Ο θάνατος της γενιάς του Μουαμάρ Καντάφι | Foreign Affairs - Hellenic Edition
Secure Connection

Ο θάνατος της γενιάς του Μουαμάρ Καντάφι

Τέλος εποχής για τους Άραβες δικτάτορες

Τον Μάρτιο του 2008, ο Μουαμάρ αλ-Καντάφι [1] ανέβηκε στο βήμα της διάσκεψης του Αραβικού Συνδέσμου στη Δαμασκό για να προσφέρει στο ακροατήριο μία από τις πασίγνωστες σχοινοτενείς και απεραντολόγες ομιλίες του. Στο μέσον περίπου, διατύπωσε μια προφητική προειδοποίηση, επιτιμώντας τους συγκεντρωμένους ηγέτες που συναίνεσαν στην ανατροπή και στη συνακόλουθη εκτέλεση του Ιρακινού Σαντάμ Χουσεΐν. «Μια ξένη δύναμη έχει υπό την κατοχή της αραβική χώρα και κρεμάει τον ηγέτη της, ενώ όλοι κοιτάζουμε και γελάμε», βροντοφώναξε ο Καντάφι. «Σύντομα θα έρθει η σειρά σας!»

Το ακροατήριο ξέσπασε σε γέλια. Οι τηλεοπτικές κάμερες που έκαναν πανοραμική λήψη στην αίθουσα, έδειξαν τον οικοδεσπότη της διάσκεψης, τον Σύρο πρόεδρο, Μπασάρ αλ-Άσαντ, να κρύβει ένα πνιχτό γελάκι. Ο Καντάφι συνέχισε απτόητος : «Ακόμη και σεις, οι φίλοι της Αμερικής. Όχι, θα πω εμείς, εμείς οι φίλοι της Αμερικής. Η Αμερική θα στήσει την κρεμάλα μας μια μέρα». Τα γέλια εντάθηκαν.

Σήμερα δεν γελούν πια. Ο Καντάφι ήταν ο τελευταίος από τους ξεπερασμένους εθνικιστές ηγέτες του αραβικού κόσμου και ο θάνατός του την Πέμπτη [2] σφραγίζει το τέλος μιας εποχής. Οι σύγχρονοί του ηγέτες ήταν αντίστοιχοι του Σαντάμ και του Άσαντ πατρός και προκατόχου, του Χαφέζ αλ-Άσαντ, στρατιωτικοί από φτωχές οικογένειες και ασήμαντες πόλεις, που πάλεψαν να φθάσουν στην κορυφή, ηγούμενοι της πλημμυρίδας του επαναστατικού αισθήματος που σάρωσε τη Μέση Ανατολή στις δεκαετίες του 1960 και 1970. Πηγή έμπνευσής τους στάθηκε ο χαρισματικός αξιωματικός του αιγυπτιακού στρατού, Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσσερ, ο άνθρωπος που το 1952 ανέτρεψε τον υποστηριζόμενο από τους Βρετανούς βασιλιά Φαρούκ. Οι διεγερτικοί λόγοι του Νάσσερ, αναμεταδιδόμενοι σε όλη την περιοχή μέσω της πρόσφατης -τότε- εφεύρεσης του ραδιοφώνου τρανζίστορ, έκαναν να φουντώσει το όνειρο της αραβικής ενότητας. Ήταν μια εποχή αναταραχών, όταν οι εμπορικές και φεουδαρχικές ελίτ, οι σύμμαχοι -δηλαδή- των παλαιών ευρωπαϊκών αποικιακών δυνάμεων, έχαναν τον έλεγχο. Στην αρχή ήταν ο Σαντάμ, ο Καντάφι και ο Άσαντ που αντανακλούσαν αυτήν την πολλά υποσχόμενη νέα εποχή λαϊκιστικών μεταρρυθμίσεων.

