Η Δυτική Ευρώπη εξακολουθεί να υστερεί στα ανατολικά του ΝΑΤΟ | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Η Δυτική Ευρώπη εξακολουθεί να υστερεί στα ανατολικά του ΝΑΤΟ

Το να αποτραπεί η Ρωσία απαιτεί περισσότερα από απλές υποσχέσεις
Περίληψη: 

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία θα πρέπει τελικά να καταρρίψει τη μυθοπλασία ότι η διατήρηση σημαντικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ δυτικά της Γερμανίας θα οδηγήσει σε οτιδήποτε άλλο εκτός από τον στρατιωτικό καιροσκοπισμό της Ρωσίας.

Ο A. WESS MITCHELL είναι επικεφαλής και συνιδρυτής της Marathon Initiative. Διετέλεσε βοηθός υπουργός Εξωτερικών για την Ευρώπη και την Ευρασία από το 2017 έως το 2019.

Περισσότερο από έναν χρόνο μέσα στον μεγαλύτερο χερσαίο πόλεμο από το 1945, η Ευρώπη δεν έχει ακόμη αρχίσει να ασχολείται σοβαρά με την υπεράσπιση των ανατολικών συνόρων της. Οι Δυτικοευρωπαίοι σύμμαχοι εξακολουθούν να μην κάνουν αρκετά για να προστατεύσουν τα ανατολικά εδάφη που εντάχθηκαν στο ΝΑΤΟ πριν από σχεδόν δύο δεκαετίες.

06072023-1.jpg

Γάλλος στρατιώτης στην Σμαρντάν, στην Ρουμανία, τον Ιανουάριο του 2023. George Calin / Inquam Photos / Reuters
------------------------------------------

Στην αρχή, αυτό μπορεί να ακούγεται σαν ένας εκπληκτικός ισχυρισμός. Εδώ και μήνες, υπάρχει μια συνεχής ροή αναφορών σχετικά με το πώς η Ευρώπη επιτέλους αφυπνίζεται απέναντι στην απειλή από την Ρωσία. Στην σύνοδο κορυφής του στη Μαδρίτη το περασμένο καλοκαίρι, το ΝΑΤΟ παρουσίασε σχέδια για την ενίσχυση της ανατολικής άμυνάς του, μεταξύ άλλων με την επέκταση των δυνάμεων υψηλής ετοιμότητας του ΝΑΤΟ σχεδόν στο δεκαπλάσιο και την επέκταση των πολυεθνικών ομάδων μάχης που έχουν αναπτυχθεί στην Πολωνία και τις χώρες της Βαλτικής σε σχηματισμούς μεγέθους ταξιαρχίας (αύξηση από περίπου 1.500 σε 5.000 στρατιώτες σε κάθε τοποθεσία).

Αλλά έναν χρόνο αργότερα, οι υποσχέσεις αυτές παραμένουν σε μεγάλο βαθμό ανεκπλήρωτες. Από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, η παρουσία στρατευμάτων της Γερμανίας στα ανατολικά του ΝΑΤΟ αυξήθηκε από 653 στρατιώτες σε 2.225, της Γαλλίας από 300 σε 969, και της Ολλανδίας από 270 σε 595. (Τα στρατεύματα της Ιταλίας, εν τω μεταξύ, έχουν αυξηθεί από 350 σε 385.) Αυτά ίσως να ακούγονται εντυπωσιακά νούμερα συνολικά -μέχρι να σκεφτεί κανείς ότι την ίδια περίοδο, οι Ηνωμένες Πολιτείες αύξησαν την παρουσία των στρατευμάτων τους στην Ανατολική Ευρώπη από 5.000 σε περίπου 24.000, τα Ανατολικά μέλη του ΝΑΤΟ έχουν προβεί σε ιστορικές ενισχύσεις που θα κάνουν την Πολωνία να διαθέτει σύντομα περισσότερα άρματα μάχης από όσα όλη η Δυτική Ευρώπη μαζί, και η Ουκρανία έχει σήμερα σχεδόν κάθε αρτιμελή άνδρα -και πολλές γυναίκες- ετοιμοπόλεμους.

