Οι προκλήσεις της Ελλάδας και το παράδειγμα του Ισραήλ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Οι προκλήσεις της Ελλάδας και το παράδειγμα του Ισραήλ

Γιατί η στρατηγική του εβραϊκού κράτους παραμένει υποδειγματική

Το έτος 2023 είναι η εκατονταετηρίδα της Συνθήκης της Λωζάννης που η Τουρκία ακυρώνει με την υιοθέτηση της ρεβιζιονιστικής της ατζέντας. Οι στρατιωτικές επεμβάσεις της Τουρκίας σε Συρία, Λιβύη, και Ιράκ και η παρείσφρηση και εγκαθίδρυσή της στην Αφρική, προκαλούν μείζονα ανησυχία.

Το 2023 λαμβάνουν χώρα εθνικές εκλογές σε Ελλάδα, Κύπρο, και Τουρκία, πέραν του εβραϊκού κράτους που στις αρχές του έτους σχημάτισε κυβέρνηση υπό την θριαμβευτική επάνοδο του Βενιαμίν Νετανιάχου. Η αναθεωρητική Τουρκία διεκδικεί την ηγεμονική της θέση της στην περιοχή, όπως φάνηκε από την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών με το τουρκολιβυκό μνημόνιο.

31012023-2.jpg

Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, Βενιαμίν Νετανιάχου, μιλά δίπλα στον Έλληνα πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, μετά από την συνάντησή τους στο πρωθυπουργικό γραφείο στην Ιερουσαλήμ, τον Φεβρουάριο του 2021. Menahem Kahana/Pool via REUTERS
-----------------------------------------------------------

Ωστόσο, η σημερινή τουρκική στρατηγική δε διαφέρει από την γνωστή του «επιτήδειου ουδέτερου», όπως περιγράφεται στο ομώνυμο βιβλίο του Frank G. Weber (The Evasive Neutral: Germany, Britain and the Quest for a Turkish Alliance in the Second World War). Όπως η Τουρκία κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν πολέμησε ποτέ στο πλευρό κανενός αλλά φρόντιζε να ισορροπεί επιδεξίως μεταξύ των δύο πόλων, έτσι και σήμερα εξισορροπεί μεταξύ Ανατολής και Δύσης βάσει των συμφερόντων της. Και ενώ τοποθετείται στον άξονα ρεβιζιονιστικών δυνάμεων όπως η Ρωσία και το Ιράν, οπλίζοντας παράλληλα το πολιτικό Ισλάμ για να κερδίσει τον θρόνο του ηγεμόνα στον σουνιτικό κόσμο και πέρα, οι διαπραγματεύσεις της με τις ΗΠΑ συνεχίζονται. Όπως διαφαίνεται, με μια συνεκτική στρατηγική, η Τουρκία παζαρεύει όχι μόνο την παροχή στρατιωτικού υλικού από τις ΗΠΑ αλλά και τον ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει στην περιοχή για τα συμφέροντα των ΗΠΑ.

Η Ελλάδα, όμως, δεν είναι η μόνη χώρα που είναι αντιμέτωπη με ρεβιζιονιστική δύναμη. Κύπρος και Ισραήλ, που μαζί με την Ελλάδα αποτελούν τους τρείς πυλώνες δημοκρατίας στην Ανατολική Μεσόγειο, αντιμετωπίζουν εξίσου προκλήσεις. Σε ό,τι αφορά την Κυπριακή Δημοκρατία είναι καταφανές ότι εάν η Τουρκία, είτε δημιουργώντας συνθήκες ενός «ατυχήματος» είτε με εκτεταμένες ψυχολογικές επιχειρήσεις, παρασύρει την Ελλάδα σε πόλεμο, και η ίδια η Κύπρος θα πληρώσει το αντίτιμο ούσα εντός του νεο-οθωμανικού παροξυσμού. Ενόψει, λοιπόν, του εντεινόμενου νεο-οθωμανισμού της Τουρκίας και το αέναου ερωτήματος για το ποια στρατηγική πρέπει να ακολουθεί η Ελλάδα, την απάντηση δίνει το παράδειγμα του κράτους του Ισραήλ. Πώς, λοιπόν, η Ελλάδα υιοθετώντας τις καλές πρακτικές του Ισραήλ θα ενεργήσει ως «έξυπνο κράτος» ώστε να διασφαλίσει την εθνική της κυριαρχία και την εδαφική της ακεραιότητα απέναντι σε μια ρεβιζιονιστική Τουρκία;

