Η επικίνδυνη παρακμή της Κίνας | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η επικίνδυνη παρακμή της Κίνας

Η Ουάσινγκτον πρέπει να προσαρμοστεί καθώς αυξάνονται τα προβλήματα του Πεκίνου
Περίληψη: 

Η διαχείριση της παρακμής της Κίνας θα είναι μια μακρά, δύσκολη διαδικασία, με οδυνηρά ανταλλάγματα -στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει πιθανώς κανένας τρόπος να μονωθούν πλήρως οι Ηνωμένες Πολιτείες και ο υπόλοιπος κόσμος από τον πόνο που θα προκαλέσει.

Ο JONATHAN TEPPERMAN ήταν αρχισυντάκτης του Foreign Policy από το 2017 έως το 2020. Πριν από αυτό, ήταν διευθυντής σύνταξης του Foreign Affairs. Είναι ο συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο: The Fix: How Countries Use Crises to Thrive and Survive [1].

Οι δύο τελευταίοι μήνες ήταν από τους πιο σημαντικούς στην πρόσφατη κινεζική ιστορία. Πρώτα ήρθε το 20ό Συνέδριο του Κόμματος, το οποίο ο πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ, χρησιμοποίησε για να εξοντώσει τους λίγους εναπομείναντες αντιπάλους του. Στην συνέχεια, λίγες εβδομάδες αργότερα, στην χώρα ξέσπασαν οι πιο εκτεταμένες διαμαρτυρίες που έχει δει η Κίνα από τις μαζικές διαδηλώσεις στην πλατεία Τιενανμέν και αλλού το 1989. Και τότε, μόλις μια εβδομάδα αργότερα, ήρθε η αναπάντεχη κατάληξη: σε μια σπάνια (αν και μη αναγνωρισμένη) παραχώρηση, το Πεκίνο ανακοίνωσε ότι χαλάρωσε ορισμένες από τις πολιτικές μηδενικής COVID που είχαν οδηγήσει τόσους πολλούς εξαγριωμένους ανθρώπους στους δρόμους.

20122022-1.jpg

Ο Κινέζος πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ, μιλά στην τελετή έναρξης του 20ου Εθνικού Συνεδρίου του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας, στο Πεκίνο, τον Οκτώβριο του 2022. Tingshu Wang / Reuters
----------------------------------------------------

Ήταν μια περίοδος που έφερε τα πάνω κάτω, ακόμη και για τα ταραχώδη δεδομένα της σύγχρονης Κίνας. Αλλά πίσω από τον θόρυβο, τα γεγονότα έφεραν όλα το ίδιο μήνυμα: ότι η Κίνα, μακριά από ένα ανερχόμενο μεγαθήριο, όπως συχνά παρουσιάζεται από τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης και τους Αμερικανούς ηγέτες, ακροβατεί στο χείλος του γκρεμού. Δέκα χρόνια «μεταρρυθμίσεων» του προέδρου, Σι Τζινπίνγκ [2], -που χαρακτηρίζονται ευρέως στην Δύση ως επιτυχημένα παιχνίδια εξουσίας- έχουν καταστήσει την χώρα αδύναμη και εύθραυστη, επιδεινώνοντας τα υποκείμενα προβλήματά της και δημιουργώντας παράλληλα νέα. Παρόλο που ένας αυξανόμενος αριθμός Δυτικών αναλυτών -μεταξύ των οποίων οι Michael Beckley, Jude Blanchette, Hal Brands, Robert Kaplan, Susan Shirk, και Fareed Zakaria- έχουν αρχίσει να αναδεικνύουν αυτήν την πραγματικότητα, πολλοί Αμερικανοί σχολιαστές και οι περισσότεροι πολιτικοί (από τον πρώην υπουργό Εξωτερικών, Μάικ Πομπέο, μέχρι τον πρόεδρο, Τζο Μπάιντεν) εξακολουθούν να πλαισιώνουν την διαμάχη ΗΠΑ-Κίνας με όρους ανόδου του Πεκίνου. Και αν όντως αναγνωρίζουν τις αυξανόμενες κρίσεις της Κίνας, συχνά τις παρουσιάζουν είτε ως ουδέτερες είτε ως θετικές εξελίξεις για τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Αλλά το αντίθετο είναι αληθές. Μια αδύναμη, στάσιμη, ή καταρρέουσα Κίνα [3] θα ήταν ακόμη πιο επικίνδυνη από μια ακμάζουσα -όχι μόνο για την ίδια την χώρα, αλλά και για τον κόσμο. Η αντιμετώπιση μιας αποτυχημένης Κίνας θα μπορούσε επομένως να αποδειχθεί δυσκολότερη για τις Ηνωμένες Πολιτείες από όσο ήταν η αντιμετώπιση της εναλλακτικής [κατάστασης]. Αν η Ουάσινγκτον ελπίζει να το κάνει με επιτυχία -ή τουλάχιστον να αποφύγει τις χειρότερες συνέπειες- πρέπει να επαναπροσανατολίσει την εστίασή της, και μάλιστα γρήγορα.

Το ιστορικό της Ουάσινγκτον στην αντιμετώπιση αντιπάλων που βρίσκονται σε παρακμή δεν είναι ευοίωνο, και η χάραξη μιας νέας πολιτικής για την διαχείριση της παρακμής της Κίνας δεν θα είναι εύκολη υπόθεση. Για να γίνουν τα πράγματα χειρότερα, δεν είναι σαφές αν η κυβέρνηση Μπάιντεν [4] έχει αρχίσει να εργάζεται πάνω στο πρόβλημα. Αλλά αυτό δεν είναι λόγος απόγνωσης. Υπάρχουν πολλές αλλαγές, ορισμένες σχετικά εύκολες, που θα μπορούσαν να κάνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι οποίες θα βελτίωναν σημαντικά τις πιθανότητές τους -ιδιαίτερα αν αρχίσουν να τις κάνουν σύντομα.

ΤΑ ΑΣΧΗΜΑ ΡΟΥΧΑ ΤΟΥ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑ

Για πολλά χρόνια μετά τον θάνατο του Μάο Τσετούνγκ, η Κίνα ήταν η εξαιρετική αυτοκρατορία στον κόσμο: το μοναδικό μεγάλο αυταρχικό κράτος που φαινόταν να αψηφά τους νόμους της πολιτικής και οικονομικής βαρύτητας. Ξεκινώντας στα τέλη της δεκαετίας του 1970 υπό τον διάδοχο του Μάο, Ντενγκ Σιαοπίνγκ, η Κίνα άνοιξε σταδιακά τις αγορές της, μοίρασε την εκτελεστική εξουσία, επέβαλε εσωτερικούς ελέγχους, προώθησε τον εσωτερικό διάλογο, χρησιμοποίησε δεδομένα για την λήψη αποφάσεων, επιβράβευσε αξιωματούχους για καλά αποτελέσματα, και ακολούθησε μια γενικά μη απειλητική εξωτερική πολιτική. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις επέτρεψαν στην χώρα να αποφύγει την θλιβερή μοίρα που υπέστησαν τα περισσότερα καταπιεστικά καθεστώτα -συμπεριλαμβανομένης της πείνας και της αστάθειας που η ίδια η Κίνα είχε βιώσει κατά την διάρκεια της μακράς βασιλείας του Μάο. Υπό τον Ντενγκ και τους διαδόχους του, Τζιανγκ Ζεμίν [5] και Χου Τζιντάο, η Κίνα δεν απέφυγε απλώς τέτοια προβλήματα, αλλά ευημέρησε, αυξάνοντας την οικονομία της κατά μέσο όρο σχεδόν κατά 10% ετησίως μεταξύ 1978 και 2014 και βγάζοντας από την φτώχεια περίπου 800 εκατομμύρια ανθρώπους (μεταξύ πολλών άλλων επιτευγμάτων).