Πώς να τερματιστεί ο αέναος πόλεμος της Υεμένης | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Πώς να τερματιστεί ο αέναος πόλεμος της Υεμένης

Η Ουάσινγκτον μπορεί να βοηθήσει στην διαμεσολάβηση για μια διαρκή ειρήνη

Η αμερικανική πολιτική δεν ήταν σαφώς ο πρωταρχικός μοχλός πίσω από την εκεχειρία του Απριλίου και τις επακόλουθες εξελίξεις• η πρόοδος οφειλόταν κυρίως στα ίδια τα μέρη, τα οποία μέχρι τότε είχαν πολεμήσει και είχαν φτάσει σε αδιέξοδο και ήταν έτοιμα για μια ανάπαυλα. Ωστόσο, οι ενέργειες της Ουάσινγκτον σαφώς βοήθησαν. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, πέρασαν αρκετά χρόνια σηματοδοτώντας μια αυξανόμενη αποστασιοποίηση από τους εταίρους τους στον Κόλπο σχετικά με το θέμα της Υεμένης, γεγονός που διαμόρφωσε τις αντιλήψεις για τον πόλεμο (αν και επιβάρυνε τις σχέσεις με τα κράτη αυτά). Το 2018, για παράδειγμα, η Ουάσινγκτον πίεσε το Ριάντ και το Άμπου Ντάμπι να σταματήσουν μια στρατιωτική εκστρατεία με στόχο το ελεγχόμενο από τους Χούτι λιμάνι της Χοντέιντα. Τρόμαξε και τις δύο κυβερνήσεις δίδοντας αυτό που ο Κόλπος θεώρησε ως μια υποτονική απάντηση στην επίθεση του 2019 στις εγκαταστάσεις επεξεργασίας πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας στο Abqaiq και στο χτύπημα του 2022 στο Αμπού Ντάμπι, την ευθύνη για τα οποία ανέλαβαν οι Χούτι. (Σύμφωνα με αξιωματούχους των Δυτικών μυστικών υπηρεσιών, το πρώτο χτύπημα ήταν πιθανότατα ενορχηστρωμένο από το Ιράν). Επιπλέον, η απόφαση της κυβέρνησης Μπάιντεν να αναστείλει ορισμένες στρατιωτικές πωλήσεις στο πλαίσιο της πολιτικής της για την Υεμένη περιόρισε τον στρατιωτικό σχεδιασμό και την επιχειρησιακή ικανότητα του σαουδαραβικού συνασπισμού. Ανησυχώντας ότι δεν μπορούσαν να υπολογίζουν στην υποστήριξη των ΗΠΑ, μέχρι τα μέσα του 2021, το Ριάντ και το Άμπου Ντάμπι είχαν αρχίσει να αναζητούν νέους τρόπους για να διαχειριστούν τις ανησυχίες τους για την ασφάλεια, μεταξύ άλλων ανοίγοντας διαύλους προς την Τεχεράνη και επιδιώκοντας την έξοδο από τον πόλεμο στην Υεμένη.

Η διπλωματία της κυβέρνησης Μπάιντεν προώθησε επίσης τις εξελίξεις της περασμένης άνοιξης. Η ομάδα του ΟΗΕ για την Υεμένη έχει κάνει κατά γενική ομολογία καλή δουλειά τόσο για την επίτευξη της εκεχειρίας όσο και για την ενθάρρυνση της προόδου στα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Αλλά θα δυσκολευόταν να το κάνει χωρίς την ισχυρή υποστήριξη των ΗΠΑ. Η Ουάσινγκτον βοήθησε να ανοίξουν οι πόρτες για τον ΟΗΕ με τους Σαουδάραβες, τα Εμιράτα, ακόμη και με την κυβέρνηση της Υεμένης. Άλλοι περιφερειακοί παράγοντες διευκόλυναν επίσης τις ειρηνευτικές συνομιλίες. Αλλά τελικά, η εμπλοκή των ΗΠΑ αποδείχθηκε καθοριστική για την επίτευξη της εκεχειρίας του Απριλίου.

