Προς νέα ανατροπή των ισορροπιών στην Ανατολική Μεσόγειο | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Προς νέα ανατροπή των ισορροπιών στην Ανατολική Μεσόγειο

Πώς η τουρκική επέμβαση στην Συρία μπορεί να απειλήσει την συνοχή του άξονα Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ

Το μακρινό 1958 αποτελεί ένα εξαιρετικό παράδειγμα, που καλό θα ήταν να μην αγνοείται. Τότε, η νασερική Αίγυπτος –ο ισχυρότερος στρατιωτικά αντίπαλος του Ισραήλ εκείνη την εποχή– σχημάτισε με την Συρία την Ηνωμένη Αραβική Δημοκρατία. Αυτό το δεδομένο άλλαξε τις ισορροπίες στην περιοχή, με το Ισραήλ εν μια νυκτί να βλέπει τα βόρεια σύνορά του να ελέγχονται από το Κάιρο. Το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς, το καθεστώς Νάσερ έθεσε σε εφαρμογή ένα πολύ φιλόδοξο σχέδιο: Να θέσει υπό τον έλεγχό του την Ιορδανία και τον Λίβανο, υποκινώντας στρατιωτικά πραξικοπήματα στο Αμμάν και στην Βηρυτό. Εάν τα φιλονασερικά κινήματα πετύχαιναν το σκοπό τους, το Ισραήλ θα βρισκόταν ουσιαστικά περικυκλωμένο από καθεστώτα που θα στηρίζονταν από τη νασερική Αίγυπτο, και θα ήταν πλέον ζήτημα χρόνου η πραγματοποίηση μιας συγχρονισμένης αραβικής επίθεσης που θα είχε πολλές πιθανότητες επιτυχίας. Το καλοκαίρι του 1958 η Βρετανία και οι ΗΠΑ επενέβησαν στρατιωτικά –στην Ιορδανία και στον Λίβανο αντίστοιχα– και ουσιαστικά όχι μόνο διατήρησαν τα φιλοδυτικά καθεστώτα των χωρών εκείνων αλλά παράλληλα κατέδειξαν στην ισραηλινή ηγεσία την ανάγκη να ανεύρει άμεσα νέες εναλλακτικές ασφαλείας σε περιφερειακό επίπεδο.

Εκείνη την εποχή, οι διμερείς σχέσεις Ισραήλ-Τουρκίας διήγαν μια μακρά περίοδο διπλωματικής κρίσης. Η Τουρκία, με την ενθάρρυνση των ΗΠΑ, είχε ήδη αναλάβει τον ρόλο του φιλοδυτικού διαμεσολαβητή, που καλείτο να «συνετίσει» τρόπον τινά τον αραβικό κόσμο να αποδεχθεί το τετελεσμένο της ύπαρξης του Ισραήλ στην περιοχή. Ωστόσο, η Άγκυρα θα έπρεπε πρωτίστως να εξασφαλίσει κατ’ αρχάς την εν γένει εμπιστοσύνη των Αράβων, αποδεικνύοντας ότι σέβεται βασικά ιδεολογικά μέτρα και σταθμά. Τουρκικές αντι-ισραηλινές κορώνες εκτοξεύονταν ήδη από τα μέσα του 1955, με αποκορύφωμα τις δηλώσεις του Προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας, Τζελάλ Μπαγιάρ, όταν κατά την διάρκεια επίσημης επίσκεψής του στην Ιορδανία τον Νοέμβριο του 1955 δήλωνε ότι «ο τουρκικός στρατός θα ήταν έτοιμος να δώσει μάχες μαζί με τον ιορδανικό, για να αποκρούσουν από κοινού κάθε εχθρό», υπονοώντας το Ισραήλ. Έτσι, όταν ξέσπασε η Κρίση του Σουέζ τον Οκτώβριο του 1956 (κατά την οποία Ισραήλ, Βρετανία και Γαλλία εισέβαλαν στη νασερική Αίγυπτο, γεγονός που αμέσως καταδίκασαν ΕΣΣΔ και ΗΠΑ), στην Τουρκία και στον αραβικό κόσμο ήδη είχε ωριμάσει κατάλληλα το κλίμα ώστε η Άγκυρα να αποφασίσει να ανακαλέσει τον Πρέσβη της από το Τελ Αβίβ, ως ένδειξη έντονης απαξίας προς το Ισραήλ, και παράλληλα –ως απόδειξη αλληλεγγύης προς τους Άραβες.

