Διφορούμενες πολιτικές | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Διφορούμενες πολιτικές

Η απειλή τού λαϊκισμού στην φιλελεύθερη δημοκρατία

Ένα τέταρτο και τελευταίο είδος δεξιών λαϊκιστών έχει έξυπνα αποστασιοποιηθεί από τον εθνικισμό, την παραδοσιοκρατία, και τον αντι-κρατικισμό θεωρώντας τα μέλη του ως υπερασπιστές των φιλελεύθερων αξιών. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η κινδυνολογική προπαγάνδα για «υφέρπουσα σαρία» - μια κρυφή εκστρατεία που φέρεται να προσπαθεί να επιβάλει τον ισλαμικό νόμο στις Ηνωμένες Πολιτείες - συνήθως προέρχεται από τους συντηρητικούς που τοποθετούν τους εαυτούς τους ως υπερασπιστές των χριστιανικών αξιών. Αντίθετα, το είδος τής ισλαμοφοβίας που έχει κερδίσει έδαφος σε πολλά μέρη τής Ευρώπης ενδύει παρόμοιες προκαταλήψεις με τον μανδύα τής υπεράσπισης του φιλελευθερισμού. Αυτός ο άξονας λαϊκισμού προειδοποιεί ότι οι μουσουλμάνοι μετανάστες και οι πολιτικές ελίτ που τους «ικανοποιούν», απειλούν την ελευθερία των άλλων πολιτών να ζουν όπως εκείνοι θέλουν. Όπως είπε ο Fortuyn, ο ανοιχτά gay Ολλανδός πολιτικός που ήταν ένας πρώιμος εκπρόσωπος της φιλελεύθερης ισλαμοφοβίας, «θεωρώ [το Ισλάμ] μια καθυστερημένη κουλτούρα. Έχω ταξιδέψει πολύ στον κόσμο. Και όπου κυβερνά το Ισλάμ, είναι απλά φοβερό. … Λοιπόν, κοιτάξτε την Ολλανδία. Σε ποια χώρα θα μπορούσε ένας πολιτικός ηγέτης ενός τέτοιου μεγάλου κινήματος όπως το δικό μου, να είναι ανοιχτά ομοφυλόφιλος;».

Εμπνευσμένοι από αυτήν την επιθετική γραμμή, οι φιλελεύθεροι ισλαμόφοβοι έχουν δρέψει καρπούς σε όλη την Γαλλία, την Γερμανία, τις σκανδιναβικές χώρες - και ακόμη και στο Κεμπέκ - κατά την τελευταία δεκαετία. Όσο και αν μπορεί να είναι ανειλικρινείς οι επικλήσεις αυτών των ισλαμόφοβων στον φιλελευθερισμό, η ικανότητά τους να ενδύουν τις προκαταλήψεις τους με αξιοσέβαστη - ακόμα και ευγενική - γλώσσα ανεκτικότητας κάνει αυτή την ομάδα την πιο επικίνδυνη από τα σημερινά λαϊκιστικά κινήματα.

ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΝΟΙΑ

Σε αντίθεση με τη Νέα Αριστερά, της οποίας οι επικρίσεις αντι-κουλτούρας διαμόρφωσαν τον λαϊκισμό τής δεκαετίας τού 1960 και του 1970, οι αριστεροί λαϊκιστές απολαμβάνουν σήμερα μια αναβίωση στις δυτικές δημοκρατίες που είναι επικεντρωμένες στα οικονομικά θέματα. Σε αντίθεση με πολλούς από τους ομολόγους τους στην δεξιά, των οποίων οι πλατφόρμες βασίζονται σε διογκωμένες ή εφευρεθείσες απειλές, έχουν την τάση να επικεντρώνονται σε πολύ πραγματικά προβλήματα: Την διακυβέρνηση και την εταιρική διαφθορά, την αυξανόμενη οικονομική ανισότητα, την μείωση της κοινωνικής κινητικότητας, και την στασιμότητα του βιοτικού επιπέδου. Η πιο ορατή ενσάρκωση αυτής της σκέψης ήταν το κίνημα Occupy Wall Street, το οποίο συσπειρώθηκε γύρω από το «99 τοις εκατό» των ανθρώπων που αγωνίζονται κάτω από την φτέρνα των υπερπλούσιων του «ένα τοις εκατό». Μια παρόμοια μορφή οικονομικού λαϊκισμού ζωντανεύει κόμματα διαμαρτυρίας στην Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένου του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα και του ιταλικού κινήματος των Πέντε Αστέρων, τα οποία έχουν υπερασπιστεί λυσσαλέα το παραδοσιακό κράτος πρόνοιας και απέρριψαν τα μέτρα λιτότητας που επιβλήθηκαν στην Αθήνα και την Ρώμη - συχνά κατ’ εντολή των Βρυξελλών ή του Βερολίνου - στον απόηχο της κρίσης τού ευρώ.

