Η Μέση Ανατολή σε μια πολυπολική εποχή | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Μέση Ανατολή σε μια πολυπολική εποχή

Γιατί οι σύμμαχοι της Αμερικής φλερτάρουν με την Ρωσία και την Κίνα
Περίληψη: 

Αμερικανοί αξιωματούχοι κατηγόρησαν πρόσφατα την Κίνα ότι «επιδιώκει δεσμούς που βασίζονται αποκλειστικά στα στενά, συναλλακτικά, εμπορικά, και γεωπολιτικά της συμφέροντα». Αλλά στη Μέση Ανατολή και αλλού, το τεκμήριο μεταξύ των περισσότερων εταίρων των ΗΠΑ είναι ότι η Ουάσινγκτον, επίσης, είναι ιδιοτελής και συναλλακτική, ειδικά καθώς μετατοπίζει την προσοχή και τους πόρους της στην Ασία.

Ο MICHAEL SINGH είναι διευθύνων σύμβουλος και Lane-Swig Senior Fellow στο Washington Institute for Near East Policy. Διετέλεσε ανώτερος διευθυντής για την Μέση Ανατολή στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας κατά την διάρκεια της διακυβέρνησης του George W. Bush.

Κατά το μεγαλύτερο μέρος του περασμένου έτους, η κυβέρνηση Μπάιντεν αγωνίστηκε να βρει τρόπους να μειώσει την τιμή του πετρελαίου εν μέσω του σοκ από τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία. Έτσι, όταν ο OPEC+, η ομάδα των πετρελαιοεξαγωγικών κρατών, αποφάσισε να μειώσει την παραγωγή πετρελαίου κατά δύο εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως στις αρχές Οκτωβρίου, η αντίδραση της Ουάσινγκτον ήταν αμείλικτη. «Είναι ξεκάθαρο», διαβεβαίωσε η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, Karine Jean-Pierre, «ότι ο OPEC+ ευθυγραμμίζεται με την Ρωσία». Η ωμή κριτική ήταν ακόμη πιο εντυπωσιακή δεδομένου ότι απευθυνόταν στην Σαουδική Αραβία, η οποία, εκτός του ότι είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός, αποτελεί σημαντικό εταίρο των ΗΠΑ στην Μέση Ανατολή.

08122022-1.jpg

Ο Κινέζος πρόεδρος, Xi Jinping, και ο Σαουδάραβας πρίγκιπας διάδοχος του θρόνου, Mohammed bin Salman, στην Τσανγκζού, στην Κίνα, τον Σεπτέμβριο του 2016. Damir Sagolj / File Photo / Reuters
------------------------------------------------------

Υπό μια στενή έννοια, η κατηγορία του Λευκού Οίκου ήταν σωστή. Η Σαουδική Αραβία και η Ρωσία ανήκουν αμφότερες στον OPEC+, έναν οργανισμό που δεσμεύεται από την κοινή επιθυμία των πετρελαιοπαραγωγών να αποφύγουν τον ανταγωνισμό που θα μείωνε τα έσοδα από τις εξαγωγές τους. Τα μέλη του είναι ευθυγραμμισμένα σε αυτήν την επιδίωξη ιδιοτελούς συμφέροντος. Ωστόσο, η δήλωση έμοιαζε να πηγαίνει πιο βαθιά: η κυβέρνηση Μπάιντεν υποστήριζε ότι, παρά τους μακροχρόνιους δεσμούς ασφαλείας του Ριάντ με την Ουάσινγκτον, [το Ριάντ] τάσσεται πολιτικά στο πλευρό της Ρωσίας, υποστηρίζοντας στην πραγματικότητα τον πόλεμο της Μόσχας στην Ουκρανία [1] και υπονομεύοντας τις προσπάθειες της Δύσης να της επιβάλει κυρώσεις.

