Η Μέση Ανατολή σε μια πολυπολική εποχή | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Μέση Ανατολή σε μια πολυπολική εποχή

Γιατί οι σύμμαχοι της Αμερικής φλερτάρουν με την Ρωσία και την Κίνα

Αντί να επικεντρώνονται σε ευρέα, πολυθεματικά φόρουμ, όπως το G-20 ή η Σύνοδος Κορυφής των Δημοκρατιών, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να επιδιώξουν να οικοδομήσουν και να ενισχύσουν μικρότερες συμπράξεις κρατών με πιο επικεντρωμένες ατζέντες, όπως η Quad, οι Συμφωνίες του Αβραάμ, και η λεγόμενη ομάδα I2U2 της Ινδίας, του Ισραήλ, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, και των Ηνωμένων Πολιτειών. Τέτοιου είδους συνασπισμοί μπορούν να προωθήσουν αμοιβαία συμφέροντα υψηλής προτεραιότητας, συμπεριλαμβανομένης της ασφάλειας και των επενδύσεων σε υποδομές, παραμερίζοντας παράλληλα εξωτερικά ζητήματα που τα μέλη μπορεί να θεωρούν πιο αμφιλεγόμενα και που θα μπορούσαν να θολώσουν την συνοχή. Τέτοιες ομάδες μπορούν επίσης να χρησιμεύσουν ως αποτελεσματικό αντίβαρο στην κινεζική επιρροή χωρίς να χρειάζεται να στοχεύουν ρητά το Πεκίνο, μειώνοντας έτσι το πιθανό κόστος συμμετοχής των εταίρων. Για παράδειγμα, η ακόμα εκκολαπτόμενη πρωτοβουλία I2U2 εγείρει την προοπτική μεγαλύτερων ινδικών επενδύσεων στη Μέση Ανατολή, παρουσιάζοντας μια τρίτη επιλογή στα περιφερειακά κράτη που διστάζουν να επιλέξουν μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας, και οι Συμφωνίες του Αβραάμ [12] έχουν ήδη αυξήσει τις ενδοπεριφερειακές επενδυτικές ροές με τρόπο που μπορεί να μειώσει την ανάγκη για εξωτερική υποστήριξη από οποιαδήποτε μεγάλη δύναμη.

Ταυτόχρονα, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να συνεργαστούν με τους υφιστάμενους συμμάχους για να εδραιώσουν κοινούς κανόνες και κανονισμούς, όπως το απόρρητο των data και οι εξαγωγές τεχνολογίας, για να αυξήσουν τα κίνητρα στους μη συμμάχους εταίρους να συμμορφωθούν με τις προτιμήσεις της Ουάσινγκτον. Οι εταίροι είναι πιο πιθανό να λάβουν υπόψη τα αμερικανικά αιτήματα να παραιτηθούν από οικονομικές ευκαιρίες που παρουσιάζουν η Κίνα και η Ρωσία, εάν τα αιτήματα αντανακλούν έναν ευρέως καθιερωμένο κανόνα και όχι απλώς ένα διάβημα των ΗΠΑ, και εάν παρέχουν απτά οφέλη με τη μορφή αυξημένης πρόσβασης στις αμερικανικές και ευρωπαϊκές αγορές ή στην τεχνολογία.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει επίσης να επιλέγουν τις μάχες τους όταν υποβάλλουν αιτήματα στους εταίρους τους. Η διαδικασία χάραξης πολιτικής στην Ουάσινγκτον συχνά αποτυγχάνει να λάβει υπόψη τον τρόπο με τον οποίο οι εταίροι βλέπουν τα δικά τους συμφέροντα. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ συχνά υποθέτουν ότι οι εταίροι βλέπουν τα πράγματα όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες ή ότι οι εταίροι θα έχουν μια αυτόματη αίσθηση αλληλεγγύης με τα συμφέροντα των ΗΠΑ -μια λυπηρή πλάνη που ο πρώην Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, H. R. McMaster [13], και άλλοι έχουν αποκαλέσει «στρατηγικό ναρκισσισμό».