Ο αραβικός εθνικισμός άρχισε να δύει ύστερα από την ταπεινωτική ήττα των Αράβων από το Ισραήλ το 1967, μια ήττα που σε πολλούς Άραβες άφησε μια πικρή γεύση προδοσίας από τους ηγέτες τους. Με τον θάνατο του Νάσσερ, τρία χρόνια αργότερα, η μεγάλη ελπίδα της αραβικής ενότητας έσβησε οριστικά. Οι πολίτες διαπίστωναν ότι οι ήρωές τους εξέπιπταν στην διαφθορά, γίνονταν αυταρχικοί δυνάστες που κατέστελλαν κάθε αντιπολίτευση, εκτελούσαν τους επικριτές τους και κατασπαταλούσαν τους εθνικούς πόρους. Μέχρι τη δεκαετία του 1980, τα ισλαμιστικά κινήματα είχαν κερδίσει έδαφος, παίρνοντας ώθηση από την Ισλαμική Επανάσταση στο Ιράν και τη τζιχάντ κατά της σοβιετικής κατοχής στο Αφγανιστάν. Οι αραβικές κοινωνίες έγιναν πιο συντηρητικές και τα ισλαμιστικά κινήματα εκτόπισαν τα παναραβικά κοσμικά κόμματα, ασκώντας σημαντική επιρροή στον πολιτισμό και στην προσωπική ζωή των πολιτών. Στην προσπάθειά τους να συντρίψουν κάθε πρόκληση κατά της αυθεντίας τους, οι τοπικοί δυνάστες οικοδόμησαν καλοστημένους μηχανισμούς ασφαλείας που στόχευαν τόσο τους ισλαμιστές όσο και τους κοσμικούς αντιπάλους τους. Το αραβικό απελευθερωτικό κίνημα θα εξέπνεε μέσα σε προδοσίες, εξορίες και ανθρωποσφαγές.

Τώρα, ένας προς έναν οι δικτάτορες παραπαίουν και εκπίπτουν. Μια νέα γενιά επαναστατών καλλιεργεί μια ανανεωμένη εκδοχή της παναραβικής ταυτότητας, με κεντρικό άξονα το αίτημα για ευρέα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα. Καθώς οι διαμαρτυρίες που ξεκίνησαν από την Τυνησία απλώθηκαν στην Αίγυπτο, στη Λιβύη, στην Υεμένη, στο Μπαχρέιν και στη Συρία, διαπιστώνεται ότι η κάθε εξέγερση εμπνέεται από τις άλλες. Μια προφυλακή από πολιτικούς ηγέτες αρχίζει να αναδύεται μέσα από τις εξεγέρσεις, και παρά το γεγονός ότι εν μέρει ακολουθεί την οδό των παλαιών αραβικών εθνικιστικών δογμάτων, όπως την αντι-αποικιοκρατική ρητορική και την εναντίωση στο Ισραήλ, έχει -εντούτοις- πλήρη επίγνωση των αποτυχιών της γενιάς Καντάφι.