Αυτοί οι οικονομικοί λαϊκιστές έχουν δίκιο να επισημαίνουν ότι οι σύγχρονες δημοκρατίες απέχουν από το να είναι άψογες. Αφημένη στην τύχη της, η καπιταλιστική δημοκρατία έχει την τάση να δίνει μεγαλύτερη εξουσία στα χέρια των ήδη ισχυρών, και περισσότερο πλούτο στα χέρια των ήδη πλουσίων. Για να αντισταθμίσουν αυτήν την σταδιακή διάβρωση της οικονομικής και πολιτικής δικαιοσύνης, οι δημοκρατίες χρειάζονται περιστασιακές εκρήξεις τής λαϊκής οργής. Υπό αυτή την έννοια, ο αριστερός λαϊκισμός μπορεί να είναι μια σημαντική διορθωτική δύναμη στους ιδιοτελείς πειρασμούς στους οποίους είναι πιθανό να υποκύψει οποιαδήποτε ελίτ με την πάροδο του χρόνου.

Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι τα προβλήματα τα οποία τους συνεγείρουν είναι γνήσια, οι αριστεροί λαϊκιστές, όπως οι δεξιόστροφες ομάδες, διασχίζουν την φαντασία, όταν πρόκειται για λύσεις - κυρίως γιατί υποτιμούν το πόσο βαθιές είναι οι ρίζες τής σύγχρονης οικονομικής δυσπραγίας. Κατηγορούν τις παγιωμένες ελίτ για την εκτεταμένη φτώχεια και προωθούν τον μύθο ότι ο αγώνας για την οικονομική δικαιοσύνη μπορεί να κερδηθεί απλά με την αντίσταση στις μεγάλες τράπεζες (στις Ηνωμένες Πολιτείες), ή με την αντίσταση στο Βερολίνο (στην Ευρώπη), ή στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (και στις δυο περιοχές). Απλώς εάν οι εθνικές κυβερνήσεις έχουν την δυνατότητα να προχωρήσουν στην έντιμη αναδιανομή τού πλούτου και την επέκταση των προγραμμάτων κοινωνικής πρόνοιας, λένε, τα οικονομικά των απλών πολιτών θα βελτιωθούν γρήγορα.

Αλλά η πραγματικότητα είναι ότι πολλά από τα προβλήματα που επισημαίνουν οι αριστεροί λαϊκιστές έχουν προκύψει από μεγάλης κλίμακας δυνάμεις, όπως είναι η τεχνολογική καινοτομία, οι δημογραφικές αλλαγές και η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας. Η άνοδος των ψηφιακών τεχνολογιών και το ολοένα και καλύτερα εκπαιδευμένο εργατικό δυναμικό στην Αφρική, την Ασία και την Λατινική Αμερική, για παράδειγμα, έχουν μειώσει την παγκόσμια ζήτηση για βορειοαμερικανική και δυτικοευρωπαϊκή εργασία. Ομοίως, τα δημόσια συνταξιοδοτικά συστήματα βρίσκονται υπό πίεση όχι μόνο επειδή οι πολιτικοί δεν έχουν την θέληση να τα χρηματοδοτήσουν, αλλά επίσης επειδή οι δυτικές κοινωνίες γηράσκουν ραγδαία: Το 1960, ο πληθυσμός τής Ιταλίας είχε μέση ηλικία 31,2. Το 2020, προβλέπεται να είναι 46,2.

Οι οικονομικοί λαϊκιστές λανθασμένα πιστεύουν ότι η ταπείνωση των εδραιωμένων συμφερόντων θα ήταν αρκετή για μια επιστροφή στις χρυσές ημέρες τού πρόσφατου παρελθόντος. Αλλά η διάσωση των γενναιόδωρων κρατών πρόνοιας της Βόρειας Αμερικής και της Δυτικής Ευρώπης θα απαιτήσει μια νέα προσέγγιση, όχι μια επίμονη υπεράσπιση του μη βιώσιμου στάτους κβο. Αρνούμενοι αυτήν την μπερδεμένη πραγματικότητα, οι αριστεροί λαϊκιστές είναι εξίσου λάθος όσο και οι δεξιοί ομόλογοί τους.

ΠΑΘΟΣ ΧΩΡΙΣ ΥΠΟΘΑΛΨΗ