Το κράτος του Ισραήλ βρίσκεται καθημερινά σε άμυνα. Το ένα τρίτο του εδάφους του είναι έρημος. Περιβάλλεται από εκατοντάδες εκατομμύρια Άραβες που για δεκαετίες ήθελαν να το εξαλείψουν ενώ σήμερα το Ιράν είναι αποφασισμένο να το αφανίσει με την ανάπτυξη του πυρηνικού του προγράμματος. Το εβραϊκό κράτος πολεμά στον βορρά την Χεζμπολάχ, proxy του Ιράν που σχεδόν καθημερινά δοκιμάζει την ετοιμότητα του Ισραήλ, ενώ επιχειρεί συχνά στρατιωτικά στην Συρία για να καταστρέψει οπλοστάσια της Χεζμπολάχ. Στην δε λωρίδα της Γάζας συνυπάρχουν περισσότερες προκλήσεις όπως η Παλαιστινιακή Ισλαμική Τζιχάντ μαζί με την Χαμάς. Και όμως, το κράτος του Ισραήλ επιβιώνει παραδειγματικά, ενδυναμώνεται, και επιδεικνύει ισχυρή αποτρεπτική ικανότητα εναντίον οποιουδήποτε κρατικού ή μη-κρατικού δρώντος επιχειρεί εναντίον του.

Το εβραϊκό κράτος δεν γεννήθηκε μόνο για να προστατεύει τον λαό του μετά το Ολοκαύτωμα. Γεννήθηκε για να επιβιώσει. Για να γίνει αυτό, υπάρχει πολιτική συναντίληψη ότι πρέπει να παραμείνει ισχυρό. Η επιβίωση απαιτεί ισχυρές ένοπλες δυνάμεις, ισχυρές υπηρεσίες πληροφοριών. Στην οικονομία ο κρατικός παρεμβατισμός ελαχιστοποιείται ώστε να ξεδιπλωθούν οι ιδιωτικές εκείνες πρωτοβουλίες που μετέτρεψαν μια έρημο σε τεχνολογικό κόμβο και ειδικά στον τομέα της ασφάλειας στον κυβερνοχώρο και της αμυντικής καινοτομίας. Όμως, για να φτάσει σε αυτό το σημείο, το Ισραήλ ακολούθησε σημαντικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις, ειδικά όταν ο σημερινός Πρωθυπουργός ήταν Υπουργός Οικονομικών, και έτσι μετετράπη το Ισραήλ σε «start-up nation».

Στο βιβλίο με τίτλο Bibi, My Story, του Benjamin Netanyahu, του μακροβιότερου πρωθυπουργού του Ισραήλ, μπορεί κανείς να διακρίνει την πεμπτουσία του δόγματος του Ισραήλ: την εξάλειψη των υπαρξιακών απειλών. Για να ενισχύσει την άμυνα και την ασφάλειά του το Ισραήλ θέτει στο επίκεντρο τρία πράγματα: την δημιουργία ενός λιγότερο παρεμβατικού κράτους με ταυτόχρονη προώθηση ατομικών πρωτοβουλιών, δίνοντας προτεραιότητα στην εκπαίδευση, την αμυντική καινοτομία, τις υπηρεσίες πληροφοριών, την τεχνολογία από τη μια και την ελεύθερη αγορά από την άλλη. Επίσης, μέσω των Συμφωνιών του Αβραάμ, λειτούργησε ως παράδειγμα για τον αραβικό κόσμο αφού η συνεχιζόμενη ειρηνευτική διαδικασία με πολλά αραβικά κράτη βασίζεται επίσης στην παροχή τεχνολογικών λύσεων στον αραβικό λαό όσον αφορά τα συστήματα νερού, υγείας, επικοινωνίας και άλλα.

Στο ερώτημα, λοιπόν, της διαμόρφωσης μιας μακροχρόνιας, ρεαλιστικής στρατηγικής της Ελληνικής Δημοκρατίας, το παράδειγμα του Ισραήλ αποτελεί πυξίδα. Και παρά το γεγονός ότι πολλοί επικαλούνται ως επιχείρημα ότι η υπαρξιακή απειλή κατά του Ισραήλ είναι αυτή που αναγκάζει το εβραϊκό κράτος να λειτουργεί όχι μόνο ως υποδειγματική στρατιωτική μηχανή αλλά και να ευδοκιμεί σε πολλούς τομείς όπως οικονομία, τεχνολογία, τεχνητή νοημοσύνη κ.λπ., όταν πρόκειται για τον ελληνισμό σε Ελλάδα και Κύπρο, είναι διαφορετική η κατάσταση; Όταν οι άνθρωποι στην διαιρεμένη Λευκωσία ανοίγουν το παράθυρό τους δε βλέπουν τον κατακτητή; Οι δε γενναίοι Έλληνες που ζουν στα σύνορα και στα νησιά δε βιώνουν τις τουρκικές παραβιάσεις σε αέρα και θάλασσα ή τις βάρκες μεταναστών να χρησιμοποιούνται ως μέρος της συνεχούς στρατηγικής της Τουρκίας να εκβιάζει τόσο την Ελλάδα όσο και την Ευρωπαϊκή Ένωση;