Αυτή η αυτο-απορρόφηση μπορεί να οδηγήσει σε δύο είδη πολιτικών αποτυχιών. Πρώτον, οι Ηνωμένες Πολιτείες υποτιμούν την δέσμευση των εταίρων τους σε μια συγκεκριμένη πολιτική προσέγγιση. Για παράδειγμα, η Ουάσινγκτον απέτυχε να εκτιμήσει ότι το Ριάντ ιστορικά αντιστέκεται στα αμερικανικά αιτήματα να επηρεάσει τις αποφάσεις του για την παραγωγή πετρελαίου, γεγονός που οδήγησε στην έκπληξη της κυβέρνησης Μπάιντεν για την απόφαση του OPEC+ τον Οκτώβριο του 2022. Ο δεύτερος τύπος λάθους που προκαλείται από τον στρατηγικό ναρκισσισμό είναι η υπερεκτίμηση της δέσμευσης των ίδιων των Ηνωμένων Πολιτειών σε μια συγκεκριμένη πολιτική προτεραιότητα, μόνο και μόνο για να διαπιστωθεί ότι η Ουάσινγκτον είναι απροετοίμαστη να επιφέρει συνέπειες όταν ένας εταίρος αρνείται ένα αίτημα. Για παράδειγμα, το 2015 η κυβέρνηση του προέδρου των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα [14], ζήτησε από όλους τους εταίρους της παγκοσμίως να αποκρούσουν την υπό την ηγεσία της Κίνας Ασιατική Τράπεζα Επενδύσεων Υποδομών (Asian Infrastructure Investment Bank), για να λάβουν απορριπτικές απαντήσεις ακόμη και από τους στενότερους συμμάχους της, συμπεριλαμβανομένων του Ηνωμένου Βασιλείου και της Αυστραλίας. Αλλά η κυβέρνηση έκανε τελικά ελάχιστα ως απάντηση. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ θα πρέπει να απευθύνουν εκκλήσεις μόνο όταν υπάρχει ρεαλιστική προοπτική ότι οι εταίροι των ΗΠΑ θα προσχωρήσουν και η Ουάσινγκτον είναι έτοιμη να επιβάλει κυρώσεις εάν δεν το κάνουν. Ένα αίτημα που δεν κάνει και τα δύο θα συμβάλει στην αντίληψη ότι η επιρροή των Ηνωμένων Πολιτειών μειώνεται.

ΜΑΖΙ ΜΑΣ ΟΤΑΝ ΕΧΕΙ ΣΗΜΑΣΙΑ

Τέλος, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να στοχεύουν στην καλλιέργεια σταθερών, μακροχρόνιων εταιρικών σχέσεων ακόμη και με δύσκολους και μη δημοκρατικούς εταίρους. Με τον τρόπο αυτό, θα πρέπει να δώσουν προτεραιότητα σε βασικές ανησυχίες, όπως η αντιμετώπιση της ρωσικής και κινεζικής επιρροής, και να αποδεχθούν ότι η πρόοδος σε άλλα ζητήματα θα είναι πιο αργή -και πιο πιθανό να συμβεί στο πλαίσιο μιας εποικοδομητικής σχέσης εργασίας. Αμερικανοί αξιωματούχοι, συμπεριλαμβανομένου του Colin Kahl, υφυπουργού Άμυνας για θέματα πολιτικής, κατηγόρησαν πρόσφατα την Κίνα ότι «επιδιώκει δεσμούς που βασίζονται αποκλειστικά στα στενά, συναλλακτικά, εμπορικά, και γεωπολιτικά της συμφέροντα». Αλλά στη Μέση Ανατολή και αλλού, το τεκμήριο μεταξύ των περισσότερων εταίρων των ΗΠΑ είναι ότι η Ουάσινγκτον, επίσης, είναι ιδιοτελής και συναλλακτική, ειδικά καθώς μετατοπίζει την προσοχή και τους πόρους της στην Ασία.