Η τύπου «άσπρο-μαύρο» άποψη της κυβέρνησης για τα κίνητρα της Σαουδικής Αραβίας συνάδει με την ευρύτερη οπτική της για τους εταίρους. Από την ανάληψη των καθηκόντων της, η κυβέρνηση Μπάιντεν [2] έχει συχνά υιοθετήσει μια δυαδική θεώρηση της διεθνούς τάξης -έναν «ανταγωνισμό δημοκρατιών και απολυταρχιών», σύμφωνα με την Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας του 2022. Εν μέρει ως αποτέλεσμα, έχει την τάση να αντιμετωπίζει τις αποφάσεις των εταίρων της ως τεστ πίστης προς τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Αλλά αυτό είναι ένα όραμα που δεν το συμμερίζονται πολλοί εταίροι των ΗΠΑ. Δεν είναι ξεκάθαρο στους περισσότερους από αυτούς ότι η διαρκής ευθυγράμμιση με την Ρωσία, την Κίνα, ή ακόμη και τις Ηνωμένες Πολιτείες αποτελεί επιλογή. Το Πεκίνο και η Μόσχα έχουν πελάτες, όχι συμμάχους. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, εν τω μεταξύ, διανύουν μια περίοδο μεταβολής των διεθνών προτεραιοτήτων τους, αφήνοντας στους εταίρους τους ελάχιστες εγγυήσεις ότι τα σημεία ή τα ζητήματα στα οποία η Ουάσινγκτον εστιάζει σήμερα θα τραβήξουν την προσοχή της αύριο, ή ότι η υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών σε ένα συγκεκριμένο ζήτημα θα κερδίσει την αμερικανική αμοιβαιότητα σε άλλα. Ως αποτέλεσμα, ένας αυξανόμενος αριθμός εταίρων των ΗΠΑ επιδιώκει να αποφύγει εντελώς την επιλογή πλευρών και να διατηρήσει σχέσεις με όλες τις μεγάλες δυνάμεις ταυτόχρονα. Για τις Ηνωμένες Πολιτείες, αυτό σημαίνει ότι απαιτείται μια πιο διαφοροποιημένη στρατηγική. Αντιμέτωπη με εταίρους που είναι απίθανο να εκτελούν όλες τις απαιτήσεις της, η Ουάσινγκτον θα πρέπει να υιοθετήσει μια πιο ευέλικτη, εξειδικευμένη σε θέματα προσέγγιση της διεθνούς τάξης, μεγιστοποιώντας την επιρροή της σε έναν πολυπολικό κόσμο.

ΟΛΑ ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ, ΟΧΙ ΟΛΑ Ή ΤΙΠΟΤΑ

Οι περισσότερες χώρες θεωρούν τον ανταγωνισμό μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, και όχι την απειλή που θέτει οποιαδήποτε μεμονωμένη δύναμη, ως την μεγαλύτερη πρόκληση για τα συμφέροντά τους. Οι Σαουδάραβες, για παράδειγμα, θεωρούν την Κίνα ως τον κορυφαίο οικονομικό τους εταίρο και τον προορισμό για περίπου το ένα πέμπτο των εξαγωγών τους. Τον Δεκέμβριο του 2022, η Σαουδική Αραβία ανακοίνωσε ότι ο Κινέζος πρόεδρος, Xi Jinping [3], θα επισκεφθεί το βασίλειο -το τρίτο ταξίδι του στο εξωτερικό από την έναρξη της πανδημίας COVID-19. Την ίδια στιγμή, οι Σαουδάραβες θεωρούν τις Ηνωμένες Πολιτείες ως τον κορυφαίο εταίρο ασφαλείας τους. Η επιλογή μιας σχέσης έναντι της άλλης -ή ακόμη και η σημαντική μείωση της μιας σχέσης- θα ήταν δαπανηρή, έτσι η Σαουδική Αραβία, όπως πολλές άλλες μεσαίου μεγέθους χώρες, επιδιώκει να διατηρήσει και τις δύο.

Ένας τρόπος με τον οποίο οι Σαουδάραβες και άλλοι εταίροι των ΗΠΑ το κάνουν αυτό είναι με το να ακολουθούν μια προσέγγιση «όλα τα παραπάνω» στις διεθνείς τους σχέσεις. Μόνο στην Μέση Ανατολή, η Αίγυπτος, το Κατάρ, η Σαουδική Αραβία, το Κουβέιτ, το Μπαχρέιν, και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα είναι σημερινοί ή υποψήφιοι εταίροι διαλόγου του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO), μιας ομάδας πολιτικής, οικονομικής, και ασφάλειας, με επίκεντρο την Κίνα η οποία μερικές φορές (και πολύ γενναιόδωρα) περιγράφεται ως εναλλακτική λύση στο ΝΑΤΟ [4]. Η Σαουδική Αραβία και η Αίγυπτος φέρεται να έχουν εκφράσει ενδιαφέρον να ενταχθούν στον οργανισμό BRICS, μια ομάδα χωρών αναδυόμενων αγορών, μέλη της οποίας είναι η Ινδία και η Κίνα, παρά την εντεινόμενη αντιπαλότητα μεταξύ τους (BRICS σημαίνει Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Νότια Αφρική). Και η Τουρκία [5], η μόνη χώρα στη Μέση Ανατολή που έχει επίσημα συμμαχήσει με τις Ηνωμένες Πολιτείες, έχει δείξει ενδιαφέρον να είναι μέλος και των δύο οργανισμών.