Ενώ ο κόσμος κοιμάται, η Myanmar καίγεται | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ενώ ο κόσμος κοιμάται, η Myanmar καίγεται

Η τελευταία κρίση των Rohingya

Η πιο ευγενική ανάγνωση της στάσης της Aung San Suu Kyi είναι ότι αν ακολουθούσε μια πιο σκληρή γραμμή κατά των δυνάμεων ασφαλείας μπορεί να έβλαπτε την δημοκρατική μετάβαση της Μιανμάρ. Ωστόσο, όπως πρόσφατα κατέστησε σαφές η Ομάδα Διεθνούς Κρίσης (International Crisis Group) [19], αυτό που απειλεί περισσότερο την νεοσύστατη δημοκρατία της Μιανμάρ είναι ακριβώς η αποτυχία της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει την βία. Η αποτυχία να μιλήσει ανοιχτά, ακόμα και αν δεν σταματήσει την βία, νομιμοποιεί τις παραβιάσεις που διαπράττονται κατά των Ροχίνγκια και ενισχύει τις αρνητικές αντιλήψεις για αυτούς και τους Μουσουλμάνους εν γένει στον ευρύτερο πληθυσμό της Μιανμάρ. Οι ριζοσπάστες Βουδιστές εθνικιστές χρησιμοποιούν την κρίση για να αναζωπυρώσουν τις φλόγες του αντι-μουσουλμανικού αισθήματος στην υπόλοιπη χώρα. Αυτό θα μπορούσε πολύ γρήγορα να κλιμακωθεί σε εκτεταμένη αντι-μουσουλμανική βία, όπως συνέβη το 2012 και το 2013, γεγονός που θα ήταν εξαιρετικά αποσταθεροποιητικό για την Μιανμάρ.

Η βία στο κρατίδιο Rakhine βλάπτει επίσης την διεθνή φήμη της Μιανμάρ. Στις 13 Σεπτεμβρίου, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ έκανε την πρώτη του δήλωση για την Μιανμάρ [20] σε διάστημα εννέα ετών, εκφράζοντας «ανησυχία για τις αναφορές περί υπερβολικής βίας κατά την διάρκεια των επιχειρήσεων ασφαλείας». Επιπλέον, η κρίση έχει διαβρώσει σημαντικά την διεθνή καλή πίστη που η κυβέρνηση της Aung San Suu Kyi είχε απολαύσει από την ανάληψη της εξουσίας τον Μάρτιο του 2016 και υπονόμευσε τις σχέσεις της Μιανμάρ με τις χώρες μουσουλμανικής πλειοψηφίας. Τα ομόλογα κράτη από τον Σύνδεσμο των Χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας (Association of Southeast Asian Nations, ASEAN) Ινδονησία και Μαλαισία, καθώς και η Τουρκία και το Πακιστάν, έχουν καταδικάσει την βία στην Μιανμάρ. Στις 19 Σεπτεμβρίου, η Ινδονησία έσπασε την αρχή του ASEAN περί μη παρέμβασης [ενός κράτους στις εσωτερικές υποθέσεις ενός άλλου] κάνοντας έκκληση για ένα ψήφισμα [21] σχετικά με την κρίση των Rohingya στην Μιανμάρ. (Δεδομένων των αντιρρήσεων της Μιανμάρ, το ψήφισμα απέτυχε να περάσει).

ΞΥΠΝΩΝΤΑΣ

Όπως επιχειρηματολόγησα παλαιότερα [22] στο Foreign Affairs, αν και κάποιοι θεωρούν την Aung San Suu Kyi μια αγία και οι πρόσφατες εξελίξεις έχουν οδηγήσει άλλους να την χαρακτηρίσουν αμαρτωλή, αυτή η ίδια έχει ισχυριστεί μόνο ότι είναι πολιτικός. Η διεθνής κοινότητα πρέπει να την βοηθήσει να αναγνωρίσει την πολιτική επιταγή της ανάληψης άμεσης δράσης για την αντιμετώπιση της βίας στο κρατίδιο Rakhine. Ο στρατός της Μιανμάρ, ο οποίος θεωρεί τον εαυτό του θεματοφύλακα του έθνους, πρέπει επίσης να φτάσει να δει το πώς οι ενέργειές του βλάπτουν τη Μιανμάρ. Ο στόχος πρέπει να είναι να διασφαλιστεί ότι οι βαναυσότητες θα σταματήσουν, οι πολίτες να μπορούν να επιστρέψουν στα σπίτια τους και να αποκατασταθεί η πρόσβαση στους ανθρωπιστικούς και τους διεθνείς παρατηρητές. Σε περίπτωση αποτυχίας της πειθούς, η διεθνής κοινότητα πρέπει να εξετάσει σοβαρά πιο σκληρά μέτρα [23], όπως οι στοχοθετημένες κυρώσεις. Ωστόσο, οι πολιτικοί και οι στρατηγικοί παράγοντες είναι πιθανόν να περιπλέξουν την εικόνα.

