καθώς η μετάβαση θα εξελίσσεται, ωστόσο, η επιρροή της Κίνας μπορεί να φθίνει καθώς νέες τεχνολογίες θα αναδύονται αλλού, εφοδιαστικές αλυσίδες θα μετατοπίζονται, και περισσότερα άφθονα υλικά θα χρησιμοποιούνται για να παραχθεί καθαρή ενέργεια.

07112022-3.jpg

Μεταφέροντας μετάλλευμα σπάνιων γαιών στην [πόλη] Lianyungang στην Κίνα, τον Οκτώβριο του 2010. Stringer / Reuters
-----------------------------------------------------

Μια άλλη σχέση μεγάλων δυνάμεων που μπορεί να αλλάξει λόγω της ενεργειακής μετάβασης είναι αυτή μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και των Ευρωπαίων συμμάχων τους. Σε μια εποχή όπου οι διατλαντικές σχέσεις απαιτούν επιδιόρθωση και αναζωογόνηση, η κλιματική πολιτική θα μπορούσε δυνητικά να λειτουργήσει ως ισχυρός δεσμευτικός παράγοντας. Η Ουάσιγκτον και οι εταίροι της στην Ευρώπη θα μπορούσαν τελικά να χρησιμοποιήσουν την συλλογική οικονομική και διπλωματική ισχύ τους για να ωθήσουν την απαλλαγή από τον άνθρακα σε όλο τον κόσμο˙ θα μπορούσαν να σχηματίσουν ένα «κλιματικό κλαμπ» χωρών δεσμευμένων για μηδενικές εκπομπές, που θα επιβάλλουν δασμούς στις εισαγωγές εκτός του κλαμπ -όπως υποστήριξε σε αυτές τις σελίδες ο νομπελίστας οικονομολόγος William Nordhaus το 2020. Θα μπορούσαν επίσης να θέσουν σε εφαρμογή κοινούς μηχανισμούς για την απαλλαγή από τον άνθρακα των πιο ενεργοβόρων βιομηχανιών, όπως του χάλυβα, του τσιμέντου, και του αλουμινίου, ακόμη και να αναπροσανατολίσουν το ΝΑΤΟ ώστε να εστιάσει στην ανταπόκριση σε σχετιζόμενες με το κλίμα περιβαλλοντικές [καταστροφές] και καταστροφές ασφαλείας.

Ωστόσο, βραχυπρόθεσμα, ο δρόμος προς έναν κόσμο μηδενικών εκπομπών μπορεί να μην είναι ομαλός για τις σχέσεις ΗΠΑ-Ευρώπης. Η περίπλοκη κλιματική πολιτική της Ουάσιγκτον απαιτεί βασανιστικές πολιτικές προσεγγίσεις, όπως το να προσπαθήσει να χρησιμοποιήσει τον συμβιβασμό για τον προϋπολογισμό στο Κογκρέσο, ώστε να υπερβεί την αντίθεση των Ρεπουμπλικανών στα αυστηρά πρότυπα εκπομπών και στους φόρους άνθρακα, και να βασιστεί αποκλειστικά στα καρότα (όπως οι επιδοτήσεις) αντί για τα μαστίγια, ώστε να αλλάξει την εταιρική και την καταναλωτική συμπεριφορά. Αυτό θα δυσκολέψει την εναρμόνιση των πολιτικών με την άλλη πλευρά του Ατλαντικού και θα διακινδυνεύσει να επιδεινώσει τις εμπορικές εντάσεις καθώς η Ευρώπη δεσμεύεται για μέτρα όπως οι συνοριακοί δασμοί άνθρακα.

Τέλος, η ενεργειακή μετάβαση αναπόφευκτα θα αλλάξει τις σχέσεις της Ρωσίας με τις άλλες μεγάλες δυνάμεις. Η Ρωσία είναι ιδιαίτερα εξαρτώμενη από τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου και μακροπρόθεσμα, η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια θα θέσει σημαντικούς κινδύνους για τα οικονομικά της και την επιρροή της. Στην ακατάστατη μετάβαση, ωστόσο, η θέση της Ρωσίας έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης μπορεί να γίνει ισχυρότερη πριν εξασθενήσει. Καθώς οι ευρωπαϊκές χώρες θα εξαρτώνται όλο και περισσότερο από το ρωσικό αέριο τα επόμενα χρόνια και καθώς η μεταβλητότητα στην αγορά πετρελαίου θα αυξάνεται, τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες όσο και η Ευρώπη θα βασίζονται στην Ρωσία για να διατηρήσει τις τιμές υπό έλεγχο μέσω της συνεργασίας της με την Σαουδική Αραβία ως ηγέτες της συμμαχίας ΟΠΕΚ+ , η οποία αποτελείται από τα μέλη του ΟΠΕΚ και άλλες δέκα μεγάλες πετρελαιοεξαγωγικές χώρες.