ΕΝΑ ΝΕΟ ΑΔΙΕΞΟΔΟ

Δυστυχώς, παρά την πρόοδο που σημειώθηκε την άνοιξη και το καλοκαίρι, οι προσπάθειες για την επέκταση και την περαιτέρω παράταση της εκεχειρίας ναυάγησαν τους τελευταίους μήνες. Το Ριάντ σημείωσε σημαντική -αν και αργή- πρόοδο προς την κατεύθυνση να επιτραπούν περισσότερα φορτία στην Χοντέιντα και πτήσεις προς την Σαναά, δύο κρίσιμες πτυχές της άρσης των εμπορικών και ταξιδιωτικών περιορισμών που ο συνασπισμός υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας έχει διατηρήσει κατά των περιοχών που ελέγχονται από τους Χούτι. Αλλά οι Χούτι δεν έχουν δείξει πολλά σημάδια ότι θα κάνουν σημαντικές παραχωρήσεις από μόνοι τους, κάτι που δικαιολογούν λέγοντας ότι η ίδια η εκεχειρία ήταν μια παραχώρηση. Το πιο σημαντικό, απέτυχαν να άρουν την πολιορκία της Ταΐζ. Στην συνέχεια οι Χούτι έχουν προβεί σε πρόσθετες απαιτήσεις, μεταξύ των οποίων το να επιμένουν ότι η κυβέρνηση θα πληρώνει στρατιωτικούς μισθούς στους Χούτι χρησιμοποιώντας τα έσοδα από τις εξαγωγές πετρελαίου: μια απαίτηση τόσο περίεργη που φαίνεται να αποσκοπεί είτε στο να αποκλείσει περαιτέρω συνομιλίες είτε στο να ταπεινώσει την κυβέρνηση και τον συνασπισμό της Σαουδικής Αραβίας.

Εντούτοις, τα μέρη συνεχίζουν να προτείνουν και να ανταλλάσσουν προσφορές μέσω μεσαζόντων και εξακολουθούν να απέχουν από νέες μεγάλες εχθροπραξίες. Αλλά σημειώθηκε άνοδος στα χτυπήματα των Χούτι στις πετρελαϊκές υποδομές και σε περίπτωση που η εκεχειρία διαλυθεί πλήρως και εκδηλωθούν μεγαλύτερες μάχες, δεν είναι σαφές τι θα μπορέσει να κάνει οποιαδήποτε δύναμη εκτός της περιοχής για να σταματήσει την βία. Η Ουάσινγκτον θα έχει σίγουρα περιορισμένη επιρροή. Το μεγαλύτερο κενό στην πολιτική της κυβέρνησης για την Υεμένη το 2021 -η έλλειψη ουσιαστικής μόχλευσης επί των Χούτι- έχει γίνει πιο εμφανές καθώς οι αντάρτες καθυστερούν τις ειρηνευτικές προσπάθειες. Ορισμένοι αναλυτές έχουν προτείνει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να χαρακτηρίσουν εκ νέου τους Χούτι ως ξένη τρομοκρατική οργάνωση και στην συνέχεια να χρησιμοποιήσουν την ανάκληση ως διαπραγματευτικό χαρτί, αλλά αυτή η τακτική είναι απίθανο να προκαλέσει σημαντικές παραχωρήσεις. Επιπλέον, ένας επαναπροσδιορισμός θα έθετε τους ανθρωπιστές και τους ειρηνοποιούς σε κίνδυνο παραβίασης των αμερικανικών κυρώσεων, παρεμποδίζοντας το έργο τους και επιδεινώνοντας την ανθρωπιστική δυστυχία.

Άλλοι αναλυτές έχουν υποστηρίξει ότι το Κογκρέσο και ο Λευκός Οίκος θα πρέπει να διακόψουν σχεδόν όλες τις πωλήσεις όπλων προς τους Σαουδάραβες. Όμως, παρόλο που οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν χρησιμοποιήσει την επιρροή τους στο Ριάντ και το Άμπου Ντάμπι με κάποιο καλό αποτέλεσμα, η ισχύς τους μειώνεται, εν μέρει επειδή έχουν ήδη περιορίσει σημαντικά τις προμήθειες όπλων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην αεροπορική εκστρατεία της Σαουδικής Αραβίας. Σε κάθε περίπτωση, το Ριάντ και το Άμπου Ντάμπι έχουν επίσης τις κόκκινες γραμμές τους: αν οι Χούτι προσπαθήσουν να πάρουν τον έλεγχο της Μαρίμπ ή να επιχειρήσουν ξανά στην Shebwa, οι μάχες είναι πολύ πιθανό να επαναληφθούν ανεξάρτητα από το τι κάνει η Ουάσινγκτον με τις πωλήσεις όπλων της.