Στο αποκορύφωμα του αραβικού εθνικισμού και του παναραβικού πάθους, ηγέτες όπως ο Νάσσερ επεδίωξαν να κινητοποιήσουν πολιτική υποστήριξη από το εξωτερικό με το να κάνουν ελκυστική την ιδέα ότι οι άραβες είναι ταγμένοι όλοι μαζί σε κοινή γλώσσα, κουλτούρα, ιστορία και πολιτική ταυτότητα. Οι σημερινοί επαναστάτες χρησιμοποιούν μια παρόμοια ρητορική στον αγώνα τους κατά των αυταρχικών καθεστώτων. Δεν είναι από λάθος ότι τα πλήθη στην Τυνησία, την Αίγυπτο, τη Συρία, την Υεμένη, το Μπαχρέιν και αλλού ήταν σε μεγάλο βαθμό ειρηνικά και επαναλάμβαναν το ίδιο αραβικό σύνθημα: Al-shaab yurid isqat al-nizam («Ο λαός θέλει την πτώση του καθεστώτος»). Οι άραβες εμπνεύστηκαν ο ένας από τις μεθόδους και τους στόχους του άλλου, και δεν δέχονται πλέον ένα κοινωνικό συμβόλαιο με το οποίο θα αποδεχτούν τα καταπιεστικά καθεστώτα, τις νομικές αυθαιρεσίες, τα κρατικά μέσα μαζικής ενημέρωσης και τη λογοκρισία, και τις μονοκομματικές εξουσίες, με αντάλλαγμα την ασφάλεια και τη σταθερότητα. Αντί για αυτά, απαιτούν δικαιοσύνη, ελευθερία και αξιοπρέπεια. «Ο λαός δεν πρέπει να φοβάται την κυβέρνησή του. Οι κυβερνήσεις πρέπει να φοβούνται τον λαό», έγραφε ένα δημοφιλές πλακάτ στην πλατεία Ταχρίρ του Καϊρου, νωρίτερα φέτος.
Οι τρέχουσες αραβικές επαναστάσεις είναι διαφορετικές από εκείνες στα μέσα του 20ου αιώνα κατά έναν κρίσιμο τρόπο: Δεν είναι κινήματα που ξεκίνησαν από την κορυφή, όπως αυτά που έφεραν τους αυταρχικούς ηγέτες στην εξουσία. Δεν έχουν καθοδηγηθεί ούτε υποκινηθεί από στρατιωτικούς ή χαρισματικές προσωπικότητες. Η εποχή των ισχυρών αράβων ανδρών έχει τελειώσει και παρότι παραμένει ασαφές ποιός ή τι θα πάρει τη θέση τους, οι σημερινοί επαναστάτες υπερασπίζονται τον αραβικό εθνικισμό κάνοντάς τον πιο λαϊκό και φέρνοντάς τον πίσω στις ρίζες του.

Οι σημερινοί άραβες επαναστάτες θα πρέπει να εξετάσουν την κληρονομιά του Καντάφι και να αποφύγουν τις παγίδες των παλιότερων εθνικιστικών κινημάτων. Όταν ο Καντάφι αναρριχήθηκε στην εξουσία, προσωποποίησε την αραβική απόρριψη των υπολειμμάτων της αποικιοκρατικής εξουσίας. Γιος ενός νεαρού ζευγαριού βεδουίνων, μεγάλωσε σε έναν οικισμό της Σύρτης δίπλα στην έρημο. Στα νεανικά του χρόνια, πριν μπει στην στρατιωτική ακαδημία σε ηλικία 19 ετών, άκουγε την ραδιοφωνική εκπομπή από το Κάιρο με τίτλο «Η φωνή των αράβων» και απομνημόνευε τις ομιλίες του Νάσσερ. Το 1969, η αντι-ιμπεριαλιστική ρητορική του αιγύπτιου ηγέτη ώθησε τον Καντάφι, που πλέον ήταν ένας 27χρονος λοχαγός, να ηγηθεί στρατιωτικού πραξικοπήματος κατά του βασιλιά Ιντρίς, ο οποίος είχε παραδώσει τις νεοανακαλυφθείσες πετρελαιοπηγές σε δυτικές εταιρείες οι οποίες επέστρεψαν μικρό μερίδιο αυτού του πλούτου στη Λιβύη.