Εν τω μεταξύ, η σε μεγάλο βαθμό απορριπτική προσέγγιση της Ρωσίας στην κλιματική αλλαγή θα γίνει μια αυξανόμενη πηγή έντασης στις σχέσεις της Μόσχας με την Ουάσιγκτον και τις Βρυξέλλες -παρόλο που η πρόσφατη ρητορική του Πούτιν έχει γίνει πιο φιλική προς το κλίμα. Και σε έναν απαλλαγμένο από τον άνθρακα κόσμο, που είναι όλο και πιο ηλεκτροδοτούμενος και διασυνδεδεμένος ψηφιακά μέσω του Διαδικτύου των Πραγμάτων (Internet of Things), η Ρωσία μπορεί να μην αντισταθεί στο να στοχεύσει ενεργειακές υποδομές με κυβερνοεπιθέσεις, όπως έκανε όταν έριξε το ηλεκτρικό δίκτυο της Ουκρανίας το 2015 και το 2016. Επιπλέον, καθώς οι παραδοσιακοί καταναλωτές ενέργειας στην Δύση θα περιορίζουν την χρήση ορυκτών καυσίμων, η Ρωσία θα στρέφεται όλο και περισσότερο στην κινεζική αγορά για να εκφορτώσει τις προμήθειές της, προάγοντας την γεωπολιτική ευθυγράμμιση της Μόσχας και του Πεκίνου.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΓΚΛΙΣΗ ΣΤΗΝ ΑΠΟΚΛΙΣΗ

Τα τελευταία 30 χρόνια, οι ρυθμοί ανάπτυξης στον αναπτυσσόμενο κόσμο έχουν ξεπεράσει συνολικά εκείνους του ανεπτυγμένου κόσμου, τροφοδοτώντας μια σταδιακή οικονομική σύγκλιση [μεταξύ] των πλούσιων και των φτωχών χωρών. Μακροπρόθεσμα, η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια υπόσχεται να ενισχύσει αυτή την τάση. Μολονότι ένας κόσμος με μηδενικές εκπομπές θα εξακολουθήσει να εμπεριέχει δυσκολίες, θα σημαίνει επίσης πολύ λιγότερο πόνο για τις αναπτυσσόμενες χώρες σε σχέση με έναν κόσμο με ανεξέλεγκτη κλιματική αλλαγή. Επιπλέον, πολλές αναπτυσσόμενες χώρες απολαμβάνουν άφθονους, χαμηλού κόστους καθαρούς ενεργειακούς πόρους, όπως η ηλιακή ενέργεια, την οποία θα μπορούν να χρησιμοποιούν στο εσωτερικό ή να την εξαγάγουν είτε ως ηλεκτρική ενέργεια είτε ως καύσιμα. Ένας αρκετά μεγάλος αριθμός [χωρών] διαθέτει γεωλογικούς σχηματισμούς, εξαιρετικούς για την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα που θα χρειαστεί να αφαιρεθεί από την ατμόσφαιρα. (Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, το ένα πέμπτο της μείωσης του διοξειδίου του άνθρακα που απαιτείται για την επίτευξη μηδενικών εκπομπών θα προέλθει από την αφαίρεση άνθρακα).

Ο ταραχώδης δρόμος για την απαλλαγή από τον άνθρακα, ωστόσο, θέτει επίσης σοβαρούς κινδύνους για τις αναπτυσσόμενες χώρες. Το ρήγμα μεταξύ των πλουσίων και των φτωχών εθνών εκτέθηκε πλήρως στην συνάντηση για το κλίμα στην Γλασκώβη. Οι χώρες με χαμηλότερο εισόδημα ήταν εμφατικές στις εκκλήσεις τους προς τα βιομηχανικά έθνη να πληρώσουν για την ζημιά που έχουν προκαλέσει οι ιστορικές τους εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Η κλιματική αλλαγή είναι το αποτέλεσμα των σωρευτικών εκπομπών άνθρακα με την πάροδο του χρόνου. Το ένα τέταρτο των συνολικών εκπομπών από την αρχή της βιομηχανικής εποχής μέχρι σήμερα προέρχεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες, και σχεδόν το ίδιο [ποσοστό προέρχεται] από την Ευρώπη. Μόλις 2% προέρχεται από ολόκληρη την ήπειρο της Αφρικής. Καθώς οι πλούσιες χώρες αισθάνονται την επείγουσα ανάγκη να περικόψουν τις εκπομπές άνθρακα και οι αναπτυσσόμενες χώρες παραμένουν εστιασμένες στην ανάγκη να προσφέρουν ανάπτυξη στους πολίτες τους, οι δύο ομάδες πρόκειται να συγκρουστούν.

Υπήρξαν επίσης ενδείξεις έντασης όσον αφορά την τύχη των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε βοήθεια για τις φτωχές χώρες, που οι πλούσιες χώρες δεσμεύτηκαν στην σύνοδο κορυφής του 2009 για το κλίμα στην Κοπεγχάγη να παραδώσουν έως το 2020. Αυτή η δέσμευση παραμένει ανεκπλήρωτη —και ακόμη και αυτό το μεγάλο ποσό είναι ια λανθασμένη στρογγυλοποίηση, σε σύγκριση με τα περίπου 1 έως 2 τρισεκατομμύρια δολάρια που χρειάζονται ετησίως σε επενδύσεις καθαρής ενέργειας στις αναπτυσσόμενες και αναδυόμενες οικονομίες για την επίτευξη μηδενικών εκπομπών έως το 2050. Καθώς ο χαρακτήρας του επείγοντος για την απαλλαγή από τον άνθρακα αυξάνεται μαζί με το κόστος της κλιματικής αλλαγής, η αποτυχία των πλούσιων χωρών να βοηθήσουν τις φτωχές θα αποτελέσει μια αυξανόμενη πηγή γεωπολιτικής έντασης—ιδίως καθώς οι αναπτυσσόμενες χώρες επωμίζονται δυσανάλογα το μεγαλύτερο μέρος μιας ζημίας που δεν προκάλεσαν.

Δεδομένου του πόσο καιρό έχει περιμένει ο κόσμος να δράσει για την κλιματική αλλαγή, οι φτωχές χώρες θα χρειαστεί να ακολουθήσουν διαφορετικές αναπτυξιακές τροχιές από αυτές που παίρνουν οι πλούσιες χώρες˙ οι αναπτυσσόμενες χώρες θα υποχρεωθούν να βασιστούν πολύ λιγότερο στα ορυκτά καύσιμα. Ωστόσο, σχεδόν 800 εκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν πρόσβαση σε οποιεσδήποτε υπηρεσίες ενέργειας, πόσω μάλλον στην ποσότητα ενέργειας που απαιτείται για να οδηγήσει σε σημαντικά επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης και εκβιομηχάνισης. Μολονότι η ηλιακή ενέργεια, ο άνεμος, και άλλες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μπορούν να είναι ένας άριστος τρόπος για να καλυφθούν ορισμένες από τις ανάγκες του αναπτυσσόμενου κόσμου, επί του παρόντος είναι ανεπαρκείς για να τροφοδοτήσουν την εκβιομηχάνιση και άλλους δρόμους προς την ανάπτυξη, και υπάρχουν όρια στο πόσο γρήγορα μπορούν να κλιμακωθούν. Ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες θα αντιμετωπίσουν επίσης εμπόδια που σπάνια εμφανίζονται σε πλούσιες χώρες. Για παράδειγμα, η φόρτιση ενός ηλεκτρικού αυτοκινήτου μπορεί να μην είναι βιώσιμη σε χώρες που υφίστανται διακοπές ρεύματος καθημερινά ή όπου τα ηλεκτρικά δίκτυα υποστηρίζονται από γεννήτριες ντίζελ.

Εάν οι πλούσιες χώρες επιδιώκουν όλο και περισσότερο να αποτρέψουν την χρήση ορυκτών καυσίμων και οι αναπτυσσόμενες βλέπουν λίγες βιώσιμες, οικονομικά προσιτές εναλλακτικές σε αυτήν, το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών θα διευρυνθεί. Για παράδειγμα, τον περασμένο Απρίλιο, το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ ανακοίνωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα χρηματοδοτούσαν πλέον έργα φυσικού αερίου στο εξωτερικό λόγω ανησυχιών για την κλιματική αλλαγή —εκτός από τις φτωχότερες χώρες, όπως η Σιέρα Λεόνε— παρόλο που το 60% της ηλεκτρικής ενέργειας των ΗΠΑ εξακολουθεί να προέρχεται από ορυκτά καύσιμα. Λίγο αργότερα, ο αντιπρόεδρος της Νιγηρίας, Yemi Osinbajo, υποστήριξε στο Foreign Affairs ότι ήταν άδικο να ζητηθεί από την χώρα του να αναπτυχθεί χωρίς να χρησιμοποιεί φυσικό αέριο.