Εκείνο το ταραγμένο καλοκαίρι του 1958, το Ισραήλ καλείτο να ανεύρει άμεσα εναλλακτικές περιφερειακές συμμαχίες. Όπως υπεδείκνυε η κοινή λογική, η Τουρκία πληρούσε τις απαραίτητες γεωστρατηγικές προϋποθέσεις για να χρησιμεύσει ως το πλέον αποτελεσματικό «μαξιλάρι ασφαλείας» για το ευάλωτο Ισραήλ. Έτσι, τον Αύγουστο του 1958, πραγματοποιήθηκε υπό άκρα μυστικότητα στην Άγκυρα η ιστορική πια συνάντηση των πρωθυπουργών Δαυίδ Μπεν-Γκουριόν και Αντνάν Μεντερές, η οποία και αποτέλεσε την επισφράγιση πολλαπλών παρασκηνιακών επαφών που είχαν προηγηθεί κάποιους μήνες πριν στην Ρώμη και στην Ελβετία μεταξύ ανωτάτων διπλωματών αμφοτέρων των χωρών. Η επαναπροσέγγιση Ισραήλ-Τουρκίας τον Αύγουστο του 1958, αν και δεν οδήγησε στην πλήρη εξομάλυνση των διμερών τους διπλωματικών σχέσεων (σ.σ. η Τουρκία –όπως άλλωστε και η Ελλάδα– αποκατέστησε πλήρως τις διπλωματικές της σχέσεις με το Ισραήλ μετά την ειρηνευτική διάσκεψη της Μαδρίτης στις αρχές της δεκαετίας του 1990), έθεσε τις βάσεις για έναν άτυπο μεν, αλλά υπαρκτό άξονα συμμαχίας που διατηρήθηκε ενεργός και αποτελεσματικός έως και το αιματηρό επεισόδιο του Mavi Marmara στα τέλη Μαΐου 2010.

Αν και το ακριβές περιεχόμενο της λεγόμενης «μυστικής συμφωνίας συμμαχίας» μεταξύ Μπεν-Γκουριόν και Μεντερές παραμένει ακόμα άγνωστο, η ακολουθία των ως άνω γεγονότων είναι γνωστή και δεν πιστοποιείται μόνο από το διαθέσιμο αρχειακό υλικό, αλλά και από μια απλή ανάγνωση της επικαιρότητας των δεκαετιών που μεσολάβησαν.

Ωστόσο, υπάρχει ένα σημαντικό γεγονός που βγήκε πρόσφατα στο φως, κατόπιν αρχειακής έρευνας που πραγματοποιήθηκε από τον γράφοντα στο Κρατικό Ισραηλινό Αρχείο κατά το διάστημα 2012-2014, και που λεπτομερώς περιγράφεται στην μονογραφία «Κύπρος, το Γειτονικό Νησί – Το Κυπριακό μέσα από τα Κρατικά Αρχεία του Ισραήλ, 1946-1960» (εκδόσεις Παπαζήση, 2018). Σύμφωνα με το ισραηλινό αρχειακό υλικό, που αποχαρακτηρίστηκε το 2013 από το Κρατικό Αρχείο του Ισραήλ, η Τουρκία, προκειμένου να ανταποκριθεί θετικά στο αίτημα του Ισραήλ να ληφθούν ποικίλα μέτρα εκ μέρους της Άγκυρας που θα εξασφάλιζαν την εδαφική του ακεραιότητα, ζήτησε την συνδρομή της ισραηλινής διπλωματίας σε επίπεδο ΟΗΕ. Συγκεκριμένα, στην επικείμενη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, στα τέλη του 1958, είχε προγραμματισθεί να συζητηθεί ακόμα μια φορά το Κυπριακό. Ενώ θεωρείτο δεδομένο ότι οι τουρκικές μεθοδεύσεις θα στηρίζονταν από τις σημαντικότερες χώρες της Δύσης, η Τουρκία δεν ήταν σε θέση τότε να επηρεάσει υπέρ της τις παραδοσιακά αντι-αποικιακές χώρες της Λατινικής Αμερικής. Πέραν των ιδεολογικών διαφορών που χώριζαν την Τουρκία από εκείνες τις χώρες, η τουρκική διπλωματία ήταν τυπικά απούσα στις λατινοαμερικανικές πρωτεύουσες. Αντιθέτως, η διπλωματική και πολιτική επιρροή που ασκούσε τότε η Ελλάδα ήταν πολύ σημαντικότερη και ουσιαστικότερη. Παράλληλα, όμως, και το Ισραήλ είχε αναπτύξει ευρύτατο δίκτυο επαφών στην Λατινική Αμερική, που ήταν σε θέση να προκαλέσει την διάσπαση του λεγόμενης «λατινοαμερικανικής ομάδας ψήφων» που παραδοσιακά εξέφραζε μια γνήσια αντι-αποικιακή ατζέντα, και υποστήριζε σθεναρά τα αιτήματα της Ελλάδας και των Ελληνοκυπρίων τόσο στον ΟΗΕ όσο και σε άλλα διεθνή φόρα.