Η ανισότητα των προσπαθειών είναι εν μέρει το υποπροϊόν των καλά τεκμηριωμένων ανεπαρκειών των δυνατοτήτων της Δυτικής Ευρώπης. Αλλά οι ρίζες της βρίσκονται βαθύτερα, σε ένα μείγμα επώδυνης ιστορίας, διαφορετικών αντιλήψεων για τις απειλές, και παλαιών ταμπού για την αποφυγή του ανταγωνισμού με την Ρωσία στην πρώην σφαίρα επιρροής της. Από την αρχή, η Δυτική Ευρώπη ήταν απρόθυμη στο να υπερασπιστεί το έδαφος των ανατολικών μελών της Ευρώπης με το ίδιο επίπεδο δέσμευσης με το οποίο υπερασπίστηκε την Δυτική Γερμανία κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι ανατολικοί σύμμαχοι του ΝΑΤΟ στερήθηκαν τα πλήρη οφέλη της ιδιότητας του μέλους, με τη μορφή σημαντικών συμβατικών αναπτύξεων, μόνιμων βάσεων, και συμμετοχής στο πρόγραμμα κοινής χρήσης πυρηνικών του ΝΑΤΟ, τα οποία παραχωρήθηκαν στα προηγούμενα μέλη.

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία θα έπρεπε να το έχει αλλάξει αυτό. Ωστόσο, παρόλο που ο πόλεμος έκανε πολλά για να πάρει η Δυτική Ευρώπη στα σοβαρά το θέμα της άμυνας, το ΝΑΤΟ εξακολουθεί να δεσμεύεται από πολλούς από τους ίδιους παλιούς αυτοδημιουργημένους περιορισμούς. Η επανεξέταση αυτών των ταμπού είναι τώρα πιο επείγουσα από ποτέ, καθώς οι ρωσικές φιλοδοξίες αποκαλύφθηκαν και νέα μέλη -σήμερα η Φινλανδία, αύριο η Σουηδία, και ίσως τελικά η Ουκρανία- προστίθενται στους κόλπους του. Η διασφάλιση της ασφάλειας αυτού του διευρυμένου ανατολικού σκέλους εξαρτάται από το να αποδεχθούν τα μεγαλύτερα κράτη της Ευρώπης ευθύνες έξω από την άνεσή τους. Αν οι σύμμαχοι μπορέσουν να βρουν την σωστή φόρμουλα αυτήν την φορά, αυτό θα έχει οφέλη όχι μόνο για την αποτροπή στην Ευρώπη αλλά και στον Ινδο-Ειρηνικό.

ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΕΠΙΦΥΛΑΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Οι ενδοιασμοί της Δυτικής Ευρώπης σχετικά με την ανατολική πλευρά του ΝΑΤΟ έχουν βαθιές ρίζες. Αμέσως μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, υπήρχε η ανησυχία στις πρωτεύουσες της Δυτικής Ευρώπης ότι η πολύ τολμηρή δραστηριοποίηση στα εδάφη του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας θα προκαλούσε την ρωσική εχθρότητα. Ειδικά η Γαλλία είχε εκφράσει αμφιβολίες σχετικά με την διεύρυνση, και η Γερμανία τάχθηκε υπέρ της προσθήκης της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Ουγγαρίας, και της Πολωνίας (η Σλοβακία ήρθε αργότερα), αλλά μοιράστηκε την επιθυμία να αποφευχθεί ο ανταγωνισμός με την Ρωσία.

Το 1997, σε μεγάλο βαθμό ως αποτέλεσμα αυτών των ανησυχιών, η συμμαχία διαπραγματεύτηκε την Ιδρυτική Πράξη ΝΑΤΟ-Ρωσίας. Σε αντίθεση με τους ρωσικούς ισχυρισμούς, το έγγραφο αυτό δεν ισοδυναμούσε με αποκήρυξη της επέκτασης του ΝΑΤΟ. Αυτό που έκανε, ωστόσο, ήταν να δεσμευτεί ότι θα βαδίσει προσεκτικά στα ανατολικά. Η συμμαχία υποσχέθηκε ότι «στο τρέχον και το προβλέψιμο περιβάλλον ασφαλείας», το ΝΑΤΟ θα επικεντρωθεί στην «ικανότητα για ενίσχυση παρά στην πρόσθετη μόνιμη τοποθέτηση σημαντικών μαχητικών δυνάμεων». Και συμφώνησε στα λεγόμενα τρία «όχι» -«καμία πρόθεση, κανένα σχέδιο, και κανένας λόγος» (—“no intentions, no plans, and no reason”) για την τοποθέτηση πυρηνικών όπλων στην ανατολική επικράτεια.