Οι εντάσεις μεταξύ των αναπτυγμένων και των αναπτυσσόμενων χωρών θα κλιμακωθούν, όχι μόνο λόγω της χρήσης ορυκτών καυσίμων αλλά και λόγω της παραγωγής τους. Αρκετές από τις φτωχές χώρες του κόσμου, όπως η Γουιάνα, η Μοζαμβίκη, και η Τανζανία, διαθέτουν σημαντικούς πόρους υδρογονανθράκων που θα ήθελαν να αξιοποιήσουν. Αλλά οι πλούσιες χώρες, που θεωρούν τους εαυτούς τους ηγέτες του κλίματος, θα πιέζουν ολοένα και περισσότερο ετούτες και άλλες αναπτυσσόμενες χώρες, ή τις εταιρείες που θέλουν να συνεργαστούν μαζί τους, να μην κάνουν γεωτρήσεις, ακόμη και όταν μερικές από αυτές τις πλούσιες χώρες συνεχίζουν να εξάγουν το δικό τους πετρέλαιο, αέριο, και άνθρακα. Και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα αντιμετωπίσουν αυξανόμενη πίεση από ακτιβιστές να μην υποστηρίξουν εξορυκτικά έργα στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Σε έναν κόσμο με όλο και λιγότερο πεδίο για την χρήση ορυκτών καυσίμων, οι φτωχές χώρες μπορεί εύλογα να ρωτήσουν γιατί δεν πρέπει να τους επιτραπεί να έχουν ένα μεγαλύτερο κομμάτι από μια πίτα που συρρικνώνεται.

ΠΩΣ ΝΑ ΜΕΙΩΘΟΥΝ ΟΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ

Η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια απαιτεί έναν πλήρη μετασχηματισμό της παγκόσμιας οικονομίας και θα απαιτήσει περίπου 100 τρισεκατομμύρια δολάρια σε πρόσθετες κεφαλαιακές δαπάνες τις επόμενες τρεις δεκαετίες. Δεν υπάρχει λόγος να αναμένουμε ότι μια τέτοια ριζική αναμόρφωση μπορεί να ολοκληρωθεί με συντονισμένο, καλά διαχειριζόμενο, και ομαλό τρόπο. Μια τακτική μετάβαση θα ήταν αρκετά δύσκολη εάν υπήρχε ένας κύριος σχεδιαστής που θα κατήρτιζε το εξαιρετικά διασυνδεδεμένο παγκόσμιο ενεργειακό σύστημα -και, περιττό να το πούμε, δεν υπάρχει.

Όταν ο κόσμος επιτύχει ένα πλήρως, ή ακόμη και σχεδόν, απαλλαγμένο από τον άνθρακα ενεργειακό σύστημα, πολλοί από τους σημερινούς κινδύνους ενεργειακής ασφάλειας θα βελτιωθούν σημαντικά (ακόμα και αν προκύψουν κάποιοι νέοι). Η επιρροή των πετροκρατών και η μόχλευση της Ρωσίας στην Ευρώπη θα μειωθεί, οι τιμές για την ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές θα είναι λιγότερο μεταβλητές, και οι συγκρούσεις για τους φυσικούς πόρους θα φθίνουν. Αλλά εάν στον δρόμο προς αυτή την τελική κατάσταση, η οικονομική προσιτότητα, η αξιοπιστία, ή η ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, ή άλλων επιταγών εθνικής ασφάλειας έρθουν σε σύγκρουση με τις φιλόδοξες απαντήσεις στην κλιματική αλλαγή, υπάρχει σημαντικός κίνδυνος οι περιβαλλοντικές ανησυχίες να γίνουν δευτερεύουσες. Η διεθνής ηγεσία για το κλίμα προϋποθέτει επομένως πολλά περισσότερα από την διαπραγμάτευση συμφωνιών για το κλίμα, την παροχή υποσχέσεων για απαλλαγή από τον άνθρακα, και την μείωση των συνεπειών στην εθνική ασφάλεια από τις σοβαρές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Σημαίνει επίσης τη μείωση, με ποικίλους τρόπους, των οικονομικών και γεωπολιτικών κινδύνων [7] που θέτει ακόμη και μια επιτυχημένη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια.