Πρώτον, υπάρχει μια πραγματική αναγνώριση μεταξύ των διεθνών παρατηρητών ότι ακόμη και μια αμαυρωμένη Aung San Suu Kyi μπορεί να είναι η λιγότερο κακή επιλογή για τη Μιανμάρ, δεδομένης της ιστορίας της με τις συγκρούσεις και την στρατιωτική κυριαρχία. Τούτου λεχθέντος, κοιτάζοντας την τρέχουσα κατάσταση στο κρατίδιο Rakhine, κάποιος θα μπορούσε να δικαιολογηθεί για το ότι σκέφθηκε πως μια εξουσιαστική και καταπιεστική κυβέρνηση, αντί μιας βραβευμένης με Νόμπελ Ειρήνης, είναι στην ηγεσία της χώρας.

Μια άλλη σκέψη, ειδικά για τις Ηνωμένες Πολιτείες, είναι ότι μια σκληρή απάντηση θα μπορούσε να παραχωρήσει στρατηγική επιρροή στην Κίνα, η οποία είναι απίθανο να πιέσει τη Μιανμάρ για ανθρωπιστικούς λόγους. Το Πεκίνο επιδιώκει να επανακτήσει την προηγούμενη θέση του στην χώρα και, όπως ισχυρίζεται ο Sean Keeley στο The American Interest, η κρίση παρουσιάζει «ένα άνοιγμα [24] για το Πεκίνο ώστε να παρουσιάσει τον εαυτό του ως έναν χρήσιμο και μη επικριτικό εταίρο».

Τέλος, φαίνεται ότι υπάρχει ελάχιστη όρεξη στην διεθνή κοινότητα για πιο ισχυρή παρέμβαση. Αυτό εξηγεί γιατί οι χώρες δεν έχουν καταδικάσει την βία με τους όρους που χρησιμοποιούνται από διεθνείς οργανώσεις δικαιωμάτων: Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να προκαλέσει ηθικές και νομικές υποχρεώσεις. Η διεθνής κοινότητα, μέσω του ΟΗΕ, έχει την ευθύνη [25] να χρησιμοποιήσει τα κατάλληλα διπλωματικά, ανθρωπιστικά και άλλα ειρηνικά μέσα για να προστατεύσει τους πληθυσμούς από «γενοκτονία, εγκλήματα πολέμου, εθνοκάθαρση και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας» και, όπου τα ειρηνικά μέσα είναι «ανεπαρκή», να αναλάβει συλλογική δράση μέσω του Συμβουλίου Ασφαλείας.

Παρά τις εκτιμήσεις αυτές, το να μην γίνει τίποτα δεν αποτελεί επιλογή ενόψει μιας εξελισσόμενης ανθρωπιστικής κρίσης που κατατρώει την αξιοπιστία της διεθνούς κοινότητας και απειλεί την περιφερειακή και διεθνή ειρήνη και σταθερότητα. Η κρίση επιβαρύνει τις ικανότητες των γειτονικών χωρών που δεν είναι καλά εξοπλισμένες για να αντιμετωπίσουν την εισροή προσφύγων˙ υπονομεύει την ενότητα του ASEAN, κάτι που με την σειρά του θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει την Ασία˙ εμβαθύνει τις θρησκευτικές διαχωριστικές γραμμές˙ και αυξάνει τον κίνδυνο βίαιου εξτρεμισμού.

Εν ολίγοις, υπάρχουν ηθικές επιταγές και επιταγές συμφέροντος, ώστε η διεθνής κοινότητα να είναι πιο ενεργητική στο να διασφαλίσει ότι η βία θα σταματήσει. Πρέπει να αφυπνιστεί σε σχέση με αυτό το γεγονός, και να ενεργήσει αναλόγως.

Copyright © 2017 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/burma-myanmar/2017-09-28/while-w...