Στην αρχή, το πραξικόπημα έφερε ευμάρεια στους απλούς λίβυους πολίτες. Το καθεστώς του Καντάφι πίεσε τις ξένες πετρελαϊκές εταιρείες να αποποιηθούν των πλειοψηφικών πακέτων στα πετρελαϊκά κοιτάσματα της Λιβύης και να παραδώσουν μεγαλύτερα μερίδια από τα κέρδη. Άλλοι ηγέτες στην περιοχή ακολούθησαν το παράδειγμα του Καντάφι και απαίτησαν παραχωρήσεις από τους πετρελαϊκούς γίγαντες, στο όνομα του αραβικού εθνικισμού. Ένας από αυτούς τους ηγέτες ήταν ο Σαντάμ Χουσεΐν: Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 ο Σαντάμ επέβλεψε την κατάσχεση των πετρελαϊκών εγκαταστάσεων των ξένων εταιρειών ακριβώς την εποχή που οι τιμές του πετρελαίου άρχιζαν να ανεβαίνουν. Αυτή η απροσδόκητη θετική εξέλιξη του επέτρεψε να εκσυγχρονίσει τις αγροτικές περιοχές του Ιράκ, διανέμοντας γη στους αγρότες και εκβιομηχανίζοντας την αγροτική παραγωγή. Το Ιράκ θα γινόταν μια από τις πλουσιότερες χώρες του αραβικού κόσμου – και μια από τις πιο καταπιεστικές.
Κατά τον ίδιο τρόπο, ο Καντάφι έχτισε σχολεία, σπίτια, νοσοκομεία, δρόμους και αυτοκινητόδρομους. Ηγήθηκε μιας εκστρατείας υπέρ της δωρεάν παιδείας και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και προσπάθησε να δημιουργήσει νέες βιομηχανίες. Το 1969, το προσδόκιμο ζωής στη Λιβύη ήταν 51. Σήμερα είναι τα 77 χρόνια. Και ενώ το κατά κεφαλήν ετήσιο εισόδημα –περίπου 14.000 δολάρια το 2010 –είναι χαμηλότερο από αυτό άλλων πετρελαιοπαραγωγών κρατών, είναι σημαντικά υψηλότερο από των γειτονικών χωρών, της Αλγερίας, της Τυνησίας και της Αιγύπτου.

Παρά αυτή την αρχική έκρηξη ευμάρειας, μεγάλο μέρος του πλούτου της Λιβύης, όπως και στο Ιράκ, σπαταλήθηκε ή απορροφήθηκε από τον δικτάτορα και τους ακολούθους του. Όπως και άλλοι άραβες ηγέτες της γενιάς του, ο Καντάφι έγινε γρήγορα δεσποτικός. Κατέστειλε κάθε αντιπολίτευση με εκκαθαρίσεις, λαϊκές δίκες, βασανισμούς και εκτελέσεις. Οι άνθρωποί του δολοφονούσαν διαφωνούντες σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Επίσης, έσυρε την Λιβύη σε μια καταστροφική σύγκρουση με τον νότιο γείτονά του, το Τσαντ. Επιπροσθέτως έκανε σοβαρούς εχθρούς στη Δύση τις δεκαετίες του 1970 και του 1980 με το να υποστηρίζει τρομοκρατικές ομάδες και μεμονωμένα άτομα, όπως ο ιρλανδικός ΙΡΑ, την γερμανική Φράξια Κόκκινος Στρατός, τον Αμπού Νιντάλ και τον Κάρλος το Τσακάλι. Μετά την εμπλοκή λίβυων πρακτόρων στην έκρηξη της πτήσης 103 της Pan Am πάνω από το Λόκερμπι της Σκωτίας το 1988, οι ΗΠΑ επέβαλαν κυρώσεις στη Λιβύη και ο Καντάφι μετατράπηκε σε διεθνή παρία.

Αλλά με τον καιρό, ο Καντάφι φαντάστηκε τον εαυτό του ως έναν υπέρμαχο των λαών και έναν κυβερνήτη – φιλόσοφο. Συνέταξε τις άλλοτε παράξενες και άλλοτε εντυπωσιακά τετριμμένες σκέψεις του στο Πράσινο Βιβλίο, το τριών τόμων πόνημά του με στοχασμούς για την πολιτική, την οικονομία, την κοινωνική οργάνωση και πολλά άλλα θέματα. Το 1975 δημοσίευσε τον πρώτο τόμο (με τον καθόλου μετριόφρονα τίτλο: Η λύση για τα προβλήματα της Δημοκρατίας) και ισχυρίστηκε ότι θα χρησιμεύσει σαν ένα προσχέδιο για την διάσωση των καπιταλιστικών και κομμουνιστικών συστημάτων του κόσμου από την αποτυχία. Με το Πράσινο Βιβλίο, ο Καντάφι υποσχέθηκε να δείξει στον κόσμο έναν άλλο δρόμο: Η δική του «Τρίτη Παγκόσμια Θεωρία» θα εισήγαγε μια εποχή μαζικής δημοκρατίας όπου οι πολίτες θα κυβερνούσαν απευθείας τους εαυτούς τους.

Και για να αποδείξει τις θεωρίες του, το 1977 παραιτήθηκε από όλες τις επίσημες θέσεις του και ανακήρυξε τον εαυτό του «Οδηγό προς την Εποχή των Μαζών». Όπως υποστήριζε, οι λίβυοι πλέον θα κυβερνούσαν τους εαυτούς τους, αντικαθιστώντας την κυβέρνηση με «λαϊκές επιτροπές» και «λαϊκά συνέδρια» σε μια ουτοπία την οποία αποκάλεσε μεγάλη Σοσιαλιστική Λιβυκή Λαϊκή Αραβική Τζαμαχιρία (Ο όρος Τζαμαχιρία ήταν ένας από τους περίφημους νεολογισμούς του Καντάφι, ένα παιχνίδι με την αραβική λέξη «δημοκρατία», ο οποίος χοντρικά σήμαινε «η δημοκρατία των μαζών»). Φυσικά, ο Καντάφι και οι μπράβοι του διατήρησαν με σιδερένιο χέρι τον έλεγχο σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής στη Λιβύη. Όποτε τα «λαϊκά συνέδρια» συγκαλούνταν, απλώς επιβεβαίωναν τις επιθυμίες του ηγέτη τους.

Μέχρι το τέλος, ο Καντάφι προσποιείτο ότι δεν ήταν τίποτε άλλο από ένας καθοδηγητής του έθνους. Σε μια τηλεοπτική ομιλία του στα τέλη του περασμένου Φεβρουαρίου, αμέσως μετά το ξέσπασμα της εξέγερσης των λίβυων, μιλούσε για τον εαυτό του σε τρίτο πρόσωπο, υποσχόμενος να επιμείνει στις θέσεις του. «Ο Μουαμάρ Καντάφι δεν έχει καμιά επίσημη θέση για να μπορεί να απομακρυνθεί ή να παραιτηθεί, όπως κάνουν άλλοι πρόεδροι! Ο Μουαμάρ Καντάφι δεν είναι πρόεδρος! Είναι ο ηγέτης της επανάστασης μέχρι το τέλος του κόσμου!» μούγκριζε χτυπώντας το αναλόγιο που ήταν μπροστά του. Μετά πέρασε στο πρώτο πρόσωπο: «Βρίσκομαι ψηλότερα από τις θέσεις που κατέχουν πρόεδροι και αξιωματούχοι. Είμαι ένας μαχητής. Είμαι μουτζαχεντίν. Ένας επαναστάτης που ξεκίνησε από πάνινη σκηνή». Δυστυχώς για τον ίδιο και τη Λιβύη, πρόδωσε την ίδια του την επανάσταση, όπως ακριβώς έκαναν και άλλοι ισχυροί άνδρες της εποχής του. Με τον θάνατο του Καντάφι, το βάρος τώρα πέφτει στους νεότερους επαναστάτες να ενεργήσουν καλύτερα προκειμένου να εξασφαλίσουν τις ελπίδες των αράβων.

Πρωτότυπο: http://www.foreignaffairs.com/articles/136603/mohamad-bazzi/the-death-of...

Copyright © 2002-2010 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Συνδέσεις:
[1] http://www.foreignaffairs.com/articles/67857/david-kaye/wanted-qaddafi-co
[2] http://www.foreignaffairs.com/features/letters-from/what-post-qaddafi-li...