Πρώτον, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να επεκτείνουν τις εργαλειοθήκες τους για να αυξήσουν την ενεργειακή ασφάλεια και αξιοπιστία και να προετοιμαστούν για την αναπόφευκτη μεταβλητότητα. Για αρχή, θα ήταν κοντόφθαλμο να καταργηθεί μια υπάρχουσα πηγή ενέργειας μηδενικών εκπομπών άνθρακα που μπορεί να λειτουργεί με συνέπεια —δηλαδή η πυρηνική ενέργεια. Και θα ήταν ανόητο να απαλλαγούμε από τα υπάρχοντα εργαλεία ενεργειακής ασφάλειας, όπως το Στρατηγικό Απόθεμα Πετρελαίου των ΗΠΑ (US Strategic Petroleum Reserve). Το Κογκρέσο αποφάσισε πρόωρα να θέσει προς πώληση καύσιμα από το απόθεμα, ως απάντηση στην βραχυπρόθεσμη αφθονία πετρελαίου στις ΗΠΑ και εν αναμονή ενός μετα-πετρελαϊκού κόσμου. Πράγματι, καθώς επιταχύνεται η ενεργειακή μετάβαση, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να κάνουν αναλύσεις κόστους-οφέλους για να αξιολογήσουν εάν τα πρόσθετα στρατηγικά αποθέματα δικαιολογούνται, προκειμένου να εξασφαλιστούν οι προμήθειες φυσικού αερίου, κρίσιμων ορυκτών, υδρογόνου, και αμμωνίας.

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει επίσης να διατηρήσουν τη μέγιστη ευελιξία στις πηγές ενέργειας, ακόμη και καθώς καταργούν σταδιακά την «καφέ» ενέργεια. Τα επιχειρήματα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είδαν το «αποκορύφωμα της χρήσης βενζίνης» το 2007 και ότι ο κόσμος βίωσε το «αποκορύφωμα της χρήσης άνθρακα» το 2014 αποδείχθηκαν λανθασμένα. Δεδομένης της αβεβαιότητας σχετικά με τις μελλοντικές ανάγκες και απαιτήσεις, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να είναι προετοιμασμένοι να διατηρήσουν ως κληρονομιά ορισμένα περιουσιακά στοιχεία ορυκτών καυσίμων ως αποθεματικό, για την περίπτωση που χρειαστούν για σύντομες περιόδους κατά την διάρκεια της μετάβασης, όταν υπάρχει αποσύνδεση μεταξύ προσφοράς και ζήτησης. Οι ρυθμιστικές Αρχές των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας θα πρέπει να υιοθετήσουν δομές τιμολόγησης που θα αποζημιώνουν τις εταιρείες για να παρέχουν αξιοπιστία. Για παράδειγμα, προκειμένου να προετοιμαστούν για τις κορυφώσεις της ζήτησης, οι ρυθμιστικές Αρχές θα πρέπει να σχεδιάσουν αγορές που θα πληρώνουν τις επιχειρήσεις κοινής ωφελείας για να διατηρούν όγκους και προμήθειες, ακόμη και αν χρησιμοποιούνται σπάνια, και που θα δίνουν κίνητρα στις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας να προσφέρουν προγράμματα που θα ανταμείβουν τους πελάτες για τη μείωση της χρήσης ηλεκτρικής ενέργειας κατά τις περιόδους αιχμής. Γενικότερα, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να ενεργοποιήσουν μέτρα για την αύξηση της αποτελεσματικότητας προκειμένου να μειωθεί η ζήτηση, περιορίζοντας έτσι τις πιθανές ανισορροπίες προσφοράς και ζήτησης.