Η Ελλάδα επί πρωθυπουργίας Κυριάκου Μητσοτάκη έχει ξεκινήσει έναν άνευ προηγουμένου αγώνα επιβίωσης, με όρους ρεαλισμού. Έχει θωρακίσει στρατιωτικά και διπλωματικά την χώρα επιδιδόμενη σε ένα αγώνα με αντίπαλο τον χρόνο, κατά τον οποίο αποκτήθηκαν υπερσύγχρονοι εξοπλισμοί ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις για ακόμα πιο εξελιγμένα οπλικά συστήματα. Επιπλέον, η αποφασιστικότητα στην ανάπτυξης της δικής της στρατιωτικής βιομηχανίας σε συνεργασία με κρατικά πανεπιστήμια αποτιμάται στα θετικά. Αυτό, όμως, δεν είναι αρκετό. Χρειάζονται περισσότερα για να αντιμετωπιστούν οι μελλοντικές προκλήσεις. Δεδομένου ότι σε περίπτωση πολέμου κανείς δε θα συνδράμει, παρά μόνο η ίδια η Ελλάδα με την σκληρή ισχύ της, η χώρα καλείται έστω και τώρα να λάβει γενναίες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Η Ελλάδα πρέπει να ακολουθήσει το ισραηλινό παράδειγμα: ελεύθερη αγορά σε συνδυασμό με επενδύσεις στην υψηλή τεχνολογία.

Οι δείκτες της οικονομίας της Ελλάδος μπορεί να ήταν στους καλύτερους της Ευρώπης για το έτος 2022 αλλά δε φαίνεται να λύνουν θεμελιώδη προβλήματα όπως η ανεργία, η ακρίβεια, η βόμβα του δημογραφικού και η ποιότητα της ζωής. Το κράτος εξακολουθεί να είναι ο τροφοδότης μέσω επιδομάτων του ιδιωτικού τομέα για την ανάκαμψη της εργασίας ενώ οι μισθοί είναι δυσανάλογοι του κόστους ζωής. Επομένως, ο μόνος συνδυασμός, όπως δείχνει το ισραηλινό παράδειγμα, είναι οι μεταρρυθμίσεις για μια πραγματικά ελεύθερη οικονομία που θα παράξει πλούτο.

Όπως όλα προμηνύουν, ο σουλτάνος Ερντογάν θα επανεκλεγεί και ως ορθολογικός δρων θα συνεχίσει τη σχεδιασθείσα στρατηγική του. Ενόψει του 2023 και έπειτα, και δεδομένης της απειλής του αυξανόμενου νεο-οθωμανισμού η Ελλάδα χρειάζεται όχι μόνο πολιτική σταθερότητα αλλά και μια υψηλή στρατηγική που θα ακολουθείται ανεξαιρέτως ηγεσίας.

Το ελληνικό έθνος, με κληρονομιά που έχει τις ρίζες του βαθιά στους αιώνες, πρέπει να γίνει ένα έθνος με σκοπό. Η Ελλάδα για πάνω από μια δεκαετία διαμορφώνει σταθερά διμερή ή πολυμερή σχήματα στην Ανατολική Μεσόγειο, ωστόσο, αυτό δεν είναι αρκετό. Πρέπει να εμβαθύνει τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ και να γίνει, μαζί με το Ισραήλ, ο πολύτιμος εταίρος της Αμερικής στην περιφερειακή άμυνα και ασφάλεια. Πρέπει επίσης να αυξήσει την εμπλοκή της στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ και να αναλάβει πρωτοβουλίες όχι μόνο για τις σχέσεις των κρατών EastMed-ΕΕ αλλά και στα Βαλκάνια όπου η τουρκική στρατιωτική και πολιτική διείσδυση είναι παρούσα εδώ και δεκαετίες. Τέλος, οφείλει να προβεί στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για μια πραγματικά ελεύθερη αγορά που σε συνδυασμό με επενδύσεις στην υψηλή τεχνολογία θα δημιουργήσουν μια ισχυρή οικονομία, η οποία θα διασφαλίζει πρωτίστως το κατά Παναγιώτη Κονδύλη «γεωπολιτικό δυναμικό», και έπειτα την καινοτομία, την άμυνα και την ασφάλεια του κράτους.

Κλείνοντας με τα λόγια του Βενιαμίν Νετανιάχου: «Είχαμε τεχνολογία γιατί έπρεπε να επιβιώσουμε, για να επιβιώσουμε χρειαζόμασταν στρατό, για να έχουμε στρατό χρειαζόμασταν υπηρεσία πληροφοριών, για να έχουμε πληροφορίες πήραμε τα πιο λαμπρά μυαλά μας στο στρατό και τους αφήσαμε να περιηγηθούν στους αυτοκινητόδρομους πληροφοριών για να αναπτύξουν κάθε είδους αλγόριθμους και ούτω καθεξής» [1].

Παραπομπές:
[1] Benjamin Netanyahu’s interview for Hoover Institute, ““Bibi: My Story,” Benjamin Netanyahu on His Life and Times”, Tel Aviv, Israel, on December 4, 2022, available at: https://www.youtube.com/watch?v=6nyf2hFbEfE

Copyright © 2023 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition