Η επιστροφή των ελέγχων εξαγωγών | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η επιστροφή των ελέγχων εξαγωγών

Μια τακτική με ρίσκο, που απαιτεί συνεργασία από τους συμμάχους
Περίληψη: 

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 ώθησε τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες 37 κυβερνήσεις να περιορίσουν τις εξαγωγές υψηλής τεχνολογίας στον επιτιθέμενο. Η Κίνα έχει επίσης στοχοποιηθεί, όταν οι ΗΠΑ απαγόρευσαν ορισμένες εξαγωγές τσιπ και σχετικών μηχανημάτων στην Κίνα σε μια προσπάθεια να εξουδετερώσουν την εκκολαπτόμενη βιομηχανία ημιαγωγών της.

Ο CHAD P. BOWN είναι ανώτερος συνεργάτης Reginald Jones στο Peterson Institute for International Economics και παρουσιαστής του podcast Trade Talks.

Την 1η Ιουλίου 1987, εννέα μέλη του Κογκρέσου των ΗΠΑ έσπασαν στερεοφωνικά της Toshiba με βαριοπούλες στο γρασίδι του Καπιτωλίου των ΗΠΑ σε μια συμβολική διαμαρτυρία ενάντια στην αποκάλυψη-βόμβα ότι η ιαπωνική εταιρεία είχε παράσχει παράνομα στην Σοβιετική Ένωση πρόσβαση σε αθόρυβες προπέλες υποβρυχίων. Αυτή η εταιρική απόφαση, η οποία κατέστησε πιο δύσκολο για το Ναυτικό των ΗΠΑ να εντοπίζει και να παρακολουθήσει σοβιετικά πυρηνικά υποβρύχια, έθεσε σε κίνδυνο την συλλογική ασφάλεια της Ιαπωνίας, των Ηνωμένων Πολιτειών, και του ΝΑΤΟ. Σε απάντηση, οι Αμερικανοί νομοθέτες ζήτησαν την απαγόρευση των εισαγωγών από την Toshiba και την Kongsberg, έναν Νορβηγικό κρατικό εργολάβο άμυνας που είχε συνεργαστεί για την παραγωγή των λεπίδων. Ορισμένοι πολιτικοί των ΗΠΑ πρότειναν ακόμη και άσκηση δίωξης κατά της ιαπωνικής κυβέρνησης επειδή δεν εφάρμοσε τους δικούς της νόμους περί ελέγχου των εξαγωγών. Το κουραστικό και τεχνικό θέμα των ελέγχων στις εξαγωγές βρέθηκε ξαφνικά και ασυνήθιστα στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων σε εθνικό επίπεδο. Στην συνέχεια, η συζήτηση ηρέμησε και οι έλεγχοι των εξαγωγών ξεθώριασαν από την συνείδηση του κοινού.

25012023-1.jpg

Ένα πλοίο που ελλιμενίζεται στο Νιούαρκ του Νιου Τζέρσεϊ, τον Νοέμβριο του 2017. Brendan McDermid / Reuters
---------------------------------------------------

Σήμερα, ωστόσο, οι έλεγχοι επί των εξαγωγών επανήλθαν. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 ώθησε τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες 37 κυβερνήσεις να περιορίσουν τις εξαγωγές υψηλής τεχνολογίας στον επιτιθέμενο. Ούτε η Ρωσία είναι η μόνη χώρα που έχει πληγεί πρόσφατα με τέτοιους ελέγχους. Η Κίνα έχει επίσης στοχοποιηθεί, αν και η κυβέρνηση Μπάιντεν ήταν μόνη στις 7 Οκτωβρίου 2022, όταν απαγόρευσε ορισμένες εξαγωγές τσιπ και σχετικών μηχανημάτων στην Κίνα σε μια προσπάθεια να εξουδετερώσει την εκκολαπτόμενη βιομηχανία ημιαγωγών της. Η απαγόρευση θα έχει κάποιο αποτέλεσμα, αλλά οι παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού, οι πολυεθνικές εταιρείες, και η διεθνοποίηση της καινοτομίας σημαίνουν ότι η μονομερής δράση των Ηνωμένων Πολιτειών δεν επαρκεί για την προστασία της εθνικής τους ασφάλειας, πόσω μάλλον εκείνης των συμμάχων τους. Εάν οι έλεγχοι επί των εξαγωγών έχουν επιστρέψει ως ισχυρό εργαλείο για τις κυβερνήσεις, τότε οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να αναγνωρίσουν τα όρια της αποτελεσματικότητάς τους. Ο επιτυχής έλεγχος των εξαγωγών εξοπλισμού και των τεχνικών γνώσεων σε πιθανούς στρατιωτικούς αντιπάλους θα απαιτήσει την πλήρη εμπλοκή των συμμάχων των ΗΠΑ και όχι την επιβολή μονομερών απαγορεύσεων.

ΟΙ ΣΠΟΡΟΙ ΤΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ

Στις αρχές του Ψυχρού Πολέμου, οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι σύμμαχοί τους στο ΝΑΤΟ, και η Ιαπωνία άρχισαν να συνεργάζονται για τον περιορισμό των εξαγωγών σε κομμουνιστικές χώρες. Το 1949, ίδρυσαν την Συντονιστική Επιτροπή για τους Πολυμερείς Ελέγχους Εξαγωγών (Coordinating Committee for Multilateral Export Controls, COCOM), η οποία συνεδρίαζε μυστικά για να αποφασίσει ποια προϊόντα δεν θα έπρεπε να εξάγονται στην Σοβιετική Ένωση και στα κράτη-δορυφόρους της. Οι αποφάσεις έπρεπε να είναι ομόφωνες. Αρχικά, αυτό δεν ήταν πρόβλημα. Όταν ιδρύθηκε η COCOM, η Ευρώπη και η Ιαπωνία εξακολουθούσαν να αναρρώνουν από την καταστροφή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν άθικτες και ακμάζουσες. Οι σύμμαχοι ήταν επίσης οικονομικά εξαρτημένοι από τις Ηνωμένες Πολιτείες μέσω του Σχεδίου Μάρσαλ και άλλων αμερικανικών βοηθητικών προγραμμάτων. Κατά συνέπεια, τα προϊόντα που η COCOM συμφώνησε να ελέγχει συλλογικά καθοδηγούνταν δυσανάλογα από αμερικανικά συμφέροντα.

Αλλά μέχρι την δεκαετία του 1980, η Ευρώπη και η Ιαπωνία είχαν ανακάμψει και είχαν δικούς τους κατασκευαστές τεχνολογίας κορυφής. Ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες επιθυμούσαν έναν μεγαλύτερο κατάλογο απαγορευμένων προϊόντων, οι σύμμαχοι επιθυμούσαν έναν μικρότερο. Ήταν ολοένα και πιο καχύποπτοι πως η Ουάσιγκτον χειραγωγούσε το σύστημα ορίζοντας προσεκτικά τα προϊόντα στην λίστα, έτσι ώστε να περιορίσει τις εξαγωγές από ευρωπαϊκές και ιαπωνικές εταιρείες αλλά όχι από εκείνες των ανταγωνιστών τους στις ΗΠΑ. Οι σύμμαχοι φοβούνταν ότι θα υποστούν οικονομικές απώλειες εάν απαγορεύονταν τα εξαγωγικά προϊόντα τους. Δεν μπορούσαν να αντέξουν οικονομικά, υποστήριξαν, να διακόψουν το εμπόριο με τους γείτονές τους.

Μέχρι την δεκαετία του 1980, η απογοήτευση των ΗΠΑ με τις άλλες εμπορικές πολιτικές των συμμάχων τους είχε επίσης αυξηθεί. Μια δεκαετία αυξανόμενων ιαπωνικών εξαγωγών, συμπεριλαμβανομένου του χάλυβα, των αυτοκινήτων, και των ημιαγωγών, είχε οδηγήσει σε ένα διαρκώς διευρυνόμενο εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ, συνεχείς ισχυρισμούς για αθέμιτες συναλλαγές, και μια τεταμένη περίοδο προπηλακισμού της Ιαπωνίας. Οι αμερικανικές εταιρείες ανταγωνίζονταν και συχνά ηττούνταν από ξένους ανταγωνιστές -συμπεριλαμβανομένων των Toshiba και Kongsberg- οι οποίοι σχεδίαζαν και κατασκεύαζαν προϊόντα αιχμής εκτός των Ηνωμένων Πολιτειών, πέρα από την εμβέλεια των νόμων για τον έλεγχο των εξαγωγών των ΗΠΑ.

Μετά ξέσπασε το σκάνδαλο. Το 1981, η Tekmashimport, ένας σοβιετικός εισαγωγέας, χρησιμοποίησε ένα δίκτυο πρακτόρων της KGB και εμπορικών εταιρειών για να επικοινωνήσει με την Toshiba Machine Tools. Οι Σοβιετικοί χρειάζονταν τον εξοπλισμό της ιαπωνικής εταιρείας για την κοπή, το τρόχισμα, και την στίλβωση μεγάλων κομματιών μετάλλου σε πτερύγια προπέλας υποβρυχίων. Η Toshiba συμφώνησε να προμηθεύσει τα μηχανήματα, και συνεργάστηκε με την Kongsberg για την βαθμονόμηση των ιαπωνικών εργαλείων ώστε να καταστήσουν τις σοβιετικές προπέλες υποβρυχίων σχεδόν μη ανιχνεύσιμες.