Ένας άλλος τρόπος με τον οποίο οι κυβερνήσεις μπορούν να ενισχύσουν την ενεργειακή ασφάλεια είναι με τη μείωση των κινδύνων στην εφοδιαστική αλυσίδα —αλλά όχι με τρόπο που να ενθαρρύνει τον προστατευτισμό. Οι αξιωματούχοι δεν πρέπει να κυνηγούν την χίμαιρα της ανεξαρτησίας, αλλά, αντίθετα, να προσπαθήσουν να οικοδομήσουν την ευελιξία σε ένα διαφοροποιημένο και διασυνδεδεμένο σύστημα. Στην Ευρώπη, η βελτιωμένη ενεργειακή ασφάλεια δεν έχει προέλθει από τη μείωση των εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου —πράγματι, ετούτες οι εισαγωγές αυξάνονται σταθερά— αλλά μάλλον από τις κανονιστικές [μεταρρυθμίσεις] και τις μεταρρυθμίσεις στις υποδομές που έχουν κάνει την ευρωπαϊκή αγορά πιο εναρμονισμένη και ανταγωνιστική. Αντίθετα, κατά την διάρκεια της κρίσης ηλεκτρικής ενέργειας του 2021 στο Τέξας, τα τμήματα της πολιτείας με δίκτυα συνδεδεμένα με εκείνα των γειτονικών πολιτειών τα πήγαν καλύτερα από το υπόλοιπο Τέξας, το οποίο εξυπηρετείτο από ένα απομονωμένο ηλεκτρικό δίκτυο και σύστημα μετάδοσης.

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει επίσης να αντιμετωπίσουν ορισμένους από τους τρόπους με τους οποίους η ανομοιόμορφη ενεργειακή μετάβαση θα επιδεινώσει τις ήδη βαθιές ανισότητες στην κοινωνία και θα προκαλέσει δυνητικά μια πολιτική αντίδραση κατά της καθαρής ενέργειας. Οι κοινότητες [που είναι] εξαρτημένες από τα έσοδα και τις θέσεις εργασίας των ορυκτών καυσίμων θα υποφέρουν ελλείψει της υποστηριζόμενης από την κυβέρνηση οικονομικής ανάπτυξης και κατάρτισης του εργατικού δυναμικού. Εν τω μεταξύ, για να βοηθήσουν τους καταναλωτές με χαμηλό εισόδημα να αντιμετωπίσουν τη μεταβλητότητα των τιμών, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να στραφούν στις επιδοτήσεις ή στις προσωρινές προσαρμογές των φορολογικών συντελεστών, όπως έχουν κάνει πολλές ευρωπαϊκές χώρες τους τελευταίους μήνες.

Όσο και αν οι κυβερνήσεις χρειάζεται να προαγάγουν νέες καινοτομίες και να επιταχύνουν τη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια για να περιορίσουν την κλιματική αλλαγή, πρέπει επίσης να λάβουν συνειδητά μέτρα για να περιορίσουν τους γεωπολιτικούς κινδύνους που θα δημιουργήσει αυτή η αλλαγή. Οι νέες τεχνολογίες μπορούν να λύσουν προβλήματα τεχνικά και επιμελητείας, αλλά δεν μπορούν να εξαλείψουν τον ανταγωνισμό, τις διαφορές ισχύος, ή το κίνητρο που έχουν όλες οι χώρες για να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους και να μεγιστοποιήσουν την επιρροή τους. Εάν οι κυβερνήσεις δεν το αναγνωρίσουν αυτό, ο κόσμος θα αντιμετωπίσει ορισμένες δυσάρεστες ασυνέχειες τα επόμενα χρόνια, συμπεριλαμβανομένων νέων οικονομικών [απειλών] και των απειλών για την ασφάλεια που θα επαναδιευθετήσουν την παγκόσμια πολιτική. Αλλά ίσως ο μεγαλύτερος κίνδυνος από την αποτυχία εντοπισμού και προγραμματισμού για αυτές τις παγίδες είναι ότι εάν οι ανησυχίες για την εθνική ασφάλεια έρθουν σε σύγκρουση με τις φιλοδοξίες για την κλιματική αλλαγή, μια επιτυχημένη μετάβαση μπορεί να μην πραγματοποιηθεί καθόλου. Και ο κόσμος δεν έχει την πολυτέλεια να αντέξει περισσότερα χτυπήματα στον ήδη ανώμαλο δρόμο προς τις μηδενικές εκπομπές.

*Το δοκίμιο αυτό έχει δημοσιευθεί στο τεύχος αριθ. 76 (Ιούνιος - Ιούλιος 2022) του Foreign Affairs The Hellenic Edition.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2019-12-10/adapt-o...
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/world/2020-10-13/world-burns
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2020-04-13/foreign...
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/china/competition-with-china-wit...
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/china/2011-12-13/how-chinese-inn...
[6] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2021-02-05/kevin-r...
[7] https://www.foreignaffairs.com/articles/2018-01-22/new-financial-geopoli...

Copyright © 2022 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved. To

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/world/2021-11-30/geopolitics-ene...

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition